Ομιλία Θανάση Οικονόμου στην Ολομέλεια της Βουλής στη συζήτηση του νομοσχεδίου του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής «Ταυτότητα Κτιρίων, Αυθαίρετες Υπερβάσεις Δόμησης και Αλλαγές Χρήσης, Προγράμματα Μητροπολιτικών Αναπλάσεων και Άλλες διατάξεις».
«Δικαιούμαστε να μαθαίνουμε από τα λάθη μας. Ο τρόπος και το μοντέλο πάνω στο οποίο αναπτύχθηκε η οικιστική δόμηση στην Ελλάδα τις τελευταίες δεκαετίες, ήταν εν πολλοίς λάθος. Το θέμα που μας απασχολεί σήμερα είναι βαθιά πολιτικό και κοινωνικό. Αφορά τον τρόπο που ως συντεταγμένη Πολιτεία, νομοθετούμε με βάση το περίφημο πολιτικό κόστος. Είναι αλήθεια ότι ως Πολιτεία έχουμε επιδείξει διαχρονικά μια ανικανότητα, με διαστάσεις συνενοχής, να θεσπίσουμε και να εφαρμόσουμε νόμους για το αυτονόητο: για το δικαίωμα να ζούμε σε μία πόλη βιώσιμη και αισθητικά αναβαθμισμένη για όλους. Είναι μια κατάσταση για την οποία διαχρονικά η Ελληνική πολιτεία έχει ευθύνη. Από την πολεοδομία που δεν ανταποκρίθηκε επαρκώς στις υποχρεώσεις της και δεν υπέστη ποτέ τις όποιες κυρώσεις, μέχρι την πολιτική ηγεσία που δεν την ήλεγξε ποτέ. Από το Κοινοβούλιο που δεν έλαβε τα επιπρόσθετα μέτρα και την Δικαιοσύνη που δεν ενήργησε όπου έπρεπε να ενεργήσει, μέχρι τον εργολάβο που η πραγματικότητα αποδεικνύει ότι συχνά ούτε κοινωνική ευαισθησία επέδειξε ούτε επαγγελματική υπευθυνότητα. Και προφανώς ευθύνες αναλογούν και στους ίδιους τους πολίτες που αποδέχονται την αυθαιρεσία. Ωστόσο εδώ πρέπει να ανοίξουμε μία μεγάλη παρένθεση: την παρένθεση της ανάγκης του απλού, καθημερινού πολίτη να πράξει αυτό που φαίνεται προσφορότερο για την καθημερινότητα της οικογένειάς του. Το κατανοούμε και το σεβόμαστε. Γιατί τελικά, ο πολίτης ούτε έχει τη δυνατότητα να διαμορφώσει τον κανόνα στην αγορά ούτε έχει κατά ανάγκη την ευχέρεια επιλογών. Εδώ μπαίνει ο ρόλος του κράτους».
http://www.youtube.com/user/athanasiosoikonomou
Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της ομιλίας.
Το νομοσχέδιο που καλούμαστε να συζητήσουμε έρχεται να αντιμετωπίσει ένα χρόνιο πρόβλημα που αφορά εκατομμύρια συμπολίτες μας. Δεν είναι δυστυχώς σημερινό φαινόμενο οι Αυθαίρετες Υπερβάσεις Δόμησης και δεν είναι η πρώτη φορά που επιχειρείται μια προσπάθεια αντιμετώπισής του. Την τελευταία φορά που ως κράτος και ως κοινωνία προσπαθήσαμε να θέσουμε ένα πλέγμα όρων προϋποθέσεων για τους όρους δόμησης, ήταν πριν από τριάντα ολόκληρα χρόνια.
Γιατί ας μη γελιόμαστε. Το θέμα που μας απασχολεί σήμερα είναι βαθιά πολιτικό και κοινωνικό. Αφορά τον τρόπο που ο καθένας ξεχωριστά και συλλογικά ως κοινωνία, αντιλαμβανόμαστε το δομικό ιστό της πόλης μας, της γειτονιάς μας, του ίδιου του σπιτιού μας. Αφορά τις προτεραιότητες που δίνουμε ο καθένας ξεχωριστά στο χώρο που προορίζεται να εξυπηρετεί τις βασικότερες ανάγκες μας. Αφορά, όμως, και τον τρόπο που ως συντεταγμένη Πολιτεία, ως πολιτικό σύστημα νομοθετούμε με βάση το περίφημο πολιτικό κόστος.
Είναι αυτή η αντίληψη που για πάρα πολλά χρόνια - τόσα που αλλοιώθηκε σε πολύ μεγάλο βαθμό και ο χαρακτήρας της οικιστικής δόμησης στη χώρα μας και τα οικιστικά πρότυπα που επιθυμούμε- που έκανε τον πολιτικό κόσμο να μην στοχεύει σε αυτό που αξίζουμε ως χώρα και που έχουμε ανάγκη ως περιβάλλον, αλλά σε αυτό που μπορούμε να διαχειριστούμε. Σε αυτό που είναι χρήσιμο καταρχήν σε εμάς τους ίδιους.
Σήμερα σχεδόν 30 χρόνια μετά τον περίφημο νόμο 1337/83 του Τρίτση, η κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ βάζει ξανά μία διακριτή τελεία. Και προχωρά σε μία ουσιαστική τομή, οι θετικές συνέπειες της οποίας δεν αφορούν μονάχα το επείγον, αλλά αφορούν πρωτίστως την επόμενη μέρα.
Περνάμε από την κτηριακή περιφρούρηση του δομημένου χώρου, στην απελευθέρωση του προς χάριν του περιβάλλοντος, του ανθρώπου και των αναγκών του. Από την ασυδοσία του κτηριακού όγκου, στην επαναυιοθέτηση του μέτρου, ως αφετηρία ελέγχου αλλά και ως τελικό στόχο.
Και αυτό επιτυγχάνεται καταρχήν με δύο σπουδαίες αλλαγές που προωθεί το παρόν νομοσχέδιο.
Πρώτον, γιατί επιτέλους εισάγει ταυτότητα για κάθε νέο κτήριο, επεκτείνοντας την εφαρμογή και στα παλαιότερα και μάλιστα με θεσμοθέτηση των περιοδικών ελέγχων ανά πενταετία. Και δεύτερον, γιατί εγκαινιάζει μία νέα αντίληψη στον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε τα κτήρια: το περιβάλλον ως ζωτικό σημείο αναφοράς των κτηρίων, και όχι ως σημείο στυγνής εκμετάλλευσης.
Αυτός είναι και ο λόγος, που τα έσοδα που θα προκύψουν από το ειδικό πρόστιμο διατήρησης και πράσινης χρήσης θα κατατίθεται στο Ειδικό Ταμείο Εφαρμογής Ρυθμιστικών και Πολεοδομικών Σχεδίων (ΕΤΕΡΠΣ), και θα αποδίδεται στην Τοπική Αυτοδιοίκηση για προγράμματα και δράσεις περιβαλλοντικής και πολεοδομικής αποκατάστασης. Αυτό κύριοι συνάδελφοι της αντιπολίτευσης, συνιστά μία σαφή αλλαγή πλεύσης. Από την πόλη που θα θέλαμε να έχουμε, στην πόλη που μπορούμε να έχουμε.
Και αυτό είναι κοινωνικό δικαίωμα. Γιατί, κοινωνική δικαιοσύνη δεν σημαίνει περιοχές ακριβών προαστίων και περιοχές υποβαθμισμένες. Αλλά περιοχές βιώσιμες για όλους. Και όταν λέω βιώσιμες, το εννοώ κυριολεκτικά.
Γιατί, είναι αλήθεια ότι ως Πολιτεία έχουμε επιδείξει διαχρονικά μια ανικανότητα, με διαστάσεις συνενοχής, να θεσπίσουμε και να εφαρμόσουμε νόμους για το αυτονόητο:
για το δικαίωμα να ζούμε σε μία πόλη βιώσιμη και αισθητικά αναβαθμισμένη για όλους.
Δημιουργήθηκε μια αντίληψη και μια πρακτική όπου η σχετική νομοθεσία ήταν περισσότερο εθελοντικός κώδικας παρά κείμενες υποχρεώσεις που η παράβασή τους θα επέφερε κυρώσεις. Μια πρακτική και μια αντίληψη που εν’ τέλει χτυπά τα ίδια τα δικαιώματα του πολίτη αλλά και την Δημοκρατία μας.
Είναι ο φτωχός, είναι ο απλός ο πολίτης, ο μη προνομιούχος που στοιβάζεται στα σημερινά περιβαλλοντικά και κτηριακά γκέτο και όχι ο προνομιούχος και ο εύπορος.
Δείτε τις σημερινές εικόνες από τα μεγάλα αστικά κέντρα. Ποιος μπορεί να πει ότι αξίζουν οι κόποι μιας ζωής για να ζει εν τέλει στοιβαγμένος σε μια αποθήκη 70, 80 τετραγωνικών; Και ποιος μπορεί στο βωμό των όποιων παράνομων πρόσκαιρων υπερκερδών των λίγων, να κρατά όμηρους τους πολλούς, μια ολόκληρη κοινωνία και ένα πολιτικό σύστημα;
Είναι μια κατάσταση για την οποία διαχρονικά η Ελληνική πολιτεία έχει ευθύνη. Από την πολεοδομία που δεν ανταποκρίθηκε επαρκώς στις υποχρεώσεις της και δεν υπέστη ποτέ τις όποιες κυρώσεις, μέχρι την πολιτική ηγεσία που δεν την ήλεγξε ποτέ. Από το Κοινοβούλιο που δεν έλαβε τα επιπρόσθετα μέτρα και την Δικαιοσύνη που δεν ενήργησε όπου έπρεπε να ενεργήσει, μέχρι τον εργολάβο που η πραγματικότητα αποδεικνύει ότι συχνά ούτε κοινωνική ευαισθησία επέδειξε ούτε επαγγελματική υπευθυνότητα.
Και προφανώς ευθύνες αναλογούν και στους ίδιους τους πολίτες που αποδέχονται την αυθαιρεσία. Ωστόσο εδώ πρέπει να ανοίξουμε μία μεγάλη παρένθεση: την παρένθεση της ανάγκης του απλού, καθημερινού πολίτη να πράξει αυτό που φαίνεται προσφορότερο για την καθημερινότητα της οικογένειάς του. Το κατανοούμε και το σεβόμαστε. Γιατί τελικά, ο πολίτης ούτε έχει τη δυνατότητα να διαμορφώσει τον κανόνα στην αγορά ούτε έχει κατά ανάγκη την ευχέρεια επιλογών.
Εδώ μπαίνει ο ρόλος του κράτους. Αυτή είναι η πραγματικότητα που αντιμετωπίζουμε. Και το πράττουμε με έναν τρόπο θαρραλέο, βιώσιμο και κοινωνικά δίκαιο. Σ’ αυτήν την κατεύθυνση είναι το νομοσχέδιο που συζητάμε σήμερα και θέλω να τονίσω ότι είναι προς τιμήν της πολιτικής ηγεσίας του Υπουργείου Περιβάλλοντος που αναγνωρίζει την ευθύνη της πολιτείας για τη σημερινή κατάσταση.
Προχωράμε, λοιπόν, σε μία ρύθμιση των αυθαίρετων υπερβάσεων δόμησης για χρονικό ορίζοντα 40 ετών, που είναι αρκετός χρόνος για την ανανέωση της κτηριακής υποδομής της χώρας με νέους κανόνες και με αυστηρή τήρησή τους. Αυτός ο χρονικός ορίζοντας είναι και ρεαλιστικός και πραγματοποιήσιμος. Γιατί αυτό που πρέπει να διαχειριστούμε τώρα είναι μια μη ομαλή κατάσταση που δεν μπορεί να αποτελέσει τον κανόνα και πρέπει άμεσα να επιλυθεί.
Και αυτό νομίζω ότι είναι το πραγματικό ερώτημα που πρέπει να απαντήσουμε ως Πολιτεία. Όχι το για πόσο αλλά το πότε. Πότε ο κανόνας θα ξαναγίνει κανόνας και η εξαίρεση θα συνεχίσει ως εξαίρεση με συνέπειες.
Σ’ αυτό το ερώτημα είναι που δυστυχώς δεν ακούω κάποια πειστική πρόταση.
Αντιθέτως άκουσα με προσοχή την τοποθέτηση του αρμοδίου τομεάρχη της Νέας Δημοκρατίας όλο το προηγούμενο διάστημα όπου περιορίσθηκε να μιλά για δήθεν εισπρακτικές λογικές. Δε θα θυμίσω τον προηγούμενο νόμου 3775/2009 του κου Σουφλιά, που είχε πραγματικά μεγάλο κόστος, περιμένω όμως από τη Νέα Δημοκρατία να καταλήξει επιτέλους σε μια θέση. Ακούμε από τη μία τον κο Μητσοτάκη να μιλά για εισπρακτική λογική. Από την άλλη ο κος Καλογιάννης μιλά για απώλεια 2 δις!
Φαίνεται ότι το πρότυπό σας εξακολουθεί να είναι ο νόμος Σουφλιά, όπου ίδιο ποσοστό για την περίφημη «τακτοποίηση» πλήρωνε κάποιος με μεζονέτα μερικών εκατοντάδων μέτρων και ίδιο ποσοστό πλήρωνε όποιος είχε ένα δυαράκι ή μια γκαρσονιέρα.
Το βέβαιο πάντως, για να σας διευκολύνω κύριοι συνάδελφοι της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, είναι ότι το παρόν νομοσχέδιο αποκαθιστά την τάξη δεν κλείνει «μαύρες τρύπες» της Οικονομίας. Αφού είναι σαφές ότι τα χρήματα αυτά θα διοχετευθούν μόνο στην περιβαλλοντική αποκατάσταση και σε ενέργειες χωροταξικής ανάπλασης για λογαριασμό της Αυτοδιοίκησης.
Είναι ο καιρός σε αυτή τη χώρα να δώσουμε λύσεις σε όλα αυτά που ξέρουμε καλά ότι μας ενοχλούν και ωστόσο πολύ λίγα κάνουμε για να αλλάξουμε.
Είναι ο καιρός να θεμελιώσουμε μία νέα νοοτροπίας νομιμότητας και μέτρου που να χαρακτηρίζει κάθε έκφανση της ζωής μας. Ως άτομα και ως κοινωνία. Δικαιούμαστε να μαθαίνουμε από τα λάθη μας. Και ο τρόπος και το μοντέλο πάνω στο οποίο αναπτύχθηκε η οικιστική δόμηση στην Ελλάδα τις τελευταίες δεκαετίες, ήταν εν πολλοίς λάθος. Πιστεύω βαθιά, ότι με το παρόν νομοσχέδιο και επιτρέψτε μου να πω με τη συνολική ματιά που διέπει αυτή την Κυβέρνηση και προσωπικά τον Πρωθυπουργό, κάνουμε μία αλλαγή πλεύσης.