ΦΩΤΗΣ ΚΟΥΒΕΛΗΣ: Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, είναι γεγονός ότι η χώρα μας έχει ανάγκη από διοικητική μεταρρύθμιση και πράγματι θα πρέπει η Τοπική Αυτοδιοίκηση να περάσει σε μεγαλύτερα ολοκληρώματα, προκειμένου να καθίσταται αποτελεσματική, να μπορεί να εξυπηρετεί αναπτυξιακά σχέδια, να μπορεί να υπηρετεί αποτελεσματικότερα την προστασία του περιβάλλοντος και βεβαίως να εξυπηρετεί αποτελεσματικότερα τους Έλληνες πολίτες.
Ταυτόχρονα, μέσα από μια διοικητική μεταρρύθμιση είναι προφανής η διεκδίκηση να περιορίζονται τα έξοδα λειτουργίας των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης.
Όμως το παρόν σχέδιο νόμου, παρά το γεγονός ότι είχε εξαγγελθεί πως ήταν πρόθεση της Κυβέρνησης να εξυπηρετήσει αυτούς τους στόχους, φοβάμαι ότι δεν θα τους εξυπηρετήσει. Διότι παραμένει το υδροκέφαλο κράτος, οι μεταβιβαζόμενες αρμοδιότητες από το κεντρικό κράτος προς την Τοπική Αυτοδιοίκηση είναι εξαιρετικά περιορισμένες και είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι για τις μεταβιβαζόμενες αρμοδιότητες προβλέπεται η δαπάνη των 180 εκατομμυρίων ευρώ, σύμφωνα με την Έκθεση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους.
Κατά συνέπεια, θα έχουμε μια ανασυγκροτημένη Τοπική Αυτοδιοίκηση, κατά την πρόβλεψη του νομοσχεδίου, και ταυτόχρονα από την άλλη μεριά θα έχουμε ένα υδροκέφαλο κράτος, το οποίο θα κρατά το σύνολο ή, αν θέλετε, το μέγιστο μέρος των αρμοδιοτήτων που αναφέρονται στην κρατική λειτουργία και έτσι η Τοπική Αυτοδιοίκηση, ανασυγκροτημένη, όπως εισηγείται το νομοσχέδιο, δεν θα έχει εκείνες τις αρμοδιότητες που θα επέτρεπαν σ’ αυτή την Τοπική Αυτοδιοίκηση να υπηρετήσει και την περιφερειακή συγκρότηση, αλλά και την επί της ουσίας αποκέντρωση της λειτουργίας –επαναλαμβάνω, της λειτουργίας- του κράτους.
Έτσι λοιπόν ο πρώτος στόχος της διοικητικής μεταρρύθμισης δεν εξασφαλίζεται.
Το δεύτερο είναι το εξής. Είχα τη δυνατότητα και χθες αναπτύσσοντας την άποψή μου για την αντισυνταγματικότητα της ρύθμισης να υποστηρίξω την άποψη ότι όταν δεν γίνεται ταυτόχρονη και αντίστοιχη μεταβίβαση πόρων, αντίστοιχη προς τις μεταβιβαζόμενες αρμοδιότητες, πέρα από την αντισυνταγματικότητα για την οποία έκρινε η Βουλή κυριαρχικά, δημιουργείται, εγείρεται ένα τεράστιο ζήτημα. Πού θα στηριχθεί αυτή η ανασυγκροτούμενη Τοπική Αυτοδιοίκηση, σε ποιους πόρους θα στηριχθεί, όταν μάλιστα καταγράφεται απ’ όλες τις πλευρές το οικονομικό αδιέξοδο των ήδη υπαρχόντων Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης;
Κατά συνέπεια, και ο δεύτερος στόχος, το δεύτερο στοιχείο δεν υπάρχει, που να δικαιολογεί αυτή την ευφορία και αυτή την άνεση με την οποία η Κυβέρνηση αναφέρεται στο σχέδιο νόμου που εισηγείται στο Ελληνικό Κοινοβούλιο.
Το τρίτο, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, είναι η περίφημη χωροθεσία, την οποία θεωρώ κεντρικό, αξονικό ζήτημα. Για ακούστε, κύριοι συνάδελφοι. Η Κυβέρνηση έθεσε ως ένα από τα κριτήρια το πληθυσμιακό. Το ετήρησε αυτό το κριτήριο ή το ελαστικοποίησε με έναν εξαιρετικά προφανή τρόπο, για να εξυπηρετήσει δικούς της σχεδιασμούς και, όπως οι πάντες λένε, ακόμη και να εξυπηρετήσει και κομματικές ιδιοτέλειες;
Το παράδειγμα ίσως διευκολύνει την κατανόηση του πολιτικού μου ισχυρισμού. Πού είναι το πληθυσμιακό κριτήριο για την Κυβέρνηση όταν, για παράδειγμα, -και δεν είναι η εκλογική μου περιφέρεια, το αντιλαμβάνεστε- στο Δήμο Ευπαλίου καθιστά έδρα το Λιδορίκι κι όχι το Ευπάλιο, όταν τα πληθυσμιακά στοιχεία μαρτυράνε τα ακόλουθα; Ευπάλιο: στο νόμιμο πληθυσμό του δήμου, 41,32%. Λιδορίκι: 29,16%. Στις εθνικές εκλογές του 2009, ένα άλλο στοιχείο αποδεικτικό του πληθυσμού, είχαμε: Ευπάλιο: 42,31%. Λιδορίκι: 26,85%. Πού είναι το πληθυσμιακό κριτήριο στο οποίο ομνύει η Κυβέρνηση, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι; Και επιπροσθέτως, τι άλλαξε, όταν στον αρχικό σχεδιασμό για τον Δήμο Δωρίδας έδρα ονομαζόταν το Ευπάλιο και δεκαπέντε μέρες μετά έδρα ονομάστηκε το Λιδορίκι;
Δεν έχω τίποτε με καμία από τις δύο πόλεις. Είναι εξαιρετικά αγαπητές και αυτές και οι κάτοικοί τους. Απλώς ελέγχω την Κυβέρνηση. Και την ελέγχω για την εγκατάλειψη του πληθυσμιακού κριτηρίου και κυρίως για την ελαστικοποίηση αυτού του κριτηρίου για την εξυπηρέτηση άλλων σκοπιμοτήτων. Δεν εγείρεται δικαιολογημένα αν όχι η βεβαιότητα τουλάχιστον η υποψία ότι παρενέβησαν κομματικοί παράγοντες, προκειμένου να υπάρξει αυτή η διαφοροποίηση, όταν μάλιστα η ίδια η Κυβέρνηση στην αρχική της εξαγγελία άλλη έδρα ήθελε για το Δήμο Δωρίδας, το Ευπάλιο, και άλλη δεκαπέντε ημέρες μετά; Κύριε Υφυπουργέ, λυπάμαι ειλικρινά. Αλλιώς τα είχατε ονομάσει στην αρχή κι αλλιώς τα τροποποιήσατε.
Και δεν διστάζω να υιοθετήσω το παράδειγμα του κ. Λυκουρέντζου. Και πάλι δεν είναι η εκλογική μου περιφέρεια η Αρκαδία. Όμως τι μεσολάβησε ώστε να τάμετε την Κυνουρία στα δύο, να αλλάξετε την κατάταξη στη Γορτυνία; Και ο χορός καλά κρατεί! Τι σας έπεισε, ποιο κριτήριο σας έπεισε, κύριε Υφυπουργέ, να ονομάσετε «έδρα» την Τιθορέα και όχι την Αμφίκλεια, όταν γνωρίζετε πάρα πολύ καλά ότι δεν υπάρχει σύγκριση ανάμεσα στις δύο αυτές μικρές πόλεις;
Αυτά είναι στοιχεία, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, τα οποία πείθουν ότι στο βασικό στοιχείο, στο βασικό κριτήριο που έχει σχέση με τον πληθυσμό –θα αναφερθώ και σε άλλα κριτήρια- δεν υπήρξε η οφειλόμενη προσήλωση εκ μέρους της Κυβέρνησης για να υπηρετήσει τη διοικητική μεταρρύθμιση.
Ένα άλλο κριτήριο, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, είναι η ορεινότητα και θα μπορούσα να ιστορώ σειρά περιπτώσεων, για να αποδείξω ότι ορεινές κωμοπόλεις και ορεινά χωριά, που θα μπορούσαν να συγκροτούν ένα μεγάλο δήμο υπηρετώντας μάλιστα και την ανάπτυξη του ορεινού όγκου, κατέβηκαν σε καμπίσιους δήμους. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση της Νοτίου Πίνδου στο Νομό Τρικάλων.
Τα παραδείγματα περισσεύουν και θα μπορούσα να αναφερθώ δια μακρόν σε πάρα πολλά από αυτά. Δεν αναγνωρίζετε το πασίδηλο, την ορεινότητα των Καλαβρύτων! Δεν αναγνωρίζετε την ορεινότητα των Καλαβρύτων, κύριε Υφυπουργέ, που δεν είναι ανάγκη να συζητήσουμε αν η περιοχή είναι ορεινή. Γι’ αυτό και είπα ότι η ορεινότητα αυτή είναι πασίδηλη.
Έχετε λοιπόν ελαστικοποιήσει το κριτήριο αυτό. Το έχετε προσαρμόσει στις δικές σας ανάγκες, στις δικές σας σκοπιμότητες, γι’ αυτό και δεν είστε πειστικοί αναφορικά με αυτό το στοιχείο, το οποίο έχει σχέση με εκείνα τα κριτήρια που θα μπορούσαν πράγματι να αναδεικνύονται ως δεσμευτικά για την οποιαδήποτε επιλογή.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ακούστηκε χθες και από τον ειδικό αγορητή του Συνασπισμού Ριζοσπαστικής Αριστεράς ότι υπάρχουν και περιοχές στην Ελλάδα, οι οποίες προσδιορίζονται με μία ιστορικότητα, που δεν είναι μουσειακό μέγεθος, αλλά είναι ένα στοιχείο το οποίο μπορεί να κινεί στο παρόν και στο μέλλον μνήμες και να τις αξιοποιεί και να τις εντάσσει σε μια επί της ουσίας παραγωγική και αναπτυξιακή διαδικασία.
Όσον αφορά την ονομασία του Κομμένου στην Άρτα. Μου έλεγε ο Μανόλης Γλέζος ότι στο Κομμένο έχουν δολοφονηθεί από τα στρατεύματα κατοχής παιδιά δέκα ετών. Πρόκειται για μία ηρωική περιοχή, για μια μαρτυρική περιοχή, η οποία είναι γνωστή σε ολόκληρη την Ευρώπη. Και η Κυβέρνηση δεν θέλει να δώσει το όνομα «Κομμένο» στο συγκεκριμένο δήμο για να τιμήσει μνήμες, να οργανώσει τις μνήμες, προκειμένου αυτές -και στο επίπεδο της τοπικής αυτοδιοίκησης- να εγείρονται και να συγκροτούν συγκεκριμένη, συλλογική κοινοτική συνείδηση.
Οφείλω να σας πω ότι δεν μεροληπτώ σε καμία περίπτωση, όταν αναφέρομαι σε τέτοιες περιοχές. Γιατί θέλετε το πείραμα της Απειράνθου για την άμεση δημοκρατία να το εντάξετε σε μία άνευ όρων και -θα έλεγα- και χωρίς πολιτική ευαισθησία συγχώνευση κοινοτήτων και δήμων. Και αρνείσθε τα ιδιαίτερα στοιχεία που προσδιορίζουν, όχι μόνο την περιοχή της Απειράνθου, αλλά και άλλες περιοχές της χώρας.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, κάνει απεργία πείνας ο Δήμαρχος του Ελληνικού, ο κ. Γκορτζίδης. Και βεβαίως, γνωρίζει ότι το πληθυσμιακό κριτήριο εκεί μπορεί να μην εξασφαλίζεται για πολύ μικρό αριθμό πολιτών. Όμως, σας είπα λίγο πριν ότι αλλού έχει εγκαταλειφθεί για άλλους λόγους το πληθυσμιακό κριτήριο. Και στην περίπτωση του Ελληνικού, δεν αναγνωρίζεται επί παραδείγματι το γεγονός ότι είναι ένας οργανωμένος δήμος, δεν οφείλει ούτε ένα ευρώ, έχει στέρεα οικονομικά κι έχει μία τεράστια περιοχή προς τη θάλασσα. Δηλαδή, έχει εξαιρετικά νοικοκυρεμένο το θαλάσσιο μέτωπο όλης της ευρύτερης περιοχής προς τη θάλασσα.
Λυπάμαι, αλλά ένα τέτοιο σημαντικό ζήτημα, όπως η διοικητική μεταρρύθμιση, οδηγείται στην ασφυξία των σκοπιμοτήτων, των μεροληψιών, αλλά και των πολιτικών ιδιοτελειών. Και λυπάμαι για το λόγο ότι η χώρα δεν έχει περιθώρια άλλης αναμονής.
Έπρεπε να περάσουμε στη διοικητική μεταρρύθμιση με διαδικασίες επί της ουσίας συναινετικές. Χρειάζεται η χώρα τα μεγάλα αυτοδιοικητικά ολοκληρώματα, τις περιφέρειες. Και χρειάζεται ο νέος αυτοδιοικητικός χάρτης να προσδιορίζεται έντονα από την παρουσία των ίδιων των πολιτών. Και πώς μπορεί να προσδιορίζεται, όταν όλα τα όργανα της αιρετής αυτοδιοίκησης του πρώτου και του δευτέρου βαθμού, να εκλέγονται με το σύστημα της απλής αναλογικής.
(Στο σημείο αυτό κτυπάει το κουδούνι λήξεως του χρόνου ομιλίας του κυρίου Βουλευτή)
Ολοκληρώνω, κύριε Πρόεδρε.
Σας βεβαιώνω ότι δεν πρόκειται για κάποια ιδεοληψία της Αριστεράς, όταν ζητάει την απλή αναλογική και ιδιαίτερα για το χώρο της τοπικής αυτοδιοίκησης, διότι εκεί μπορεί να γίνονται με τη απλή αναλογική οι μέγιστες δυνατές κοινωνικές συνθέσεις. Γιατί η τοπική αυτοδιοίκηση είναι το κατ’ εξοχήν πρόσφορο πεδίο για την ανάπτυξη μιας συλλογικότητας, η οποία δεν πρέπει να ασφυκτικά σε εκλογικά συστήματα που δημιουργούν ανισότητες και τραυματίζουν ακριβώς αυτή τη συλλογικότητα που είναι το βάθρο της τοπικής αυτοδιοίκησης.
Σας ευχαριστώ.