Αντ. Μπαλωμενάκης: Πρέπει όλοι έστω και τώρα να αποδείξουμε ότι το
εννοούμε, ότι εμπιστευόμαστε την κρίση και την ωριμότητα του Ελληνικού
Λαού
«Στο μακρύ κατάλογο των καταστροφολογικών προβλέψεων, μέσα από τις οποίες (αποκλειστικά σχεδόν) ασκεί την πολιτική της δραστηριότητα η Αντιπολίτευση, προστέθηκαν εσχάτως οι πρόωροι θρήνοι γιαυτό που – δήθεν – θα επιφέρει η αναλογική εκπροσώπηση των κομμάτων που προτείνει το παρόν σ.ν.
Έτσι ανάμεσα στα ατελείωτα και συνεχώς διαψευδόμενα «θα» (: «θα δείτε τι θα πάθετε», «τι καταστροφές έρχονται») που αποτελούν τη μόνιμη επωδό των συναδέλφων εδώ και καιρό, προστίθεται και το φόβητρο της ακυβερνησίας.Ένα φάντασμα πλανιέται πάνω από την Ελλάδα:
H ΑΚΥΒΕΡΝΗΣΙΑ…
Πιστεύω κυρίες και κύριοι συνάδελφοι ότι εκείνοι που στα πλαίσια του δημοσίου διαλόγου για την εισαγωγή της αναλογικής εκπροσώπησης των κομμάτων στο κοινοβούλιο προτάσσουν, καλόπιστα ενδεχομένως, τον φόβο ότι δεν θα μπορούν να σχηματίζονται σταθερές Κυβερνήσεις, διαπράττουν τα εξής δύο καθοριστικά λάθη:
Πρώτον, θεωρούν δεδομένο ότι ο πολιτικός χάρτης θα παραμείνει ο ίδιος μετά την καθιέρωση αναλογικού τρόπου εκπροσώπησης των πολιτικών κομμάτων.
Και δεύτερον, παραγνωρίζουν τις μεταβολές που θα προκαλέσουν οι συνταγματικές αλλαγές που προτίθεται να προτείνει η Κυβέρνηση προς την κατεύθυνση ενός νέου Συνταγματικού πλαισίου.
Μεταβολές που θα ενισχύουν τη δυνατότητα παρέμβασης του εκλογικού σώματος ενδιαμέσως των εκλογών, με μορφές που θα πλησιάζουν περισσότερο προς την άμεση δημοκρατία.
Μεταβολές που θα δημιουργήσουν νέους θεσμούς, επιβοηθητικούς του κοινοβουλευτικού διαλόγου, των πολιτικών συνεργασιών εν τέλει.
Το νέο πολιτικό τοπίο θα είναι ριζικά διαφορετικό απ’ ό,τι μέχρι σήμερα. Γιαυτό και κάνουν μεγάλο λάθος όσοι κρίνουν το αύριο με όρους του σήμερα, όπως έκανε και ο εισηγητής της ΝΔ, που επιχείρησε να εφαρμόσει την πρόταση που συζητάμε σήμερα στα μέχρι στιγμής δεδομένα για να βγάλει αρνητικά συμπεράσματα.
Ο όρος ΙΤΑΛΟΠΟΙΗΣΗ – είναι ένας όρος που στα χείλη των οπαδών των «ενισχυμένων» εκλογικών νόμων ισοδυναμεί με την απόλυτη καταστροφή.
Ωστόσο δεν προέκυψε καταστροφή στη συγκεκριμένη χώρα, αντιθέτως η ύπαρξη αναλογικότητας είχε και έχει πολλές φορές συντελέσει σε δημοκρατικές διεξόδους από δύσκολες καταστάσεις.
Δεν είναι μικρό πράγμα σε μια δημοκρατική χώρα στην καρδιά της Ευρώπης να δολοφονείται με τόσο στυγερό τρόπο ο πρωθυπουργός της και η χώρα να εξέρχεται από την αναπόφευκτη κρίση χωρίς να θυσιάζει δημοκρατικές ελευθερίες και λαϊκά δικαιώματα.
Διότι και ο Ερντογάν εξήλθε της κρίσεως πρόσφατα, αλλά δείτε με τι τίμημα.
Αυτή είναι η βασική διαφορά μεταξύ μιας συναινετικής δημοκρατίας και του αυταρχικού μοντέλου διακυβέρνησης, δημιουργοί και υπηρέτες του οποίου για πολλά χρόνια υπήρξαν τα διάφορα καλπονοθευτικά εκλογικά συστήματα.
Αυτά είναι πράγματι γνωστά.
Θα πρόσθετα ότι τα τελευταία χρόνια η συνεννόηση των πολιτικών σχηματισμών, πολλές φορές αντιθετικών ως προς το πρόγραμμά τους, έχει πάψει να αποτελεί πολιτικό παράδοξο ιδίως σε περίοδο κρίσεων.
Η ορολογία «ετερόκλητες συμμαχίες» που τόσο σκανδάλιζε μια- δυο δεκαετίες πιο πριν, σήμερα δεν προξενεί εντύπωση.
Απτό παράδειγμα, φυσικά, αποτελεί η περίπτωση της χώρας μας με αφετηρία την κορύφωση της κρίσης το έτος 2012.
Δεν θεωρείται θετικός ο απολογισμός εκείνης της πρώτης κομματικής συνεργασίας, δεδομένων των αρνητικών συνεπειών που είχε για τη χώρα.
Δεν έφταιξε γι αυτό όμως η ιδέα της συνεννόησης διαφορετικών πολιτικών κομμάτων, αλλά η πολιτική που ασκήθηκε.
Όσοι με ευκολία καταφέρονται εναντίον του παρόντος σ.ν. φοβούμενοι ακυβερνησία, καλό θα είναι να αναλογιστούν πώς θα είναι η πολιτική αντιπαράθεση του εγγύς μέλλοντος όταν θα έχουν θεσμοθετηθεί και αρχίσει να λειτουργούν οι συνταγματικοί θεσμοί άμεσης Δημοκρατίας.
Όταν θα έχουν ενισχυθεί οι δυνατότητες παρέμβασης των πολιτών στην κεντρική θεματική και ο Κοινοβουλευτισμός θα έχει αποκτήσει τα νέα χαρακτηριστικά που οι κυβερνητικές πρωτοβουλίες αναθεώρησης του Συντάγματος φιλοδοξούν να προσδώσουν.
Στο νέο τοπίο θα κυριαρχούν πολιτικές συσσωματώσεις επί τη βάσει προγραμματικών δεσμεύσεων, ρητά ανακοινωμένων στον Ελληνικό Λαό πριν από τις εκλογές.
ΟΙ κομματικοί σχηματισμοί θα έχουν δεσμευτεί ρητά και δεσμευτικά σχετικά με το ενδεχόμενο συνεργασιών με συγκεκριμένα κόμματα ή ενώσεις κομμάτων.
Το αντίτιμο τυχόν αθέτησης των δεσμεύσεών τους θα συναντά τη λαϊκή αποδοκιμασία, για την έκφραση της οποίας θα συντελούν αποφασιστικά οι νέοι θεσμοί.
Το νέο αυτό τοπίο η Ν.Δ. το «διαβάζει» με παραμορφωτικά γυαλιά.
Το μόνο που φαίνεται να την ενδιαφέρει είναι να συντηρήσει τον ξεφτισμένο Μύθο της «υπό αναμονή» Κυβέρνησης.
Μύθος που αν υποτεθεί ότι έχει βάση – που ασφαλώς δεν έχει αλλά αποτελεί όνειρο θερινής νύχτας – ενταφιάζεται οριστικά με την αναδιάταξη που μοιραία θα επέλθει ως αποτέλεσμα των δημοκρατικών πολιτικών τομών που η Κυβέρνηση έχει δεσμευτεί να επιφέρει.
Στην τρέχουσα αγωνία της ΝΔ να μην εφαρμοστεί αναλογικό σύστημα εκπροσώπησης των πολιτικών κομμάτων, προσθέτω και το φόβο απώλειας σημαντικών δυνάμεων από τα διάφορα υπό διαμόρφωση κόμματα του δεξιού πολιτικού φάσματος.
Η επίκληση του «σοφού λαού» δεν είναι κατάλληλη μόνο για τα προεκλογικά μπαλκόνια.
Πρέπει όλοι έστω και τώρα να αποδείξουμε ότι το εννοούμε, ότι εμπιστευόμαστε την κρίση και την ωριμότητα του Ελληνικού Λαού.
Η Κυβέρνηση αυτό κάνει.
Απομένει να το αποδείξουν και εκείνοι οι πολιτικοί σχηματισμοί που έχουν συμπορευθεί με τη διαχρονική λαϊκή απαίτηση για περισσότερη Δημοκρατία.
Να αποδείξουν δηλαδή ότι δεν φοβούνται τους πολίτες, όπως η ΝΔ.
Αν η συντηρητική παράταξη θέλει, ας εναγκαλιστεί τις χειρότερες παραδόσεις του δεξιού πολιτικού χώρου ανάμεσα στις οποίες συμπεριλαμβάνονται το «τριφασικό» και οι εκλογές «βίας και νοθείας» του 1961.
Σε ένα τέτοιο πολιτικό περιβάλλον – όμως – δεν έχει καμία απολύτως θέση, ο χώρος της Κεντροαριστεράς, πολλά ιστορικά στελέχη του οποίου (μερικά από τα οποία είναι και σήμερα πολιτικά ενεργά) έχουν δώσει μάχες κατά του αυταρχισμού και των αντιδημοκρατικών επιλογών που μοιραία χαρακτηρίζουν τις μονοκομματικές Κυβερνήσεις.
Το παρόν σ.ν. είναι μόνο η αρχή μιας μακράς πορείας για τη θεσμική αναγέννηση της χώρας, για την εισαγωγή νέων μορφών άσκησης της λαϊκής κυριαρχίας.
Ασφαλώς πολλά θέματα δεν ρυθμίζονται. Αν ρυθμίζονταν χωρίς διάλογο και ειδικότερη μελέτη θα ήταν ίσως αρνητικό γεγονός, δεδομένου ότι είναι θέματα σύνθετα και οι ρυθμίσεις απαιτείται να είναι μακράς πνοής.
Τέτοια θέματα είναι η κατάτμηση των μεγάλων περιφερειών, τα θέματα της εσωκομματικής λειτουργίας με την καθιέρωση διαφανούς δημοκρατικού και όχι αρχηγοκεντρικου τρόπου ανάδειξη των υποψηφίων, τα θέματα της ομογενειακής ψήφου, που, κατ’ εξοχήν, απαιτούν διάλογο και επιστημονική τεκμηρίωση, συνεπώς απαιτούν βάθος χρόνου.
Η Κυβέρνηση δεσμεύεται να ανοίξει το διάλογο και σ’ αυτούς τους τομείς, ως φυσικό επακόλουθο και αναγκαίο συμπλήρωμα της θεσμικής αναγέννησης την οποία προγραμματίζει.
Κυρίες και Κύριοι Συνάδελφοι,
Μία γραμμή διαπερνά τις αντιτιθέμενες εδώ απόψεις:
Διακρίνει τις πολιτικές δυνάμεις που μάχονται για να διατηρηθεί η πάγια και αποτυχημένη κατάσταση πραγμάτων που οδηγεί σε μία ανάπηρη Δημοκρατία, μία κοινωνία εγκλωβισμένη και φιμωμένη και σε όσους οραματικά και με συνέπεια έργων και λόγων βάζουν τα θεμέλια για μία κοινωνία με ανοιχτούς ορίζοντες, όπου η πολιτική εκπροσώπηση θα προϋποθέτει προγράμματα, συγκλίσεις φανερές μπροστά στο Λαό, αλλά και ευρεία δυνατότητα της Κοινωνίας των πολιτών να παρεμβαίνουν εξισορροπητικά και, εν τέλει, διορθωτικά.»