«Κύριε Πρόεδρε,
Κυρίες και Κύριοι Συνάδελφοι,
Έχω πλήρη επίγνωση, ότι αυτή η συζήτηση πραγματοποιείται φέτος υπό τις κρίσιμες περιστάσεις μιας οικονομικής κρίσης, που επιβάλλει σε όλους μας πλήρη συναίσθηση των ευθυνών μας.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑΔιερωτώμαι ωστόσο, για το περιεχόμενο αυτής της συζήτησης.
Νομίζω ότι έχω σωστά αντιληφθεί, πως η συζήτηση αυτή αφορά σ’ έναν προϋπολογισμό προσωρινού χαρακτήρα, που πρόκειται να αναθεωρηθεί, όπως είπε ο Υπουργός Οικονομίας, μέσα στους επόμενους μήνες.
Τι συζητάμε λοιπόν;
Συζητάμε προφανώς για τους αυτοσχεδιασμούς μιας κυβέρνησης, που πειραματίζεται και αποδεικνύεται ανέτοιμη να αντιμετωπίσει την κρίση.
Φοβούμαι, ότι δεν διαθέτει ούτε το σχέδιο που επαγγελλόταν για την έξοδο από την κρίση, ούτε τη δυνατότητα να μετατρέψει αυτή την κρίση σε μια μεγάλη εθνική ευκαιρία ανασύνταξης, ανάτασης και σκληρής προσπάθειας για την προσαρμογή στις απαιτήσεις των καιρών. Και τούτο, ανεξαρτήτως προθέσεων.
Οι απαιτήσεις των καιρών δεν είναι μόνο οι απαιτήσεις των Ευρωπαίων εταίρων μας και των διεθνών αγορών.
Είναι πρωτίστως οι απαιτήσεις της μεγάλης πλειοψηφίας των Ελλήνων, που ανησυχούν για το μέλλον τους.
Αναγνωρίζω ότι τα αδιέξοδα στα οποία βρέθηκε σήμερα η χώρα, είναι αδιέξοδα ενός στρεβλού προτύπου ανάπτυξης και μιας διαχρονικής παθογένειας που σπατάλησε πόρους, αγνόησε στρατηγικά πλεονεκτήματα και καλλιέργησε καταναλωτικές συνήθειες και συμπεριφορές, αδιαφορώντας για την ανταγωνιστικότητα της εθνικής οικονομίας και παραγωγής.
Αναγνωρίζω, επίσης, όπως όλοι μας στη Νέα Δημοκρατία, τις ευθύνες που αναλογούν στην προηγούμενη κυβέρνηση και στις πολιτικές που υιοθέτησε.
Εξαιτίας τους καταψηφιστήκαμε από τον ελληνικό λαό.
Αναγνωρίσαμε τα λάθη μας.
Διδαχθήκαμε από τις συνέπειές τους.
Ξαναστεκόμαστε σήμερα όρθιοι, ανανεωμένοι, μέσα από τη μαζική συμμετοχή της κομματικής μας βάσης στη διαδικασία της εκλογής του νέου μας Προέδρου, Αντώνη Σαμαρά.
Οι περισσότερες μάχες που έχουμε να δώσουμε είναι μάχες κοινές.
Όπως κοινός είναι και ο πόλεμος για να μετατραπεί η οικονομική κρίση σε πολιτική ευκαιρία για ένα νέο ξεκίνημα.
Είναι κοινές οι μάχες που πρέπει να δώσουμε για την αποκατάσταση της αξιοπιστίας της χώρας, της αξιοπιστίας του πολιτικού συστήματος, για την πάταξη της διαφθοράς.
Είναι, τέλος, κοινές οι μάχες που πρέπει να δώσουμε με το χρόνο, ώστε η καταστροφική απώλειά του να μη σταθεί εμπόδιο στις τομές που πρέπει να γίνουν για την αναδιοργάνωση του κράτους, της οικονομίας και της κοινωνίας.
Φοβούμαι όμως, ότι η σημερινή κυβέρνηση δεν είναι σε θέση να αξιοποιήσει την τύχη που δεν είχαμε εμείς, να έχει δηλαδή, απέναντί της μια υπεύθυνη, καλοπροαίρετη και παραγωγική Αντιπολίτευση. Είναι νωπές ακόμα οι μνήμες από το χθες.
Το ΠΑΣΟΚ ως Αντιπολίτευση, μας αρνήθηκε την συναίνεση, που σήμερα ζητά.
Μετεκλογικά κάνει ένα δεύτερο λάθος. Κάνει πως αγνοεί αυτά που όλοι μας γνωρίζουμε για την οικονομική κατάσταση της χώρας και ταυτόχρονα, πειραματίζεται με ατελέσφορες πολιτικές που προσθέτουν νέα προβλήματα στα ήδη υφιστάμενα.
Καταφεύγει σε επικοινωνιακά τεχνάσματα, αντί να παίρνει ουσιαστικά μέτρα.
Ακινητοποιεί τη λειτουργία του κράτους, αντί να επιστρατεύει τις δυνάμεις του για την αντιμετώπιση της κρίσης.
Ακροβατεί ανάμεσα σε αντιφατικές επιλογές, διαχειριζόμενο τις εσωκομματικές του ισορροπίες, αλλά αρνούμενο να αποδεχτεί την πραγματικότητα.
Την ίδια ώρα, η αγορά ασφυκτιά μέσα σε μία αρνητική για την οικονομία, ψυχολογία.
Κυρίες και Κύριοι Συνάδελφοι,
Όλοι μας συμφωνούμε ότι ο ρόλος του κράτους είναι να παρεμβαίνει κάθε φορά που χρειάζεται για να αποκατασταθούν οι κοινωνικές αδικίες και να αποφευχθούν οι αρρυθμίες μιας αγοράς που κερδοσκοπεί, χωρίς να ελέγχεται η ασυδοσία της.
Συμφωνούμε όλοι, ότι κάποτε πρέπει να ξεκινήσει το ξήλωμα του γραφειοκρατικού και πελατειακού κράτους, πάνω στα θεμέλια του οποίου έχει χτιστεί μια μη ανταγωνιστική οικονομία.
Συμφωνούμε όλοι, ότι σαθρό κράτος σημαίνει σαθρή οικονομία.
Καταρρέουν και τα δύο, όταν η οικονομική κρίση αποκαλύπτει την αδυναμία τους να την ξεπεράσουν.
Κι όταν μιλάμε για οικονομία, μιλάμε για μια οικονομία που λειτουργεί στο πλαίσιο ενός διεθνούς περιβάλλοντος, εκτός του οποίου δεν μπορεί να υπάρξει.
Μιλάμε για χρηματιστήρια, μιλάμε για διεθνείς αγορές, μιλάμε για παγκόσμιους οργανισμούς.
Μιλάμε για κανόνες που ορίζουν την ανταγωνιστικότητα και τη βιωσιμότητα οποιασδήποτε εθνικής οικονομίας.
Μιλάμε όμως ταυτόχρονα, ή πρέπει να μιλάμε, για ανθρώπους, για τους πολίτες που αποτελούν την προϋπόθεση αλλά και το στόχο κάθε εθνικής οικονομίας.
Και μιλάμε, βέβαια, για την ανάγκη να αρθούν οι οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες που αποκλείουν από τη συμμετοχή στην οικονομική ανάπτυξη αδύναμες κοινωνικές τάξεις, αλλά και διαθέσιμες δημιουργικές δυνάμεις.
Μην χάνετε άλλο χρόνο.
Μην απογοητεύετε την πλειοψηφία που σας έφερε στην εξουσία, περισσότερο όμως την ίδια την κοινωνία.
Κυρίες και Κύριοι Συνάδελφοι,
Χωρίς ισχυρή οικονομία, δεν υπάρχει ισχυρή και συνεκτική κοινωνία.
Χωρίς ισχυρή και συνεκτική κοινωνία, δεν μπορεί να υπάρξει ισχυρή εξωτερική πολιτική.
Και ισχυρή εξωτερική πολιτική στις μέρες μας είναι η εξωτερική πολιτική, που βασίζεται και στην αποτελεσματικότητα της οικονομικής διπλωματίας.
Στην εξωστρέφειά της, στην αυτοπεποίθησή της, στην ευρηματικότητά της.
Χρειαζόμαστε μια εξωτερική πολιτική που θα ανακλά την εθνική μας ταυτότητα και θα διεκδικεί την οικουμενικότητά της ως μέσο για να ξαναγίνει η θέση μας σεβαστή και πρωταγωνιστική σε ολόκληρο τον κόσμο. Εκεί όπου η Ελλάδα μπορεί να πρωταγωνιστήσει.
Μια εξωτερική πολιτική απαλλαγμένη από τα βαλκανικά της χαρακτηριστικά.
Να ανοιχτούμε στον κόσμο, με άποψη για το νέο ρόλο της Ελλάδας.
Δεν υπάρχουν πια μικρές και μεγάλες χώρες. Υπάρχουν μικρές και μεγάλες πολιτικές.
Κυρίες και κύριοι,
Με την ευκαιρία αυτή, θα ήθελα να αναφερθώ και στις δηλώσεις του Οικουμενικού Πατριάρχη αλλά και την αντίδραση του Υπουργού Εξωτερικών της Τουρκίας, του κ. Νταβούτολγου, όπου επανέρχεται σε θέσεις που στηρίζει το βαθύ κράτος της Τουρκίας, θέσεις εκτός τόπου και χρόνου.
Πώς είναι δυνατόν να αμφισβητείται το διεθνές καθεστώς και η οικουμενικότητα του Πατριαρχείου της Κωνσταντινούπολης, από μια χώρα που προσβλέπει στην ένταξή της στην Ευρωπαϊκή Ένωση;
Η ιστορία του, η διεθνής παρουσία του και το διεθνές δίκαιο, το κατοχυρώνουν ως διεθνή πνευματική και θρησκευτική οντότητα οικουμενικής εμβέλειας, και ως τέτοιο αναγνωρίζεται από τη διεθνή κοινότητα.
Καλούμε την Τουρκία να αποφεύγει να βάζει και άλλα εμπόδια στην ένταξή της στην Ευρώπη, την οποία όλοι στηρίζουμε, ειδικότερα σε θέματα υψηλής ευαισθησίας, όπως τα ανθρώπινα δικαιώματα, η θρησκευτική ελευθερία και η οικουμενικότητα των ηγετών των θρησκειών.
Κυρίες και κύριοι Συνάδελφοι,
Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να αφήσουμε τη χώρα μας να πτωχεύσει, να οδηγηθεί στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, ούτε καν να ενισχυθεί από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα με την έκδοση Ευρωπαϊκού ομολόγου.
Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να αφήσουμε να παίξουν διεθνείς οικονομικοί οργανισμοί το ρόλο που σήμερα παίζει το Ελεγκτικό μας Συνέδριο.
Η εθνική μας επάρκεια να λύνουμε τα προβλήματά μας χωρίς να εκτίθεται η χώρα, δεν τίθεται σε αμφισβήτηση.
Γι’ αυτό θα σταθούμε εμπόδιο απέναντι σε κάθε ατόπημα της σημερινής κυβέρνησης, που μπορεί να οδηγήσει στο διασυρμό μας.
Την ίδια στιγμή, είμαστε πρόθυμοι να συνεργαστούμε για το σχεδιασμό μιας νέας αρχιτεκτονικής της ελληνικής διπλωματίας σε όλο τον κόσμο.
Είμαστε έτοιμοι να συνεργαστούμε για να ξανακάνουμε την Ελλάδα δυνατή, αναδεικνύοντας τις δυνατότητές της για ένα νέο δυναμικότερο ρόλο.
Αρκεί ο δρόμος στον οποίο θα συναντηθούμε να μην είναι ο δρόμος των καθυστερήσεων, των αοριστιών και της αναποτελεσματικότητας.
Να είναι ο δρόμος της επιστροφής στην πολιτική του συγκεκριμένου, του ουσιαστικού, του αποτελεσματικού.
Κυρίες και Κύριοι Συνάδελφοι,
Οι καιροί άλλαξαν.
Μαζί τους άλλαξαν και τα πολιτικά μας ήθη.
Αλλάζουν και οι πολιτικές προτεραιότητες.
Σύγχρονη πολιτική, είναι η πολιτική του συγκεκριμένου και του αποτελέσματος. Είναι η πολιτική των νέων ιδεών και της καινοτομίας.
Ο δρόμος της προϋποθέτει την εθνική συνεννόηση στα μεγάλα και τα σημαντικά.
Η σημερινή Ελλάδα δεν έχει την πολυτέλεια της διαίρεσης των δυνάμεών της.
Το ζητούμενό της είναι η χάραξη μιας υπερβατικής στρατηγικής σύνθεσης και υψηλών κοινών στόχων.
Είναι η στρατηγική της ελπίδας για τη διέξοδο από την κρίση, που όμως θα βλέπει πέρα και μετά από αυτήν».