Δευτέρα, 5 Δεκεμβρίου 2011
Παρεμβάσεις του Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης και Υπουργού Οικονομικών κ. Ευ. Βενιζέλου στην ομιλία του Προέδρου του ΛΑΟΣ, κ. Γ. Καρατζαφέρη, με θέμα την απόφαση του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης σε σχέση με την πΓΔΜ
Πρώτη παρέμβαση
Θέλω να κάνω μια παρατήρηση σε σχέση με τα όσα είπε ο Πρόεδρος του ΛΑΟΣ. Πράγματι, η δήλωση που έκανε σήμερα ο Πρωθυπουργός αποτυπώνει την εθνική στρατηγική γύρω από το ζήτημα της ονομασίας της γειτονικής μας χώρας. Και χαίρομαι κάθε φορά που διαπιστώνω, ότι πίσω από μια πρόσοψη δευτερευουσών κομματικών αναθέσεων, έχει διαμορφωθεί τις τελευταίες δεκαετίες και υπάρχει στη χώρα μας μια στέρεη εθνική στρατηγική ευρύτατης αποδοχής, γύρω από όλα τα μεγάλα θέματα της εξωτερικής μας πολιτικής.
Ένα είναι το βασικό δόγμα της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής. Η επίκληση και άρα ο σεβασμός του Διεθνούς Δικαίου. Αυτή η απαράβατη αρχή που καθοδηγεί τις ενέργειές μας και νομιμοποιεί την στάση μας, έχει και ορισμένες συνέπειες γιατί πρέπει να αναλαμβάνουμε και την υποχρέωση σεβασμού των αποφάσεων, των οργάνων της Διεθνούς Κοινότητας και πρωτίστως οφείλουμε να σεβόμαστε τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών και το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, που είναι βασικός πυλώνας της διεθνούς κοινότητας και της διεθνούς νομιμότητας.
Οι αποφάσεις του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης που μας ενδιαφέρουν όχι μόνο για το ζήτημα της ονομασίας της γειτονικής μας χώρας, αλλά και για πολύ σημαντικότερα ζητήματα, όπως είναι για παράδειγμα οι θαλάσσιες ζώνες, πρέπει να μελετούνται με πολύ μεγάλη προσοχή, δεν είναι απλά κείμενα τα οποία προσφέρονται για εύκολες ή γρήγορες ερμηνείες.
Εγώ από τη σημερινή απόφαση του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης, την οποία άκουσα σε ζωντανή μετάδοση από την διαδικτυακή τηλεόραση να εκφωνεί ο Πρόεδρος του Δικαστηρίου, θα συγκρατούσα ένα στοιχείο συνοπτικό αλλά καίριο του σκεπτικού της απόφασης:
Το Δικαστήριο καλεί τις δύο χώρες, να συνεχίσουν την προσπάθεια να ανευρεθεί κοινά αποδεκτή λύση για το ζήτημα του ονόματος και φυσικά αυτή η λύση σύμφωνα με την απόφαση του Συμβουλίου Ασφαλείας και την εντολή που έχει ο κ. Νίμιτς θα είναι μια λύση για κάθε χρήση και έναντι πάντων (erga omnes) και άρα αυτή είναι η μείζων σύσταση και η βασική υπόδειξη που απορρέει από την σημερινή απόφαση του Δικαστηρίου.
Και κάτι άλλο προκύπτει από την απόφαση αυτή: Ότι στην άσκηση της εξωτερικής πολιτικής, δεν πρέπει να χρησιμοποιούμε το μέτωπο ή το πεδίο αν θέλετε του εσωτερικού πολιτικού λόγου, γιατί όταν προσπαθούμε να κάνουμε εξωτερική πολιτική, κυρίως όταν ασκούμε υπεύθυνη κυβερνητική αρμοδιότητα με το βλέμμα στραμμένο στο εσωτερικό, μπορεί να παρασυρθούμε σε διατυπώσεις, σε δηλώσεις, ή σε χειρισμούς, που δεσμεύουν διεθνώς την χώρα, αξιοποιούνται στο πεδίο της εξωτερικής πολιτικής και μπορεί να μην λειτουργήσουν κατά τρόπο ωφέλιμο για τη χώρα.
Άρα είναι άλλο πράγμα η εξωτερική πολιτική και άλλο πράγμα οι διακυμάνσεις του εσωτερικού πολιτικού λόγου που έως τώρα, έως πολύ πρόσφατα, τον αντιμετωπίζαμε με κάποια αμεριμνησία και συμβατικότητα στην Ελλάδα, ενώ τώρα πρέπει να τον αντιμετωπίζουμε με πολύ έντονη συνείδηση ιστορικής ευθύνης και μνήμης.
Συμφωνώ, λοιπόν, με τον Πρόεδρο του ΛΑΟΣ, τον κ. Καρατζαφέρη, πως η Ελλάδα υπερήφανη, αξιοπρεπής, εθνικά ανεξάρτητη, με κόκκινες γραμμές, προσέρχεται πάντα στην διαπραγμάτευση, σέβεται τις αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, σέβεται τις ανοιχτές διαδικασίες για την αναζήτηση, την καλόπιστη αναζήτηση μιας κοινά αποδεκτής λύσης για κάθε χρήση και έναντι πάντων.
Έτσι θα ενεργήσουμε, θα μελετήσουμε σε βάθος την απόφαση αυτή και θα τιμήσουμε τις υποχρεώσεις που έχουμε απέναντι στην διεθνή νομιμότητα, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι αλλάζει κάτι στην εθνική μας στρατηγική η οποία είναι κρυστάλλινη και είναι ευρυτάτης υποστήριξης από τον ελληνικό λαό, θα έλεγα, από όλο το έθνος.
δείτε σχετικό βίντεο
Δεύτερη παρέμβαση
Κατ’ αρχάς είμαι βέβαιος ότι ο Πρωθυπουργός και γενικότερα η πολιτική ηγεσία της γειτονικής μας χώρας στην πρωτεύουσά τους στα Σκόπια έχουν μελετήσει με προσοχή και σε βάθος την σημερινή απόφαση του Διεθνούς Δικαστηρίου. Και δεν θα παρεξηγήσουν το περιεχόμενο της απόφασης και τις κατευθύνσεις διεθνούς συμπεριφοράς που η απόφαση αυτή δίνει. Διότι, επαναλαμβάνω, μια είναι η κατεύθυνση που δίνει η απόφαση του Διεθνούς Δικαστηρίου: Η καλόπιστη συμμετοχή σε μια διαδικασία διαβουλεύσεων, για την αναζήτηση κοινά αποδεκτής λύσης έναντι πάντων και για κάθε χρήση.
Αν οι φίλοι και γείτονές μας παρεξηγήσουν το περιεχόμενο της απόφασης, δεν θα ωφελήσουν τον εαυτό τους, ούτε την προοπτική πλήρους ενσωμάτωσης της χώρας τους στους ευρωατλαντικούς θεσμούς, όχι γιατί αυτό συνδέεται με το ζήτημα του ονόματος και με τις σχέσεις τους με την Ελλάδα, αλλά γιατί υπάρχουν αρχές, αξίες και κριτήρια τα οποία διέπουν τη λειτουργία της διεθνούς κοινότητας και πιο συγκεκριμένα την λειτουργία των ευρωπαϊκών και ευρωατλαντικών θεσμών. Αυτό είναι προφανές.
Η ενδιάμεση συμφωνία, η συμφωνία του Σεπτεμβρίου του 1995, ήταν η κατάληξη μιας πολύς μεγάλης έντασης, μιας κρίσης στις σχέσεις μας με τα Σκόπια. Και θεωρώ, για λόγους ιστορικούς, για λόγους ιστορικής αλήθειας και ακρίβειας, ότι ο χειρισμός που έγινε την εποχή εκείνη από την κυβέρνηση του Ανδρέα Παπανδρέου με Υπουργό Εξωτερικών το σημερινό Πρόεδρο της Δημοκρατίας τον κ. Κάρολο Παπούλια, ένας χειρισμός στον οποίον είχα την τιμή να μετέχω ενεργά τότε ως Υπουργός Τύπου και Κυβερνητικός Εκπρόσωπος της τελευταίας κυβέρνησης του Ανδρέα Παπανδρέου, ένας χειρισμός που έχει εξοπλίσει την χώρα με το θεσμικό πλαίσιο αυτής της συμφωνίας.
Θα έχουμε όμως την ευκαιρία, όχι στην Ολομέλεια της Βουλής, αλλά στα αρμόδια κυβερνητικά όργανα και σε συζητήσεις ανάμεσα στην κυβέρνηση και τα κόμματα που την στηρίζουν να συζητήσουμε λεπτομερώς με συστηματικότητα, με επιμέλεια, με τεκμηρίωση τις κινήσεις μας. Οι κινήσεις μας διέπονται όμως από το δόγμα που όλοι συνομολογούμε και τιμούμε. Του απόλυτου σεβασμού, της διεθνούς νομιμότητας και του Διεθνούς Δικαίου, γιατί αυτό είναι το λάβαρο της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής σε όλα τα θέματα.
Έχει, λοιπόν, πολύ μεγάλη σημασία και εμείς κινούμενοι υπεύθυνα και προσεκτικά, όχι για λόγους εσωτερικής πολιτικής χρήσης και κατανάλωσης, αλλά έχοντας την αίσθηση πώς μας παρακολουθεί η ιστορία, να δούμε τι είναι αυτά που κρίθηκαν από το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, γιατί και εμείς προβάλαμε πάρα πολλά επιχειρήματα και επικαλεστήκαμε πάρα πολλά περιστατικά τα οποία αξιολογήθηκαν από την πολυσέλιδη αυτή απόφαση του Διεθνούς Δικαστηρίου.
Και πρέπει αυτά να τα ενσωματώσουμε τώρα στη σκέψη μας, στην ανάλυσή μας, στη στρατηγική μας. Γιατί η Ελλάδα είναι μια χώρα ευρωπαϊκή, είναι μια χώρα η οποία στη περιοχή της Νοτιοανατολικής Ευρώπης σημαίνει κάτι και αυτό το κάτι πρέπει να το ξαναβρεί, ξαναβρίσκοντας την οικονομική και δημοσιονομική της ισχύ και σταθερότητα, γιατί δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η αποδυνάμωση η δημοσιονομική και η οικονομική μειώνει τις δυνατότητες και πολιτικών χειρισμών. Πρέπει λοιπόν να καταστήσουμε ξανά την Ελλάδα όσο γίνεται ισχυρότερη πολιτικά, ιδίως στη περιοχή, ισχυροποιώντας την και πάλι οικονομικά.
Γι’ αυτό η συζήτηση περί του ονόματος των Σκοπίων συνδέεται με την συζήτηση για τον Προϋπολογισμό. Και γι’ αυτό η άσκηση της οικονομικής πολιτικής και η εφαρμογή μιας υπεύθυνης οικονομικής πολιτικής, δεν είναι μόνο σωστική και υπεύθυνη για την οικονομία αλλά και για την εξωτερική πολιτική και για την αμυντική θωράκιση της χώρας.
Και στο πλαίσιο αυτό, με αυτές τις παραδοχές, πρέπει να επιβεβαιώσουμε την αίθουσα αυτή τη σημασία που έχουν δυο λέξεις, δυο εκφράσεις: «εθνική ενότητα» και «εθνική ευθύνη». –
δείτε σχετικό βίντεο