Με το ΠΑΣΟΚ, τη ΝΔ και τον ΛΑΟΣ να τάσσονται υπέρ της αρχής, το ΚΚΕ να δηλώνει «παρών» και τον ΣΥΡΙΖΑ να επιφυλάσσεται, άρχισε στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής η συζήτηση του νομοσχέδιου του υπουργείου Δικαιοσύνης για την τροποποίηση του νόμου περί ευθύνης υπουργών.
«Ο πολιτικός κόσμος πρέπει να αποδείξει ότι αντέχει στην αναζήτηση ευθυνών, εκείνων των ολίγων πολιτικών που δεν έχουν τηρήσει τον όρκο τους», υπογράμμισε ο υπουργός Δικαιοσύνης Χάρης Καστανίδης και πρόσθεσε:
«Η κυβέρνηση είναι προσηλωμένη σε αυτό που διακήρυξε εξ αρχής, ότι ο δημόσιος βίος πρέπει να εκκαθαριστεί από τις υποψίες των πολιτών, ότι κάτι δεν πάει καλά στο βασίλειο της Δανιμαρκίας».
Από την πλευρά της ΝΔ, τόσο ο εισηγητής του κόμματος Κώστας Τζαβάρας όσο και ο Προκόπης Παυλόπουλος υπογράμμισαν ότι σε αυτές τις κρίσιμες στιγμές που όλοι στρέφονται εναντίον όλων, η Βουλή δείχνει να σέβεται τον εαυτό της.
Ο εισηγητής του ΚΚΕ Αντώνης Σκυλλάκος μίλησε για επικοινωνιακά και προπαγανδιστικά παιχνίδια που παίζονται στο όνομα του εκσυγχρονισμού του πολιτικού συστήματος, η αξιοπιστία του οποίου, όπως είπε, δεν κρίνεται μόνο από τους νόμους για την διαφάνειά του, αλλά και από τα οικονομικά μέτρα.
Ο εισηγητής του ΛΑΟΣ Αθανάσιος Πλεύρης τόνισε ότι οι διατάξεις του νομοσχεδίου είναι προς τη σωστή κατεύθυνση, ενώ πρότεινε μεταξύ άλλων να υπάρξει σαφής διατύπωση σε ότι αφορά τα αδικήματα υπουργών.
Ο εισηγητής του ΣΥΡΙΖΑ Βασίλης Μουλόπουλος χαρακτήρισε λάθος πολιτικό το νομοσχέδιο που, όπως είπε, έφερε η κυβέρνηση για επικοινωνιακούς λόγους και υποστήριξε ότι θα δημιουργήσει μεγάλες προσδοκίες στη κοινή γνώμη που θα διαψευστούν, με αποτέλεσμα να υπάρξει ένα ακόμα πλήγμα στην αξιοπιστία του πολιτικού κόσμου.
Ο εισηγητής του ΠΑΣΟΚ Λάμπρος Μίχος έκανε λόγο για ανάγκη άλλου πολιτικού πολιτισμού ενώ χαρακτήρισε το νομοσχέδιο τολμηρή πρωτοβουλία που αίρει την αδικαιολόγητη προνομιακή μεταχείριση υπουργών οι οποίοι διέπραξαν αδικήματα.
Ο πρόεδρος της Επιτροπής Θεσμών Μιλτιάδης Παπαϊωάννου τόνισε την ανάγκη αλλαγής του νόμου περί ευθύνης υπουργών, όχι όμως με το σκεπτικό κατάργησης προνομίων, αλλά κυρίως για να παρέχει απόλυτες εγγυήσεις στην άσκηση εξουσίας τους.