Παρασκευή, 15 Ιουλίου 2011
Απάντηση του Αντιπρόεδρου της Κυβέρνησης και Υπουργού Οικονομικών κ. Ευ. Βενιζέλου στην Επίκαιρη Ερώτηση 1070/12-7-2011 του Βουλευτή του ΛΑΟΣ κ. Κ. Αϊβαλιώτη, σχετικά με την κατάργηση δημοσίων οργανισμών και φορέων.
«Κύριε Πρόεδρε, δεν θέλω να επαναλαμβάνω πράγματα, τα οποία είναι γνωστά και χιλιοειπωμένα και τα ακούει ο ελληνικός λαός και θεωρεί ότι δεν έχουν καμία αξία, αλλά είναι επείγουσα ανάγκη το κράτος να γίνει μικρότερο, εξυπνότερο, δικαιότερο, αποτελεσματικότερο.
Δεν υπάρχει, επίσης, καμία αμφιβολία, ότι πρέπει να περιορίσουμε τους φορείς της λεγόμενης Γενικής Κυβέρνησης, οι οποίοι μας δημιουργούν τεράστια προβλήματα. Ο έλεγχος είναι από δύσκολος έως αδύνατος και παρουσιάζουμε μια εικόνα διεθνώς, η οποία προσβάλει την Ελλάδα και τους Έλληνες και απαξιώνει τους κόπους που κάνει ο ελληνικός λαός, προκειμένου να πετύχουμε τη δημοσιονομική αλλά και την εθνική ανόρθωση.
Ο Οργανισμός Κωπαΐδας υπάρχει από το 1931, είναι Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου αυτοχρηματοδοτούμενο, ασχολείται με εγγειοβελτιωτικά έργα και τώρα ανήκει στην Αιρετή Περιφέρεια. Αυτά τα προβλήματα προσπαθούμε να τα λύσουμε τώρα δραστικά.
Χθες το Υπουργικό Συμβούλιο συζήτησε και εισηγηθήκαμε και ο κ. Πάγκαλος -που προεδρεύει της Επιτροπής για την κατάργηση των φορέων- και εγώ, οι κατάλογοι που έχουν διαμορφωθεί με τους υπό κατάργηση φορείς, να εισαχθούν αμέσως στην Βουλή προκειμένου να ολοκληρωθεί αυτός ο κύκλος και να ληφθεί η απόφαση.
Στο νομοσχέδιο που κατατέθηκε χθες, θα επιδιώξουμε να προσθέσουμε ως τη συζήτηση στην Ολομέλεια σχετική τροπολογία, προκειμένου να έχει συντελεστεί μέχρι τις 5 Αυγούστου η κατάργηση αυτή. Και αυτό αφορά όλους τους φορείς που έχουν περιληφθεί στη συμφωνία που έχουμε με τους θεσμικούς μας εταίρους και πιστωτές. Γιατί αυτό δεν μας το επιβάλει κανείς, δεν είναι ένας έξωθεν αναγκασμός, αλλά είναι μια στοιχειώδης ενέργεια εκλογίκευσης της κατάστασης υπέρ του κράτους, υπέρ του πολίτη, υπέρ της οικονομίας.
Και το ίδιο ισχύει και με τις ιδιωτικοποιήσεις. Οι ιδιωτικοποιήσεις είναι ταυτόχρονα μια προσπάθεια να περιορίσουμε το κράτος και τη δημόσια δαπάνη, να δώσουμε μια αναπτυξιακή ώθηση μέσω νέων επενδύσεων και ταυτόχρονα να διαμορφώσουμε συνθήκες ανταγωνισμού στην αγορά, προκειμένου να αναπτυχθούν, να απελευθερωθούν παραγωγικές δυνάμεις, οι οποίες υπάρχουν και οι οποίες καταπιέζονται λόγω του υπερβολικού διοικητικού κόστους ή λόγω μονοπωλιακών καταστάσεων, οι οποίες έχουν επιβληθεί.
Τίποτα από αυτά δεν θίγει το επίπεδο υπηρεσιών που πρέπει να έχει ο πολίτης, τίποτα από αυτά δεν θίγει τον στρατηγικό έλεγχο του κράτους πάνω σε τομείς οι οποίοι έχουν σημασία για την εθνική οικονομία, για την εθνική ασφάλεια, για την εθνική υπόσταση.
Υπάρχουν θεσμικές δυνατότητες, τις χρησιμοποιούμε από το Σύνταγμά μας, από το Ευρωπαϊκό Δίκαιο, από τις συμβάσεις που θα συναφθούν, προκειμένου να διαμορφώσουμε αυτό το νέο πλαίσιο το ταχύτερο δυνατό.
Το σχετικό νομοσχέδιο ήταν έτοιμο, εκκρεμούσε και τώρα θα αξιοποιηθεί με τη μορφή που σας είπα άμεσα, κοινοβουλευτικά. Η Επιτροπή, η οποία είναι αρμόδια εκ του νόμου, θα συνεδριάσει την Τρίτη, προκειμένου να λάβει και την τελική τυπική απόφαση, ώστε να μπορέσουμε να κινήσουμε τη διαδικασία αυτή σύμφωνα με την απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου.
Άρα, σε λίγες μέρες το θέμα αυτό θα συζητηθεί με τη διαδικασία του νομοθετικού έργου, όπως και το ζήτημα των τυχερών παιχνιδιών, στο οποίο αναφέρθηκα προηγουμένως και το οποίο αποτελεί κεφάλαιο του ήδη κατατεθειμένου νομοσχεδίου».
Δευτερολογία
«Κύριε Πρόεδρε, αν ψάξουμε να βρούμε λειτουργικές δαπάνες του δημοσίου, των Υπουργείων, των εποπτευομένων φορέων και να θέσουμε υπό συζήτηση τη σκοπιμότητα αυτών των λειτουργικών δαπανών, μπορούμε να συζητάμε επί μέρες και μέρες και να μην καταλήγουμε σε ασφαλές συμπέρασμα.
Γι’ αυτό το λόγο έχει αλλάξει ριζικά ο τρόπος κατάρτισης και διαχείρισης του Προϋπολογισμού. Το Υπουργείο Οικονομικών παρακολουθεί επτά μεγάλους κωδικούς και η επιμέρους διαχείριση και κατανομή γίνεται από τα αρμόδια Υπουργεία. Με αφορμή την κατάρτιση του προσχεδίου και στη συνέχεια του οριστικού σχεδίου του Προϋπολογισμού του 2012 θα εφαρμόσουμε νέες μεθόδους αξιολόγησης των κωδικών και παρακολούθησης της εφαρμογής τους με τη βοήθεια και της αρμόδιας Επιτροπής και της αρμόδιας νέας Υπηρεσίας του Κοινοβουλίου μας.
Θα σας πω μόνο ότι στο Υπουργείο Εθνικής Άμυνας, στο οποίο υπηρέτησα τα δύο προηγούμενα χρόνια, είχαμε μία μείωση του Προϋπολογισμού, η οποία υπερέβη το 25% και η μείωση των λειτουργικών δαπανών ήταν πολύ μεγαλύτερη. Έφυγα δε από το Υπουργείο Αμύνης αφήνοντας την απορροφητικότητα των δαπανών του 2011 στο επίπεδο του 22%. Άρα, έχω και το ηθικό δικαίωμα να ζητώ από τους συναδέλφους μου να είναι δραστικοί και αποτελεσματικοί σ’ αυτά τα θέματα.
Δεν θεωρώ ότι βοηθά σε τίποτα να συζητάμε σ’ αυτήν την Αίθουσα για το ύψος του δημόσιου χρέους σε απόλυτους αριθμούς. Η συζήτηση για το δημόσιο χρέος σε απόλυτους αριθμούς είναι παραπλανητική και έχει μόνο μία αξία, το ύψος των ετήσιων δανειακών αναγκών, γιατί αυτές βεβαίως είναι απόλυτοι αριθμοί, διότι η αγορά συναλλάσσεται σε απόλυτους αριθμούς.
Θα κάνουμε μία τέτοια συζήτηση αναλυτικά σε λίγες μέρες, μόλις βγούμε από την περιδίνηση αυτής της μεγάλης διεθνούς διαπραγμάτευσης για τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του δημοσίου χρέους. Οι αριθμοί είναι απολύτως προσιτοί σε όλους, αλλά δεν θέλω σήμερα να συζητήσω γι’ αυτό το θέμα. Δεν είναι η κατάλληλη στιγμή.
Όμως, είναι σημαντικό να σχολιάσω το τελευταίο σημείο της παρέμβασης του κ. Αïβαλιώτη. Ποιο είναι το ύψος της δημόσιας ακίνητης περιουσίας; Αυτό το χρησιμοποιεί πλέον και η διεθνής συζήτηση. Και οι εταίροι μας και η Ευρωπαϊκή Ένωση και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο επικαλούνται μία μελέτη της Κτηματικής Εταιρείας του Δημοσίου, η οποία σε αντικειμενικές αξίες αποτίμησε τη δημόσια περιουσία που χειρίζεται η ΚΕΔ στα περίπου 285 δισεκατομμύρια ευρώ.
Θέλω να ρωτήσω τη Βουλή ρητορικά το εξής: Γνωρίζουμε πόση είναι η ιδιωτική ακίνητη περιουσία σε αντικειμενικές αξίες; Δηλαδή, πόση είναι η αξία που έχουν αυτή τη στιγμή οι Έλληνες, οι πολίτες, τα νοικοκυριά, οι ιδιωτικές επιχειρήσεις; Με βάση τις αντικειμενικές τιμές, πόση είναι η δηλωμένη στο Ε9 αξία των ιδιωτικών ακινήτων;
Με βάση, λοιπόν, τα στοιχεία του 2009, είναι 400 δισεκατομμύρια ευρώ! Άρα, υπ’ αυτήν την έννοια, ο ιδιωτικός τομέας έχει στα χέρια του μία περιουσία, η οποία υπερκαλύπτει κατά πολύ το ύψος του δημοσίου χρέους. Αν βάλουμε, μάλιστα και την αξία της θεωρητικής περιουσίας της ΚΕΔ, έχουμε άνεση. Κινδυνεύουμε να τριπλασιάσουμε την περιουσία που έχουμε στα χέρια μας σε σχέση με το δημόσιο χρέος! Το θέμα είναι πόσο εμπορεύσιμα είναι όλα αυτά και τι αποδίδουν όταν θέλεις να έχεις ταμειακή ευχέρεια. Δεν πρέπει να παρεξηγούμε μεγέθη τα οποία είναι λογιστικά και θεωρητικά, με μεγέθη τα οποία είναι αγοραία.
Η αλήθεια πάντως είναι ότι στην Ελλάδα –και μάλιστα σε πραγματικές αξίες και όχι σε αντικειμενικές- είναι επενδυμένα σε ακίνητα τεράστια ποσά, πολύ μεγάλες περιουσίες και αυτό είναι σε πολύ μεγάλο βαθμό το προϊόν του κόπου του ελληνικού λαού. Είναι άλλο πράγμα αν αυτός ο κόπος φορολογήθηκε ή δεν φορολογήθηκε, αν παρήχθη μέσα από την επίσημη οικονομία ή μέσα από την παραοικονομία. Αυτό είναι το μεγάλο γενετικό ελάττωμα του κράτους μας, της οικονομίας μας. Είναι ένα διαρθρωτικό ελάττωμα που υπάρχει από τη γένεσή του από το 1827 και μετά.
Τώρα πρέπει να βάλουμε τάξη σ’ αυτό. Όμως, δεν υπάρχει καμμία αμφιβολία ότι υπάρχει μία τεράστια ακίνητη περιουσία, η οποία πρέπει να αξιοποιηθεί με τον επωφελέστερο τρόπο, αρκεί να διατηρείται η αγορά σε κίνηση και αρκεί να μην υπάρχει μόνο προσφορά, αλλά να υπάρχει και ζήτηση, διότι αλλιώς δεν συγκροτείται μια σχέση η οποία είναι επωφελής και συμφέρουσα.
Γι’ αυτό πρέπει να είμαστε πάρα πολύ προσεκτικοί στο τι λέμε. Και εν πάση περιπτώσει, εδώ δεν μιλάμε αυτή τη στιγμή για την εθνική οικονομία, αλλά μιλάμε για τα δημόσια οικονομικά. Και ακριβώς η συμφιλίωση μεταξύ των δυνατοτήτων της εθνικής οικονομίας -που είναι πολλές- και των δημοσίων οικονομικών -που είναι σε πάρα πολύ κακή κατάσταση- είναι ο στόχος μας, να στηρίξουμε και να αναπτύξουμε την εθνική οικονομία και να ανασυγκροτήσουμε τη δημόσια οικονομία, αλλάζοντας τη δημοσιονομική κατάσταση.
Η κατάσταση δεν μοιάζει με σύστημα -το έχω πει πολλές φορές, το λέω χρόνια- αλλά είναι μια χύμα κατάσταση και από αυτή πρέπει να πάμε στο Εθνικό Φορολογικό Σύστημα, γιατί μόνον έτσι θα είμαστε δίκαιοι, ισορροπημένοι, διαφανείς, φιλοαναπτυξιακοί. Διότι τελικά η ανάπτυξη με την κοινωνική δικαιοσύνη μπορεί να πάει μαζί, αρκεί όλοι να επωμιστούμε δίκαια το βάρος. Όλοι.
Ευχαριστώ πολύ».