Δευτέρα, 20 Δεκεμβρίου 2010
Τοποθέτηση του Θανάση Οικονόμου κατά τη συζήτηση του Προϋπολογισμού του 2011 στην Ολομέλεια της Βουλής
http://www.youtube.com/user/athanasiosoikonomou
«Ο μεγαλύτερος κίνδυνος που έχουμε αυτή τη στιγμή δεν απορρέει μόνο από το δημόσιο χρέος. Απορρέει και από το φόβο να αναγνωρίσουμε ότι το πρόβλημα της Ελλάδας δεν είναι μόνο δημοσιονομικό. Είναι και διαρθρωτικό και θεσμικό. Αφορά την αξιοπιστία των πυλώνων της Δημοκρατίας. Την απόφαση μας να προχωρήσουμε σε θεσμική και λειτουργική ανασυγκρότηση, μέσα από την διαδικασία της εξυγίανσης αλλά και της κάθαρσης. Και αυτό αφορά πρώτιστα εμάς τους ίδιους μέσα σε αυτή την αίθουσα. Οφείλουμε, λοιπόν, να “διαβάσουμε” τον φετινό προϋπολογισμό ως αυτό που είναι και όχι στη βάση κριτηρίων μιας άλλης εποχής. Για να διαμορφώσουμε μία συλλογική συνείδηση που να ανταποκρίνεται στις πραγματικές μας ανάγκες και όχι στο εφήμερο. Με σοβαρό παραγωγικό μοντέλο στην οικονομία και την οργάνωση της κοινωνίας, με απονομή ευθυνών, με δράσεις που οδηγούν σε μία Ελλάδα που ξέρει ότι μπορεί “και αλλιώς”. Γιατί οι Έλληνες θέλουμε να προχωρήσουμε “αλλιώς”. Αυτό ήταν, άλλωστε, με τον έναν ή άλλο τρόπο εδώ και μια δεκαετία η ύψιστη κοινωνική απαίτηση».
Με αυτές τις επισημάνσεις, τοποθετήθηκε ο Θανάσης Οικονόμου επί του κρίσιμου Προϋπολογισμού του 2011 στην ολομέλεια της Βουλής, δηλώνοντας εξαρχής ότι ο φετινός προϋπολογισμός «δεν είναι κοινωνικός με τον ιδιότυπο τρόπο που το λέγαμε μέχρι τώρα. Δεν δίνει παροχές ή έστω υποσχέσεις παροχών. Ούτε είναι αναπτυξιακός με τον τρόπο που μέχρι σήμερα χρησιμοποιούσαμε τον όρο. Δεν διαβάζεται με όρους πολιτικής ορθότητας. Αλλά με όρους κοινωνικής υπευθυνότητας. Περιγράφει μία νέα κοινωνική ισορροπία. Περιγράφει όσα επιτέλους πρέπει να κάνουμε, όσα έπρεπε να έχουν γίνει εδώ και χρόνια, για να μπορούμε να μιλάμε για ανάπτυξη, για προσδοκίες, για κοινωνική συνοχή. Και ως εξ αυτού, είναι η μόνη σοβαρή στρατηγική πρόταση που μπορούμε να έχουμε».
«Η Ελλάδα που στους καλούς καιρούς ήταν νούμερο επιθεωρήσεων, αλλά σήμερα είναι αριθμοί ανεργίας και δείκτες χαμηλής ποιότητας Δημοκρατίας, πρέπει να τελειώσει οριστικά», επεσήμανε ξεκαθαρίζοντας ότι τα μέτρα που προβλέπονται για την στήριξη της πραγματικής οικονομίας, «προφανώς δεν λύνουν όλα τα προβλήματα. Όμως δείχνουν σαφώς ότι αυτό που υπάρχει περιθώριο κάθε φορά να δοθεί, δίνεται. Και πως έχουμε βαθιά επίγνωση της βίαιης οικονομικής και κοινωνικής αναπροσαρμογής που επιχειρείται, που εμπεριέχει μαζί με τον απαραίτητο εξορθολογισμό πιθανές αστοχίες ή αδικίες για πλατιά τμήματα της κοινωνίας. Αυτά θα είναι τα πρώτα που θα ωφεληθούν, όταν ξεπεράσουμε τους κραδασμούς της κρίσης», κατέληξε.
Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της ομιλίας
Ο φετινός προϋπολογισμός δεν μπορεί να αξιολογηθεί με βάση όσα ξέραμε μέχρι τώρα. Οι συνθήκες, άλλωστε, είναι δεδομένες και απολύτως γνωστές. Ακόμη και όταν κάποιοι εξακολουθούν να πιστεύουν ότι αν δεν παραδέχονται το πρόβλημα, αυτό παύει να υπάρχει.. Ακόμη και όταν κάποιοι εξακολουθούν να νοσταλγούν μία Ελλάδα που ήταν παραδομένη στο άρμα του καταναλωτισμού, της ανορθολογικής δημόσιας διοίκησης, του αντιπαραγωγικού οικονομικού μοντέλου..
Της Ελλάδας που έτρεφε την ψευδαίσθηση ότι οι μεγάλες παθογένειες παράγουν μόνο φιλολογικές αντιπαραθέσεις και όχι την πίεση για ριζικές μεταρρυθμίσεις. Αυτή η νοοτροπία έχει χρεοκοπήσει. Το μάθαμε όλοι με τον πιο επώδυνο τρόπο. Όμως μάθαμε και κάτι ακόμη. Ότι όσο ακραία και καταστροφική είναι η αυταρέσκεια που δεν βασίζεται στην παραγωγή ή σε σταθερές οικονομικές βάσεις, άλλο τόσο καταστροφική στάση είναι να αντιστεκόμαστε στην αλλαγή. Υποκρινόμενοι τον προβληματισμό για το αυτονόητο και επενδύοντας πάνω στην εύλογη κοινωνική αναστάτωση.
Ο προϋπολογισμός του 2011 δεν είναι κοινωνικός με τον ιδιότυπο τρόπο που το λέγαμε μέχρι τώρα. Όχι. Δεν δίνει παροχές ή έστω υποσχέσεις παροχών. Περιγράφει μία νέα κοινωνική ισορροπία. Ούτε είναι αναπτυξιακός με τον τρόπο που μέχρι σήμερα χρησιμοποιούσαμε τον όρο. Δεν διαβάζεται με όρους πολιτικής ορθότητας. Αλλά με όρους κοινωνικής υπευθυνότητας. Περιγράφει όσα επιτέλους πρέπει να κάνουμε, όσα έπρεπε να έχουν γίνει εδώ και χρόνια, για να μπορούμε να μιλάμε για ανάπτυξη, για προσδοκίες, για κοινωνική συνοχή. Ο προϋπολογισμός του 2011, είναι η μόνη σοβαρή στρατηγική πρόταση που μπορούμε να έχουμε.
• Πρώτον, γιατί έχει απόλυτη συνείδηση της τεράστιας αλλαγής νοοτροπίας που απαιτείται. Ώστε να πληρούνται οι προϋποθέσεις για να συνεχιστεί η απρόσκοπτη χορήγηση του δανείου από τον μηχανισμό στήριξης.
Και αυτή η συνείδηση αποδεικνύεται και από το γεγονός ότι μέσα από τις ίδιες τις προβλέψεις του, εμπεδώνεται η έννοια της δημοσιονομικής διαχείρισης σε επίπεδο Γενικής Κυβέρνησης. Έτσι, ο προϋπολογισμός εκτός από όλες τις παραμέτρους που αφορούν την εξοικονόμηση εσόδων και τον έλεγχο των δαπανών, θέτει ο ίδιος το πλαίσιο για την αυστηρή τήρηση και υλοποίησή του. Και αυτό είναι βασικό χαρακτηριστικό κάθε σοβαρής στρατηγικής.
Έχει, δηλαδή, ενσωματωμένο τον μηχανισμό ελέγχου της αποτελεσματικότητάς του:
- η αναλυτική περιγραφή και κατάρτιση λογαριασμών Γενικής Κυβέρνησης,
- τα συνολικά ετήσια όρια δαπανών,
- το μέγιστο ύψος δανεισμού που προβλέπει,
- η δημιουργία αποθεματικού και η υποχρέωση για συμπληρωματικό προϋπολογισμό, σε περίπτωση υπέρβασης των δαπανών πάνω από αυτό,
- οι διαδικασίες ελέγχου ανάληψης υποχρεώσεων,
- οι τακτικές αναφορές και η δημοσιοποίηση στοιχείων για την εκτέλεση του,
δηλώνουν τη βούληση της κυβέρνησης να εκπληρώσει μέχρι κεραίας το πρόγραμμα της οικονομικής πολιτικής και να ελέγχεται στη βάση των μετρήσιμων στόχων που έχουν τεθεί. Βάζοντας τέλος στη λογική των τελευταίων χρόνων με τους υποκριτικούς και κίβδηλους προϋπολογισμούς που ανατρέπονταν στο πρώτο κιόλας δίμηνο.
• Δεύτερον, γιατί ο προϋπολογισμός έχει απόλυτη στόχευση την εξυπηρέτηση των ριζικών διαρθρωτικών αλλαγών, ώστε να σπάσει επιτέλους ο φαύλος κύκλος που μας έφερε εδώ.
Είναι υποχρέωσή μας να λέμε την αλήθεια στους πολίτες. Εκτρέφεται από αρκετές πλευρές η εντύπωση ότι αν καταφέρουμε να ελέγξουμε το χρέος και να ξαναμπούμε σε κανονικούς ρυθμούς, αμέσως μετά «θα τελειώσουμε» με την τρόικα και θα μπορέσουμε να «αναπνεύσουμε» μόνοι μας. Σε αυτή την περίπτωση η ανεξαρτησία μας -αν θέλετε να μιλήσουμε με τέτοιους όρους- θα είναι μια πολύ μικρή παρένθεση μέχρι να ξαναμπούμε σε μηχανική υποστήριξη και τότε μάλιστα με πολύ χειρότερη πρόγνωση.
Γι’ αυτό και πρέπει να τελειώνουμε μια και δια παντός με την παράλογη, αντιπαραγωγική, αντικοινωνική και άδικη πλευρά της Ελλάδας. Η Ελλάδα που στους καλούς καιρούς ήταν νούμερο επιθεωρήσεων, αλλά σήμερα είναι αριθμοί ανεργίας και δείκτες χαμηλής ποιότητας δημοκρατίας, πρέπει να τελειώσει οριστικά. Με στοχευμένες διαρθρωτικές παρεμβάσεις όπως, στο διοικητικό μας μοντέλο, στις προμήθειες των νοσοκομείων, στην αύξηση της στόχευσης και της αποτελεσματικότητας των κοινωνικών μεταβιβάσεων, στο άνοιγμα επαγγελμάτων και φυσικά στην αντιμετώπιση της διαφυγής, φόρων και εισφορών. Παράμετροι, δηλαδή, που είναι κεντρικές προτεραιότητες στον φετινό Προϋπολογισμό. Και αυτό είναι η πιο σοβαρή και ουσιώδης προσέγγιση στο αίτημα της ριζικής αλλαγής που χρειαζόμαστε σήμερα.
• Τρίτον , γιατί ο προϋπολογισμός έχει απόλυτη συναίσθηση ότι το άνοιγμα των αγορών και η αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των επενδυτών, η αξιοπιστία της χώρας είναι θεωρητικά σχήματα αν δεν κινείται η πραγματική οικονομία, στην οποία στηρίζεται η ανάκαμψη της χώρας.
Παρά τις τεράστιες δυσκολίες και τα αυστηρό πλαίσιο της δημοσιονομικής προσαρμογής, προβλέπονται συγκεκριμένα μέτρα για την στήριξη της πραγματικής οικονομίας.
- η μείωση του ΦΠΑ στα ξενοδοχεία και στα φάρμακα,
- η μείωση του συντελεστή φορολόγησης αδιανέμητων κερδών,
- η χορήγηση επιδόματος θέρμανσης,
- η αύξηση της επιχορήγησης στον ΟΑΕΕ,
- η κατάργηση του πόθεν έσχες για την πρώτη κατοικία,
- η εξοικονόμηση 6,5 δις από μείωση δαπανών
- η μείωση 2,11 δις στις δαπάνες υγείας λόγω μείωσης φαρμακευτικής δαπάνης
- τα επιπλέον 101 εκατομμύρια για τις περιφέρειες
- ο επενδυτικός νόμος
- η στρατηγική εξαγωγών
- η αύξηση της απορροφητικότητας του ΕΣΠΑ
προφανώς δεν λύνουν όλα τα προβλήματα. Όμως δείχνουν σαφώς ότι αυτό που υπάρχει περιθώριο κάθε φορά να δοθεί, δίνεται. Και πως η κυβέρνηση δεν ξεχνάει ούτε μια στιγμή, ούτε με την απόλυτη δικαιολογία της κατάστασης, τις θυσίες που αναγκάστηκαν να κάνουν οι πολίτες. Και αυτοί θα λάβουν το μεγαλύτερο κοινωνικό μέρισμα, όταν ομαλοποιηθεί η κατάσταση. Και πως έχουμε βαθιά επίγνωση της βίαιης οικονομικής και κοινωνικής αναπροσαρμογής που επιχειρείται, που εμπεριέχει μαζί με τον απαραίτητο εξορθολογισμό πιθανές αστοχίες ή αδικίες για πλατιά τμήματα της κοινωνίας. Και αυτά θα είναι τα πρώτα που θα ωφεληθούν, όταν ξεπεράσουμε τους κραδασμούς της κρίσης.
Ο μεγαλύτερος κίνδυνος που έχουμε αυτή τη στιγμή δεν απορρέει μόνο από το δημόσιο χρέος. Απορρέει και από το φόβο απέναντι στις αλλαγές. Να φοβηθούμε να αναγνωρίσουμε ότι το πρόβλημα της Ελλάδας δεν είναι μόνο δημοσιονομικό. Είναι και διαρθρωτικό και θεσμικό. Αφορά την οικονομία αλλά και την παραοικονομία. Αφορά τους θεσμούς, τον τρόπο λειτουργίας και την αξιοπιστία των πυλώνων της Δημοκρατίας. Αφορά, τελικά, την απόφαση μας να προχωρήσουμε σε θεσμική και λειτουργική ανασυγκρότηση, μέσα από την διαδικασία της εξυγίανσης αλλά και της κάθαρσης.
Και αυτό αφορά πρώτιστα εμάς τους ίδιους σε αυτή την αίθουσα. Η ιστορία του τόπου μας, έχει αποδείξει ότι κάθε φορά που το πολιτικό σύστημα αρνούνταν να αναλάβει τις ευθύνες του, δεν ξεπερνιόταν απλώς από τις εξελίξεις. Αλλά κάτι χειρότερο. Γινόταν θύμα της ιστορίας, και στην ουσία απεμπολούσε το ρόλο της καθοδήγησης του τόπου με το αίσθημα ευθύνης και χρέους που έχουμε απέναντι στην κοινωνία.
Αυτό είναι άλλωστε , και δεν αναφέρομαι στις ελάχιστες εξαιρέσεις της αντιδραστικής και βίαιης συμπεριφοράς ή τις εκδηλώσεις οχλοκρατίας,
που μας προσάπτουν οι πολίτες. Ότι το πολιτικό σύστημα εξέθρεψε τον παρασιτισμό, τη διαπλοκή, την κλεπτοκρατία και την επιβράβευση της φούσκας ευνοώντας τις πελατειακές σχέσεις, ότι το πολιτικό σύστημα εξέθρεψε με πράξεις και παραλείψεις την πρόσδεση σε ένα τελείως αντιπαραγωγικό πρότυπο.
Είμαστε υποχρεωμένοι να καταλάβουμε ότι έχουμε ένα τεράστιο βάρος στις πλάτες μας και πρέπει σήμερα, τώρα να προχωρήσουμε στις αλλαγές. Χωρίς άλλες αναβολές και καθυστερήσεις. Οφείλουμε, λοιπόν, να «διαβάσουμε» τον φετινό προϋπολογισμό ως αυτό που είναι και όχι στη βάση κριτηρίων μιας άλλης εποχής. Σήμερα είναι εθνική προτεραιότητα να επιτευχθούν οι βασικοί στόχοι που περιγράφει και να γενικευτούν σε όλες τις δομές οι στρατηγικές του επιλογές. Είναι ζήτημα κοινής λογικής και στοιχειώδους ευθύνης. Ο φετινός προϋπολογισμός είναι η μόνη σοβαρή στρατηγική πρόταση που μπορούμε να έχουμε.
Για ένα νέο τρόπο σκέψης, για συναίνεση στα αυτονόητα, για να διαμορφώσουμε μία συλλογική συνείδηση που να ανταποκρίνεται στις πραγματικές μας ανάγκες και όχι στο εφήμερο.
Με σοβαρό παραγωγικό μοντέλο στην οικονομία και την οργάνωση της κοινωνίας, με απονομή ευθυνών, με δράσεις που οδηγούν σε μία Ελλάδα που ξέρει ότι μπορεί «και αλλιώς». Γιατί οι Έλληνες θέλουμε να προχωρήσουμε «αλλιώς». Αυτό ήταν, άλλωστε, με τον έναν ή άλλο τρόπο εδώ και μια δεκαετία η ύψιστη κοινωνική απαίτηση.