Τρίτη, 6
Σεπτεμβρίου 2011
Ομιλία
Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης και Υπουργού
Οικονομικών, κ. Ευάγγελου Βενιζέλου,
στη Διαρκή Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων
Κύριοι
συνάδελφοι, η Ελλάδα δεν εφαρμόζει ένα
πρόγραμμα στήριξης και προσαρμογής της
ελληνικής οικονομίας, που είναι
αυτοχρηματοδοτούμενο και άρα σχεδιασμένο
μόνο από την Ελλάδα. Αν είχαμε τη
δυνατότητα να χρηματοδοτήσουμε μόνοι
μας ένα τόσο φιλόδοξο πρόγραμμα, θα
είχαμε και το δικαίωμα και τη δυνατότητα
να το σχεδιάσουμε μόνοι μας και να
κάνουμε τις επιλογές που θεωρούμε πιο
φιλικές και πιο αποδεκτές από την
ελληνική κοινωνία και την ελληνική
οικονομία.
Το σχέδιο στήριξης
και προσαρμογής της ελληνικής οικονομίας
που εφαρμόζεται από τον Μάιο του 2010,
βασίζεται σε πολύ μεγάλες, πρωτοφανούς
ύψους, χρηματοδοτήσεις που λαμβάνουμε
από τους θεσμικούς μας εταίρους, από
την Ευρωζώνη και από το Διεθνές Νομισματικό
Ταμείο. Αυτές οι μεγάλες χρηματοδοτήσεις
εγκρίνονται από τα Κοινοβούλια 16
κρατών-μελών της Ευρωζώνης και από το
ΔΣ του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου,
στο οποίο εκπροσωπούνται όλες οι χώρες
της υφηλίου, πάρα πολλές χώρες εκτός
Ευρώπης που θυμούνται ότι ο ιδρυτικός
σκοπός του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου
δεν είναι να βοηθάει χώρες της Ευρωζώνης,
όπως η Ελλάδα που ανήκει στις 30 πλουσιότερες
χώρες του κόσμου, αλλά φτωχές υπό ανάπτυξη
χώρες του Τρίτου Κόσμου, της Λατινικής
Αμερικής, άλλων περιοχών που έχουν
τελείως διαφορετικό επίπεδο ανάπτυξης
από το ευρωπαϊκό.
Το πρόγραμμα
δημοσιονομικής προσαρμογής που
εφαρμόζεται τα δύο τελευταία χρόνια,
βεβαίως βασίζεται στην ιδέα που κυριαρχεί
και στην Ευρώπη και στο Διεθνές Νομισματικό
Ταμείο ότι έπρεπε και πρέπει η δημοσιονομική
προσαρμογή στην Ελλάδα να γίνει μέσα
σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα, σε
τρία χρόνια, σε τέσσερα χρόνια, μέχρι
τα μέσα του 2014, μετά τις νέες αποφάσεις
που ελήφθησαν στη Σύνοδο Κορυφής της
Ευρωζώνης της 21ης Ιουλίου.
Η σκέψη
είναι πάρα πολύ απλή: η δημοσιονομική
προσαρμογή, η μείωση των ελλειμμάτων,
η παραγωγή πρωτογενών πλεονασμάτων, θα
σταματήσει να διογκώνει το χρέος. Οι
εταίροι μας αναλαμβάνουν την ευθύνη
για την κάλυψη των δανειακών αναγκών
μας, δηλαδή στην πραγματικότητα για τη
διαχείριση του χρέους, και εμείς
αναλαμβάνουμε την ευθύνη για τη συμπίεση
του ελλείμματος, τουλάχιστον έτσι ώστε
να μην παράγονται νέα χρέη, τουλάχιστον
έτσι ώστε να είναι ισοσκελισμένη κάθε
ετήσια δημοσιονομική διαχείριση.
Αυτό
σημαίνει ότι πρέπει να ληφθούν -και έτσι
έγινε- μέτρα σκληρά, μέτρα αύξησης των
δημοσίων εσόδων και μέτρα σκληρά
περικοπής των δημοσίων δαπανών. Και
έτσι πορευτήκαμε. Πορευτήκαμε με μέτρα
τα οποία έπρεπε να ληφθούν για να δοθούν
πολύ συγκεκριμένες απαντήσεις στη
διεθνή κοινότητα των εταίρων και
δανειστών μας. Και ταυτόχρονα έπρεπε
να κινηθούμε σ' ένα άλλο επίπεδο, το
οποίο δεν χρειαζόταν να μας το επιβάλλει
κανείς, το οποίο ήταν και είναι άκρως
επείγον. Δεν είναι το επίπεδο της
δημοσιονομικής προσαρμογής, αλλά το
επίπεδο της βαθιάς διαρθρωτικής αλλαγής
που πρέπει να γίνει στη χώρα.
Το
πρόβλημα της χώρας μας δεν είναι μόνο
δημοσιονομικό -καταλήγει να είναι τόσο
οξύ δημοσιονομικό πρόβλημα. Είναι
πρώτιστος πρόβλημα διαρθρωτικό, πρόβλημα
ανταγωνιστικότητας, πρόβλημα δομών και
νοοτροπιών, στο κράτος, στην οικονομία
και στην κοινωνία. Υπάρχει μια αδυσώπητη
σύγκρουση τυπικών και άτυπων
χαρακτηριστικών, μια αδυσώπητη σύγκρουση
μεταξύ παραοικονομίας και επίσημης
οικονομίας, παραπολιτικής και επίσημης
πολιτικής, παρακοινωνίας και κοινωνίας
των πολιτών, που ποτέ δεν ολοκληρώθηκε
και δεν ωρίμασε. Αυτή είναι η κατάσταση.
Όλο αυτό το έργο είναι τιτάνιο. Καλούμαστε
σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα να
σηκώσουμε ένα βάρος δεκαετιών. Υπάρχουν
προβλήματα τα οποία είναι εδώ παρόντα
από τότε που γεννήθηκε το νεοελληνικό
κράτος.
Όλα αυτά,
η ελληνική κοινωνία τα βιώνει με μια
πολύ βαθιά κρίση σε ένα περιβάλλον
εντεινόμενης διεθνούς αβεβαιότητας.
Στις 21 Ιουλίου, για να πάω στο πιο πρόσφατο
κρίσιμο σημείο, η Ευρωζώνη σε επίπεδο
Συνόδου Κορυφής έλαβε μια δέσμη αποφάσεων
που θεωρήθηκαν και είναι πάρα πολύ
σημαντικές ως απάντηση της Ευρωζώνης
στην οργανωμένη και επίμονη πίεση των
αγορών. Για να φτάσουμε στην απόφαση
της 21ης Ιουλίου έπρεπε να ξαναγίνει
αντιληπτό και στην Ευρώπη και διεθνώς
ότι το πρόβλημα δεν είναι μόνο η Ελλάδα
ή κυρίως η Ελλάδα. Το πρόβλημα ήταν η
αξιοπιστία της Ευρωζώνης και αποδέκτης
των μεγάλων οργανωμένων επιθέσεων ήταν
χώρες που βρίσκονται στην καρδιά του
ευρώ και έχουν πολύ μεγάλη επιρροή στο
δημόσιο χρέος της Ευρωζώνης και στο ΑΕΠ
της Ευρωζώνης. Η Ευρωζώνη κατανόησε ότι
χρειάζεται ένας νέος ρόλος για το
προσωρινό μηχανισμό χρηματοπιστωτικής
στήριξης, για το EFSF,
έως ότου φτάσουμε στον οριστικό μηχανισμό,
που είναι το ESM
που θα τεθεί σε κίνηση, σε λειτουργία,
τον Ιούλιο του 2013.