Υπερψηφίστηκε το νομοσχέδιο για την ενίσχυση του ΕΣΥ από το Ίδρυμα Ωνάση
Το σύστημα δημόσιας υγείας και η διαχείριση της πανδημίας του κορονοϊού, βρέθηκαν στο επίκεντρο αντιπαράθεσης στη Βουλή, ανάμεσα στον υπουργό Υγείας, Βασίλη Κικίλια, και την αντιπολίτευση κατά τη συζήτηση του νομοσχεδίου για τη δωρεά ύψους 70 εκ. ευρώ του Κοινωφελούς Ιδρύματος Αλέξανδρος Ωνάσης προς το Δημόσιο, για την ενίσχυση του ΕΣΥ και την αντιμετώπιση της κρίσης της πανδημίας του κορονοϊού.
Το νομοσχέδιο έγινε δεκτό κατά πλειοψηφία. Υπέρ της αρχής του τάχθηκαν η ΝΔ και το ΚΙΝΑΛ. ΣΥΡΙΖΑ, ΚΚΕ και ΜεΡΑ25 δήλωσαν «παρών», ενώ η Ελληνική Λύση καταψήφισε.
Έντονη ήταν η αντίδραση του Υπουργού Υγείας Βασίλη Κικίλια, στις κατηγορίες, κυρίως του ΣΥΡΙΖΑ, ότι η κυβέρνηση με φωτογραφικές διατάξεις εξυπηρετεί συγκεκριμένα συμφέροντα του ιδιωτικού τομέα υγείας.
«Σε αυτούς τους 14 μήνες, η ηγεσία του υπουργείου Υγείας δεν έδωσε κανένα δικαίωμα να αμφισβητήσει κανείς την ηθική ακεραιότητα της. Ουδέποτε αυτή η ηγεσία του υπουργείου Υγείας και αυτή η κυβέρνηση υπηρέτησαν οιοδήποτε συμφέρον. Δεν προχωρήσαμε σε καμία ανάθεση, ενώ θα μπορούσαμε να το κάνουμε εν μέσω πανδημίας, αλλά αντίθετα όλα έγιναν με διαγωνισμούς. Αν έχετε στοιχεία να τα φέρετε στη Βουλή, όχι να λέτε λόγια και φανφάρες. Ειδικά σε θέματα αρχής, δεν δέχομαι ούτε μύγα στο σπαθί μου», ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Κικίλιας.
«Είπατε δεν σηκώνετε μύγα στο σπαθί σας. Αν δεν το θέλατε αυτό, θα
έπρεπε εξαρχής να ακούσετε τις δικές μας εισηγήσεις να υπάρξει
διακομματική επιτροπή που θα έχει τον πρώτο και τελευταίο λόγο στη
διαχείριση της πανδημίας, για όσα αφορούν αναθέσεις, προσλήψεις
προσωπικού και ιεράρχηση των μέτρων. Δεν το είδαμε όμως αυτό», αντέτεινε
ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ, Πάνος Σκουρλέτης.
«Πρέπει να υπάρχει μέτρο στην κριτική που ασκείται από την αντιπολίτευση, η οποία κριτική δεν συνάδει με τη γενική αίσθηση που υπάρχει έξω στην κοινωνία για τον τρόπο με τον οποίο έχουμε χειριστεί τα θέματα του κορονοϊού. Προσελήφθησαν με τάχιστες διαδικασίες εν μέσω κορονοϊού και απορροφώνται 6.500 επικουρικοί», υπογράμμισε ο κ. Κικίλιας και πρόσθεσε: «Ποια κομματικοκρατία και ποιοι ημέτεροι. Δεν έχουμε αφήσει ούτε έναν άνθρωπο να χαθεί από το Εθνικό Σύστημα Υγείας, όποιος και αν τον προσέλαβε».
Ο υπουργός Υγείας απέρριψε αιτιάσεις περί «αποσπασματικών και μπαλωματικών χειρισμών» για την αντιμετώπιση της πανδημίας του κορονοϊού λέγοντας χαρακτηριστικά: «Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας θέλει να πάρει ως πρότυπο το ότι καταφέραμε να δημιουργήσουμε με ΕΣΠΑ και εν μέσω κρίσης 500 κινητές ομάδες στην πρωτοβάθμια φροντίδα, με τις οποίες έχουμε ήδη διεξαγάγει 350.000 τεστ σε όλη την επικράτεια, δωρεάν, εκεί που πρέπει. Η επιτροπή των ειδικών έχει βάλει από την αρχή της πανδημίας τις προϋποθέσεις εκείνες, με τις οποίες πρέπει να γίνει το testing στα νοσοκομεία μας, στα κέντρα υγείας μας, στα εργαστήρια τα πανεπιστημιακά, στα ιδιωτικά εργαστήρια και στις κινητές ομάδες. Η χώρα έχει άλλα 800.000 rapid test από χθές.
Στο test PCR ξεκινήσαμε με 800 τεστ την ημέρα και έχουμε φτάσει να
κάνουμε 20.000 τεστ την ημέρα. Τώρα προφανώς, με το δεύτερο κύμα της
πανδημίας, με τεράστια πίεση παγκοσμίως, υπάρχει η δυνατότητα και η
ανάγκη να εμπλακούν παραπάνω νοσοκομειακές μονάδες και αυτό έχει
γίνει».
Τέλος, ο κ. Κικίλιας έδωσε έμφαση στο θέμα του claw back στο φάρμακο, τονίζοντας ότι «μετά από 5 χρόνια που αυξάνεται ραγδαία, φέτος στην Ελλάδα θα υπάρχει μείωση...Εκεί που καταρρέουν τα συστήματα τα υγειονομικά και τα οικονομικά παγκοσμίως και οι δαπάνες αυξάνονται, εμείς θα έχουμε μείωση στο claw back στο φάρμακο και εξορθολόγιση των δαπανών του ΕΟΠΥΥ», συμπλήρωσε.
Από την πλευρά του, ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ, Πάνος Σκουρλέτης, έκανε λόγο για, «σκανδαλώδεις ρυθμίσεις που ευνοούν τον κρατικοδίαιτο τομέα, όπως οι αυξήσεις των αριθμών των κλινών σε ιδιωτικές ΜΕΘ κατά το δοκούν, και χωρίς να υποχρεώνονται να τις στελεχώνουν και με επιπλέον προσωπικό».
«Το φθηνότερο τεστ κορονοϊού κοστίζει 75 ευρώ. Προκαλεί έντονα ερωτήματα γιατί δεν συνταγογραφούνται τα τέστ. Ο λύκος στην αναμπουμπούλα χαίρεται. Θησαυρίζουν οι κλινικάρχες στην πλάτη των πολιτών. Υπάρχει ανάγκη, χθες, προχθές, να διαμορφωθεί ένα πρόγραμμα 15.000 μόνιμων προσλήψεων. Πόσο πληρωμένη επικοινωνία θα πληρώσετε για να κουκουλώνετε τα προβλήματα;» ανέφερε.
Ο κ. Σκουρλέτης, χαρακτήρισε επίσης «μισό βήμα» τις καινούργιες ΜΕΘ που εγκαινιάστηκαν χθες στο νοσοκομείο Σωτηρία από τον πρωθυπουργό και έγιναν από δωρεά της Βουλής, τονίζοντας ότι «για να λειτουργήσουν χρειάζονται και προσλήψεις εξειδικευμένου προσωπικού».
Από την πλευρά του, ο πρώην υπουργός Υγείας Ανδρέας Ξανθός, χαρακτήρισε θετικό μεν βήμα τις 50 κλίνες ΜΕΘ στο νοσοκομείο Σωτηρία, ωστόσο όπως είπε, «έγινε προσπάθεια από τη κυβέρνηση να εργαλειοποιηθεί το θέμα για να εξωραϊστούν τα πολλά προβλήματα». Είπε ακόμα ότι, «είναι απαράδεκτο από την άνοιξη να έχουν διπλασιαστεί τα νοσήλια των ΜΕΘ στον ιδιωτικό τομέα και ταυτόχρονα η κυβέρνηση να ρίχνει τα στάνταρ στελέχωσής τους, επιτρέποντάς τους να αυξήσουν τα κρεβάτια κλινών χωρίς επιπρόσθετο προσωπικό».
«Οι Μονάδες Εντατικής Θεραπείας στο νοσοκομείο Σωτηρία είναι έτοιμες να υποδεχθούν ασθενείς. Σήμερα 10 κλίνες ΜΕΘ είναι ήδη διαθέσιμες στο νοσοκομείο», τόνισε ο υφυπουργός Υγείας Βασίλης Κοντοζομάνης, σχολιάζοντας τη κριτική της αντιπολίτευσης, και τόνισε την ανάγκη άμεσης στελέχωσης των ΜΕΘ με εξειδικευμένο ιατρικό προσωπικό.
Απαντώντας στον κοινοβουλευτικό εκπρόσωπο του ΚΙΝΑΛ Ανδρέα Λοβέρδο, που επανέφερε την πρόταση του κόμματός του για ένταξη στα βαρέα και ανθυγιεινά επαγγέλματα, όλων όσων είναι στη πρώτη γραμμή στην αντιμετώπιση της πανδημίας του κορονοϊού, ο κ. Κοντοζαμάνης ανέφερε ότι το υπουργείο περιμένει το πόρισμα της ειδικής επιτροπής για να το εξετάσει.
Σκληρή κριτική στη κυβέρνηση άσκησε και το ΚΚΕ, με τον κοινοβουλευτικό του εκπρόσωπο Νίκο Καραθανασόπουλο να τονίζει ότι η κυβέρνηση διαλύει το δημόσιο σύστημα υγείας υπέρ των ιδιωτικών συμφερόντων, ενώ κατηγόρησε, τόσο το ΣΥΡΙΖΑ, όσο και το ΚΙΝΑΛ, ότι υπηρετούν την ίδια νεοφιλελεύθερη πολιτική.
Επικριτικοί για τους χειρισμούς της κυβέρνησης σε ότι αφορά την ενίσχυση του δημόσιου συστήματος, ήταν και οι εισηγήτριες, της Ελληνικής Λύσης, Μαρία Αθανασίου, και του ΜεΡΑ25, Αγγελική Αδαμοπούλου.
«Το νομοσχέδιο αυτό, έρχεται να κάνει τις παρεμβάσεις του περαιτέρω στη διευκόλυνση των πολιτών, στην εξυπηρέτησή τους, στη στήριξή τους, στην παροχή ποιοτικών υπηρεσιών υγείας, στην αξιολόγηση των μονάδων υγείας, στην περαιτέρω ενδυνάμωσή τους», υπογράμμισε ο υπουργός Υγείας και κατέληξε: :«Είμαστε πάντα ανοιχτοί στην όποια κριτική, Βλέποντας την εικόνα η οποία υπάρχει παγκοσμίως για τον τρόπο που άλλες πολύ ισχυρές, πλούσιες χώρες, κραταιά υγειονομικά συστήματα έχουν αντιμετωπίσει τον Covid19 και συγκρίνοντάς την με την Ελλάδα και πώς τα έχει καταφέρει το Εθνικό Σύστημα Υγείας, με αυτούς τους ήρωες της διπλανής πόρτας, γιατρούς, νοσηλευτές, καθαρίστριες, τραπεζοκόμους και όλο το προσωπικό, έχω να πω ότι είμαι και είμαστε πάρα πολύ υπερήφανοι για τη μέχρι τώρα προσπάθειά μας».
Τροπολογίες για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων από την πανδημία και τον "Ιανό"
Στο νομοσχέδιο έχουν συμπεριληφθεί και υπερψηφιστεί κατά πλειοψηφία τροπολογίες που προβλέπουν μεταξύ άλλων:
- Ανταποδοτικές υποτροφίες σε μεταπτυχιακούς φοιτητές και υποψήφιους διδάκτορες, με την υποχρέωση υποστήριξης της εκπαιδευτικής διαδικασίας και παροχής επικουρικού διδακτικού έργου στο πλαίσιο προγραμμάτων σπουδών πρώτου κύκλου των Α.Ε.Ι. για το ακαδημαϊκό έτος 2020-2021.
- Καθορίζονται τα μέτρα για την αποκατάσταση των ζημιών που προκλήθηκαν σε αγροτικές καλλιέργειες και σε ζωτικό κεφάλαιο από τον μεσογειακό κυκλώνα «Ιανός», κατά το διάστημα από 17/9/2020 έως 20/9/2020. Σύμφωνα με τη ρύθμιση, ορίζεται - κατά παρέκκλιση της κείμενης νομοθεσίας - το ανώτατο όριο αποζημίωσης ανά αγροτεμάχιο, στο 100% της ασφαλιζόμενης αξίας της παραγωγής που ζημιώθηκε. Παράλληλα επαναπροσδιορίζεται το αντικείμενο κάλυψης των ζημιών στο σύνολο των στοιχείων ενεργητικού των επιχειρήσεων των σχετικών δικαιούχων, αντί σε μέρος αυτών όπως ίσχυε σήμερα.
Επίσης, παρέχεται η δυνατότητα αναδρομικής καταβολής στον ΕΛΓΑ πέραν της επιχορήγησης του τρέχοντος έτους, και των ετήσιων επιχορηγήσεων των ετών 2018 και 2019 σε περίπτωση μη καταβολής τους μέχρι σήμερα.