Ιωάννινα, 20 Ιαν. 11
Εντάσσεται στον επενδυτικό νόμο η μετατροπή σε ξενοδοχεία παραδοσιακών ή/και διατηρητέων κτηρίων
Ομιλία Θανάση Οικονόμου
http://www.youtube.com/user/athanasiosoikonomou?feature=mhum
«Θα ήθελα να επισημάνω κ. Υπουργέ, όπως έχουμε πει και στην Επιτροπή Παραγωγής, ότι δεν πρέπει να ισχύσει η εξαίρεση που υπάρχει στο Άρθρο 3 για τα παραδοσιακά και διατηρητέα κτήρια. Για εμάς στις ορεινές περιοχές τα παραδοσιακά κτήρια είναι συνυφασμένα με την κουλτούρα, τον πολιτισμό, τις δυνατότητές μας», είπε στην Ολομέλεια της Βουλής ο Θανάσης Οικονόμου απευθυνόμενος στον κ. Χρυσοχοΐδη κατά τη συζήτηση του νέου επενδυτικού νόμου. «Εντάσσονται» απάντησε ο Υπουργός.
Στην ομιλία του ο Θανάσης Οικονόμου επεσήμανε ότι ισχυρίζονται ορισμένοι ότι το 2010 υπήρξε αναπτυξιακό κενό. Ωστόσο, μόνο στην Περιφέρεια μας είχαμε το 2010 έγκριση 117 προτάσεων ύψους 78 εκατομμυρίων εκ των οποίων τα 45 εκ. ήταν δημόσια δαπάνη. Άρα το μόνο κενό που υπήρξε ήταν «η διάθεση εξ αιτίας του πρώην αναπτυξιακού νόμου να επενδύσουμε δημιουργικά και με τρόπο που να δημιουργήσει υπεραξία στην περιοχή μας». Γι’ αυτό, όπως τόνισε, ο νέος επενδυτικός νόμος δεν είναι μόνο ένα θεσμικό εργαλείο που δημιουργεί προσδοκίες, αλλά ουσιαστικά περιγράφει ένα πλαίσιο στρατηγικού σχεδιασμού για το αναπτυξιακό μας μοντέλο. Από την κατανάλωση στην παραγωγή. «Μέσα σε 30 χρόνια θεσμοθετήσαμε 4 αναπτυξιακούς, με αμφισβητούμενα αποτελέσματα. Αλλά και με έργα. Είναι στο χέρι μας σήμερα να μην τα μηδενίζουμε όλα, αλλά αντίθετα να τα δούμε με την κριτική εκείνη ματιά που θα μας επιτρέψει να αποφασίσουμε τι αφήνουμε οριστικά πίσω και τι μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε ως παρακαταθήκη».
Είναι χαρακτηριστικό ότι το 1981 η συμμετοχή της Αττικής και της ευρύτερης περιοχής της Θεσσαλονίκης επί του ΑΕΠ ανέρχονταν σχεδόν στο 50% . Το αντίστοιχο ποσοστό το 2007 ανήλθε στο 62%. Στον αντίποδα οι περιφέρειες υπέστηκαν καθίζηση της ανάπτυξης τους, όπως στην Ήπειρο που από 2,6% το 1981 πέσαμε στο 2,3% το 2007.
Ζωντανή, επίσης, απόδειξη της ανεπαρκούς στόχευσης είναι ο προηγούμενος αναπτυξιακός.
Σε ολόκληρη την Περιφέρεια Ηπείρου με 650 περίπου επενδυτικά σχέδια σε 6 χρόνια, δημιουργήθηκαν αρχικά τουλάχιστον 1900 θέσεις εργασίας, περίπου 3 για κάθε επένδυση. Ποτέ, όμως, δεν προχωρήσαμε σε αξιολόγηση και έλεγχο. Παραμένουν ακόμη οι εργαζόμενοι σε αυτές τις θέσεις; Δημιούργησαν υπεραξίες, ικανές να κινητροδοτήσουν νέες; Προσθέσαμε πόντους στο αναπτυξιακό πλαίσιο της Περιφέρειας; «Όχι, όλοι οι δείκτες είναι αρνητικοί».
«Όλα αυτά τα χρόνια φροντίζαμε να τα κάνουμε σχεδόν όλα, σχεδόν καλά». Γιατί αυτό που είχαμε μέχρι χθες ήταν ένας νόμος και μία αντίληψη που έχτιζε σε μια επιδοματική λογική. «Βάζαμε το κάρο μπροστά από το άλογο και πολλές φορές ήταν η επιδότηση εκείνη που έσερνε την επενδυτική διάθεση».
Στον αντίποδα, ο νέος επενδυτικός βάζει στο τραπέζι για πρώτη φορά βασικές παραμέτρους για την προοδευτική ταυτότητα της χώρας, επανατοποθετώντας την έννοια της επιχειρηματικότητας στην ορθή της βάσης βγάζοντας την έξω από μία κρατικοδίαιτη λογική. Για να ξαναθυμηθούμε ότι η βάση της επιχειρηματικότητας και άρα της ανάπτυξης είναι η γνώση, το ρίσκο, η πίστη.
Τόνισε δε, ότι «είναι στο χέρι του πολιτικού συστήματος να αποφασίσουμε ότι η παραγωγή γόνιμου έργου δεν εξαντλείται σε ισοπεδωτικές κορώνες που εναλλάξ εκστομίζουμε ανάλογα με το ποιος είναι στη θέση της αντιπολίτευσης. Πεποίθηση μου είναι ότι με αυτή τη λογική, τα όποια αντιπολιτευτικά οφέλη είναι πρόσκαιρα, ενώ αντίθετα παγιώνεται η αίσθηση ότι η Ελλάδα δεν έχει τίποτα να παρουσιάσει. Με άλλα λόγια, ότι δεν έχει τίποτα στις βαλίτσες της που θα την βοηθήσει στο νέο μεγάλο της ταξίδι».
«Όσο, όμως, οι νέοι μας βγαίνουν στον δρόμο με ειρηνικό τρόπο απαιτώντας από όλους μας αυτά που ούτως ή άλλως τους χρωστάμε… τότε δεν έχουμε άλλη επιλογή παρά να προωθήσουμε τις αλλαγές που απαιτούνται. Όσο υπάρχουν άνθρωποι με ιδέες και διάθεση για δουλειά...τότε δεν έχουμε τίποτα να φοβόμαστε».
Γιατί είναι σαφές, κατέληξε, ότι κανένας νόμος όσο καταλυτικός και αν είναι όπως ο νέος επενδυτικός, δεν είναι πανάκεια για την ανάπτυξη, αν δεν συστρατευθούμε. «Άλλωστε ας μην γελιόμαστε. Γι’ αυτό είμαστε εδώ».
Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της ομιλίας
Συζητάμε σήμερα ένα νομοσχέδιο στο οποίο έχουμε στηρίξει πολλά περισσότερα απ’ ότι σε έναν απλό νόμο.
Καθώς όλοι κατανοούμε, ότι είναι το θεσμικό εκείνο εργαλείο που όχι μόνο δημιουργεί προσδοκίες,
αλλά ουσιαστικά περιγράφει ένα πλαίσιο στρατηγικού σχεδιασμού για το αναπτυξιακό μας μοντέλο. Από την κατανάλωση στην παραγωγή.
Και έχουμε ανάγκη σ’ αυτή τη νέα ισορροπία που συνδιαμορφώνουμε, να πιστέψουμε και να δουλέψουμε για την Ελλάδα που αξίζουμε και μπορούμε να έχουμε.
Σε μια εποχή, που η ολόκληρη η κοινωνία καταβάλει ηράκλειες προσπάθειες να αφήσει στο χθες οτιδήποτε ανήκει εκεί.
Εκείνο το χθες, στο οποίο μέσα σε 30 χρόνια θεσμοθετήσαμε 4 αναπτυξιακούς νόμους, με αμφισβητούμενα αποτελέσματα. Αλλά και με έργα. Είναι στο χέρι μας σήμερα να μην τα μηδενίζουμε, αλλά αντίθετα να τα δούμε με την κριτική εκείνη ματιά που θα μας επιτρέψει να αποφασίσουμε τι αφήνουμε οριστικά πίσω και τι μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε ως παρακαταθήκη.
Είναι στο χέρι μας – και απευθύνομαι στο πολιτικό σύστημα- να αποφασίσουμε τελικά ότι η παραγωγή γόνιμου έργου δεν εξαντλείται σε μηδενισμούς και ισοπεδωτικές κορώνες
που εναλλάξ εκστομίζουμε ανάλογα με το ποιος είναι στη θέση της αντιπολίτευσης.
Πεποίθηση μου είναι ότι με αυτή τη λογική ,
τα όποια αντιπολιτευτικά οφέλη είναι πρόσκαιρα,
ενώ αντίθετα παγιώνεται η αίσθηση ότι η Ελλάδα δεν έχει τίποτα να παρουσιάσει.
Με άλλα λόγια, ότι δεν έχει τίποτα στις βαλίτσες της που θα την βοηθήσει στο νέο μεγάλο της ταξίδι.
Και, όμως, παρά τα λάθη, τις παραλείψεις, τις αναχρονιστικές πολλές φορές επιλογές, με τους 4 αναπτυξιακούς νόμους που προηγήθηκαν, έγιναν πράγματα στον τόπο μας. Υποδομές, δημόσιες και ιδιωτικές, τεχνογνωσία, μεταφορές, κατασκευές είναι μερικά από αυτά.
Σήμερα καλούμαστε να πάμε πολλά βήματα παραπέρα. Και πολύ πιο γρήγορα.
Όλα αυτά τα χρόνια φροντίζαμε να τα κάνουμε σχεδόν όλα, σχεδόν καλά. Σπάνια λέγαμε όχι, σπανιότερα στοχεύαμε, ακόμη πιο σπάνια είχαμε στρατηγική και σχεδόν ποτέ δεν είχαμε διαφάνεια και κοινωνικό έλεγχο με αποτέλεσμα υπερτιμολογήσεις και διασπάθιση του δημόσιου χρήματος.
Το ζητούμενο, λοιπόν, σήμερα δεν είναι να φέρουμε έναν νέο αναπτυξιακό, αλλά να φέρουμε έναν αναπτυξιακό που υιοθετεί μία εντελώς διαφορετική συλλογιστική.
Που δεν θα χρηματοδοτεί γενικώς και αορίστως τους πάντες και για τα πάντα, αλλά επιλέγει πως θα διαχειριστεί τους υπάρχοντες πόρους καλύπτοντας υπαρκτές αναπτυξιακές ανάγκες,
βάζοντας στο τραπέζι για πρώτη φορά βασικές παραμέτρους για την προοδευτική ταυτότητα της χώρας:
τη δημιουργία και ανάδειξη συγκριτικών πλεονεκτημάτων, την κοινωνική κινητικότητα, την ενθάρρυνση της καινοτομίας και των επενδύσεων υψηλής απόδοσης.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
Τα στοιχεία είναι ενδεικτικά ενός παρελθόντος που πρέπει να αλλάξει.
Οι 4 αναπτυξιακοί νόμοι πέτυχαν πολύ λίγο αποτέλεσμα εν’ τέλει για τόσα χρήματα. Ειδικά αν σκεφτεί κανείς ότι οι περιφερειακές ανισότητες όχι μόνο δεν αμβλύνθηκαν αλλά επιδεινώθηκαν.
Ένα παράδειγμα.
Το 1981 η συμμετοχή της Αττικής και της ευρύτερης περιοχής της Θεσσαλονίκης επί του ΑΕΠ ανέρχονταν σχεδόν στο 50% . Το αντίστοιχο ποσοστό το 2007 ανήλθε στο 62%.
Στον αντίποδα οι περιφέρειες υποστήκαν καθίζηση της ανάπτυξης τους, όπως στην Ήπειρο που από 2,6% το 1981 πέσαμε στο 2,3% το 2007.
Ζωντανή, επίσης, απόδειξη της ανεπαρκούς στόχευσης είναι ο προηγούμενος αναπτυξιακός.
Είναι χαρακτηριστικό ότι, στην Ήπειρο με 650 περίπου επενδυτικά σχέδια σε 6 χρόνια, δημιουργήθηκαν αρχικά τουλάχιστον 1900 θέσεις εργασίας, περίπου 3 για κάθε επένδυση.
Ποτέ, όμως, δεν προχωρήσαμε σε αξιολόγηση και έλεγχο.
Παραμένουν ακόμη οι εργαζόμενοι σε αυτές τις θέσεις;
Δημιούργησαν υπεραξίες, ικανές να κινητροδοτήσουν νέες;
Προσθέσαμε πόντους στο αναπτυξιακό πλαίσιο της Περιφέρειας;
Όχι, όλοι οι δείκτες είναι αρνητικοί.
Μόνο στην Περιφέρεια Ηπείρου, είχαμε το 2010, την έγκριση 117 προτάσεων ύψους 78 εκατομμυρίων εκ των οποίων τα 45 εκ. ήταν δημόσια δαπάνη. Για να μη λέμε ότι υπήρχε κενό αναπτυξιακού νόμου. Άρα το μόνο κενό που υπήρξε ήταν η διάθεση να επενδύσουμε δημιουργικά και με τρόπο που να δημιουργήσει υπεραξία στην περιοχή μας.
Γιατί αυτό που είχαμε μέχρι χθες ήταν ένας νόμος και μία αντίληψη που έχτιζε σε μια επιδοματική λογική.
Βάζαμε το κάρο μπροστά από το άλογο και πολλές φορές ήταν η επιδότηση εκείνη που έσερνε την επενδυτική διάθεση.
Στον αντίποδα, σήμερα υιοθετούμε όχι απλά ένα ακόμη θεσμικό εργαλείο, αλλά επί της ουσίας ένα εργαλείο ικανό
να επανατοποθετήσει την έννοια της επιχειρηματικότητας στην ορθή της βάσης βγάζοντας την έξω από μία κρατικοδίαιτη λογική.
Για να ξαναθυμηθούμε ότι η βάση της επιχειρηματικότητας και άρα της ανάπτυξης είναι η γνώση, το ρίσκο, η πίστη.
Για αυτό επιμένω στη συλλογιστική και στη νέα νοοτροπία που εισηγείται το παρόν νομοσχέδιο.
Μίας νέας αντίληψης για τα πράγματα που εκφράζεται στο σύνολο των κυβερνητικών πρωτοβουλιών μας.
Για τη δημιουργία ενός ευνοϊκού επιχειρηματικού και επενδυτικού περιβάλλοντος, προωθώντας όλες εκείνες τις θεσμικές αλλαγές που έχει ανάγκη ο τόπος μας.
Από τον εξορθολογισμό της λειτουργίας των οικονομικών του κράτους, μέχρι την ανεξάρτητη Στατιστική Υπηρεσία, από την εξυγίανση των ΔΕΚΟ μέχρι την αλλαγή στο σύστημα προμηθειών στα δημόσια νοσοκομεία, από την ανάπτυξη των ΑΠΕ και το Fast Track, το Ταμείο Επιχειρηματικότητας ή το φορολογικό πλαίσιο,
το εθνικό σχέδιο εξωστρέφειας των εξαγωγών..
όλα συνηγορούν ότι αυτό που αλλάζει σήμερα στην Ελλάδα δεν είναι ένα επιφανειακό κλίμα. Είναι βάση. Στήριγμα και ουσία.
Βασικό κομμάτι αυτού του πολυεπίπεδου μωσαϊκού είναι και ο νέος επενδυτικός νόμος.
Θέτοντας ως κρίσιμη προτεραιότητα την περιφερειακή ανάπτυξη και την στήριξη της καινοτομίας,
ορίζει 3 γενικές κατηγορίες επενδυτικών σχεδίων και 4 ειδικών.
Δεν δίνει τα χρήματα του Έλληνα φορολογούμενου στους πάντες και για τα πάντα. Ασφαλώς και στηρίζει γενικά επιχειρηματικά σχέδια αλλά με φορολογικά κίνητρα, με στόχο να ενταχθούν τα πραγματικά βιώσιμα και κερδοφόρα σχέδια.
Κυρίως όμως στοχεύουμε πλέον εκεί που πραγματικά η χώρα μας έχει ανάγκη, στην στήριξη της έρευνας και της καινοτομίας, στην περιφερειακή ανάπτυξη, την νεανική επιχειρηματικότητα και φυσικά τις επιχειρηματικές συνέργειες.
Με πολύ συγκεκριμένο πλαίσιο υλοποίησης,
με ετήσιο προγραμματισμό πόρων και προτεραιοτήτων,
με δυνατότητα υποβολής προτάσεων ανά εξάμηνο,
και για πρώτη φορά με ετήσιο απολογισμό του αρμοδίου Υπουργού στη Βουλή.
Κάνοντας πράξη την ανάγκη για διαφάνεια παντού, διαχωρίζοντας τον αξιολογητή από τον ελεγκτή, νομοθετώντας για πρώτη φορά τον έλεγχο πόθεν έσχες όλων των εμπλεκομένων.
Συντάσσοντας δημόσιο πίνακα βαθμολογίας των υποβαλλόμενων προτάσεων με αντικειμενικά και ελέγξιμα κριτήρια από κάθε ενδιαφερόμενο.
Αλλά και με μία παράμετρο ουσιωδώς καινοτόμα:
Για πρώτη φορά θεσμοθετούνται κυρώσεις για τον επιχειρηματία που δεν υλοποιεί ή δεν υλοποιεί σωστά την επένδυση του, αποθαρρύνοντας κάθε τυχοδιώκτη να καρπώνεται το κομπόδεμα του Ελληνικού λαού.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
Όσο οι νέοι μας δεν αρκούνται στα ελάχιστα και έτοιμα αλλά αγωνίζονται,
όσο οι νέοι μας βγαίνουν στον δρόμο με ειρηνικό τρόπο απαιτώντας από όλους μας αυτά που ούτως ή άλλως τους χρωστάμε…
τότε δεν έχουμε άλλη επιλογή παρά να προωθήσουμε τις αλλαγές που απαιτούνται.
Όσο υπάρχουν άνθρωποι με ιδέες, όσο υπάρχει διάθεση για δουλειά...
τότε δεν έχουμε τίποτα να φοβόμαστε.
Όσο σε κάθε γωνιά της χώρας μας γεννιέται ελπίδα..
τότε δεν έχουμε κανένα άλλο περιθώριο παρά να βάζουμε πλάτη στις θυσίες της κοινωνίας.
Γιατί είναι σαφές ότι κανένας νόμος όσο καταλυτικός και αν είναι όπως ο νέος επενδυτικός,
δεν είναι πανάκεια για την ανάπτυξη,
αν δεν συστρατευθούμε.
Άλλωστε ας μην γελιόμαστε.
Γι’ αυτό είμαστε εδώ.