Μετά τις επιτυχίες που έχει σημειώσει το Πρακτορείο μας, από το 1980, και από το 2000 στο internet, συνεχίζουμε σταθερά, με νέα ρεκόρ δημοσιεύσεων και αναπαραγωγή των ρεπορτάζ μας στα ΜΜΕ στην Ελλάδα και στον κόσμο. www.vouli.net * Ανάρτηση των δελτίων τύπου σε 24ωρη βάση, καθώς και φωτογραφιών για την προβολή στα Μ.Μ.Ε. * Καταγράφουμε την πολιτική ιστορία του Ελληνισμού

10.2.12

Τετάρτη, 9 Φεβρουαρίου 2012
ΟΜΙΛΙA & ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ
ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ
ΦΙΛΙΠΠΟΥ ΣΑΧΙΝΙΔΗ
ΣΤΗ ΒΟΥΛΗ



Συζήτηση επί του σχεδίου νόμου του Υπουργείου Οικονομικών ««Κύρωση της Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου «Κατεπείγοντα μέτρα εφαρμογής του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2012-2015 και του Κρατικού Προϋπολογισμού έτους 2011» και της Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου «Ρυθμίσεις κατεπειγόντων θεμάτων εφαρμογής του ν. 4024/2011 «Συνταξιοδοτικές ρυθμίσεις, ενιαίο μισθολόγιο – βαθμολόγιο, εργασιακή εφεδρεία και άλλες διατάξεις εφαρμογής του μεσοπρόθεσμου πλαισίου δημοσιονομικής στρατηγικής 2012-2015» και των Υπουργείων Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, Εσωτερικών, Οικονομικών, Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής και Παιδείας, Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων που αφορούν την εφαρμογή του μεσοπρόθεσμου πλαισίου δημοσιονομικής στρατηγικής 2012-2015» και άλλες διατάξεις.»».



Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, η σημερινή ημέρα είναι μία ημέρα ξεχωριστή για την πορεία της χώρας. Οι αποφάσεις που θα ληφθούν σήμερα στο Eurogroup είναι αυτές που θα ενεργοποιήσουν τις διαδικασίες για την υλοποίηση των αποφάσεων της 26ης Οκτωβρίου. Χθες οι Ελληνίδες και οι Έλληνες με αγωνία παρακολουθούσαν την πορεία της συζήτησης του Πρωθυπουργού και των τριών Αρχηγών των Κοινοβουλευτικών Ομάδων, που στηρίζουν την Κυβέρνηση, με την τρόικα. Oλοι αντιλαμβάνονται ότι τώρα, για μια ακόμη φορά όπως το Μάιο του 2010, δίνεται η μάχη για τη μελλοντική πορεία της χώρας. Οι διαπραγματεύσεις και τα αποτελέσματά τους θα καθορίσουν εάν η χώρα θα έχει τη δυνατότητα να ξεπεράσει την πολύπλευρη κρίση με την οποία βρίσκεται αντιμέτωπη. Η χώρα μας με υψηλό τίμημα σε όρους απώλειας εισοδήματος και απασχόλησης για τους πολίτες της, αναλαμβάνει την ευθύνη να διορθώσει τις ανισορροπίες της, προσδοκώντας, ότι οι εταίροι όχι μόνο κατανοούν αλλά και αναγνωρίζουν το μέγεθος του τιμήματος, αλλά και τις προσπάθειες που καταβάλλει η χώρα. Γιατί ποτέ άλλοτε στην κοινή πορεία ευρωπαϊκών χωρών δεν έχει γίνει ανάλογη προσπάθεια, που έχει τόσο μεγάλες αρνητικές επιπτώσεις στην καθημερινότητα των πολιτών μιας χώρας. Ποτέ άλλοτε στην Ευρώπη δεν βρέθηκαν πολίτες μέσα σε μικρό χρόνο να κάνουν τόση μεγάλη προσπάθεια και να υφίστανται τόσο μεγάλες μειώσεις στους μισθούς τους και στις συντάξεις. Και επιμένω στο ζήτημα αυτό γιατί πιστεύω ότι η κοινή ευρωπαϊκή πορεία προϋποθέτει αλληλοκατανόηση και σεβασμό, μα, πάνω απ’ όλα προϋποθέτει αυτογνωσία. Δεν υπηρετούν την κοινή αυτή ευρωπαϊκή πορεία όσοι επιχειρηματολογούν στη βάση στερεοτυπικών αντιλήψεων και υποτιμούν την προσπάθεια των Ελλήνων και των Ελληνίδων. Και βέβαια, την ίδια στάση οφείλουμε να επιδείξουμε και εμείς. Δεν βοηθάει μία στερεοτυπική προσέγγιση της στάσης των εταίρων μας. Οφείλουμε να είμαστε ειλικρινείς για τις αιτίες που μας έφεραν στο σημείο αυτό. Πολλά από τα ζητήματα που επιχειρούμε να αντιμετωπίσουμε, οφείλαμε να τα είχαμε κάνει εδώ και πολλά χρόνια. Και αναφέρομαι συγκεκριμένα στα μεγάλα προβλήματα που αφορούν τη χώρα μας και απέναντι στα οποία, για πάρα πολλά χρόνια, δεν τηρήθηκε μια στάση αποφασιστική. Φοβηθήκαμε να αντιμετωπίσουμε τα προβλήματα αυτά, όταν τα πρώτα σημάδια κινδύνου έδειχναν ποια θα είναι η μελλοντική τους πορεία. Και παίρνω ως ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα το ζήτημα της ισορροπίας του ασφαλιστικού συστήματος. Δεν θέλω στο σημείο αυτό να παραγνωρίσω παράγοντες, όπως η ύφεση, η μείωση των μισθών και η αύξηση της ανεργίας, που και αυτοί βεβαίως επηρεάζουν την ισορροπία του ασφαλιστικού συστήματος. Υπήρχαν, όμως, και διαρθρωτικά προβλήματα, τα οποία είχαν έγκαιρα διαγνωστεί αλλά στο όνομα του πολιτικού κόστους τα δυο μεγάλα πολιτικά κόμματα, που διαδέχονταν το ένα το άλλο στην εξουσία, δεν κατάφεραν να οργανώσουν έναν εθνικό διάλογο μέσω του οποίου οι Έλληνες πολίτες θα ενημερώνονταν κατά τρόπο υπεύθυνο και ειλικρινή για τα προβλήματά του. Να ενημερωθούν για τις στρεβλώσεις και τις αδικίες που προέκυψαν από μια πελατειακή προσέγγιση του ασφαλιστικού ζητήματος. Να ενημερωθούν τι συνεισφέρει ο Προϋπολογισμός του Κράτους για κάθε ασφαλισμένο κάθε ταμείου και να εξηγηθεί γιατί οι ασφαλισμένοι τυγχάνουν διαφορετικής μεταχείρισης ανάλογα με το ταμείο, στο οποίο είναι ασφαλισμένοι. Να τοποθετηθούν εάν σε αυτές τις συνθήκες τέτοιες στρεβλώσεις μπορούν να συνεχίσουν να υπάρχουν, κάποιοι δηλαδή να επιχορηγούνται με 1.000 ευρώ και κάποιοι άλλοι να επιχορηγούνται από τον Κρατικό Προϋπολογισμό με 15.000 έως 17.000 ευρώ. Αντιλαμβάνομαι, ότι ήταν δύσκολη μια τέτοια συζήτηση. Έτσι κάθε φορά η στάση που τηρούσε ένα κόμμα πάνω στο ασφαλιστικό εξαρτιόταν από το εάν ήταν στην Κυβέρνηση ή όχι. Έτσι δεν καταφέραμε να διαμορφώσουμε μια κοινή βάση, μια συναντίληψη που θα αποτελούσε την αφετηρία για τη διεξαγωγή ενός εθνικού διαλόγου, έτσι ώστε το πρόβλημα αυτό να αντιμετωπισθεί στην ώρα του. Σήμερα, όπως όλοι αντιλαμβάνεστε, δεν υπάρχει αυτή η πολυτέλεια, δεν υπάρχει αυτό το περιθώριο. Σήμερα καλούμαστε να κάνουμε εκείνες τις δύσκολες επιλογές που πριν δεν καταφέραμε και να πληρώσουμε δυσανάλογα μεγάλο τίμημα σε όρους αξιοπιστίας. Γιατί εύλογα οι πολίτες σήμερα αναρωτιούνται, μα, καλά γιατί δεν φροντίσατε όλα αυτά τα χρόνια να αντιμετωπίσετε αυτά τα προβλήματα; Αυτές οι συμπεριφορές - επαναλαμβανόμενες - οδήγησαν στην απαξίωση του πολιτικού δυναμικού αλλά και στη νομιμοποίηση της στάσης που επιδεικνύεται από πολλούς, οι οποίοι συστηματικά επιχειρούν την απαξίωση του πολιτικού δυναμικού. Ας αναλάβουμε, λοιπόν, έστω και τώρα την ευθύνη να απαντήσουμε με ειλικρίνεια στο ερώτημα: Δικαιολογείται σε μία περίοδο, όπου αποφασίζονται περικοπές συντάξεων, να διατηρούνται τέτοιες ανισότητες στη στήριξη που παρέχει ο Έλληνας φορολογούμενος μέσω του προϋπολογισμού;
Ανάλογη στάση με αυτήν που επιδείχτηκε, δηλαδή στάση μη ειλικρινούς αντιμετώπισης των προβλημάτων, επιδείχτηκε και σε άλλους τομείς των δημόσιων προβλημάτων. Αυτές οι στάσεις και οι αντιλήψεις είναι που μας οδήγησαν στο σημείο να πρέπει τώρα, σε μικρό χρονικό διάστημα, να κάνουμε ό,τι δεν έγινε πολλά χρόνια πριν με έναν τρόπο που έχει αρνητικές συνέπειες για πολλούς συμπολίτες. Γι’ αυτό, λοιπόν, στους ενσκύψαντες Επιμηθείς, οι οποίοι διαπιστώνουν ότι όλα τα προβλήματα της χώρας οφείλονται στην τελευταία διετία όπου είχε την ευθύνη της διακυβέρνησης της χώρας το ΠΑΣΟΚ, λέω ότι καλό θα είναι να θυμηθούν τη ρήση του Γεωργίου Παπανδρέου για το Γρίβα. Είχε πει τότε ο αείμνηστος Γεώργιος Παπανδρέου για το Γρίβα «εδοξάσθη κρυπτόμενος και εξευτελίσθη εμφανιζόμενος».
Σε ό,τι αφορά το θέμα το οποίο έθιξε ο συνάδελφος κ. Παπαδημούλης, το θέμα δηλαδή, εάν το Υπουργείο Οικονομικών φρόντισε να εισπράξει τη σταθερή απόδοση του 10% που προβλέπεται από το ν. 3723/2008, θέλω να καταθέσω στη Βουλή τον πίνακα με τα ποσά που καταβλήθηκαν από τις τράπεζες που έχουν προνομιούχες μετοχές, τόσο το 2010 όσο και το 2011, καθώς επίσης και τις δύο ερωτήσεις που έστειλε το Υπουργείο Οικονομικών προς το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους, προκειμένου μεταξύ άλλων να γνωμοδοτήσει εάν το δημόσιο δικαιούται της εν λόγω απόδοσης, ανεξάρτητα από την κερδοφόρο ή μη χρήση των πιστωτικών ιδρυμάτων κατά το έτος καταβολής της απόδοσης. Καταθέτω, λοιπόν, στα Πρακτικά τον πίνακα με τις τράπεζες που κατέβαλαν το συγκεκριμένο μέρισμα, καθώς επίσης και τις δύο ερωτήσεις, μία από τις 20 Ιουνίου 2011 και μία δεύτερη από τις 6 Φεβρουαρίου 2012 από τη Γενική Διεύθυνση Οικονομικής Πολιτικής, τη Διεύθυνση Πιστωτικών και Δημοσιονομικών Υποθέσεων προς το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους, προκειμένου να διερευνηθεί ότι πραγματικά έχει κάποια βάση η ερμηνεία που έχει δοθεί από συγκεκριμένες τράπεζες σε ό,τι αφορά τη συγκεκριμένη πρόβλεψη του νόμου. Οφείλω δε να επισημάνω στο σημείο αυτό την ενημέρωση που έχω λάβει από την αρμόδια Γενική Διεύθυνση Οικονομικής Πολιτικής ότι η Τράπεζα της Ελλάδος συνηγορεί υπέρ της άποψης της μη καταβολής της εν λόγω απόδοσης, αν αυτό τεκμηριώνεται με βάση κριτήρια για την κεφαλαιακή επάρκεια των τραπεζών. Τέλος, θέλω να αναφερθώ και στη διάταξη που αφορά την αναδιάρθρωση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους. Όταν ανέλαβα την ευθύνη στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους, διαπίστωσα ότι υπήρχαν δύο διευθύνσεις που ήταν υπεύθυνες για τον προϋπολογισμό της Γενικής Κυβέρνησης, οι οποίες, όμως, ανήκαν σε δύο χωριστές γενικές διευθύνσεις. Μία, λοιπόν, από τις πρώτες πρωτοβουλίες που πήρα ήταν να φροντίσω να ενταχθούν οι δύο διευθύνσεις –που είναι γνωστές με τους κωδικούς Δ20 και Δ39, με λίγα λόγια η Διεύθυνση Προϋπολογισμού του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους και η Διεύθυνση των Φορέων της Γενικής Κυβέρνησης- κάτω από την ίδια Γενική Διεύθυνση. Τώρα επανέρχομαι κρίνοντας ότι αυτές οι δύο διευθύνσεις πρέπει να συγχωνευθούν και να γίνουν μία διεύθυνση, έτσι ώστε να έχει το Γενικό Λογιστήριο τη δυνατότητα να συντάσσει προϋπολογισμό Γενικής Κυβέρνησης μέσα από μία ενιαία διεύθυνση. Επίσης, κατά το ίδιο διάστημα διαπιστώθηκε ότι λόγω των αναγκών του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, όπως αυτές διαμορφώνονται από το νέο νόμο περί δημοσιονομικής ευθύνης, που αναθέτουν στο Γενικό Λογιστήριο πέραν από την ευθύνη κατάρτισης του προϋπολογισμού και την ευθύνη κατάρτισης του μεσοπρόθεσμου προγράμματος, αλλά και λόγω των αναγκών που διαμορφώνονται από την υλοποίηση του προγράμματος οικονομικής πολιτικής είναι αναγκαία η συγκρότηση μίας νέας διεύθυνσης, η οποία αφ’ ενός μεν θα ετοιμάζει το μεσοπρόθεσμο, αφ’ ετέρου δε θα συντονίζει τις εργασίες του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους με άλλα αρμόδια Υπουργεία, όπως είναι το Υπουργείο Εργασίας, το Υπουργείο Εσωτερικών, το Υπουργείο Υγείας, έτσι ώστε να υπάρχει ένας ενιαίος χώρος υποδοχής των στοιχείων που αφορούν στη Γενική Κυβέρνηση της χώρας, για να μπορεί έγκαιρα και με αποτελεσματικότητα να ανταποκρίνεται η ελληνική δημόσια διοίκηση σε ζητήματα τα οποία τίθενται από διεθνείς οργανισμούς η τους θεσμικούς μας πιστωτές. Γι’ αυτό, λοιπόν, το λόγο προχωρούμε στη συγκρότηση αυτής της νέας διεύθυνσης, ενώ καταργείται μια άλλη διεύθυνση η οποία είχε συγκροτηθεί πριν από λίγο χρονικό διάστημα. Τέλος, σε ό,τι αφορά τη φράση για κατάργηση της ρητής πρόβλεψης του άρθρου 97 παράγραφος 5, ότι ο ΑΔΜΗΕ Α.Ε. τελεί πάντοτε υπό τον έλεγχο του δημοσίου, στο άρθρο 4 παράγραφος 3, της από 31-12-2011 Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου, που κυρώνεται με το άρθρο 2 του παρόντος, θα ήθελα να διευκρινίσω ότι η απαλοιφή της σχετικής πρότασης που υπήρχε στο νόμο για την απελευθέρωση της αγοράς ενέργειας έγινε σε συνεννόηση με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, επειδή κρίθηκε ότι η προηγούμενη διατύπωση δεν ήταν συμβατή με την κοινοτική νομοθεσία περί απελευθέρωσης της αγοράς ενέργειας. Θέλω στο σημείο αυτό να επισημάνω και για τα Πρακτικά της Βουλής ότι θέση και πρόθεση της Κυβέρνησης είναι να συνεχίσει να υπάρχει δημόσιος έλεγχος στο δίκτυο μεταφοράς ηλεκτρισμού της χώρας σε όποια διαδικασία αποκρατικοποίησης επιλεγεί.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, με το παρόν νομοσχέδιο ζητείται η κύρωση της Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου με την οποία ρυθμίστηκαν μια σειρά από θέματα, το καθένα από τα οποία έχει σημαντική διάρθρωση και κάθε κεφάλαιο και άρθρο του θα μπορούσε να είναι μια σημαντική θεσμική αλλαγή: Το βαθμολόγιο, το μισθολόγιο, η αναδιάρθρωση των φορέων, η αξιολόγηση του προσωπικού, η εργασιακή εφεδρεία, οι νέες φορολογικές ρυθμίσεις, όλα θα μπορούσαν να είναι μεγάλες διαρθρωτικές αλλαγές. Πολλές φορές έχουμε κληθεί να νομοθετήσουμε κάτω από εξαιρετικά πιεστικές και ασφυκτικές συνθήκες χρόνου και καταστάσεων και ομολογουμένως, πολλά πράγματα θα μπορούσαν να είχαν γίνει καλύτερα και πιο ολοκληρωμένα. Όμως, να μην ξεχνάμε και το πλαίσιο μέσα στο οποίο έπρεπε να δρομολογηθούν τον περασμένο Δεκέμβριο τα όσα προβλέπει το σχέδιο νόμου το οποίο σήμερα συζητούμε και ότι έπρεπε να προβλεφθούν άμεσα αναγκαίες εξειδικεύσεις σε σημαντικές ρυθμίσεις που προβλέπονταν στους εφαρμοστικούς νόμους του Μεσοπρόθεσμου, στον Κρατικό Προϋπολογισμό του 2011, αλλά και το ν. 4024/2011.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, αν κάτι αποκομίζουμε από την εμπειρία του πυκνού νομοθετικού έργου που προέκυψε το διάστημα κατά το οποίο η χώρα εφαρμόζει το πρόγραμμα οικονομικής πολιτικής, είναι ότι αμέσως μετά την επιτυχή, όπως εκτιμώ ότι θα είναι, υλοποίηση των αποφάσεων της 26ης Οκτωβρίου, θα πρέπει όλοι οι συνάδελφοι στη Βουλή να επαναξιολογήσουμε τη στάση μας και τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζουμε τα επείγοντα προβλήματα της χώρας. Νομίζω ότι αυτό το οποίο θα πρέπει από εδώ και στο εξής να επιδεικνύουμε όλοι όσοι μετέχουμε στη Βουλή αυτή είναι μια στάση περισσότερο ψύχραιμη, συντονισμένη, με λιγότερο βάρος από μικροπολιτικές σκοπιμότητες και με έμφαση στο να γίνουν όλες εκείνες οι μεγάλες αλλαγές οι οποίες καθυστέρησαν, αλλά που τώρα είναι αναγκαίες προκειμένου να δώσουμε μια ελπίδα και μια προοπτική για να μπορέσει η χώρα μας να ξεφύγει από την πολύπλευρη κρίση με την οποία βρίσκεται αντιμέτωπη.

Παρέμβαση_1

Παρακολούθησα με ιδιαίτερη προσοχή τις τοποθετήσεις που έκαναν οι συνάδελφοί μου και για άλλη μια φορά διαπίστωσα ότι - τουλάχιστον από το χώρο της Αριστεράς - υπήρχε μια πλειοδοσία γενικόλογων προτάσεων για το πώς η χώρα θα βγει από την κρίση, αλλά όχι συγκεκριμένες προτάσεις. Γενικά και αόριστα κατέγραψα ένα λόγο καταγγελτικό για το τι ακριβώς είναι αυτό στο οποίο συμφωνούν τα τρία κόμματα, τα οποία συμμετέχουν και στηρίζουν αυτή την προσπάθεια που διεξάγεται υπό την Κυβέρνηση του Λουκά Παπαδήμου, αλλά δεν άκουσα κάτι συγκεκριμένο, με εξαίρεση την πάγια θέση που εκφράζει το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδος, και είναι καταγεγραμμένη. Και αν θέλετε, εν πάση περιπτώσει, υπάρχει η δυνατότητα εν ευθέτω χρόνο να κάνουμε και μια συζήτηση πάνω στις προτάσεις και στα οράματα που ευαγγελίζεται το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδος. Δεν άκουσα κάτι συγκεκριμένο για το πώς ακριβώς η χώρα θα μπορέσει να αντιμετωπίσει και να διαχειριστεί την κρίση. Άκουσα, όμως, πάρα-πάρα πολλές φορές -το άκουγα μέχρι τώρα από τη Νέα Δημοκρατία - να λέτε ότι δεν διαπραγματευόμαστε επαρκώς, κύριε Παπαδημούλη. Και εν πάση περιπτώσει λέτε: «Φέρτε μας εδώ τους τροικανούς να διαπραγματευθούμε εμείς». Μα, απηύθυνε, σε εσάς προσωπικά, πρόσκληση ο Υπουργός των Οικονομικών όταν ξαφνικά διαπιστώσαμε ότι από τη δική σας Κοινοβουλευτική Ομάδα υπήρχε ένα υπέρμετρο και έκδηλο ενδιαφέρον, για το τι θα γίνει για το θέμα των τραπεζικών μετοχών. Και όταν αμφισβητήσατε για το αν θα μείνουμε συνεπείς στο ζήτημα της πολιτικής που είχαμε χαράξει ξεκάθαρα ότι σε περίπτωση που χρησιμοποιηθούν κεφάλαια του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, τότε κάτω από συγκεκριμένες προϋποθέσεις οι μετοχές τις οποίες θα πάρει το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας θα είναι κοινές. Και σας απηύθυνε πρόσκληση προσωπική, και σε εσάς και στην Κοινοβουλευτική σας Ομάδα, να έρθετε να συνδιαπραγματευθείτε. Δεν είδα προσέλευση. Δεν είδα ανταπόκριση. Παρά μόνο εκ του ασφαλούς και ενώ πλέον βρισκόμαστε στην ολοκλήρωση αυτών των συμφωνιών, έρχεστε από το βήμα της Βουλής και καταγγέλλετε και λέτε: «Αφού δεν μπορείτε εσείς να διαπραγματευθείτε, γιατί δεν είστε ικανοί να διαπραγματευθείτε, τουλάχιστον φέρτε τους εδώ πέρα να διαπραγματευθούμε εμείς». «Με λένε Ρίζο, κι όπως θέλω τα γυρίζω», λένε στα δικά μου τα μέρη, κύριε Παπαδημούλη, όταν διαπιστώνουν ανάλογες σε στάσεις και συμπεριφορές. Σας λέω, λοιπόν, ότι βεβαίως και πρέπει να είμαστε σε μια διαρκή συνομιλία με την τρόικα, διότι αυτή εκπροσωπεί τους θεσμικούς μας πιστωτές. Τι θα μπορούσε, κύριε Παπαδημούλη, από όλα αυτά, τα οποία έχουν συμβεί και έχουν αποφασιστεί στις 26 Οκτωβρίου, να πραγματοποιηθεί χωρίς τη σύμπραξη, τη συνεργασία και τη στήριξη, που παρέχει το πρόγραμμα της νέας δανειακής σύμβασης; Θα μπορούσαμε να προχωρήσουμε στην ανταλλαγή των ομολόγων; Θα μπορούσαμε χωρίς τα χρήματα της νέας Δανειακής Σύμβασης να κάνουμε την ανταλλαγή των ομολόγων; Επομένως, πώς από μόνοι μας θα παίρναμε τις όποιες πρωτοβουλίες να προχωρήσουμε σε οποιαδήποτε νομοθετική πρωτοβουλία, χωρίς να έχει ολοκληρωθεί η διαδικασία η οποία προβλέπεται σήμερα; Γι’ αυτό και στην εισαγωγή της ομιλίας μου είπα ότι η σημερινή μέρα είναι μια μέρα ιδιαίτερης σημασίας, διότι οι αποφάσεις που θα παρθούν στο Eurogroup θα καθορίσουν την δυνατότητα που έχει η χώρα μας για να υλοποιήσει αυτές τις συμφωνίες. Μπορώ να προδικάσω το αποτέλεσμα; Μα, εάν προδίκαζα το αποτέλεσμα, θα μου επικαλούσασταν όπως και κάνατε και πριν το στίχο του Βασίλη Παπακωνσταντίνου, ότι «το ματς είναι στημένο». Κανένα αποτέλεσμα δεν είναι δεδομένο, κύριε Παπαδημούλη. Είναι αυτή η σκληρή διαπραγμάτευση την οποία έχουμε κάνει όλο αυτό το διάστημα από την ημέρα που η χώρα οδηγήθηκε σε αυτή την περιπέτεια. Σκληρά διαπραγματευτήκαμε το Μάιο του 2010 και πριν από το Μάιο για να μπορέσουμε να εξασφαλίσουμε ότι θα υπάρχει ένα πρόγραμμα που θα δώσει τη δυνατότητα στη χώρα να συνεχίσει να λειτουργεί. Σκληρά διαπραγματευόμαστε τώρα, που τρία διαφορετικά Κόμματα στηρίζουν την Κυβέρνηση, κάθε φορά που κάθεται απέναντι από τους θεσμικούς διαπραγματευτές. Και γιατί; Διότι πραγματικά πιστεύουμε ότι θα πρέπει να διασφαλίσουμε το μέλλον και την προοπτική αυτής της χώρας. Επομένως, κανένα παιχνίδι δεν είναι «στημένο», γιατί ξέρει ο καθένας από μας τις ευθύνες που έχει αναλάβει απέναντι στους πολίτες αυτής της χώρας. Για το πώς θα διασφαλίσουμε ότι αυτή η χώρα θα συνεχίσει να υπάρχει. Γιατί ο καθένας από εμάς θα κριθεί. Θα κριθεί και από τους πολίτες, αλλά θα κριθεί και από την ιστορία. Και είναι βαρύ το φορτίο που έχουμε αναλάβει - ειδικά εμείς οι νέοι Βουλευτές - αλλά και όσοι έχουμε αναλάβει να σταθούμε σε αυτές τις κρίσιμες και καθοριστικές στιγμές απέναντι από τους θεσμικούς διαπραγματευτές. Ακούω πολλές φορές, κυρίως από το χώρο της Αριστεράς και ακόμα και από το ΚΚΕ το εξής: «Αυτό στο οποίο μας οδηγείτε ισοδυναμεί με χρεοκοπία και εν πάση περιπτώσει, εμείς έχουμε να σας προσφέρουμε ένα δρόμο λαμπρό, ένα δρόμο ο οποίος περνάει μέσα από την έξοδο της χώρας από την Ευρωζώνη». Εγώ θα σας προκαλέσω πολιτικά, απευθυνόμενος και στους δύο, δηλαδή και στο ΚΚΕ και στο ΣΥΡΙΖΑ, μέσα από μια μαρξιστική ανάλυση -και το τονίζω αυτό, να μου εξηγήσετε εάν για μια οικονομία ενταγμένη στον παγκόσμιο καταμερισμό εργασίας παίζει ρόλο το νόμισμα ή όχι. Δεν θα περιμένω τώρα απάντηση. Θα το κάνετε σε μια άλλη στιγμή, επειδή είμαι σίγουρος ότι πάνω σε αυτό το ζήτημα αυτή τη στιγμή δεν τοποθετείστε μαρξιστικά, απλώς βρίσκετε μια εύκολη λύση, γιατί λόγω κρίσης πολλές φορές εντάσσεται στους προβληματισμούς των απλών ανθρώπων. Ρωτώ, λοιπόν, το εξής, επειδή σας ακούω να προστρέχετε συνέχεια σε μια πρόταση η οποία θα προσφέρει λύση -ως μάννα εξ ουρανού το παρουσιάζετε στους Έλληνες πολίτες: «Θα αποτολμήσετε εντός της Βουλής να καταθέσετε συγκεκριμένα τι ακριβώς σημαίνει έξοδος της χώρας από τη ζώνη του ευρώ για τον κάθε πολίτη, είτε είναι ενεργός εργαζόμενος είτε είναι συνταξιούχος;»
Λέω, λοιπόν, ότι πάντοτε, σε αυτές τις κρίσιμες στιγμές καλούμαστε να συγκρίνουμε δύο ανόμοια πράγματα. Και ποια είναι τα δύο ανόμοια πράγματα τα οποία καλούμαστε να συγκρίνουμε; Καλούμαστε να συγκρίνουμε, από τη μία πλευρά, αυτό που υφίσταται σήμερα ο Έλληνας και η Ελληνίδα μέσα από την περικοπή του μισθού, μέσα από την περικοπή της σύνταξης, μέσα από την περικοπή μιας σειράς κοινωνικών παροχών, μέσα από την απώλεια της εργασίας. Και αυτό είναι κάτι το οποίο το βιώνει, είναι κάτι το οποίο το υφίσταται και να το συγκρίνει με ένα υποθετικό σενάριο το οποίο εσείς του το υπόσχεστε, αλλά χωρίς να του έχετε εξηγήσει τι ακριβώς σημαίνει αυτό. Ακούω τον κ. Λαφαζάνη -και έχω αντιπαρατεθεί πάρα πολλές φορές μαζί του - για την προοπτική που προσφέρεται στη χώρα μέσα από την έξοδο από τη ζώνη του ευρώ. Όμως, δεν ήρθε ποτέ επισήμως να καταθέσει έστω μια τυπική μελέτη που να λέει: Εάν τελικώς βγει η χώρα από τη ζώνη του ευρώ, αυτό το οποίο θα προκύψει για τον Έλληνα και για την Ελληνίδα είναι αυτό - λέγοντας τι θα συμβεί τον πρώτο μήνα, τι θα συμβεί το δεύτερο μήνα, τι θα συμβεί τον τρίτο μήνα, τι θα συμβεί σε βάθος χρόνου, σε βάθος διετίας και τριετίας, για να μπορεί, εν πάση περιπτώσει, τουλάχιστον να συγκρίνει αυτό το οποίο υφίσταται ο Έλληνας πολίτης με αυτό το οποίο του υπόσχεται κάποιος. Αλλά, αυτό δεν πρόκειται να το ζήσει, γιατί η προσπάθεια, την οποία κάνουμε εμείς αυτήν τη στιγμή, είναι να διασφαλίσουμε μία προοπτική για τους πολίτες αυτής της χώρας. Βλέπω μία ευαισθητοποίηση πάνω σε ένα ζήτημα, που ξέρουμε όλοι μας ότι αγγίζει τον καθένα μας. Αφορά το ζήτημα της περιουσίας των ασφαλιστικών ταμείων. Δηλαδή, τι θέλετε να μας πείτε; Ότι εμείς δεν έχουμε ευαισθησία σε ό,τι αφορά την περιουσιακή κατάσταση των ασφαλιστικών ταμείων και τη δυνατότητά τους να συνεχίσουν να χορηγούν συντάξεις και ξαφνικά μόνο κάποιοι αλλοι, που εκπροσωπούν τους πολίτες, έχουν αυτήν την ευαισθησία; Γιατί εξακολουθείτε να αγνοείτε δύο πραγματικότητες, που έχουν τονιστεί επανειλημμένως μέσα στη Βουλή και από τον Υπουργό των Οικονομικών και από εμένα; Μπορείτε, σας παρακαλώ, να μου πείτε ποιο είναι το ποσό, το οποίο θα χάσουν τα ασφαλιστικά ταμεία μέσα από τη συμμετοχή τους στο πρόγραμμα απομείωσης του χρέους και ποιο ακριβώς είναι το ποσό που κάθε χρόνο συνεισφέρει ο τακτικός προϋπολογισμός για τη στήριξη των ασφαλιστικών ταμείων;
Ο τακτικός προϋπολογισμός προσφέρει 14 δισεκατομμύρια κάθε χρόνο επιπρόσθετη στήριξη για τη δυνατότητα που πρέπει να έχει το ασφαλιστικό σύστημα, προκειμένου να συνεχίσει να χρηματοδοτεί τους συνταξιούχους. Λέω, λοιπόν, ότι αυτά τα οποία θα χαθούν ούτως ή άλλως είναι κάτι πολύ μικρό σε σχέση με αυτά που προσφέρει κάθε χρόνο. Επιπρόσθετα, όπως, έχει δηλώσει και έχει τοποθετηθεί δημόσια ο Υπουργός των Οικονομικών και έχει πει ότι είναι μέλημα και ευθύνη αυτής της Κυβέρνησης να αναλάβει πρωτοβουλία για να αναπληρώσει αυτές τις απώλειες που θα καταγράψουν τα ασφαλιστικά ταμεία.
Είδα και από την πλευρά της Νέας Δημοκρατίας, αλλά και από την πλευρά των άλλων Κομμάτων, να τοποθετούνται κάποιοι συνάδελφοι πάνω στο ζήτημα της πρωτοβουλίας που πήρε ο Οργανισμός Διαχείρισης Δημόσιου Χρέους να προχωρήσει στην ανάθεση σε χρηματοοικονομικούς και νομικούς συμβούλους, προκειμένου να γίνει διαχείριση της μεγάλης αυτής συμφωνίας ανταλλαγής. Και είπαν: «Μα, καλά δεν υπάρχουν ανάλογα γραφεία εδώ στην Ελλάδα, στα οποία θα μπορούσαμε να αναθέσουμε;». Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, πρόκειται για ένα πρωτοφανές εγχείρημα που δεν έχει κατ’ αρχάς ιστορικό προηγούμενο. Αυτοί οι οποίοι έχουν ασχοληθεί με το συγκεκριμένο αντικείμενο είναι οίκοι νομικοί και χρηματοοικονομικοί, οι οποίοι έχουν ασχοληθεί και έχουν τέτοια προϋπηρεσία, η οποία στην Ελλάδα δεν υπάρχει. Επιπλέον, έρχεστε και μας ελέγχετε για το ποσό, το οποίο καταγράφει η Έκθεση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, που λέει ότι δυνητικά στο ανώτατο όριο μπορεί να φτάσει τα 40 εκατομμύρια. Δεν λέει ότι « θα είναι 40 εκατομμύρια». Επομένως, ας μην προσπαθούμε να δημιουργήσουμε εντυπώσεις μέσα στη Βουλή και με πρωτοσέλιδα εφημερίδων να δημιουργούνται εντυπώσεις ότι κάποιοι εξυπηρετούνται μέσα από αυτές τις αναθέσεις. Εάν υπήρχε η δυνατότητα η συγκεκριμένη ανάθεση να γίνει σε οίκους της Ελλάδος, θα είχε γίνει. Το ξέρετε ότι αυτήν τη στιγμή τα ομόλογα, τα οποία θα προσφερθούν όταν η Ελλάδα προχωρήσει στην ανταλλαγή, βρίσκονται σε περισσότερες από πενήντα πέντε διαφορετικές χώρες; Ξέρετε πόσο σύνθετες και πολύπλοκες είναι οι διαδικασίες; Ξέρετε πόσες αρμόδιες αρχές από διαφορετικές χώρες εμπλέκονται σ’ αυτήν τη διαδικασία; Εάν υπήρχε λοιπόν, η συγκεκριμένη δυνατότητα είτε από ελληνικούς νομικούς οίκους, είτε από ελληνικούς χρηματοοικονομικούς οίκους, γιατί να μην το κάναμε; Γι’ αυτό, λοιπόν, μην προσπαθείτε να δημιουργήσετε εντυπώσεις μέσα στη Βουλή, επικαλούμενοι κάποιο ποσό, το οποίο αναφέρει η έκθεση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους μέχρι που μπορεί να φτάσει αυτό. Πρέπει να καθίσετε και να πείτε ότι « ναι, έχω εγώ υπ’ όψιν μου συγκεκριμένους οίκους είτε νομικούς, είτε χρηματοοικονομικούς, οι οποίοι θα μπορούσαν να κάνουν τη δουλειά». Όχι να πετάμε εδώ «πυροτεχνήματα» και μετά να σηκωνόμαστε να φεύγουμε.
Τέλος, αναφορικά με τη ρήση του Γεωργίου Παπανδρέου, που επικαλέστηκα, ήταν μία εκτίμηση, που κατέθεσε ο αείμνηστος «Γέρος της Δημοκρατίας» για το Γρίβα. Δεν μπορώ να αναθεωρήσω την άποψη, την οποία είχε ο Γεώργιος Παπανδρέου. Την επικαλέστηκα περισσότερο αναφερόμενος στους ενσκύψαντες επιμηθείς, οι οποίοι ξαφνικά ανακάλυψαν ότι για τα δεινά της χώρας φταίει η δίχρονη διακυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ και του Γιώργου Παπανδρέου, λες και τα προβλήματα αυτά δεν υπήρχαν, λες και το χρέος των 340 δισεκατομμυρίων δεν υπήρχε, λες και τα προβλήματα των ασφαλιστικών ταμείων δεν υπήρχαν. Γι’ αυτό, λοιπόν, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, θα πρέπει όταν θέλουμε να απευθυνθούμε στους πολίτες, τουλάχιστον σ’ αυτές τις τόσο δύσκολες στιγμές, να μην κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλο μας. Πρέπει να είμαστε ειλικρινείς και να έχουμε το θάρρος να αναγνωρίσουμε τα λάθη που μας οδήγησαν σε αυτό το σημείο. Θέλω να κλείσω με την τοποθέτηση που έκανε ο αγορητής του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας, ο οποίος ουσιαστικά φύρδην μίγδην μας έβαλε όλους μέσα σε ένα τσουβάλι, αποκαλώντας μας υπηρέτες της αστικής τάξης. Θέλω να σας διαβεβαιώσω, κύριε συνάδελφε, ότι δεν εκλαμβάνω τον εαυτό μου ως υπηρέτη της αστικής τάξης. Το μόνο που έχω μάθει να υπηρετώ στη ζωή μου είναι κάποιες αξίες για την ισότητα, για την κοινωνική δικαιοσύνη που διδάχτηκα από τη μάνα μου, μια αγρότισσα, διδάχτηκα στο χωριό στο οποίο μεγάλωσα και διδάχτηκα στο κοινωνικό περιβάλλον της πόλης της Λάρισας όπου επίσης πέρασα την υπόλοιπη διαδρομή μου. Αυτές τις αξίες υπηρετώ. Αυτές τις αξίες υπηρέτησα ως ενεργός πολίτης και θα συνεχίσω να υπηρετώ όσο τουλάχιστον έχω -από αυτήν τη θέση ευθύνης- την εμπιστοσύνη των πολιτών του νομού οι οποίοι με εξέλεξαν. Εάν εσείς πιστεύετε ότι είμαστε υποχείρια ή ενεργούμε κατά έναν τρόπο που εξυπηρετεί τα συμφέροντα της αστικής τάξης, τότε θέλω να σας διαβεβαιώσω ότι έχετε μία πολύ λανθασμένη αντίληψη για το ποιος είναι ο ρόλος και το πώς τον αντιλαμβανόμαστε καθένας από εμάς.
Και εδώ θα μου επιτρέψετε, σας παρακαλώ, να εκφράσω αυτό που είπε ο συνάδελφός μου κ. Παντούλας, αφού μπορώ και οφείλω να μιλήσω όχι μόνο για τον εαυτό μου, αλλά και για λογαριασμό της Κοινοβουλευτικής Ομάδας στην οποία ανήκω, την Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΠΑΣΟΚ, ότι η Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΠΑΣΟΚ δεν αντιλαμβάνεται τον εαυτό της ως υπηρέτη της αστικής τάξης. Η Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΠΑΣΟΚ αντιλαμβάνεται τον εαυτό της ως υπηρέτη του ελληνικού λαού.

Παρέμβαση_2

Εν τη ρύμη του λόγου, δεν τοποθετήθηκα στο ερώτημα και καλώς ο κ. Λαφαζάνης πήρε την πρωτοβουλία και τοποθετήθηκε επ’ αυτού, διότι ο κ. Παπαδημούλης με ρώτησε κάποια στιγμή «τι προτίθεστε να κάνετε;». Ειλικρινά, δεν ξέρω πού τα βρίσκει κάθε φορά τα πραξικοπήματα και τις παραβιάσεις του Συντάγματος ο κ. Λαφαζάνης! Έχω περίπου δύο χρόνια που είμαι σ’ αυτή τη θέση, είτε με την ιδιότητα του Υφυπουργού, είτε με την ιδιότητα του Αναπληρωτή και ειλικρινά μπορώ να σας φτιάξω ένα λεξιλόγιο, που είναι το λεξιλόγιο Λαφαζάνη, διότι αυτές οι εκφράσεις τις οποίες χρησιμοποιεί, είναι επαναλαμβανόμενες. Κάθε φορά βλέπει μπροστά του ένα κοινοβουλευτικό πραξικόπημα! Κάθε φορά βλέπει παραβίαση του Συντάγματος! Κάθε φορά βλέπει παραβίαση των διαδικασιών που προβλέπονται μέσα από το Κοινοβούλιο! Απαντώ, λοιπόν, ευθέως και καθαρά στο ερώτημα που έθεσε ο κ. Παπαδημούλης. Κύριε Παπαδημούλη, σε ένα μεγάλο βαθμό η πρωτοβουλία που θα πάρει η Κυβέρνηση για την κατάθεση του νομοσχεδίου, στο οποίο αναφέρεστε, είναι συνάρτηση των αποφάσεων του Eurogroup. Είναι πολύ ξεκάθαρο αυτό το οποίο σας λέω, διότι αυτές οι αποφάσεις είναι αυτές που καθορίζουν εάν θα έχουμε τη δυνατότητα να το καταθέσουμε ή όχι. Γι’ αυτό είπα προηγουμένως ότι δεν μπορούμε ερήμην των θεσμικών πιστωτών, των θεσμικών εταίρων, να πάρουμε κάποια πρωτοβουλία, διότι δεν θα έχει νόημα να πάρεις αυτήν την πρωτοβουλία, αν δεν υπάρχει θετική απόφαση από το Eurogroup! Γι’ αυτό σας είπα ότι θα ήταν παράταιρο από τη δική μας πλευρά να πάρουμε μία οποιαδήποτε πρωτοβουλία και να πούμε «παίρνουμε την νομοθετική πρωτοβουλία, χωρίς να έχουν παρθεί οι αποφάσεις οι οποίες είναι κρίσιμες και καθοριστικές». Σε ό,τι αφορά τα ταμεία, αφού επανέρχεστε, κύριε Λαφαζάνη, γιατί προφανώς κρίνατε ότι δεν ήταν επαρκής η στάση της Κυβέρνησης, θα αξιολογήσετε τη στάση της Κυβέρνησης σε ό,τι αφορά την προστασία των ταμείων, όταν έρθουν οι ανάλογες ρυθμίσεις και τότε θα μπορέσουμε να κάνουμε μία ολοκληρωμένη συζήτηση για το εάν η στάση την οποία επιδεικνύει η Κυβέρνηση είναι υπεύθυνη και πραγματικά οδηγεί στην αναπλήρωση των απωλειών που θα καταγράψουν τα ταμεία.
Μπορεί να μη συμφωνώ ούτε στο ελάχιστο με αυτά που λες,αλλά θα έδινα μέχρι και την τελευταία ρανίδα του αίματός μου για το δικαίωμά σου να συνεχίσεις να τα λες -ΒΟΛΤΑΙΡΟΣ