Μετά τις επιτυχίες που έχει σημειώσει το Πρακτορείο μας, από το 1980, και από το 2000 στο internet, συνεχίζουμε σταθερά, με νέα ρεκόρ δημοσιεύσεων και αναπαραγωγή των ρεπορτάζ μας στα ΜΜΕ στην Ελλάδα και στον κόσμο. www.vouli.net * Ανάρτηση των δελτίων τύπου σε 24ωρη βάση, καθώς και φωτογραφιών για την προβολή στα Μ.Μ.Ε. * Καταγράφουμε την πολιτική ιστορία του Ελληνισμού

1.9.11

Αθήνα, 1 Σεπτεμβρίου 2011


ΟΜΙΛΙΑ
ΦΙΛΙΠΠΟΥ ΣΑΧΙΝΙΔΗ
ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΣΤΗ ΒΟΥΛΗ
(31 Αυγούστου)

Επιτροπή του Απολογισμού και του Γενικού Ισολογισμού του Κράτους και Ελέγχου της Εκτέλεσης του Προϋπολογισμού του Κράτους, με θέμα ημερήσιας διάταξης: «Συζήτηση για την πορεία εκτέλεσης του Κρατικού Προϋπολογισμού κατά το διάστημα Μαΐου-Ιουλίου 2011.

Σύμφωνα με τα στοιχεία εκτέλεσης του τακτικού Προϋπολογισμού για το επτάμηνο Ιανουαρίου – Ιουλίου του 2011 σε δημοσιονομική βάση, το έλλειμμα το κρατικού Προϋπολογισμού διαμορφώνεται στα 15,5 δισ, έναντι του νέου στόχου των 16,4 δισ όπως αυτός ο στόχος προσδιορίσθηκε μετά το Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο δημοσιονομικής στρατηγικής και έναντι ελλείμματος 12,4 δισ. το αντίστοιχο διάστημα του 2010. Τα συνολικά έσοδα του Κρατικού Προϋπολογισμού, τακτικός και πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων, υστερούν έναντι του νέου στόχου κατά 87 εκ. ενώ οι συνολικές δαπάνες παρουσιάζονται μειωμένες κατά 992 εκ.. Ειδικότερα τα καθαρά έσοδα του τακτικού Προϋπολογισμού ανήλθαν σε 26,8 δισ και περιορίζεται η μείωση τους έναντι το αντίστοιχου χρονικού διαστήματος του 2010 σε 6,4% από 8,3% στο πρώτο εξάμηνο.
Η υστέρηση των εσόδων σε επίπεδο επταμήνου, οφείλεται κυρίως στη μεγαλύτερη, από την προβλεπόμενη κατά την περίοδο σύνταξης του Προϋπολογισμού, ύφεση, στις εισπράξεις από παρακράτηση φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων κατά το τρέχον έτος, κυρίως λόγω της ευνοϊκότερης φορολόγησης βάσει του νέου φορολογικού νόμου και στην μείωση των εισοδημάτων και τέλος στις αυξημένες επιστροφές φόρων, λόγω συμψηφισμού εκκρεμοτήτων των παρελθόντων ετών - αυτό είναι ένα μέτρο το οποίο προωθήθηκε από την Κυβέρνηση στην Βουλή, μετά και από εισήγηση Βουλευτών τόσο της Κυβέρνησης όσο και της Αντιπολίτευσης, έτσι ώστε να διευκολυνθούν οι επιχειρήσεις να αντιμετωπίσουν προβλήματα ρευστότητας - αλλά και της πολιτικής που υιοθετήθηκε για τους φορολογούμενους οι οποίοι συγκέντρωναν αποδείξεις.
Αναφορικά με την πορεία των εσόδων θα ήθελα να επισημάνω ότι πέρα από τις αρνητικές επιπτώσεις που επέφερε η μεγαλύτερη ύφεση, έχουμε μπροστά μας και ένα σαφές παράδειγμα μείωσης των εσόδων λόγω της ευνοϊκότερης φορολογικής πολιτικής αναφορικά με τα εισοδήματα των φυσικών προσώπων. Το τελευταίο το είχαμε επανειλημμένως τονίσει, όταν συζητούσαμε στη Βουλή το νομοσχέδιο για τη φορολογία.
Σε αυτό θα πρέπει να σταθούμε με προσοχή, ιδιαίτερα ενόψει και της συζήτησης για το νέο φορολογικό νομοσχέδιο. Στη συζήτηση αυτή θα μπορέσουμε όλοι να καταθέσουμε τον προβληματισμό μας συνολικά για το ζήτημα των φορολογικών εσόδων και θα έχουμε την ευκαιρία να αφήσουμε στην άκρη τις όποιες προκαταλήψεις μας και να καταθέσουμε προτάσεις. Άλλωστε, ο Αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης και Υπουργός Οικονομικών έχει απευθύνει δημόσια πρόσκληση για συμμετοχή σε αυτό το διάλογο. Όπως ξέρετε, σε αυτό το διάλογο συμμετείχαν δύο κόμματα, αλλά πιστεύω ότι εδώ, στη Βουλή, στο πλαίσιο των εργασιών της Επιτροπής, θα συμμετάσχουν όλα τα κόμματα και θα έχουν, βέβαια, όλοι τη δυνατότητα να καταθέσουν προτάσεις, για να αντιμετωπίσουμε ένα από τα βασικότερα προβλήματα που ταλαιπωρεί τα δημόσια οικονομικά, αλλά και επηρεάζει και την οικονομική ανάπτυξη της χώρας. Το λέω αυτό, διότι σήμερα γίνεται μια συζήτηση, στο πλαίσιο της κριτικής της πολιτικής που ακολουθεί η Κυβέρνηση, δηλαδή ότι ακολουθεί μια πολιτική υπερφορολόγησης. Αλλά αν κάνουμε ένα βήμα πίσω και παρακολουθήσουμε τη δημοσιονομική πορεία της χώρας, κάποια στιγμή, πριν φτάσουμε στο ξέσπασμα της κρίσης, θα διαπιστώσουμε ότι ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα που είχε η χώρα ήταν και το πρόβλημα της συγκέντρωσης φορολογικών εσόδων, τα οποία να αντανακλούν το επίπεδο του εθνικού εισοδήματος που είχε. Δηλαδή, η χώρα μας συγκρινόμενη με άλλες χώρες της Ε.Ε. – και το τονίζω αυτό – με βάση το εθνικό εισόδημα το οποίο είχε, είχε μόνιμα ένα πρόβλημα υστέρησης, τόσο στα άμεσα όσο και στα έμμεσα φορολογικά έσοδα. Μιλώ για πριν από το 2008 και όχι μετά το 2008, όπου έχουμε διαφορετικές συνθήκες λόγω και του ξεσπάσματος της κρίσης, Άρα, αυτό είναι κάτι το οποίο πρέπει να μας προβληματίσει, γιατί δεν ήταν ένα φαινόμενο συγκυριακό, αλλά είναι ένα πρόβλημα διαχρονικό. Άρα, όταν τοποθετούμαστε στο δημόσιο διάλογο και λέμε ότι η Ελλάδα είναι μια χώρα η οποία υπερφορολογεί, θα πρέπει, ταυτόχρονα, να δίδεται και μια απάντηση στο πώς συμβαίνει να είναι μια χώρα η οποία υπερφορολογεί και ταυτοχρόνως, να είναι και μια χώρα η οποία εμφανίζει υστέρηση σε σχέση με τις υπόλοιπες χώρες. Άρα, αυτό σημαίνει ότι ουσιαστικά υπήρχαν κάποια δομικά προβλήματα, τα οποία τονίζω ότι δεν είναι συγκυριακά. Αν παρακολουθήσει κάποιος την εξέλιξη των δημοσιονομικών μεγεθών, δηλαδή την πορεία των δαπανών και την πορεία των εσόδων, και τα συγκρίνει με την αντίστοιχη πορεία του μέσου όρου της Ε.Ε., θα βγάλει πολύ εύκολα συμπεράσματα για το ποια πραγματικά είναι τα προβλήματα που επηρέασαν και συνδιαμόρφωσαν τη δημοσιονομική πορεία της χώρας τα τελευταία χρόνια.
Η παρούσα, λοιπόν, υστέρηση των εσόδων, στην οποία αναφέρομαι και έχουμε παρακολουθήσει από το πρώτο επτάμηνο, αναμένεται να αντιμετωπισθεί στο υπόλοιπο χρονικό διάστημα, με την απόδοση των φορολογικών ρυθμίσεων που περιέχονται στους εφαρμοστικούς νόμους του Μεσοπρόθεσμου Προγράμματος Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2011 – 2015.
Επισημαίνεται ότι τα έσοδα του επταμήνου, βάσει του δελτίου εκτέλεσης του Προϋπολογισμού, είναι σε ταμειακή βάση και αυτό θέλω να το έχουμε πάντοτε στο μυαλό μας. Το συνολικό, όμως, αποτέλεσμα των εσόδων του 2011, σε εθνικολογιστική βάση καθορίζεται και από την πορεία εσόδων έως και το πρώτο δίμηνο του 2012. Δηλαδή, ένα μέρος από τα έσοδα που είχαμε, το πρώτο δίμηνο του 2011 συνδιαμόρφωσε το αποτέλεσμα του 2010. Ένα μέρος από τα έσοδα τα οποία θα έχουμε το πρώτο δίμηνο του 2012 θα συνδιαμορφώσει το αποτέλεσμα του 2011.
Οι δαπάνες του τακτικού προϋπολογισμού είναι αυξημένες κατά 7,3% έναντι του 2010. Όσοι από εσάς έχουν ασχοληθεί με την απεικόνιση αυτών των μεγεθών, θα έχετε προσέξει ότι αυτή η αύξηση οφείλεται κυρίως:
* Στις αυξημένες δαπάνες για τόκους κατά 1,3 δισ. ευρώ.
* Στις αυξημένες επιχορηγήσεις στα Ασφαλιστικά Ταμεία, εξαιτίας της μείωσης των εσόδων τους από ασφαλιστικές εισφορές περίπου κατά 1,7 δισ. ευρώ.
Θα ήθελα στο σημείο αυτό να πω, επειδή πολλές φορές γίνεται μια συζήτηση για το ποια ήταν η εκτίμηση την οποία είχαμε για την ανάπτυξη, ότι εμείς δεν καταθέσαμε τις εκτιμήσεις μας αυθαίρετα. Ακόμα και στην εκτίμηση που καταθέσαμε, κατά τη συζήτηση του Μεσοπρόθεσμου Προγράμματος, είχαμε αξιολόγηση της δικής μας εκτίμησης από την πλευρά της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και από την πλευρά διεθνών οργανισμών. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα είχε τις δικές απόψεις και η Τράπεζα της Ελλάδος είχε τις δικές της απόψεις και το Διεθνές Νομισματικές Ταμείο είχε τις δικές του απόψεις. Κανένας από αυτούς δεν προχώρησε στη διατύπωση μιας εκτίμησης για το μέγεθος της ύφεσης, το οποίο να βρίσκεται μακριά από αυτό το οποίο υπήρχε ως εκτίμηση στο Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα. Άρα, αν υπάρχει κάποια αδυναμία, αυτή δεν θα έπρεπε να αποδίδεται σε σκοπιμότητες, τις οποίες, ενδεχομένως, κάποιος να θέλει να αποδώσει στην Κυβέρνηση κατά την εκπόνηση διαφόρων εκτιμήσεων, αλλά στην αδυναμία διατύπωσης κάποιας ακριβούς εκτίμησης για το ποιο θα ήταν το μέγεθος της ύφεσης. Αυτή η ύφεση, βέβαια, εφόσον επηρεάζει την απασχόληση, επηρεάζει και τις ασφαλιστικές εισφορές, οι οποίες έχουν επηρεαστεί για δύο διαφορετικούς λόγους. Η μείωση των μισθών, που καταγράφηκε, στον ιδιωτικό και το δημόσιο τομέα, οδηγεί σε μείωση και των ασφαλιστικών εσόδων. Ταυτόχρονα, η αύξηση της ανεργίας είχε ως αποτέλεσμα να μειωθούν οι ασφαλιστικές εισφορές. Βεβαίως, για να μπορέσουν συγκεκριμένα ταμεία να προχωρήσουν στη χορήγηση των συντάξεων, καλείται ο Κρατικός Προϋπολογισμός να στηρίξει τα εν λόγω ταμεία.
Ανάλογες είναι και οι επιπτώσεις από την αύξηση των μεταβιβάσεων που γίνονται στον Οργανισμό Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού, διότι η αυξημένη ανεργία, σε σχέση με αυτή που είχε αρχικά εκτιμηθεί, είχε ως αποτέλεσμα να αυξάνονται και τα ποσά τα οποία διατίθενται για τα επιδόματα ανεργίας. Εδώ έχουμε μια αύξηση των επιχορηγήσεων προς τον ΟΑΕΔ κατά 301 εκατ. ευρώ
Στα νοσοκομεία κατά 779 εκατ. ευρώ, εκ των οποίων τα 535 εκατ. ευρώ είναι για την πληρωμή των προμηθειών του έτους 2011 και 244 εκατ. ευρώ για την καταβολή οφειλών από προμήθειες παρελθόντων ετών.

Ειδικότερα, οι πρωτογενείς δαπάνες είναι αυξημένες κατά 4,8% ή κατά 1,4 περίπου δισ. ευρώ, κυρίως λόγω των αυξημένων επιχορηγήσεων στα Ασφαλιστικά Ταμεία – κυρίως στον ΟΓΑ κατά 411 εκατ. ευρώ και στο ΙΚΑ κατά 1,2 δισ. ευρώ – στον ΟΑΕΔ κατά 301 εκατ. ευρώ και στα νοσοκομεία κατά 535 εκατ. ευρώ.
Οι δαπάνες του ΠΔΕ, τέλος, παρουσιάζουν μείωση κατά 37,6% ή 1,5 δισ. ευρώ.
Υπενθυμίζεται ότι όλα τα παραπάνω στοιχεία αφορούν μόνο στην εκτέλεση του Κρατικού Προϋπολογισμού και όχι στο έλλειμμα της Γενικής Κυβέρνησης, που αποτελεί και το κριτήριο για την αξιολόγηση του Προγράμματος Οικονομικής Πολιτικής της Ελλάδας.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
η ύφεση εξελίχθηκε δυσμενέστερα από ότι είχε αρχικά εκτιμηθεί. Αυτό δυσχεραίνει τις προσπάθειες για τη δημοσιονομική εξυγίανση και οδήγησε στις αναθεωρημένες προβλέψεις που ενσωματώθηκαν στο Μεσοπρόθεσμο και μας οδήγησαν στη λήψη πρόσθετων παρεμβάσεων.
Έτσι ώστε να μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε τις αποκλίσεις που είχαν καταγραφεί στο πρώτο εξάμηνο του 2011, και η χώρα μας να ανταποκριθεί στο δημοσιονομικό στόχο που έχει θέσει.
Δε θέλω να επικαλεστώ το εύθραυστο διεθνές οικονομικό περιβάλλον και τη διστακτική ανάκαμψη των οικονομιών, για να αποφύγω τη συζήτηση που αφορά το τι πραγματικά θα μπορούσε να έχει γίνει μέσα στη χώρα, για να βοηθήσουμε την ανάσχεση της ύφεσης. Όμως, υπάρχει ένας μεγάλος βαθμός εξάρτησης της πορείας της ελληνικής οικονομίας σε σχέση με την πορεία της ευρωπαϊκής οικονομίας. Όλοι ξέρετε πολύ καλά ότι διάφορες μελέτες, δείχνουν ποιος είναι ο βαθμός συσχέτισης της πορείας της ελληνικής οικονομίας σε σχέση με την πορεία της οικονομικής μεγέθυνσης στην Ευρώπη. Βεβαίως, η αβεβαιότητα που υπήρχε στο διεθνές περιβάλλον και οι αρνητικές εξελίξεις που υπήρχαν στην Ευρώπη κατά τους τελευταίους μήνες, σε συνδυασμό με την αδύναμη παραγωγική βάση της χώρας μας και τις αδυναμίες της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας, δημιουργούν πολλαπλές αρνητικές επιδράσεις στην οικονομική δραστηριότητα και δυσχεραίνουν και την έξοδο από την ύφεση. Αυτό, βεβαίως, θα πρέπει να μας προβληματίσει ιδιαίτερα.
Θεωρώ ότι μετά τη συμφωνία που πραγματοποιήθηκε την 21η Ιουλίου, το πλαίσιο για την υλοποίηση των στόχων που έχουν τεθεί γίνεται ευνοϊκότερο καθώς η δημοσιονομική προσαρμογή μπορεί να προχωρήσει με ασφαλέστερο τρόπο, με λιγότερα σκληρά αποτελέσματα για την απασχόληση, τους εργαζόμενους και τους πολίτες και να τεθούν οι νέες βάσεις για την ενίσχυση της ρευστότητας και της ανάπτυξης.
Διότι γίνεται κατανοητό από όλους ότι αυτήν τη στιγμή ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα που αντιμετωπίζει η οικονομία είναι η έλλειψη ρευστότητας που σχετίζεται με τις αδυναμίες που έχει το τραπεζικό σύστημα να αποκτήσει πρόσβαση στην διατραπεζική αγορά ή στις διεθνείς αγορές κεφαλαίου, προκειμένου να αντλήσει την αναγκαία ρευστότητα, με την οποία θα μπορούσε να χρηματοδοτήσει υγιή επενδυτικά προγράμματα.
Η αναπτυξιακή πορεία όμως της χώρας θα εμπεδωθεί όταν θα έχουμε περάσει με σαφήνεια σε μια διαδικασία διαρθρωτικής προσαρμογής της παραγωγικής βάσης της χώρας, η οποία θα έχει μακροχρόνια θετικά αποτελέσματα στο εισόδημα και την απασχόληση. Δηλαδή, θα έχουμε διασφαλίσει εκείνες τις προϋποθέσεις που απαιτούνται για μια βιώσιμη και διατηρήσιμη ανάπτυξη.
Αν κάποιος παρακολουθήσει την πορεία της Ελλάδος από τον πόλεμο και μετά, θα διαπιστώσει ότι στα δύο ή τρία διαφορετικά είδη οικονομικής ανάπτυξης που επεδίωξε να γνωρίσει η χώρα μας, μια από τις βασικές τους αδυναμίες αφορούσε το γεγονός ότι ήταν μοντέλα που στηρίχθηκαν σε επιλογές οι οποίες δεν ήταν διατηρήσιμες και βιώσιμες μέσα στο χρόνο.
Για παράδειγμα, η πρώτη πετρελαϊκή κρίση που ξέσπασε τη δεκαετία του εβδομήντα, οδήγησε σε καταβαράθρωση το αναπτυξιακό πρότυπο που διαμορφώθηκε μετά τον πόλεμο, ενώ η κρίση που ξέσπασε το 2008 οδήγησε σε καταβαράθρωση του άλλου αναπτυξιακού προτύπου, το οποίο στηριζόταν κυρίως στην ενίσχυση της δημόσιας και ιδιωτικής κατανάλωσης που χρηματοδοτήθηκε πρωτίστως μέσα από το δανεισμό και όχι επειδή βελτιώθηκε το διαθέσιμο προς κατανάλωση εισόδημα χάρη στην ενίσχυση της παραγωγικότητας του ιδιωτικού τομέα.
Η προσαρμογή στην οποία πρέπει να προχωρήσει η χώρα μας, χρειάζεται χρόνο για να ωριμάσει και να αποδώσει καρπούς, ιδιαίτερα όταν αντιμετωπίζουμε μεγάλα προβλήματα που σχετίζονται τόσο με τη διεθνή αβεβαιότητα, αλλά και με τις δυσκολίες που υπάρχουν στο εσωτερικό της χώρας.
Σε ό,τι αφορά στο διεθνές περιβάλλον, θα έλεγα ότι η αβεβαιότητα παίζει καθοριστικό ρόλο και στη λήψη των αποφάσεων, καθώς επηρεάζει την επενδυτική και την καταναλωτική συμπεριφορά.
Η πορεία της οικονομίας καθορίζεται από τις αποφάσεις και τις πρωτοβουλίες που παίρνει κυβέρνηση, αλλά και από τις εξελίξεις στον ευρύτερο ευρωπαϊκό χώρο. Για ένα μεγάλο διάστημα υπήρχε μια αβεβαιότητα για το που πορεύεται η χώρα, στο βαθμό που στην Ευρώπη δεν είχε γίνει κατανοητό το μέγεθος του προβλήματος που αντιμετωπίζει.
Όταν λοιπόν βρεθήκαμε στο επίκεντρο μιας κερδοσκοπικής επίθεσης δαπανήσαμε πολύτιμο χρόνο μέχρι να πείσουμε τους ευρωπαίους εταίρους για το είδος του προβλήματος με το οποίο βρισκόμασταν αντιμέτωποι, με αποτέλεσμα πολλές φορές να χρειάζεται να φτάσουμε σε οριακές καταστάσεις.
Να σας υπενθυμίσω τις δραματικές συνεδριάσεις που πραγματοποιήθηκαν στις 2 και στις 9 Μαΐου του 2010, όπου η Ευρώπη κάτω από την πίεση των αγορών υποχρεώθηκε στη λήψη συγκεκριμένων αποφάσεων για να αντιμετωπίσει τα προβλήματα.
Επίσης, ανάλογες εξελίξεις παρατηρήσαμε και καθ’ όλη τη διάρκεια του 2011 μέχρι που τελικά οδηγηθήκαμε στις αποφάσεις της 21ης Ιουλίου, οι οποίες σε μεγάλο βαθμό διαμορφώνουν, υπό την προϋπόθεση και την αίρεση της πλήρους εφαρμογής των αποφάσεων αυτών, ένα ευνοϊκότερο περιβάλλον για να αποκατασταθεί η εσωτερική ηρεμία που έχει ανάγκη η οικονομία μας.
Ευχαριστώ.

Μπορεί να μη συμφωνώ ούτε στο ελάχιστο με αυτά που λες,αλλά θα έδινα μέχρι και την τελευταία ρανίδα του αίματός μου για το δικαίωμά σου να συνεχίσεις να τα λες -ΒΟΛΤΑΙΡΟΣ