Μετά τις επιτυχίες που έχει σημειώσει το Πρακτορείο μας, από το 1980, και από το 2000 στο internet, συνεχίζουμε σταθερά, με νέα ρεκόρ δημοσιεύσεων και αναπαραγωγή των ρεπορτάζ μας στα ΜΜΕ στην Ελλάδα και στον κόσμο. www.vouli.net * Ανάρτηση των δελτίων τύπου σε 24ωρη βάση, καθώς και φωτογραφιών για την προβολή στα Μ.Μ.Ε. * Καταγράφουμε την πολιτική ιστορία του Ελληνισμού

15.1.10

ΟΜΙΛΙΑ ΦΙΛΙΠΠΟΥ ΣΑΧΙΝΙΔΗ ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

ΣΤΗ ΔΙΑΡΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΥΠΟΘΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΣΤΗ ΔΙΑΡΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΥΠΟΘΕΣΕΩΝ ΜΕ ΘΕΜΑ: «ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ ΑΠΟ ΤΟΝ ΥΠΟΥΡΓΟ, Γ. ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ, ΓΙΑ ΤΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΤΑΘΕΡΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ»
(14 Ιανουαρίου)



Θέλω να ευχαριστήσω όλους τους συναδέλφους και τις συναδέλφους που συμμετείχαν σε αυτή τη συζήτηση και ας μου επιτρέψετε να κάνω ένα μικρό σχόλιο.

Είμαι διατεθειμένος, αντικειμενικά, να δεχτώ ότι το χρονικό περιθώριο που μεσολάβησε από τη στιγμή που παραλάβατε το κείμενο αυτό, μέχρι και τη στιγμή έναρξης της συζήτησης, ήταν σχετικά περιορισμένο.

Όμως, από την ημέρα που η Κυβέρνηση πήρε την εντολή από τους Έλληνες πολίτες για να κυβερνήσει τη χώρα, κάναμε κάποιες ανακοινώσεις και προσπαθούμε και είπαμε - και αυτό το έχουμε αποδείξει, τουλάχιστον με τις πρωτοβουλίες που πήραμε μέχρι τώρα - ότι στόχος μας είναι να αλλάξουμε πολλά πράγματα.

Αυτό που θέλουμε να κάνουμε με τις πρωτοβουλίες τις οποίες παίρνουμε και σε θεσμικό επίπεδο, είναι να ενισχύσουμε την αξιοπιστία, τη διαφάνεια και να δώσουμε - όσο το δυνατόν - περισσότερη πληροφόρηση στους Έλληνες πολίτες, αλλά και τους εκπροσώπους τους.

Θεωρώ ότι σήμερα ακούσαμε και δεχτήκαμε πολλή κριτική για την πρωτοβουλία, αλλά δεν ακούσαμε ότι, όντως, είναι μια σημαντική πολιτική κατάκτηση.

Η Ν.Δ. εξάντλησε πάνω από ένα μισάωρο, συζητώντας επί της διαδικασίας, αλλά δεν αισθάνθηκε την ανάγκη να απολογηθεί γιατί τα προηγούμενα 5,5 χρόνια ποτέ αυτό το κείμενο δεν ήρθε προς συζήτηση στην Ελληνική Βουλή. Εμείς, τουλάχιστον, είχαμε την υπευθυνότητα να πάρουμε αυτή την πρωτοβουλία να φέρουμε αυτό το κείμενο στη Βουλή.

Βεβαίως, σέβομαι αυτό που ειπώθηκε από ορισμένους συναδέλφους, ότι, «θα κάνουμε μια γενική κριτική, αλλά επιφυλασσόμαστε να τοποθετηθούμε». Νομίζω ότι αυτή ήταν η πιο αντικειμενική τοποθέτηση που θα μπορούσε να γίνει μέσα σε αυτήν την αίθουσα. Προς εκείνους τους συναδέλφους που λένε ότι «εμείς δεν τοποθετούμαστε, γιατί, ουσιαστικά, αυτό μας ενσωματώνει στο σύστημα», θεωρώ ότι αυτή είναι μια άγονη θέση πάνω σε ένα κρίσιμο ερώτημα, διότι εδώ υπάρχει μια πραγματικότητα.

Η χώρα βρίσκεται αντιμέτωπη με μια από τις μεγαλύτερες κρίσεις. Τονίζω και πάλι, ότι αυτή η κρίση δεν είναι μόνο κρίση δημοσιονομική, γιατί αυτή τη στιγμή οι περισσότεροι λειτουργούμε κάτω από την αίσθηση ότι το μείζον είναι η δημοσιονομική κρίση. Εγώ επιμένω ότι η μεγαλύτερη κρίση με την οποία βρισκόμαστε αντιμέτωποι είναι η διαρθρωτική κρίση, είναι η κρίση που σχετίζεται με το παραγωγικό πρότυπο. Σε αυτήν εδώ τη χώρα έγιναν, μετά τον πόλεμο, ουσιαστικά, δύο μεγάλες συζητήσεις γύρω από το αναπτυξιακό πρότυπο.

Η πρώτη έγινε μεταπολεμικά και μας οδήγησε εκεί που μας οδήγησε. Αν μου επιτρέπετε να καταθέσω την άποψή μου, πολύ φοβάμαι ότι το μοντέλο, το οποίο υιοθετήθηκε τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια, όσο κι αν φαίνεται αυτό παράδοξο, έμοιαζε πάρα πολύ σε αυτά που λίγο-πολύ πρότεινε τότε η Αριστερά.

Δηλαδή, το μοντέλο της ΕΡΕ. Ήταν ένα μοντέλο, το οποίο οδήγησε τη χώρα να δημιουργήσει μια βαριά βιομηχανία, η οποία, ουσιαστικά, ήταν ξένη και αποκομμένη από τον παραγωγικό ιστό της χώρας και φτάσαμε σε ένα σημείο αυτό το μοντέλο των μεγάλων επενδύσεων που έγιναν εκείνη την περίοδο - και αναφέρομαι σε γνωστές, μεγάλες, βαριές βιομηχανίες - ουσιαστικά δεν κατάφερε να ενσωματωθεί, δεν κατάφερε να οδηγήσει τη χώρα σε μια διατηρήσιμη αναπτυξιακή διαδικασία και με το ξέσπασμα της πρώτης και της δεύτερης πετρελαϊκής κρίσης, ουσιαστικά, όλες αυτές οι υπερχρεωμένες επιχειρήσεις κατέρρευσαν.

Ξεκίνησε μετά μια δεύτερη συζήτηση στα μέσα της δεκαετίας του 1990, για το αν η Ελλάδα μπορεί να μπει σε μια αναπτυξιακή διαδικασία. Είχαμε τη δυνατότητα να παρακολουθήσουμε μια αναπτυξιακή διαδικασία, η οποία, όμως και αυτή είχε τις δικές της αδυναμίες. Στηρίχθηκε, εν πολλοίς, στα χαμηλά επιτόκια, σε μια πιστωτική επέκταση, η οποία έδωσε κυρίως έμφαση στην οικοδομή, που θεωρείται η ατμομηχανή της ελληνικής οικονομίας, αλλά δεν οδήγησε σε αναδιάρθρωση της παραγωγικής βάσης.

Νομίζω ότι, όντες αντιμέτωποι με αυτή την κρίση - και επειδή όλοι έχουμε συνειδητοποιήσει ότι ήρθε η ώρα να κάνουμε τις μεγάλες αλλαγές - φέραμε αυτό εδώ το κείμενο, το οποίο πολύ σωστά ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ χαρακτήρισε κείμενο για την ανασυγκρότηση της χώρας.

Είναι το Πρόγραμμα Σταθερότητας και Ανάπτυξης, αλλά, ταυτόχρονα, είναι και ένας οδηγός για την ανασυγκρότηση της χώρας. Θα ήταν πάρα πολύ δημιουργικό και έχουμε, πιστεύω, υποχρέωση απέναντι στους Έλληνες πολίτες να ξεκινήσουμε μια συζήτηση για την ανάπτυξη, για το αναπτυξιακό πρότυπο και για το πώς ο κάθε πολιτικός φορέας πιστεύει ότι η χώρα μπορεί να οδηγηθεί σε μια νέα αναπτυξιακή διαδικασία.

Θα συμφωνήσω με όλους όσους είναι στην αίθουσα, ότι τα προβλήματα της χώρας δεν θα αντιμετωπιστούν αν δεν βάλουμε την Ελλάδα σε μια νέα αναπτυξιακή τροχιά, διότι είναι μόνο η ανάπτυξη που δημιουργεί θέσεις εργασίας και είναι μόνο η ανάπτυξη αυτή που θα μας δώσει τη δυνατότητα να αυξήσουμε τα εισοδήματα των πολιτών. Δεν υπάρχει άλλος δρόμος. Είναι μονόδρομος η επίτευξη της ανάπτυξης.

Το ερώτημα, λοιπόν, που μπαίνει είναι, αν τέθηκε τέτοιος προβληματισμός στη σημερινή συζήτηση. Ας μου επιτραπεί να καταλήξω στο συμπέρασμα ότι, κατά την άποψή μου, όχι. Ενδεχομένως, στις επόμενες συζητήσεις που θα γίνουν, όπως επιφυλάχθηκε και δεσμεύτηκε ο Υπουργός, να ακούσουμε κάτι περισσότερο για την ανάπτυξη.

Παρακολουθώντας τους ομιλητές της Ν.Δ., ένιωσα, προς στιγμήν, ότι υπάρχει ένα σημείο που στην αγγλοσαξονική ορολογία λέγεται «cut-off», δηλαδή σαν να φτάσαμε στο σημείο αυτό από παρθενογένεση.

Πώς φτάσαμε στο σημείο αυτό; Πώς βρέθηκε η χώρα ξαφνικά να έχει αυτό το τεράστιο έλλειμμα και αυτό το τεράστιο χρέος; Αυτά ήρθαν από μόνα τους; Ποιος είχε την ευθύνη της διακυβέρνησης της χώρας και γιατί εγκατέλειψε τη διακυβέρνηση της χώρας; Γιατί, μεσούσης της θητείας της, προχώρησε στη διεξαγωγή εκλογών;

Ακούμε κριτική τώρα ότι «αν ήμασταν εμείς, θα τα είχαμε κάνει καλύτερα». Αφού μπορούσατε να τα κάνετε καλύτερα, αφού είχατε και άλλα δύο χρόνια μπροστά σας, γιατί τον προηγούμενο χρόνο που ήσασταν στην κυβέρνηση δεν υλοποιούσατε όλες αυτές τις φοβερές προτάσεις τις οποίες είχατε υπόψη σας και δεν αξιοποιήσατε και τα υπόλοιπα δύο χρόνια που είχατε στη διάθεσή σας, για να αντιμετωπίσετε τα προβλήματα με τα οποία βρίσκεται αντιμέτωπη η χώρα;

Η πραγματικότητα είναι μία και οι Έλληνες πολίτες πλέον το έχουν συνειδητοποιήσει, ότι η Ν.Δ. εγκατέλειψε την Κυβέρνηση διότι είχε συνειδητοποιήσει τα αδιέξοδα.

Ουσιαστικά, πήρε το καράβι και το «έριξε πάνω στα βράχια» και σήμερα έβαζε διαδικαστικά ζητήματα γιατί προσπαθούμε να «αποκολλήσουμε το καράβι από τα βράχια» και δεν το αφήνουμε εδώ να δούμε τι συμβαίνει και μετά να ξανασυζητήσουμε για το πώς μπορούμε να «ξεκολλήσουμε τη χώρα από την ξέρα».

Η χώρα αυτή τη στιγμή βρίσκεται αντιμέτωπη, κατά τη δική μου εκτίμηση, με το μεγαλύτερο πρόβλημα, με το οποίο έχει βρεθεί αντιμέτωπη στη μεταπολεμική της περίοδο και η δική μας υποχρέωση και ευθύνη είναι να δώσουμε συγκεκριμένες προτάσεις για το πώς μπορούμε να λύσουμε αυτά τα προβλήματα.

Ακούω πολλές φορές, κυρίως από κόμματα της Αριστεράς, ότι μας επιβάλλουν, άλλοτε τριετή, άλλοτε τετραετή, άλλοτε μειώσεις ή άλλοτε αυξήσεις μισθών ή οτιδήποτε - «γιατί δεν υπήρχαν ελλείμματα πριν ενταχθεί η χώρα μέσα στην Ο.Ν.Ε.;» Βεβαίως και υπήρχαν.

Όποιος έχει ασχοληθεί με τη δημοσιονομική ιστορία της χώρας, θα ξέρει ότι είναι η παθογένεια της ελληνικής οικονομίας να αντιμετωπίζει προβλήματα και αν δει κάποιος τι έχει γίνει από το 1830 μέχρι και την ημέρα που μπήκαμε στην Ο.Ν.Ε., θα διαπιστώσει ότι οι δημοσιονομικές κρίσεις ήταν στην ημερήσια διάταξη.

Άρα, το δημοσιονομικό πρόβλημα δεν σχετίζεται με τη συμμετοχή της Ελλάδος στην Ο.Ν.Ε.. Υπήρχε, τουλάχιστον στο παρελθόν, ανεξάρτητα από τη συμμετοχή.

Επομένως το ερώτημα το οποίο θέτω σε όλους όσοι είναι εδώ είναι, αν δεν ήμασταν στην Ο.Ν.Ε., δεν θα έπρεπε να αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα;

Το γεγονός, δηλαδή, ότι είναι υποχρεωμένη η Ελλάδα να πάει να δανειστεί 54 δισεκατομμύρια ευρώ δεν θα έπρεπε να μας προβληματίσει; Δεν θα έπρεπε να αναρωτηθούμε, γιατί είμαστε υποχρεωμένοι να δανειστούμε αυτό το ποσό; Και εν πάση περιπτώσει, όταν έχει φθάσει το χρέος εκεί, που έχει φθάσει, δεν θα έπρεπε να πάρουμε μέτρα; Και κατά ποια έννοια η διατήρηση των ελλειμμάτων είναι αναπτυξιακή διαδικασία ενώ η μείωση των ελλειμμάτων δεν είναι;

Αυτά είναι τα ερωτήματα στα οποία θα έπρεπε να τοποθετηθούμε, αυτά είναι τα ερωτήματα τα οποία πρέπει να απαντηθούν και ευελπιστώ ότι στην επόμενη συζήτηση - που θα γίνει σε συνέχεια της σημερινής - και αφού μας ενημερώσει ο Υπουργός, θα ακούσω κάποιες απαντήσεις.

Δηλαδή πιστεύουν κάποιοι ότι εάν - λέω εάν - η Ελλάδα, ως δια μαγείας, δεν είχε τους περιορισμούς που βάζει η ΟΝΕ, για παράδειγμα, να έχουμε έλλειμμα κάτω από το 3%, εμείς θα μπορούσαμε να συνεχίσουμε να πορευόμαστε στο δρόμο, στον οποίο βρισκόμαστε τώρα; Δεν νομίζω ότι υπάρχει κάποιος άνθρωπος, ο οποίος πιστεύει σοβαρά ότι αυτό ισχύει.

Γι’ αυτό το λόγο λέω, ας αναγνωρίσουμε αυτό, το οποίο πραγματικά ισχύει, δηλαδή ότι η χώρα έχει τεράστια προβλήματα και πρέπει να παρθούν μέτρα. Και ας καθίσουμε να συζητήσουμε για το ποιοι είναι οι δρόμοι που προτείνει ο καθένας για να βγει η χώρα από αυτή την κρίση. Δρόμοι, οι οποίοι θα συνδυάζουν απαντήσεις στο ερώτημα: «Ποιο είναι το αναπτυξιακό πρότυπο, το οποίο θέλουμε να έχουμε για τη χώρα μας και, πώς θα αντιμετωπίσουμε αυτή τη χρόνια παθογένεια, η οποία οδηγεί συνεχώς σε δημοσιονομικές κρίσεις».

Εάν πιστεύετε ότι αυτά τα προβλήματα δε σχετίζονται με τη μεταρρύθμιση του τομέα Υγείας, δεν σχετίζονται με τη μεταρρύθμιση του Ασφαλιστικού, δεν σχετίζονται με μια σειρά από προβλήματα, τότε ειλικρινά και καλόπιστα είμαι διατεθειμένος να καθίσω, να σας ακούσω, να μου εξηγήσετε από πού προκύπτουν αυτές οι κρίσεις, διότι όλα αυτά, τα οποία περιέγραψα προηγουμένως, είναι που τροφοδοτούν το δημοσιονομικό έλλειμμα.

Είναι ή δεν είναι πραγματικότητα ότι η ενίσχυση που παρέχει το Κράτος στους προϋπολογισμούς των Ασφαλιστικών Ταμείων έχει αυξηθεί τα τελευταία χρόνια και έχει φτάσει σχεδόν το 6,6% του Α.Ε.Π.;

Είναι ή δεν είναι πραγματικότητα ότι τους τρεις μήνες που βρεθήκαμε στη θέση αυτή υποχρεωθήκαμε να δώσουμε κοντά στο 1 δισεκατομμύριο ευρώ στο ΙΚΑ μόνο και μόνο για να καταβάλει μισθούς και συντάξεις;

Αυτό δεν είναι πρόβλημα; Δηλαδή θα πρέπει να αφήσουμε τα Ασφαλιστικά Ταμεία να συνεχίσουν αυτή την πορεία και εμείς, απλώς, να πηγαίνουμε και άκριτα - χωρίς να διερευνήσουμε τί μας οδήγησε εδώ - να συνεχίσουμε να δίνουμε σε όλους τους φορείς, που βρίσκονται άμεσα ή έμμεσα κάτω από τον έλεγχο του Δημοσίου, ό,τι μας ζητήσουν;

Αυτό θεωρείται υπεύθυνη πολιτική; Αυτό θεωρείται αναπτυξιακή πολιτική; Εάν αυτή είναι η πρόταση, την οποία καταθέτετε, τότε να την πείτε υπεύθυνα. Οτι δηλαδή «εμείς αυτό θέλουμε, είναι το ελληνικό Δημόσιο άκριτα να δίνει χρήματα», ανεξάρτητα από το εάν μαζεύει φόρους.

Η οικονομία έχει μια συγκεκριμένη φοροδοτική ικανότητα. Δεν μπορείς να μαζεύεις απεριόριστα φόρους. Έχει συγκεκριμένη φοροδοτική ικανότητα και με αυτή τη φοροδοτική ικανότητα μπορείς να καλύψεις ένα ποσοστό δαπανών.

Εύχομαι, λοιπόν, την επόμενη φορά να μη μείνουμε μόνο σε άγονη κριτική, αλλά τουλάχιστον, να προχωρήσουμε σε μια καλόπιστη και δημιουργική συζήτηση, όπου όσοι είχαν ευθύνη για το γεγονός ότι η χώρα έφτασε σε αυτό το σημείο, θα αναλάβουν τις ευθύνες τους. Και αν έχουν να μας καταθέσουν κάτι διαφορετικό από αυτό που μας έλεγαν πριν από τρεις μήνες, να μας πουν σε τι συνίσταται η πρόταση, που καταθέτουν σήμερα, σε σχέση με την πρόταση που κατέθεταν πριν από τρεις μήνες. Οι δε υπόλοιπες πολιτικές δυνάμεις να μας πουν ξεκάθαρα ποιες είναι οι πολιτικές προτάσεις που καταθέτουν και για το αναπτυξιακό πρότυπο και για το δημοσιονομικό πρόβλημα με το οποίο βρίσκεται αντιμέτωπη η χώρα.

Σας ευχαριστώ, κυρία Πρόεδρε.
Μπορεί να μη συμφωνώ ούτε στο ελάχιστο με αυτά που λες,αλλά θα έδινα μέχρι και την τελευταία ρανίδα του αίματός μου για το δικαίωμά σου να συνεχίσεις να τα λες -ΒΟΛΤΑΙΡΟΣ