Αθήνα 4 Αυγούστου 2011
Παρέμβαση του Βουλευτή Γιώργου Κοντογιάννη στην Επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων επί του Νομοσχεδίου για τα ΑΕΙ - ΤΕΙ
Ο Γιώργος Κοντογιάννης στην παρέμβασή του στην Επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων, τόνισε μεταξύ άλλων ότι: «η επιτυχία της μεταρρύθμισης θα εξαρτηθεί από το κατά πόσο υπάρχει πραγματική βούληση να εφαρμοστούν στην πράξη αυτές οι δύο αρχές αλλά και από το κατά πόσο η ακαδημαϊκή κοινότητα θα πεισθεί τελικά για την σκοπιμότητα του όλου εγχειρήματος. Κι εδώ πιστεύω πως είναι το λάθος του Υπ. Παιδείας. Οδήγησε τα πράγματα σε μια πόλωση. Με την αντιπαράθεση να έχει φτάσει στα άκρα δεν πρόκειται να οδηγηθούμε πουθενά. Πρέπει επειγόντως να γίνουν συμβιβαστικές κινήσεις, που σε καμία περίπτωση όμως δεν θα θέτουν σε κίνδυνο τους βασικούς άξονες και τις αρχές της μεταρρύθμισης.
Κι αν σε γενικές γραμμές το νομοσχέδιο κινείται στη σωστή κατεύθυνση, αυτό δεν σημαίνει φυσικά πως δεν υπάρχουν αντιρρήσεις, οι οποίες σχετίζονται με τους μηχανισμούς υλοποίησης και αφορούν επί μέρους διατάξεις, ή δεν μπορούν να γίνουν διορθωτικές κινήσεις. Όπως επί παραδείγματι η εκλογή των εσωτερικών μελών του Συμβουλίου να γίνεται από τα μέλη ΔΕΠ με δισταυρία. Έτσι αποφεύγονται οι ομαδοποιήσεις και διασφαλίζεται η αξιοκρατία».
Ακολουθεί η παρέμβαση του βουλευτή Γ. Κοντογιάννη:
«Παρά τις διαφορετικές και συχνά αντικρουόμενες απόψεις που έχουν ακουστεί όλες αυτές τις μέρες που συζητείται το νομοσχέδιο για τα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα, υπάρχει ένα κοινό σημείο που όλοι αναγνωρίζουμε: Ότι η υπάρχουσα κατάσταση δεν είναι δυνατόν να διατηρηθεί και πως είναι αναγκαίο να υπάρξουν ριζικές αλλαγές στον τρόπο λειτουργίας των ΑΕΙ και ΤΕΙ, με απώτερο σκοπό την αναβάθμιση και τον εκσυγχρονισμό των σπουδών και των παρεχόμενων γνώσεων.
Είμαστε στο σημείο μηδέν κι αν δεν γίνει κάτι άμεσα και με τόλμη τότε είναι αμφίβολο αν θα καταφέρουμε ποτέ να βγούμε από το τέλμα και να γίνουμε ανταγωνιστικοί σε σχέση με πανεπιστήμια της Ευρώπης αλλά και ολόκληρου του κόσμου.
Γιατί είναι πραγματικά κρίμα η χώρα που γέννησε τις κλασσικές σπουδές, την ιατρική, την έρευνα και τόσους άλλους τομείς των επιστημών, να μην αποτελεί την πρώτη επιλογή φοιτητών από το εξωτερικό.
Είναι βέβαιο ότι η Ελλάδα θα μπορούσε να γίνει κέντρο σπουδών- και σε μεταπτυχιακό επίπεδο- όχι μόνο των Βαλκανίων, αλλά και της Νοτιοανατολικής Μεσογείου. Και αυτό όλοι γνωρίζουμε πλέον πώς μπορούμε να το επιτύχουμε. Εκείνο που δεν έχουμε αποφασίσει όλοι είναι να αφήσουμε στο περιθώριο κομματικά μικροσυμφέροντα.
Και αντί να προσελκύουμε φοιτητές έχουμε φτάσει στο αντίθετο σημείο: Οι περισσότεροι νέοι μας να φεύγουν στο εξωτερικό για να σπουδάσουν, αλλά πλέον και να παραμένουν εκεί για να δουλέψουν.
Κι αυτό αποτελεί τη μεγαλύτερη απόδειξη πως το σύστημα με την παρούσα μορφή έχει αποτύχει.
Χρειάζονται ριζικές τομές, που με τόλμη θα αντιμετωπίσουν καταστάσεις και συμφέροντα που έχουν παγιωθεί εδώ και δεκαετίες.
Υπό αυτό το πρίσμα, ακόμα κι ο πιο σκληρός επικριτής δεν μπορεί να μην αναγνωρίσει πως το Υπουργείο Παιδείας με το παρόν νομοσχέδιο έχει την πρόθεση να αντιμετωπίσει παθογένειες ετών.
Κατά την άποψη της Δημοκρατικής Συμμαχίας λοιπόν το νομοσχέδιο κινείται στη σωστή κατεύθυνση γιατί υπηρετεί δύο αρχές:
1. «Χτυπάει» σε έναν βαθμό τον κομματισμό στα ανώτερα και ανώτατα Ιδρύματα, τα οποία παύουν να είναι εκτροφεία κομματικών στελεχών και προπαρασκευαστές συνδικαλιστών του δημοσίου.
2. Θέτει τη λειτουργία των Ιδρυμάτων σε επιστημονικές βάσεις και επικεντρώνει τη δραστηριότητα των καθηγητών αποκλειστικά στην διδασκαλία και στην έρευνα, βάζοντας σε δεύτερη μοίρα τη συμμετοχή τους στα ζητήματα διοίκησης.
Βέβαια είναι γεγονός πως οι προθέσεις δεν αρκούν. Η επιτυχία της μεταρρύθμισης θα εξαρτηθεί από το κατά πόσο υπάρχει πραγματική βούληση να εφαρμοστούν στην πράξη αυτές οι δύο αρχές αλλά και από το κατά πόσο η ακαδημαϊκή κοινότητα θα πεισθεί τελικά για την σκοπιμότητα του όλου εγχειρήματος.
Κι εδώ πιστεύω πως είναι το λάθος του Υπ. Παιδείας. Οδήγησε τα πράγματα σε μια πόλωση.
Με την αντιπαράθεση να έχει φτάσει στα άκρα δεν πρόκειται να οδηγηθούμε πουθενά. Πρέπει επειγόντως να γίνουν συμβιβαστικές κινήσεις, που σε καμία περίπτωση όμως δεν θα θέτουν σε κίνδυνο τους βασικούς άξονες και τις αρχές της μεταρρύθμισης.
Κι αν σε γενικές γραμμές το νομοσχέδιο κινείται στη σωστή κατεύθυνση, αυτό δεν σημαίνει φυσικά πως δεν υπάρχουν αντιρρήσεις, οι οποίες σχετίζονται με τους μηχανισμούς υλοποίησης και αφορούν επί μέρους διατάξεις, ή δεν μπορούν να γίνουν διορθωτικές κινήσεις. Όπως επί παραδείγματι η εκλογή των εσωτερικών μελών του Συμβουλίου να γίνεται από τα μέλη ΔΕΠ με δισταυρία. Έτσι αποφεύγονται οι ομαδοποιήσεις και διασφαλίζεται η αξιοκρατία.
Μια άλλη πρόταση είναι και αυτή που κατετέθη από τον κ. Κρεμαστινό. Δείτε αν μπορεί να γίνει συνδυασμός των προτάσεων αυτών.
Ως Δημοκρατική Συμμαχία έχουμε καταρτίσει σειρά προτάσεων που αφορούν είτε την αλλαγή υφιστάμενων ρυθμίσεων είτε την προσθήκη νέων και οι οποίες σας έχουν παραδοθεί.
Ωστόσο ο λίγος χρόνος που έχω στη διάθεση μου δεν μου επιτρέπει να αναφερθώ σε λεπτομέρειες, παρά μόνο σε ένα πολύ σημαντικό ζήτημα, που αφορά στην έρευνα, η οποία και κατά τη γνώμη μου δεν ενισχύεται στο βαθμό που θα έπρεπε με τον παρόν νομοσχέδιο.
Η στήριξη του ερευνητικού τομέα είναι αναγκαία όχι μόνο γιατί μπορεί να αποτελέσει μοχλό ανάπτυξης για τη χώρα μας αλλά κυρίως γιατί θα συμβάλει στην αντιμετώπιση του φαινομένου της μετανάστευσης των υψηλού επιπέδου επιστημόνων στο εξωτερικό, οι οποίοι αναγκάζονται να αφήσουν τον τόπο τους γιατί πραγματικά οι συνθήκες που τους παρέχονται δεν είναι οι κατάλληλες για να εξελίξουν την επιστήμη τους.
Σε μια περίοδο που όλα μοιάζουν αδιέξοδα είναι κρίμα το πιο υγιές και ελπιδοφόρο κομμάτι αυτού του τόπου να μεταναστεύει.
Στο χέρι μας είναι να δημιουργήσουμε τις συνθήκες εκείνες που θα κρατήσουν τους νέους επιστήμονες να προσφέρουν στον τόπο τους. Και το παρόν νομοσχέδιο αποτελεί μιας πρώτης τάξεως ευκαιρία, αρκεί να υπάρξουν πρόσθετες πρωτοβουλίες προς την κατεύθυνση αυτή».