Παρέμβαση Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης και Υπουργού Οικονομικών κ. Ευάγγελου Βενιζέλου στην ομιλία του Προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ, κ. Αλέξη Τσίπρα
«Ως προς το ζήτημα που προέκυψε γύρω από τη σταθερότητα και την επάρκεια των δημοκρατικών και δικαιοκρατικών θεσμών της χώρας, πιστεύω ότι μας εκφράζει όλους η δήλωση που έκανε ο Πρόεδρος της Βουλής. Και θα ήταν ευτύχημα αν το Σώμα ομόθυμα και ομόφωνα αποδεχόταν ως θέση του αυτό που είπε προηγουμένως ο Πρόεδρος του Κοινοβουλίου.
Ας κλείσουμε αυτές τις συζητήσεις. Ας σταματήσουμε να είμαστε αιχμάλωτοι μιας αταβιστικής σχέσης με το παρελθόν. Μπορούμε να κοιτάξουμε το μέλλον. Είπα χτες ότι υπάρχουν δύο μεγάλες διαφορές στην ελληνική περίπτωση σε σχέση με κάθε άλλη περίπτωση παρόμοιας κρίσης δημοσίου χρέους. Πρώτον το γεγονός ότι είμαστε μέλος της ευρωζώνης και δεύτερον το γεγονός ότι ανήκουμε στις 30 πιο αναπτυγμένες και πλούσιες χώρες του κόσμου παρά τη μείωση του ΑΕΠ, παρά την ύφεση, παρά την κρίση, παρά αυτή την απαισιοδοξία και την έλλειψη προοπτικής και την αγωνία που κυριαρχεί στον τόπο μας και που πρέπει να την ανατάξουμε, πρέπει να ανορθωθεί ο τόπος.
Και αυτό ισχύει και για τη σταθερότητα του τραπεζικού συστήματος, το οποίο είναι απολύτως διασφαλισμένο και τελεί υπό την πλήρη και απόλυτη εγγύηση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και του συστήματος των Ευρωπαϊκών Κεντρικών Τραπεζών. Οποιαδήποτε άλλη συζήτηση είναι περιττή και εκτός θέματος.
Ο κ. Τσίπρας μίλησε και πάλι σήμερα εκ μέρους των “Αγανακτισμένων” που είναι συγκεντρωμένοι στις πλατείες. Η δική μου αίσθηση είναι ότι κανείς εδώ μέσα δεν είναι εξουσιοδοτημένος από τους “Αγανακτισμένους” να μιλήσει στο όνομά τους. Οφείλουμε να τους σεβαστούμε. Αν τρέξουμε να υφαρπάσουμε τη δική τους δυναμική τότε η αντίδρασή τους θα είναι ακόμη μεγαλύτερη και δικαίως.
Εγώ δεν διεκδικώ να τους αντιπροσωπεύσω. Θα ήθελα πάρα πολύ με απόλυτο σεβασμό να μιλήσω μαζί τους και τους καλώ και πάλι να έρθουν να μιλήσουμε, να έρθουν να μιλήσουμε σοβαρά στο Υπουργείο Οικονομικών. Γιατί πρέπει να συμφιλιώσουμε αυτό που λέγεται οικονομική διοίκηση του κράτους με τον πολίτη και πρέπει να συμφιλιώσουμε επίσης αυτό που λέγεται φορολογική διοίκηση και κράτος με την κοινή λογική. Και αυτό δεν είναι μια προσχηματική πρόσκληση, είναι μια ουσιαστική πρόσκληση γιατί είναι η πεποίθησή μου ότι κάτω από τις σημερινές συνθήκες κρίσης των αντιπροσωπευτικών δημοκρατιών έχουμε υποχρέωση να αναπτύσσουμε τέτοιες θεσμικές πρωτοβουλίες. Γιατί υποαντιπροσωπεύεται πολιτικά ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας.
Έρχομαι τώρα στο συγκεκριμένο ζήτημα που έθεσε ο κ. Τσίπρας. Δεν αλλάζω απόψεις κ. Τσίπρα εγώ. Οι επιστημονικές και πολιτικές μου απόψεις είναι ίδιες. Η πώληση των μετοχών του δημοσίου στον ΟΤΕ προς την Deutsche Telekom μέσω άλλου κομιστή των μετοχών που είχε παρεμβληθεί δεν έγινε κατά τρόπο νόμιμο και αρμόζοντα. Και το γεγονός ότι δεν είχε διασφαλιστεί δημόσια προσφορά για το σύνολο των μετοχών, θέτει προβλήματα κοινοτικού δικαίου, άρα ο κ. Μπαρνιέ δικαιώνει την επιστημονική μου άποψη και την πολιτική.
Όμως, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ως θεματοφύλακας του κοινοτικού δικαίου, επειδή αυτή έχει την αποκλειστική αρμοδιότητα να χειρίζεται τις διατάξεις περί ανταγωνισμού, μπορεί να κάνει και εκτιμήσεις οι οποίες είναι ευρύτερες οικονομικές και αναπτυξιακές και μπορεί να θέσει έναν φάκελο στο αρχείο εάν εκπληρωθούν άλλες προϋποθέσεις.
Και τέτοια προϋπόθεση είναι αυτή που τάσσεται τώρα να γίνει μια πρώτη προσπάθεια αποκρατικοποίησης, ώστε, ει δυνατόν, μέχρι το τέλος του μήνα να έχουμε εισπράξει τα 400 εκατομμύρια που αφορούν την πώληση των μετοχών του ΟΤΕ, ενώ παρακρατούνται τόσες μετοχές του Δημοσίου, όσες αρκούν για να διατηρηθεί σε ισχύ η συμφωνία μετόχων και άρα να διατηρούνται τα ειδικά δικαιώματα που έχει το ελληνικό Δημόσιο στον ΟΤΕ λόγω του στρατηγικού χαρακτήρα του Οργανισμού.
Δεν παύει να ισχύει η συμφωνία μετόχων με τα ειδικά δικαιώματα του Δημοσίου. Αυτό είναι και το θέμα που έθεσα στο Eurogroup την προηγούμενη Κυριακή, πως πρέπει να υπάρξει μια λογική, θα έλεγα εύλογη και δημιουργική στάση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σε σχέση με την εφαρμογή των διατάξεων του Κοινοτικού Δικαίου, ιδίως του κεφαλαίου περί ανταγωνισμού, εάν οι εταίροι μας θέλουν να είμαστε συνεπείς και εμπρόθεσμοι στην εφαρμογή του προγράμματος αποκρατικοποιήσεων με απόλυτη διαφάνεια και υπό τον έλεγχο της Βουλής.
Και είναι προφανές ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει μια ενιαία στάση που διαμορφώνεται από το Κολέγιο των Επιτρόπων και αυτή η ενιαία στάση θα διασφαλίζει και την ουσία του Κοινοτικού Δικαίου και των θεμελιωδών κοινοτικών ελευθεριών αλλά και την ανάγκη η Ελλάδα να μπορέσει να αξιοποιήσει τη δημόσια περιουσία προς όφελος του λαού της και της προοπτικής της.
Γιατί η δυνατότητα να αντιμετωπίσουμε το δημόσιο χρέος, την απειλή του όγκου του δημοσίου χρέους μέσα από την αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας είναι κάτι πάρα πολύ σημαντικό. Και σε αυτό συμφωνούμε εδώ μέσα και με τον κ. Σαμαρά και με τον κ. Καρατζαφέρη και θέλω να πιστεύω και με άλλες πολιτικές δυνάμεις. Και μου λέει ο κ. Τραγάκης, ως Πρύτανης των βουλευτών της Νέας Δημοκρατίας, ότι το πρότεινε η Νέα Δημοκρατία. Βεβαίως το πρότεινε η Νέα Δημοκρατία και χαιρόμαστε να υιοθετούμε προτάσεις της Νέας Δημοκρατίας αρκεί να μην επιτρέπεται να κάνει ο οποιοσδήποτε αποσπασματική χρήση των προτάσεων αυτών, δηλαδή αρκεί να έχουν ενιαία λογική και συστηματικότητα οι προτάσεις αυτές, δηλαδή να έχουν αρχή, μέση και τέλος. Αυτό λείπει, η αρχή, η μέση και το τέλος.
Κατά τα λοιπά, νομίζω ότι έχουμε όλοι καταλάβει εδώ μέσα τι συμβαίνει και κυρίως νομίζω ότι καταλαβαίνουμε βαθύτερα από ότι δείχνουμε και ο ένας τον άλλον, και το πρόβλημα.
Γιατί αν ο ελληνικός λαός σχηματίσει την εντύπωση ότι δεν μπορούμε να επικοινωνήσουμε ούτε μεταξύ μας ούτε με το πρόβλημα, ούτε με το λαό, θα έχουμε καταφέρει ένα πολύ μεγάλο χτύπημα σε βάρος του πολιτικού συστήματος και των δημοκρατικών θεσμών. Δεν το θέλουμε, δεν το αξίζουμε, ας το αποφύγουμε».