Μιλάμε
σήμερα για το πολυνομοσχέδιο. Δεν πρέπει
όμως να χάσουμε τη μεγάλη εικόνα: Την
πορεία του προγράμματος προσαρμογής.
Την κατάσταση της κοινωνίας και της
πραγματικής οικονομίας. Τις γενικότερες
προοπτικές ανάκαμψης της Ελλάδας.
Βλέποντας
κανείς συνολικά την πορεία της χώρας,
δεν μπορεί να εφησυχάζει.
Σίγουρα αυτόν
τον ένα χρόνο η χώρα σταθεροποιήθηκε.
Η χρεοκοπία και η έξοδος από την ευρωζώνη
αποτράπηκαν. Ήταν μια δύσκολη πορεία.
Βγήκε όμως η χώρα από την κρίση; Ανάσανε
η κοινωνία; ΌΧΙ.
Δεν
συμμερίζομαι το αφήγημα της βέβαιης
επιτυχίας. Και δεν το ασπάζομαι όχι από
απαισιοδοξία, αλλά επειδή έχουμε την
εικόνα των βασικών μεγεθών και καταστάσεων
σε κοινωνία και οικονομία. Την εκρηκτική
ανεργία, τη μείωση των εισοδημάτων, την
πιστωτική ασφυξία των επιχειρήσεων,
την ανασφάλεια
που νοιώθουν οι πολίτες.
Συζητάμε
σήμερα ένα σύνολο ρυθμίσεων που
παρουσιάζονται ως προαπαιτούμενες
δράσεις για τη συνέχιση της χρηματοδότησης.
Είναι όμως αποτελεσματικές πολιτικές
για την ανασυγκρότηση της χώρας; Έχουμε
σημαντικές διαφωνίες ως προς αυτό.
Στο πολυνομοσχέδιο
αποτυπώνεται η αποδοχή από την κυβέρνηση
της λογικής ότι πρώτα θα πετύχουμε
πρωτογενές πλεόνασμα και μετά θα
διεκδικήσουμε ελαφρύνσεις στο χρέος
και αλλαγές στο πρόγραμμα προσαρμογής.
Πιστεύουμε - και αυτό προσπαθήσαμε να
δείξουμε όταν συμμετείχαμε στην κυβέρνηση
- ότι αυτή η λογική δεν οδηγεί σε ασφαλή
δρόμο.
Να
το πούμε απλά. Το πρόγραμμα προσαρμογής
δεν θα ευοδωθεί πρώτα και μετά θα
δημιουργηθούν προϋποθέσεις αλλαγής
του. Αν δεν αλλάξει τώρα, στη φάση
υλοποίησης, δεν θα πετύχει τους στόχους.
Και
βεβαίως είναι σαφές πως δεν υπάρχουν
περιθώρια για συνέχιση του άδικου
επιμερισμού των βαρών. Δεν υπάρχουν
περιθώρια για άλλες περικοπές μισθών,
συντάξεων και επιδομάτων. Όπως δεν
υπάρχουν περιθώρια για περαιτέρω
φορολόγηση των εργαζομένων και των
μικρομεσαίων.
Για
αυτό χρειάζεται αλλαγή πολιτικών. Όχι
για να ξηλωθεί το πρόγραμμα προσαρμογής.
Ούτε για να διαγραφεί δήθεν το μεγαλύτερο
μέρος του χρέους με απόφαση της ελληνικής
Βουλής. Μπορούν όμως να αλλάξουν τα
μέτρα λιτότητας που έχουν αποδειχθεί
αναποτελεσματικά. Μπορούν να γίνουν οι
απαραίτητες συμπληρώσεις που θα συνδέσουν
το πρόγραμμα με την ανάπτυξη και τη
δημιουργία μιας ασπίδας κοινωνικής
υποστήριξης. Μπορεί να δοθεί προτεραιότητα
στην πραγματική ανασυγκρότηση του
κράτους και της οικονομίας. Αυτές θα
συμβάλλουν στην επίτευξη των
δημοσιονομικών στόχων και δεν θα
στρεβλώνονται ούτε θα υπονομεύονται
από μια μονοδιάστατη δημοσιονομική
πολιτική.
Δεν
μπορούμε να δεχθούμε ότι μια άκαμπτη
δογματική προσέγγιση, με αυταρχικές
εκφάνσεις και πρακτικές, συνιστά
επιτάχυνση των μεταρρυθμίσεων. Δεν
οδηγεί πουθενά η λογική της επίτευξη
πρωτογενούς πλεονάσματος με κάθε
κόστος.
Εμείς λέμε –
εδώ και τώρα αλλαγές – τροποποιήσεις
και συμπληρώσεις στο πρόγραμμα. Το λέμε
ακριβώς γιατί θέλουμε να πετύχει το
πρόγραμμα. Είναι λάθος να βάζεις το κάρο
μπροστά από το άλογο.
Όσο
η κυβέρνηση μεταθέτει στο μέλλον τα
κρίσιμα θέματα, όσο συμφωνεί με τους
εταίρους για ρυθμίσεις που ουσιαστικά
δεν βελτιώνουν την κατάσταση, τόσο
αυξάνεται ο κίνδυνος νέων επώδυνων
μέτρων. Και αναφέρομαι σε ουσιαστικές
αλλαγές. Σε θέματα όπως η μείωση της
φορολογίας, οι διακανονισμοί των
υποχρεώσεων στα ασφαλιστικά ταμεία, η
χρηματοδότηση της αγοράς, η ενίσχυση
των αναπτυξιακών παρεμβάσεων και η
υποστήριξη των ανέργων.
Γεννιούνται
αμέσως ερωτήματα: Μπορεί να γίνουν αυτά
όταν υπάρχει η άκαμπτη στάση των εταίρων;
Και τι θα κάνουμε με τη δόση χρηματοδότησης
που είναι απαραίτητη για τη χώρα;
Τα
ερωτήματα είναι υπαρκτά. Δεν υποτιμήσαμε
ποτέ τις διαπραγματευτικές δυσκολίες.
Θεωρούμε όμως ότι είναι εφικτή μια
διαφορετική διαπραγματευτική στάση
από την κυβέρνηση. Οι δανειστές πρέπει
να έχουν απέναντί τους μία κυβέρνηση
αποφασισμένη, με σχέδιο, με εναλλακτικές
αντιπροτάσεις και κοστολογημένες
προσεγγίσεις. Τότε τα πράγματα θα είναι
διαφορετικά. Δεν θα μπορούν να υποτιμούν
το κράτος δικαίου, να ζητούν κοινωνικούς
αυτοματισμούς και να μην διορθώνουν τα
λάθη που και οι ίδιοι αναγνωρίζουν.
Θυμηθείτε το
ζήτημα των εργασιακών σχέσεων. Τότε, το
Νοέμβριο του 2012, διαφωνήσαμε γιατί το
θεωρήσαμε μείζον ζήτημα. Και ήταν μείζον
ζήτημα. Δείτε σήμερα ποιο είναι το
αποτέλεσμα στην αγορά εργασίας.
Δεν
αντιλαμβανόμαστε εχθρικά τις σχέσεις
μας με τους δανειστές. Στο τραπέζι όμως
των διαπραγματεύσεων προσέρχεται κανείς
με ολοκληρωμένη και καλά σχεδιασμένη
πρόταση. Προσέρχεται με επιμονή. Την
επιμονή που φέρνει αποτελέσματα.
Αυτή η πολιτική
προσέγγιση δεν αφορά μόνο την υλοποίηση
του προγράμματος προσαρμογής. Αφορά
και την κρίσιμη συζήτηση για τη βιωσιμότητα
του χρέους και τη δραστική ελάφρυνση
του βάρους του. Και αυτό δεν είναι ένα
τεχνικό ζήτημα μεταξύ των δανειστών.
Οι όποιες παρεμβάσεις για τη μείωσή του
ίσως να κρύβουν και δυσάρεστα μέτρα.
Αυτά είναι που πρέπει να αποφευχθούν.
Η χώρα πρέπει να αναλάβει μεγάλες
πρωτοβουλίες. Όπως η μεταφορά των 50 δις
ευρώ για την ανακεφαλαιοποίηση των
τραπεζών στον ευρωπαϊκό μηχανισμό
στήριξης. Όπως η αναπτυξιακή ενίσχυση
της χώρας για να μπει πάτος στο βαρέλι
της ύφεσης.
Η έκβαση της
προσπάθειας της χώρας βεβαίως θα κριθεί
όχι μόνο στις διεκδικήσεις έναντι των
δανειστών και των εταίρων, αλλά και στην
ικανότητα προώθησης μεταρρυθμίσεων.
Και
βεβαίως με τη λέξη μεταρρύθμιση δεν
εννοούμε όλοι το ίδιο πράγμα. Ρυθμίσεις
που συρρικνώνουν δημόσιες ζωτικές για
τους πολίτες λειτουργίες, ρυθμίσεις
που υποβαθμίζουν δικαιώματα και οδηγούν
σε απορρύθμιση, για εμάς δεν είναι
μεταρρυθμίσεις.
Ενώ
ο στόχος πρέπει να είναι η ανασυγκρότηση
του κράτους, βλέπουμε να διαστρεβλώνεται
μια σημαντική προσπάθεια διοικητικής
μεταρρύθμισης. Με ιδεοληπτική εμμονή
- και ενώ το μέγεθος του δημόσιου τομέα
στην Ελλάδα βρίσκεται στο μέσο ευρωπαϊκό
όρο - προωθούνται άσκοπες δημοσιονομικά
και επιζήμιες κοινωνικά απολύσεις.
Η
βίαιη μετατροπή της κινητικότητας από
ζωτικής σημασίας μέτρο για την αναγκαία
ορθολογική ανακατανομή του προσωπικού,
σε μέσο οριζόντιων και χωρίς αξιολόγηση
απολύσεων, συνιστά οπισθοδρόμηση.
Οπισθοδρόμηση
σε σχέση με τα συμφωνηθέντα στις
προηγούμενες διαπραγματεύσεις.
Η
δικομματική
πλέον κυβέρνηση συμφώνησε στη λήψη
ανεφάρμοστων μέτρων. Η συμφωνία για
χιλιάδες μετακινήσεις σε λίγες μόνον
εβδομάδες, χωρίς προηγούμενη αξιολόγηση
δομών και σχέδια στελέχωσης, χωρίς
περιγράμματα θέσεων και αποτίμηση
προσόντων και χωρίς εντοπισμό και
γνωστοποίηση στους μετακινούμενους
των κενών θέσεων που πρόκειται να
καλύψουν, είναι στην πραγματικότητα η
επιλογή της αυθαιρεσίας και προκαλούν
και ζητήματα προφανούς αντισυνταγματικότητητας
Είναι σαφές
ότι, μετά τις απαράδεκτες και αυταρχικές
ενέργειες για την ΕΡΤ, υπάρχει μια αλλαγή
στην κυβερνητική πολιτική: αντί για
διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, με σχεδιασμό
και αξιολόγηση, επιλέγονται λύσεις
αυταρχικές. Λύσεις βίαιης προσαρμογής
που ικανοποιούν ανορθολογικές απαιτήσεις
της τρόικας. Απαιτήσεις που εγκαθιστούν
το φόβο, δυναμιτίζουν το εργασιακό κλίμα
και υπονομεύουν την ίδια τη μεταρρύθμιση.
Ο
σχεδιασμός Μανιτάκη συνέδεε οργανικά
την κινητικότητα των υπαλλήλων με
ολόκληρη τη διαδικασία αξιολόγησης των
δομών και των υπηρεσιών του κράτους και
με τη δημιουργία νέων οργανογραμμάτων.
Δεν γνωρίζετε οτι για να υλοποιηθεί μία
τέτοιου μεγέθους μεταρρύθμιση
αντικειμενικά χρειάζεται χρόνο και
συνεργατική προσπάθεια από όλα τα
υπουργεία; Προφανώς και το γνωρίζετε
και μην προσπαθείτε να μεταφέρεται τις
ευθύνες αλλού.
Με την αποδοχή
των ανορθολογικών απαιτήσεων της τρόικας
και τις σπασμωδικές αποφάσεις που
λαμβάνετε, η χώρα δεν θα καταφέρει να
φανεί συνεπής σε όσα συμφωνήσατε. Και
αν τελικά καταφέρει να φανεί τυπικά
συνεπής, επί της ουσίας θα έχει οδηγηθεί
σε κατάρρευση των δημόσιων υπηρεσιών
μέσα από την αναστάτωση και τη μαζική
αποθάρρυνση που προκαλείτε.
Δεν
γίνεται έτσι μεταρρύθμιση. Με την επιβολή
ξαφνικού θανάτου υπηρεσιών, δεν βοηθάτε
την αναδιοργάνωση του κράτους. Με ρουλέτα
θα επιλέξετε ποια θα είναι η επόμενη
υπηρεσία που θα καταργήσετε; Στην τύχη;
Με δεδομένα συγκυριακά και εντελώς
ανορθολογικά; Με αλλεπάλληλα μπρός –
πίσω, ανάλογα με τις αντιδράσεις;
Μας
καταλογίζετε ευθύνες για καθυστερήσεις.
Ναι, όσο συμμετείχε η Δημοκρατική
Αριστερά στην κυβέρνηση και όσο ήταν ο
Αντώνης Μανιτάκης στο Υπουργείο
Διοικητικής Μεταρρύθμισης, δεν πέρασε
η πρόθεση της τρόικας να γράψει στα
παλιά της παπούτσια το κράτος δικαίου
και να μετατρέψει τις απολύσεις σε
ενσάρκωση της διοικητικής μεταρρύθμισης.
Η
στροφή που κάνατε δεν είναι στη σωστή
κατεύθυνση. Αλλάξτε πορεία ,
επαναδιαπραγματευθείτε την ουσία της
μεταρρύθμισης, τον αναγκαίο χρόνο και
τις σύννομές διαδικασίες. Στρέψτε την
προσοχή στα πραγματικά προβλήματα, όπως
είναι η περιγραφή καθηκόντων και η
στοχοθεσία, ο έλεγχος απόδοσης, η σωστή
κατανομή του προσωπικού. Στρέψτε την
προσοχή σας στην καταπολέμηση της
γραφειοκρατίας και στην προώθηση της
ηλεκτρονικής διακυβέρνησης. Πατάξτε
τη διαφθορά. Μια τέτοια πορεία στηρίζει
η Δημοκρατική Αριστερά.
Στον τομέα της
φορολογίας αναμέναμε μία μεγάλη σοβαρή
πρωτοβουλία. Αντί αυτής επιδείξατε
προχειρότητα με ένα διαρκές «ράβε
ξήλωνε» για μια τόσο σημαντική υπόθεση.
Υποχρέωσή σας
ήταν να φέρετε στη Βουλή ένα συνολικό
νομοθέτημα, που να περιλαμβάνει την
φορολογία εισοδήματος, αλλά και την
ανασυγκρότηση του φοροελεγκτικού
μηχανισμού ώστε να αντιμετωπιστεί η
φοροδιαφυγή και η φοροαποφυγή.
Είχαμε
δεχθεί να ψηφίσουμε τον προηγούμενο
νόμο, με δεδομένη τη δυνατότητα να
αντιμετωπιστούν και επαναπροσδιοριστούν
τα φορολογικά ζητήματα μέσα από έναν
ολοκληρωμένο φορολογικό νόμο. Αντί για
ολοκληρωμένο φορολογικό νόμο, φέρνετε
μια αναλυτικότερη εκδοχή του προηγούμενου
νόμου για τη φορολογία εισοδήματος.
Αυτή η καθυστέρηση που επιδεικνύεται
στη λήψη μέτρων για τη φοροδιαφυγή,
οδηγεί στο να επιβαρύνονται συνεχώς οι
ίδιοι και οι ίδιοι συνεπείς φορολογούμενοι
πολίτες.
Παρά
το ό,τι αποσύρθηκαν, λόγω αντιδράσεων,
κάποια επαχθή μέτρα, εσείς επιμένετε
στη λογική περαιτέρω επιβάρυνσης των
μισθωτών και των μικρομεσαίων. Η μη
αποδοχή καμιάς από τις τροπολογίες που
καταθέσαμε στην ψήφιση του προηγούμενου
νόμου είναι χαρακτηριστική. Αυτό όμως
που χρειάζεται είναι η δίκαιη και
αναλογική κατανομή των φόρων, που
προϋποθέτει την ενιαία φορολόγηση των
εισοδημάτων ανεξαρτήτως πηγών, η
διεύρυνση της φορολογικής βάσης, η
μείωση των έμμεσων φόρων και η ελάφρυνση
των ειδικών κοινωνικών ομάδων.
Η διατήρηση του
καθεστώτος υπερφορολόγησης δείχνει
ότι δεν κατανοείτε το μέγα πρόβλημα
που είναι η εξάντληση της φοροδοτικής
ικανότητας της πλειονότητας των Ελλήνων
πολιτών. Ο συνδυασμός λιτότητας,
υπερφορολόγησης, αδύναμου εισπρακτικού
μηχανισμού και εκτεταμένης φοροδιαφυγής,
οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στην
αποτυχία.
Ένα
άλλο κρίσιμο σημείο είναι η μείωση των
δαπανών. Αυτή πρέπει να γίνεται με τρόπο
που θα εξαλείφει τις παθογένειες και
όχι με υποβάθμιση της ποιότητας των
παρεχόμενων υπηρεσιών.
Ο
ΕΟΠΥΥ είναι μια χαρακτηριστική περίπτωση.
Αποτελεί ένα κρίσιμο θεσμό που από το
χείλος του γκρεμού πρέπει να περάσει
σε καθεστώς βιωσιμότητας μέσα από τις
απαραίτητες θεσμικές τομές. Η λύση του
clawback
είναι πρόχειρη και προσωρινή και δεν
δίνει μακροπρόθεσμη λύση στα προβλήματα
του Οργανισμού.
Χρειάζεται
αλλαγή του τρόπου χρηματοδότησης με το
πέρασμα στην αποκλειστική χρηματοδότηση
μέσω της γενικής φορολογίας. Αυτό πρέπει
να συνδυαστεί με νομοθετικές ρυθμίσεις
και εκτελεστικές πράξεις ώστε να παταχθεί
η εκτεταμένη διαφθορά και ιδιοποίηση
δημόσιων πόρων. Είναι δυνατόν να παραχθούν
καλύτερα αποτελέσματα με λιγότερα
χρήματα. Πρέπει να διασφαλιστεί ότι
όλοι οι πολίτες θα έχουν πρόσβαση σε
ιατροφαρμακευτική κάλυψη.
Η
Δημοκρατική Αριστερά καταψηφίζει το
πολυνομοσχέδιο Γιατί θέλει και επιδιώκει
την υλοποίηση μεταρρυθμίσεων εξυγίανσης,
εκσυγχρονισμού και δημοκρατικής
επαναθεμελίωσης. Αγωνιζόμαστε για τη
δημοσιονομική προσαρμογή με ανάπτυξη
και κοινωνική συνοχή. Διεκδικούμε και
παλεύουμε για αλλαγές στις πολιτικές
λιτότητας, για ένα νέο σύμφωνο ανάπτυξης.
Είμαστε
υπεύθυνη πολιτική δύναμη. Δεν συνδέουμε
την υπευθυνότητα με το συντηρητισμό.
Δεν συνδέουμε την προοδευτική προοπτική
με τη δημαγωγία, το λαϊκισμό και την
υπεράσπιση των παθογενειών του
παρελθόντος. Αυτή είναι μια πολιτική
θέση χρήσιμη και αναγκαία για τη χώρα.
Είναι
η πολιτική που θα δικαιωθεί.