Μετά τις επιτυχίες που έχει σημειώσει το Πρακτορείο μας, από το 1980, και από το 2000 στο internet, συνεχίζουμε σταθερά, με νέα ρεκόρ δημοσιεύσεων και αναπαραγωγή των ρεπορτάζ μας στα ΜΜΕ στην Ελλάδα και στον κόσμο. www.vouli.net * Ανάρτηση των δελτίων τύπου σε 24ωρη βάση, καθώς και φωτογραφιών για την προβολή στα Μ.Μ.Ε. * Καταγράφουμε την πολιτική ιστορία του Ελληνισμού

6.5.11

Αθήνα, 5 Μαΐου 2011


ΟΜΙΛΙΑ
ΦΙΛΙΠΠΟΥ ΣΑΧΙΝΙΔΗ
ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΣΤΗ ΒΟΥΛΗ
(4 Μαΐου)



Συζήτηση επί των άρθρων και του συνόλου του σχεδίου νόμου του Υπουργείου Οικονομικών «Αναμόρφωση πλαισίου λειτουργίας Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων, Οργανισμού Διαχείρισης Δημόσιου Χρέους, Δημοσίων Επιχειρήσεων και Οργανισμών, σύσταση Γενικής Γραμματείας Δημόσιας Περιουσίας και άλλες διατάξεις».



Σας ευχαριστώ, κυρία Πρόεδρε.
Δύο ερωτήματα έθεσε ο Πρόεδρος της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του Λαϊκού Ορθόδοξου Συναγερμού. Το πρώτο αφορούσε το ποσό με το οποίο αμείφθηκε ο Νομικός Σύμβουλος για τη δανειακή σύμβαση. Ανέφερε το ποσό των 450 εκατομμυρίων ευρώ, ενώ η πραγματικότητα είναι διαφορετική. Αμείφθηκε με 53.000 λίρες, δηλαδή με 60.000 ευρώ. Σας παρακαλώ, κύριε Πρόεδρε, εάν έχετε διαφορετικά στοιχεία, τα οποία καταδεικνύουν ότι ανταμείφθηκε με 450 εκατομμύρια ευρώ, να τα καταθέσετε.
Τώρα σε ό,τι αφορά στο δεύτερο ζήτημα, το οποίο έθεσε ο κ. Καρατζαφέρης – στο ζήτημα των εκλογών αναφέρομαι- υποψιάζομαι ότι δεν απευθυνόταν σε μένα. Απευθύνθηκε ξεκάθαρα - με βάση την εκτίμηση που ο ίδιος κάνει, ότι η Κυβέρνηση του ΠΑ.ΣΟ.Κ., όπως λέει ο κ. Καρατζαφέρης, δεν βοηθάει τη χώρα- στη Νέα Δημοκρατία να υιοθετήσει την άποψή του και να ζητήσει εδώ και τώρα εκλογές, οπότε υποψιάζομαι ότι οι συνάδελφοι της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης θα δώσουν μια απάντηση στο ερώτημα που τους έθεσε ο κ. Καρατζαφέρης.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, θέλω να επικροτήσω και να συμπαραταχθώ –και είναι από τις λίγες φορές που αυτό συμβαίνει- με τη στάση και την άποψη που υποστήριξε ο συνάδελφός μου κ. Παπαδημούλης –διαπίστωσα όμως ότι την ίδια άποψη έχει και ο κ. Βρούτσης- για το ζήτημα που απασχολεί και προκαλεί την κοινωνία. Το θέμα δηλαδή που ανέκυψε τις δύο τελευταίες ημέρες με τις αξιώσεις συνταξιούχων Βουλευτών να πάρουν πρόσθετες απολαβές. Θεωρώ ότι τη στιγμή που η κοινωνία δοκιμάζεται, τη στιγμή που το πολιτικό σύστημα της χώρας κρίνεται και επικρίνεται για στάσεις και επιλογές, η στάση αυτή των συνταξιούχων οδηγεί σε περαιτέρω απαξίωση του πολιτικού συστήματος της χώρας αλλά και των πολιτικών που το υπηρετούν, είτε τώρα είτε στο παρελθόν. Θέλω να σας διαβεβαιώσω ότι η στάση μου αυτή, την οποία καταθέτω ως εκπρόσωπος της Κυβέρνησης, δεν είναι συγκυριακή και δεν απορρέει από το γεγονός ότι αυτή τη στιγμή φέρω την ιδιότητα του ταμία του κράτους, δηλαδή από το ότι είμαι ο Υφυπουργός Οικονομικών που είναι αρμόδιος στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους. Είναι μία άποψη που κατέθεσε ο Πρόεδρος του ΠΑ.ΣΟ.Κ., ο Πρωθυπουργός της χώρας σε ομιλία του μέσα στη Βουλή, συγκεκριμένα στις 8 Νοεμβρίου 2006, σχολιάζοντας απόφαση του Μισθοδικείου για αύξηση των αποδοχών των προέδρων των ανωτάτων δικαστηρίων της χώρας. Στην ομιλία του εκείνη ο Πρωθυπουργός της χώρας, με την ιδιότητα τότε του Αρχηγού της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης είχε πει: «Εδώ θέλω να κάνω και μία ακόμα αναφορά. Σε μια περίοδο όπου μεγάλες κοινωνικές ομάδες υφίστανται έντονα οικονομικά προβλήματα, υπάρχει από τη μια μεριά ο τύπος της δικαιοσύνης αλλά και η ουσία του δικαίου σε μία δίκαιη κοινωνία. Καλώ από το Βήμα της Βουλής τους προέδρους των ανωτάτων δικαστηρίων να παραιτηθούν των αξιώσεών τους που γεννήθηκαν από την απόφαση του δικαστηρίου ή που θα γεννηθούν από μελλοντικές πιθανές αποφάσεις των τακτικών δικαστηρίων και προσθέτω, το ίδιο πρέπει να πράξουν και όλοι όσων οι αποδοχές συμπαρασύρονται από την αύξηση των αποδοχών των προέδρων των ανωτάτων δικαστηρίων». Καλούμε όλους να λειτουργήσουν με αίσθημα δικαίου σε μία εποχή που αισθάνεται βαριά την αδικία ο Έλληνας πολίτης. Γι’ αυτό και τόνισα και στην εισαγωγή, ότι συμπαρατάσσομαι με την άποψη που κατέθεσε ο συνάδελφος κ. Παπαδημούλης. Και δεν είναι συγκυριακή η τοποθέτησή μου. Είναι μία τοποθέτηση που πηγάζει από αρχές και αξίες τις οποίες σε ανύποπτο χρόνο, όταν τότε το ΠΑ.ΣΟ.Κ. βρισκόταν στην αντιπολίτευση, είχε καταθέσει ο τότε Αρχηγός της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, χθες έφυγε ένας αγνός και σεμνός Έλληνας. Έφυγε ένας άνθρωπος του λαού, ένας άνθρωπος της τέχνης που με το έργο του σημάδεψε όχι μόνο τη γενιά μου, αλλά πολλές γενιές Ελλήνων. Μαθητής έβλεπα και ξανάβλεπα με το ίδιο ενδιαφέρον την ταινία με τον πράκτορα Θ.Β.. Η αγαπημένη ατάκα των συμμαθητών μου στη Λάρισα ήταν αυτή η φράση του Θανάση Βέγγου: «Καλέ μου άνθρωπε, ξέρεις από βέσπα;». Σήμερα μπορώ να αναγνωρίσω ότι τα θέματα των ταινιών του ελληνικού κινηματογράφου είχαν και έναν παιδευτικό ρόλο όχι μόνο για τη δική μου γενιά αλλά για πολλές γενιές Ελλήνων στο βαθμό που συνέβαλαν στη διαμόρφωση απόψεων και στάσεων για τη ζωή χάρη στην παρουσίαση θεμάτων που απασχόλησαν τους Έλληνες της μεταπολεμικής περιόδου. Συγκρατώ μία φράση του Θανάση Βέγγου: «Παλιά πεινούσαμε αλλά επειδή ονειρευόμασταν και μπορούσαμε να ονειρευόμαστε, το ξεχνούσαμε». Αυτή η φράση του Θανάση Βέγγου συμπυκνώνει την εμπειρία της μεταπολεμικής γενιάς των Ελλήνων, η οποία παρά τα όσα πέρασε μετά την Κατοχή και τον εμφύλιο, παρά τις οικονομικές δυσκολίες δεν έπαψε στιγμή να ονειρεύεται ότι τα πράγματα μπορούν να διορθωθούν, ότι η Ελλάδα δικαιούται και μπορεί να έχει μία καλύτερη πορεία από αυτή που είχε τα χρόνια αμέσως μετά τον πόλεμο. Σήμερα, μετά από μια μεγάλη περίοδο πρωτοφανούς ευημερίας -συγκρινόμενη με το παρελθόν- για τη χώρα και τους πολίτες, το θέμα αυτό, η φράση αυτή του Θανάση Βέγγου, γίνεται ξανά επίκαιρη. Γίνεται επίκαιρη, γιατί η χώρα μας έφτασε σε ένα οριακό σημείο, έφτασε στα πρόθυρα της κατάρρευσης. Το να φτάσει μία χώρα-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε μία τόσο οριακή κατάσταση δεν μπορεί, αν θέλουμε να είμαστε αντικειμενικοί, να είναι το αποτέλεσμα ενός τυχαίου συμβάντος. Δεν μπορεί να είναι το αποτέλεσμα ενός συγκυριακού συμβάντος. Δέχομαι ότι η κρίση ξεκίνησε από το εξωτερικό, δέχομαι -μία άποψη που κατατίθεται πολλές φορές από την αριστερή πτέρυγα της Βουλής- ότι πρόκειται για μία συστημική κρίση του καπιταλιστικού συστήματος. Η αλήθεια, όμως, είναι ότι η κρίση αυτή που ήρθε από το εξωτερικό, που είναι συστημική κρίση του καπιταλισμού, βρήκε και χτύπησε μία αδύναμη οικονομία. Δηλαδή, εδώ υπήρχαν οι προϋποθέσεις εδώ και πολλά χρόνια, οι οποίες λειτουργούσαν αργά, αλλά διαβρωτικά για την ελληνική οικονομία. Η χώρα είχε πάψει προ πολλού να είναι ανταγωνιστική. Το έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, ιδιαίτερα μετά την ένταξη της χώρας στην ΟΝΕ, άρχισε να διευρύνεται ολοένα και περισσότερο, με αποτέλεσμα να φτάσει το 2007 και το 2008 στο 15% του ΑΕΠ. Αλλά και δημοσιονομικά η χώρα είχε ξεφύγει. Συσσώρευε κάθε χρόνο νέο χρέος εξαιτίας των ετήσιων ελλειμμάτων που κατέγραφε από το 1974 και μετά. Όμως, από το 2007 και μετά χάθηκε κάθε έλεγχος, με αποκορύφωμα το 2009. Το αποτέλεσμα ήταν να φτάσει το χρέος σε ένα επίπεδο της τάξης των 320 δισεκατομμυρίων ευρώ και βάλε, με αποτέλεσμα αυτό το επίπεδο του χρέους να θεωρηθεί από πολλούς παράγοντες της αγοράς ότι βρίσκεται ή πλησιάζει προς ένα επίπεδο που η αγορά θεωρεί ότι είναι μη διατηρήσιμο. Αυτή η πραγματικότητα έφερε τη χώρα στο οριακό σημείο που περιέγραψα προηγουμένως, γεγονός που ώθησε την Κυβέρνηση πριν από ένα χρόνο να διεκδικήσει τη δημιουργία ενός ειδικού μηχανισμού για να στηριχθεί η χώρα, για να μπορέσει να συνεχίσει να λειτουργεί. Στον ένα χρόνο που συμπληρώθηκε η χώρα και οι πολίτες της υποχρεώθηκαν σε πολλές αλλαγές, σε πολλές θυσίες. Ο προγραμματισμός πολλών συμπολιτών μας ανατράπηκε. Πολλοί έχασαν τις θέσεις εργασίας τους. Άλλοι είδαν το μισθό τους ή τη σύνταξή τους να μειώνεται. Το ερώτημα, λοιπόν, που τίθεται είναι: Γιατί οι πολίτες με τη στάση τους, με τη συμπεριφορά τους, αποδέχθηκαν πολλές από τις επιλογές που έκανε η Κυβέρνηση και έδωσαν τη συναίνεσή τους σε αυτές τις αλλαγές; Εδώ είναι κατά την άποψή μου που γίνεται επίκαιρη η φράση του Θανάση Βέγγου. Οι πολίτες συναίνεσαν για να μπορούν να ονειρεύονται, για να μπορούν να ελπίζουν ότι θα υπάρξουν καλύτερες προοπτικές για τους ίδιους και ειδικά για τα παιδιά τους.
Άκουσα τα επιχειρήματα που διατυπώθηκαν από πολλούς ομιλητές ως απάντηση στην τοποθέτηση που έκανε χθες ο Υπουργός ως προς το ζήτημα αυτό. Αντιλαμβάνομαι από τη συζήτηση για το νομοσχέδιο που συζητούμε ότι τελικά πολλοί συνάδελφοι της Αντιπολίτευσης και ιδιαίτερα της Αξιωματικής συμπεριφέρονται και συζητούν σαν να μην έχει αλλάξει τίποτα στη χώρα μας τον τελευταίο χρόνο. «Όλα είναι καλά ως έχουν», κατά τη δική τους άποψη, και «τίποτα δεν πρέπει να διαταραχθεί, καμία αλλαγή δεν πρέπει να γίνει». Η Αξιωματική Αντιπολίτευση προσπαθεί με τις τοποθετήσεις της να πείσει τους πολίτες ότι οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ ευθύνονται για όλα τα προβλήματα της χώρας, ενώ η Νέα Δημοκρατία, όσες φορές κυβέρνησε τη χώρα, όλα τα έπραξε καλώς.
Δεν θέλω, κύριοι συνάδελφοι της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, να συμβάλω σ' αυτό το άχαρο έργο. Δεν θέλω να προσπαθήσω να αποδείξω ότι οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ υπήρξαν οριακά ή πολύ καλύτερες από τις κυβερνήσεις της Νέας Δημοκρατίας, γιατί θεωρώ ότι αυτή είναι μια άχαρη συζήτηση, είναι μια συζήτηση που δεν προσθέτει τίποτα στην καθημερινότητα των συμπολιτών μας. Ούτε τους βοηθάει να αισθάνονται καλύτερα, εάν ξέρουν ότι οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ είναι λίγο περισσότερο ή λίγο λιγότερο καλές από τις κυβερνήσεις της Νέας Δημοκρατίας.
Παρά τη μικρή κοινοβουλευτική μου εμπειρία, έχω το θάρρος να αναγνωρίσω τις όποιες ευθύνες είχαν και έχουν οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ, αλλά και τις προσωπικές μου ευθύνες. Αλλά, αν διδάχθηκα κάτι και θέλω να το καταθέσω, είναι η ευθύνη που έχει ο καθένας από εμάς να εργαστούμε σκληρά για να επιτρέψουμε στους Έλληνες να μπορούν να ονειρεύονται, όπως έλεγε ο Θανάσης Βέγγος Ότι, παρά τις δυσκολίες της περιόδου που διανύουμε, παρά τις θυσίες που κάνουν οι πολίτες, δικαιούνται να ονειρεύονται, ότι η χώρα θα βγει από την κρίση και ότι η παρούσα γενεά θα αναλάβει τις ιστορικές της ευθύνες απέναντι στις επόμενες γενεές, σεβόμενη μια βασική ανθρωπιστική αρχή, αυτή της αλληλεγγύης των γενεών. Σ’ αυτή την προσπάθεια καλώ όλους τους συναδέλφους απ’ όλες τις πτέρυγες –γιατί πιστεύω ότι η χώρα το έχει ανάγκη- να προσέλθουν και να βοηθήσουν, ώστε η χώρα να βγει από το αδιέξοδο.
Θέλω να τοποθετηθώ επάνω σε δύο ζητήματα που τέθηκαν από πολλούς συναδέλφους και στις συζητήσεις που έγιναν κατά τη διάρκεια της πρώτης και της δεύτερης ανάγνωσης, αλλά και σήμερα στη συζήτηση που προηγήθηκε. Νομίζω ότι ένα από τα βασικά ζητήματα που απασχόλησε τους συναδέλφους στη Βουλή είναι το ζήτημα των αλλαγών που κάνουμε στον τρόπο λειτουργίας του ΟΔΔΗΧ.
Άκουσα από πολλούς συναδέλφους να λένε –και στη συζήτηση στην Επιτροπή, αλλά και σήμερα - «γιατί κάνετε αυτή την αλλαγή»; Έδωσα απάντηση και στην πρώτη και στη δεύτερη ανάγνωση. Περίμενα ότι τουλάχιστον όσοι από αυτούς έχουν μία ευρωπαϊκή εμπειρία θα προσέθεταν αυτή τους εμπειρία στο διάλογο που γίνεται εδώ. Θα την κατέθεταν για να μπορέσουμε να βγάλουμε ορισμένα συμπεράσματα, δηλαδή να φανεί αν έχει δίκιο η Κυβέρνηση ή έχουν δίκιο οι Βουλευτές που κάνουν επισημάνσεις και ρωτούν γιατί γίνεται αυτή η αλλαγή. Έδωσα στοιχεία που καταδεικνύουν ποια είναι η ευρωπαϊκή εμπειρία, περιορισμένα στην πρώτη και τη δεύτερη ανάγνωση. Τώρα είμαι διατεθειμένος να καταθέσω πολύ περισσότερα, μια και φτάσαμε στην Ολομέλεια και βρισκόμαστε λίγο πριν ψηφιστεί το νομοσχέδιο αυτό. Έχω φέρει, λοιπόν, και θα καταθέσω επισήμως στοιχεία που αφορούν γύρω στις δώδεκα με δεκατρείς χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Σας είπα και στη συζήτηση που κάναμε στις Επιτροπές ότι υπάρχει μία αρχή, ότι αυτός που διαχειρίζεται το χρέος διαχειρίζεται και τα ρευστά διαθέσιμα της χώρας. Αυτό που διαφοροποιεί την ιστορική εμπειρία στις διάφορες ευρωπαϊκές χώρες είναι αν αυτός που διαχειρίζεται το χρέος και τα ρευστά διαθέσιμα είναι αναπόσπαστο τμήμα του Γενικού Λογιστηρίου της κάθε χώρας ή βρίσκεται εκτός του Γενικού Λογιστηρίου. Θα καταθέσω, λοιπόν, την εμπειρία από την Ολλανδία, την Ιταλία, το Βέλγιο, τη Γερμανία, τη Πορτογαλία, τη Γαλλία, την Ιρλανδία, την Αυστρία, την Ισπανία, τη Φιλανδία, τη Σουηδία και το Ηνωμένο Βασίλειο. Τι λέει, λοιπόν, το κείμενο που θα θέσω στη διάθεση των Βουλευτών; Ότι σε όλες τις περιπτώσεις αυτός που έχει την ευθύνη για το χρέος έχει και την ευθύνη για τα ρευστά διαθέσιμα. Ότι έχουμε τρία διαφορετικά καθεστώτα για τον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί αυτή η αρχή, είναι δηλαδή είτε διεύθυνση του Υπουργείου Οικονομικών είτε ανεξάρτητη αρχή είτε ένας Οργανισμός που είναι υπό την εποπτεία του Υπουργείου Οικονομικών. Αυτές είναι οι τρεις διαφορετικές εμπειρίες. Καμία, μα καμία, χώρα όμως –εκτός ενδεχομένως από κάποιες τριτοκοσμικες χώρες που μπορεί να αποτελούν το ίνδαλμα ορισμένων εδώ - δεν έχει την ιδιαιτερότητα της ελληνικής εμπειρίας, όπου άλλος να διαχειρίζεται τα ρευστά διαθέσιμα και άλλος το χρέος. Το καταθέτω αυτό για να απαντήσω σ’ όλους αυτούς που κόπτονται για το ζητημα αυτο.
Θέτει θέμα διαφάνειας η Αξιωματική Αντιπολίτευση; Διότι, εάν υπάρχει θέμα διαφάνειας, εγώ θέτω ένα απλό ερώτημα: «Για πεντέμισι χρόνια η Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας αισθανόταν ότι υπάρχει θέμα διαφάνειας στη λειτουργία ενός νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου και δεν έκανε το παραμικρό για να το διορθώσει;». Εμείς, λοιπόν, στα θέματα της διαφάνειας και της λογοδοσίας πήραμε μία πρωτοβουλία και εξασφαλίσαμε και την έγκριση και του Προέδρου της Βουλής, ότι από εδώ και στο εξής, ακριβώς για να μην υπάρχει ζήτημα διαφάνειας και λογοδοσίας, κάθε τρεις μήνες η έκθεση που θα ετοιμάζει ο ΟΔΔΗΧ θα έρχεται στη Βουλή και θα συζητείται από την αρμόδια Επιτροπή Ισολογισμού και Απολογισμού. Είναι μία πρωτοβουλία που παίρνει η Κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ για να απαντήσει στα ζητήματα που έχουν θέσει αναφορικά με το ζήτημα της διαφάνειας και της λογοδοσίας. Θέτω προκλητικά και άλλο ένα ερώτημα. Εάν αυτό είχε γίνει το 1998, δηλαδή εάν από το 1998 συζητούσαμε στην Επιτροπή Ισολογισμού και Απολογισμού τα ζητήματα της διαχείρισης του χρέους, τα ζητήματα της λειτουργίας του ΟΔΔΗΧ, είναι ή δεν είναι αποδεκτό ότι πολλά από τα ζητήματα που ταλαιπώρησαν την ελληνική κοινωνία τα τελευταία χρόνια δεν θα είχαν συμβεί; Αυτή είναι η αλήθεια, κύριοι συνάδελφοι, και για αυτή την αλήθεια δεν είδα κανέναν συνάδελφο, απ’ όλους όσους κατέθεσαν προβληματισμούς, να καταθέτει το παραμικρό στοιχείο. Εγώ, λοιπόν, εκπροσωπώντας την Κυβέρνηση και για να υποστηρίξω την πρωτοβουλία που παίρνουμε, καταθέτω αυτό το στοιχείο.
Σας ευχαριστώ πολύ, κύριε Πρόεδρε.

Δευτερολογία

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, οι Βουλευτές της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ σήμερα έπαιξαν το παιχνίδι «και με τον αστυφύλακα και με τον χωροφύλακα». Έρχεται πρώτα ο κ. Παπαδημούλης και μας καλεί να τοποθετηθούμε πάνω στο ζήτημα της διεκδίκησης που έχουν οι συνταξιούχοι Βουλευτές και επίσημα να πούμε ποια είναι η στάση μας και όταν τοποθετούμαστε, έρχεται ο άλλος Βουλευτής, ο Κοινοβουλευτικός Εκπρόσωπος, ο οποίος μας λέει «καλώς αυτοί τα διεκδικούν, εσείς φταίτε διότι στη Βουλή ΠΑΣΟΚ και Νέα Δημοκρατία νομιμοποιήσατε αυτήν την επιλογή». «Και με το ΕΑΜ και με τον ΕΛΑΣ», έλεγαν στο χωριό μου. Άκουσα τον Κοινοβουλευτικό Εκπρόσωπο της Νέας Δημοκρατίας, ο οποίος προσπάθησε ενόψει του «Ζάππειο 2» να προσελκύσει την προσοχή της κοινωνίας, την προσοχή των πολιτών. Αντιλαμβάνομαι την αγωνία της Νέας Δημοκρατίας. Το «Ζάππειο 1» προκάλεσε βαθιά χασμουρητά, «δεν έκοψε εισιτήρια». Φαίνεται από τη στάση της κοινωνίας. Τώρα με την προδιαφήμιση για το «Ζάππειο 2» η Νέα Δημοκρατία υπόσχεται στους Έλληνες δράση και περιπέτεια!
Διαβεβαιώνουμε τους συναδέλφους της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης ότι και το «Ζάππειο 2» βαθιά χασμουρητά θα προκαλέσει στην ελληνική κοινωνία. Γιατί στη Νέα Δημοκρατία δεν έχουν καταλάβει ότι οι Έλληνες πολίτες σε αυτές τις δύσκολες συνθήκες, όπου καλούνται να κάνουν θυσίες, δεν θέλουν πυροτεχνήματα του τύπου «εμείς μπορούμε να μειώσουμε τα δημοσιονομικά ελλείμματα σε δεκαοκτώ μήνες ή εμείς μπορούμε να το κάνουμε αυτό χωρίς να περικόψουμε ούτε μια δαπάνη ή εμείς μπορούμε να το κάνουμε αυτό χωρίς να αυξήσουμε ούτε κατά 1 ευρώ τα φορολογικά έσοδα». Γι’ αυτό, κύριοι συνάδελφοι, θα χρειαστείτε και άλλα «Ζάππεια», πέρα από το «Ζάππειο 2», και τελικά όλα θα έχουν το ίδιο αποτέλεσμα. Θα οδηγήσουν την κοινωνία σε ένα βαθύ χασμουρητό πριν πέσει για ύπνο μετά το τηλεοπτικό σόου του «Ζαππείου 2».
Θέλω να απαντήσω στον Πρόεδρο του Λαϊκού Ορθόδοξου Συναγερμού. Κύριε Πρόεδρε, θέσατε κάποια ερωτήματα αναφορικά με τη δανειακή σύμβαση των 110 δισεκατομμυρίων. Οι απαντήσεις μου ήταν και παραμένουν ξεκάθαρες και διαφανείς. Στους νομικούς συμβούλους που κάλεσε η Ελληνική Δημοκρατία πλήρωσε 60.000 ευρώ. Καταθέτω την απόδειξη από την οποία προκύπτει ότι το ποσό το οποίο καταθέσαμε ήταν αυτό. Σε συμβούλους του κυρίου Παπακωνσταντίνου ή της Κυβέρνησης, πληρώσαμε μηδέν ευρώ. Αυτή είναι η αλήθεια. Εάν ξέρετε κάτι άλλο, παρακαλώ να το καταθέσετε.
Θέλω να απαντήσω και στην τοποθέτηση που έκανε ο Κοινοβουλευτικός Εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος θέλοντας να αποτίσει, όπως όλοι κάνουμε σήμερα, φόρο τιμής στον αγωνιστή Λάκη Σάντα, είπε χθες ότι υπάρχουν στην Ακρόπολη οι σημαίες της νεοαποικιοκρατίας και προέτρεψε τους Έλληνες πολίτες να πάνε να τις κατεβάσουν. Κύριε Πρόεδρε, να διακόψουμε για λίγο εάν υπάρχουν τέτοιες σημαίες στην Ακρόπολη, να πάει ο κύριος Κοινοβουλευτικός Εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ να τις κατεβάσει, να τις φέρει εδώ και εμείς θα συνεχίσουμε το έργο μας. Λέω, λοιπόν, ότι η χώρα δεν είναι υπό κατοχή, όπως ισχυρίζεται ο Κοινοβουλευτικός Εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ. Είναι λάθος μήνυμα να μεταφέρεται αυτή η άποψη μέσα από το ναό της Δημοκρατίας. Ναι, είναι αλήθεια ότι η χώρα βρέθηκε σε δύσκολη θέση και ζήτησε βοήθεια για να ξεπεράσει την κρίση. Όποιος, λοιπόν, έχει άλλη άποψη για το πώς μπορούσε η χώρα να ξεφύγει από αυτήν την κρίση, να την καταθέσει. Και επειδή σας αρέσει να ψαρεύετε μέσα στο λούνι -και αν δεν ξέρετε τι είναι το λούνι, να ρωτήσετε Θεσσαλούς να σας πουν- αναφορικά με το ζήτημα της επαναγοράς του χρέους, θα σας απαντήσω στο ερώτημά σας για ποιο λόγο κάναμε τις επαναγορές. Οι επαναγορές του χρέους αποτελούν συνήθη πρακτική σε όλα τα κράτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η πρακτική αυτή εφαρμόζεται και από τον ΟΔΔΗΧ επί σειρά ετών. Πού αποσκοπεί αυτή η πρακτική; Συνήθως στην εξομάλυνση της καμπύλης αποδόσεων ή στην αποτελεσματική διαχείριση ρευστότητας, αφού βέβαια, λαμβάνονται υπ’ όψιν και οι προβλέψεις χρηματοροών του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους σε συνδυασμό με τις αναμενόμενες λήξεις του χρέους. Η επαναγορά του βραχυπρόθεσμου χρέους μας ισοδυναμεί με τοποθέτηση των διαθεσίμων μας και γίνεται με απόδοση μεγαλύτερη από την απόδοση που μας δίνει η Τράπεζα της Ελλάδος που είναι 1% και από την απόδοση που μας δίνουν οι εγχώριες τράπεζες όταν έχουμε διαθέσιμα ρευστά και τα καταθέτουμε εκεί, που είναι από 1% έως 4%. Δηλαδή, κατά τη διάρκεια του τρέχοντος έτους παρατηρήθηκε συχνά χρέος δικό μας υπολειπόμενης διάρκειας μέχρι και έξι μηνών να αποδίδει περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη εναλλακτική τοποθέτηση. Εσείς ο ίδιος θα ζητούσατε τη σύσταση εξεταστικής επιτροπής, εάν αποδεικνυόταν ότι εμείς συμπεριφερόμαστε στα χρήματα του ελληνικού λαού κατά έναν τρόπο διαφορετικό απ’ αυτόν που κάνουμε τώρα. Εμείς προσπαθούμε να εξασφαλίσουμε τη μεγαλύτερη δυνατή απόδοση. Οι επαναγορές, λοιπόν -επειδή με εγκαλέσατε για τις απαντήσεις που δίνω στις ερωτήσεις σας- ληξιπρόθεσμου χρέους κατά τη διάρκεια του 2011 είχαν μεσοσταθμική απόδοση 5,4% έναντι κόστους δανεισμού μέσω εντόκων γραμματίων αντίστοιχης διάρκειας 4,5%. Το ύψος των επαναγορών κυμαίνεται μέσα στο εγκεκριμένο από το Διοικητικό Συμβούλιο του ΟΔΔΗΧ όριο, το οποίο τελικά εγκρίνει ο αρμόδιος Υφυπουργός, δηλαδή εγώ. Και μάλιστα ουδέν κρυπτόν υπό του ήλιου! Όλες οι αποφάσεις μας και όλες μας οι ενέργειες ανεβαίνουν στη «ΔΙΑΥΓΕΙΑ». Κάτι το οποίο εάν συνέβαινε πριν έρθει η Κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, εάν δηλαδή όλες οι αποφάσεις του ΟΔΔΗΧ ανέβαιναν στη «ΔΙΑΥΓΕΙΑ», πολλά απ’ αυτά τα οποία ταλαιπώρησαν την κοινωνία μας, δεν θα είχαν συμβεί. Το είπα και το επαναλαμβάνω.
Άκουσα πάλι να επανέρχεστε στο αγαπημένο σας θέμα του τι έγινε και τι δεν έγινε με το θέμα του ΟΔΔΗΧ και τι κάνετε εκεί πέρα. Λέτε λόγια, αλλά δεν καταθέτετε στοιχεία. Δεν λέτε τίποτα. Δεν μας μιλάτε ούτε για την ευρωπαϊκή εμπειρία. Βάζετε και ξαναβάζετε το ζήτημα. Σας κατέθεσα έναν πίνακα. Πίστεψα ότι αυτός ο πίνακας, ο οποίος καταθέτει την ευρωπαϊκή εμπειρία, θα αποτελούσε, ενδεχομένως, αντικείμενο προβληματισμού. «Εντάξει, ο κ. Σαχινίδης μπορεί, στην προσπάθειά του να υπερασπιστεί αυτά τα οποία προβλέπει μέσα από το νομοσχέδιο, να λέει τις δικές του απόψεις». Κατεθεσα στοιχεια με τη διεθνη εμπειρία και τα εθεσα στη διάθεση των Βουλευτών στη συζήτηση που κάναμε στις επιτροπές. Θα περίμενα ως ένδειξη διάθεσης συμμετοχής σε ένα διάλογο, να πάρετε αυτά τα κείμενα, τα οποία κατέθεσα, και να τα αξιολογησετε. Επαναλαμβάνω το ερώτημα: «Ποια είναι η πρακτική ως προς το ποιος διαχειρίζεται τα ρευστά διαθέσιμα;» έδωσα την απάντηση. Σας κατέθεσα και τον πίνακα. Τα ρευστά διαθέσιμα τα διαχειρίζεται αυτός που διαχειρίζεται το χρέος
Πηγαίνετε να κάνετε τώρα άλλη κριτικη: «Α, μάλιστα, αφού εκεί δεν μπορούμε να στριμώξουμε το Υπουργείο Οικονομικών και τον Υφυπουργό, ερχόμαστε με νέες προτάσεις. Ε, αφού είναι έτσι, γιατί δεν παίρνετε τον ΟΔΔΗΧ να τον βάλετε μέσα στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους;» Σας απάντησα και σε αυτό. Σας έδωσα στοιχεία ότι αυτήν τη στιγμή δεν προκύπτει από κάπου ζήτημα άριστης πρακτικής. Και σας είπα μέσα από τα στοιχεία, τα οποία σας κατέθεσα, ότι σε κάποια ευρωπαϊκά κράτη –και ανέφερα ως παράδειγμα την Ιταλία, την Ισπανία, τη Φινλανδία- ο φορέας αυτός είναι υπό τη διεύθυνση του Υπουργείου Οικονομικών. Σε άλλες περιπτώσεις αποτελεί φορέα-εκπρόσωπο εποπτευόμενο από το Υπουργείο Οικονομικών και ανέφερα συγκεκριμένα την περίπτωση της Γερμανίας, της Ιρλανδίας, της Αυστρίας και της Πορτογαλίας. Σε άλλη περίπτωση η ειδική μονάδα του Υπουργείου Οικονομικών έχει οργάνωση παρόμοια με τράπεζα.
Εδώ πέρα έχουμε φτάσει στο σημείο να δαιμονοποιούμε τα πάντα και είδα τον κοινοβουλευτικό εκπρόσωπο του ΣΥΡΙΖΑ να δαιμονοποιεί το γεγονός ότι δίνονται κάποιες αρμοδιότητες, οι οποίες –λέει- προσομοιάζουν με τράπεζα. Δηλαδή, η Γαλλία και το Βέλγιο, που έχουν αυτά τα χαρακτηριστικά, έχουν κάτι το μεμπτό και επιλήψιμο που δεν αρέσει; Καταλαβαίνω ότι μπορεί να μην αρέσει σε κάποιον, αλλά μήπως μπορεί να μας προτείνει κάτι; Σε ό,τι αφορά τη διοίκηση, αντιλαμβάνομαι ότι επιχειρείται μία προσπάθεια δαιμονοποίησης ενός Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου. Είναι ή δεν είναι Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου ο ΟΔΔΗΧ; Ποιος διοικεί τον ΟΔΔΗΧ; Προεδρεύει ο Γενικός Γραμματέας Δημοσιονομικής Πολιτικής του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, ναι ή όχι; Δηλαδή, στο Υπουργείο που είμαι Υφυπουργός, στο Γενικό Λογιστήριο, ο Γενικός Γραμματέας είναι ο Πρόεδρος του ΟΔΔΗΧ. Ποιος είναι αντιπρόεδρος; Αντιπρόεδρος είναι ο Γενικός Διευθυντής Θησαυροφυλακίου και Προϋπολογισμού του Γενικού Λογιστηρίου. Δηλαδή, ο αρμόδιος Γενικός Διευθυντής για το Χρέος στο Γενικό Λογιστήριο είναι ο Αντιπρόεδρος του ΟΔΔΗΧ. Ποιοι είναι μέλη; Μέλη είναι ο Πρόεδρος του Συμβουλίο Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων και ένας εκ των υποδιοικητών της Τράπεζας της Ελλάδος και ο Γενικός Διευθυντής του ΟΔΔΗΧ. Ποιο είναι το μεμπτό και ποιο είναι το επιλήψιμο σε μία διαδικασία, την οποία έχουμε επιλέξει; Κύριοι συνάδελφοι, δεν σας αρέσει να ακούτε. Έρχεστε αδιάβαστοι και δεν σας αρέσει να ακούτε κιόλας.
Θέλω να κλείσω λέγοντας ότι βάλαμε δύο ζητήματα, το ζήτημα της διαφάνειας. Σας είπα και μέσα στις επιτροπές ότι το ζήτημα με το οποίο προσέγγισα το συγκεκριμένο θέμα, ήταν ζήτημα πρωτίστως αποτελεσματικής διαχείρισης του κινδύνου. Είπα, δηλαδή, ότι παίρνουμε μία πρωτοβουλία, έτσι ώστε να έχουμε αποτελεσματική διαχείριση του κινδύνου για την ανάλυση κινδύνων χρέους του χαρτοφυλακίου, για την ανάλυση του κινδύνου αντισυμβαλλομένου και τη θέσπιση ενοποιημένων ορίων για κάθε αντισυμβαλλόμενο του δημοσίου και τη μείωση των λειτουργικών κινδύνων μέσα από τη σαφή κατανομή και περιγραφή αρμοδιοτήτων σε επιμέρους οργανικές μονάδες του ΟΔΔΗΧ. Έγινε μία παρατήρηση από συναδέλφους κατά τη διάρκεια της συζήτησης και την κάναμε αποδεκτή. Καταθέσαμε μία βελτίωση σε σχέση με το ζήτημα του που εντάσσεται το τμημα για τη διαχειριση των κινδυνων. Θυμάμαι και τον κ. Στρατάκη, τον εισηγητή του ΠΑΣΟΚ, θυμάμαι και την κυρία Παπανδρέου, αλλά και κάποιους άλλους συναδέλφους, οι οποίοι τοποθετήθηκαν ως προς το ζήτημα αυτό και την κριτική που μας έγινε ως προς κάποια ζητήματα ή -αν θέλετε- τις επισημάνσεις που μας έγιναν ως προς κάποια ζητήματα με σκοπό να τα βελτιώσουμε, τις υιοθετήσαμε. Από εκεί και πέρα, εμείς κάνουμε ξεκάθαρες και διαφανείς επιλογές. Αυτοί, λοιπόν, οι οποίοι κάνουν κριτική, ας μας πουν ποια είναι η αφετηρία της κριτικής τους και τι ακριβώς επιδιώκουν με όλα αυτά τα οποία λένε. Αυτό που επιδιώκουν είναι η αδράνεια. Θέλουν τα πράγματα να μείνουν ως έχουν, δηλαδή, θέλουν να διατηρηθούν οι συνθήκες που οδήγησαν τη χώρα σε αυτό το σημείο που βρίσκεται.
Μπορεί να μη συμφωνώ ούτε στο ελάχιστο με αυτά που λες,αλλά θα έδινα μέχρι και την τελευταία ρανίδα του αίματός μου για το δικαίωμά σου να συνεχίσεις να τα λες -ΒΟΛΤΑΙΡΟΣ