Μετά τις επιτυχίες που έχει σημειώσει το Πρακτορείο μας, από το 1980, και από το 2000 στο internet, συνεχίζουμε σταθερά, με νέα ρεκόρ δημοσιεύσεων και αναπαραγωγή των ρεπορτάζ μας στα ΜΜΕ στην Ελλάδα και στον κόσμο. www.vouli.net * Ανάρτηση των δελτίων τύπου σε 24ωρη βάση, καθώς και φωτογραφιών για την προβολή στα Μ.Μ.Ε. * Καταγράφουμε την πολιτική ιστορία του Ελληνισμού

1.4.10

Μιλάμε για το άρθρο 14 του σχεδίου νόμου που αναφέρεται στην τιμολόγηση των φαρμακευτικών προϊόντων.

 Συζήτηση και ψήφιση επί της αρχής, των άρθρων και του συνόλου του σχεδίου νόμου του Υπουργείου Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας: «Αποκέντρωση, απλοποίηση και ενίσχυση της αποτελεσματικότητας των διαδικασιών του Εθνικού Στρατηγικού Πλαισίου Αναφοράς (ΕΣΠΑ) 2007-2013 και άλλες διατάξεις»





ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΔΡΙΤΣΑΣ: Ευχαριστώ, κύριε Πρόεδρε.
Μιλάμε για το άρθρο 14 του σχεδίου νόμου που αναφέρεται στην τιμολόγηση των φαρμακευτικών προϊόντων. Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, το ορθολογικό, όταν μιλά κανείς για ανακοστολόγηση ή για κοστολόγηση των φαρμάκων, θα ήταν να μιλήσει κανείς με βάση το πραγματικό κόστος. Δυστυχώς, όμως, σε συνθήκες ελεύθερου ανταγωνισμού αυτό είναι ουτοπία. Είναι περίεργο γιατί να είναι ουτοπία, όμως είναι ουτοπία. Δείχνει το χαρακτήρα αυτού του περίφημου ανταγωνισμού. Θα μπορούσε να επιλεγεί η κοστολόγηση με βάση την κοινόχρηστη ονομασία των φαρμάκων και η κυκλοφορία των φαρμάκων με βάση αυτήν τη μορφή. Δεν επιλέγεται όμως ούτε και αυτό, γιατί αντίκειται στα εμπορικά συμφέροντα τεράστιων μονοπωλιακών συγκροτημάτων. Υπό τις παρούσες συνθήκες, λοιπόν, που περιέγραψα συνοπτικά, το φάρμακο εξακολουθεί να υποβαθμίζεται ως κοινωνικό αγαθό, να ενισχύεται ο εμπορευματικός χαρακτήρας του, ένα πλαίσιο με το οποίο εμείς είμαστε σε ανταγωνιστική σχέση.
Με αυτές τις αποσαφηνίσεις και με πολλές επιφυλάξεις προσεγγίζουμε τις ρυθμίσεις, που προτείνει η Κυβέρνηση με το άρθρο 14. Θεωρούμε ότι είναι ένα βήμα που άμεσα τουλάχιστον θα επιφέρει μια μείωση τιμών. Αυτό μπορεί να υπολογιστεί με σαφήνεια. Όμως, είναι ένα βήμα μετέωρο και επισφαλές.
Και εξηγούμαι. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς που μπορεί να κάνει κανείς, αν λάμβανε υπ’ όψιν τις τρεις φθηνότερες χώρες των είκοσι επτά ως μέτρο υπολογισμού, τον μέσο όρο δηλαδή, θα έπρεπε να μειωθούν οι τιμές περίπου σε ένα ύψος της τάξης του 56%. Αν ελάμβανε ως μέτρο την Ευρωζώνη, θα έπρεπε να μειωθούν περίπου στο 25%. Τώρα που λαμβάνει υπ’ όψιν αυτήν τη ρύθμιση των τριών χαμηλοτέρων τιμών στα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης στα οποία υφίστανται και ανακοινώνονται επίσημα στοιχεία, εδώ υπάρχει μια ασάφεια. Άλλοι λένε για δεκαεπτά χώρες, άλλοι λένε για δεκαοκτώ, άλλοι λένε για είκοσι. Έχει σημασία αν θα είναι η Φινλανδία μέσα σ’ αυτές ή δεν θα είναι. Εν πάση περιπτώσει, μπορεί κανείς, με τις είκοσι χώρες και αν είναι η Φινλανδία μέσα, να υπολογίσει μια μείωση 25% έως 26% και αν δεν είναι η Φινλανδία και είναι δεκαεννιά οι χώρες, να είναι 23% έως 24%. Και προβλέπεται πράγματι και μια ασφαλιστική δικλίδα συνεχών επανελέγχων τρεις φορές το χρόνο. Αυτό μπορεί να είναι ένα ατού από την πλευρά των επιχειρημάτων της Κυβέρνησης.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, κύριε Υπουργέ, γνωρίζουμε όλοι ότι η ευελιξία των πολυεθνικών σ’ αυτή την παγκόσμια ανταγωνιστική αγορά είναι ακαταμάχητη και αδυσώπητη και έχει επαληθευτεί πάρα πολλές φορές αυτή η διαπίστωση. Επομένως δεν μπορούμε να είμαστε τόσο αφελείς ότι αυτές οι ρυθμίσεις αποτελούν εγγύηση. Δεν αποτελούν εγγύηση.
Και επειδή ακριβώς έχουμε και ένα καθεστώς στην Ελλάδα, όπου το ελληνικό κράτος είναι κατά βάση στην αγορά φαρμάκων μονοψωνιστής, το 90%, το ελληνικό δημόσιο στο σύνολό του είναι αυτό που ψωνίζει φάρμακα και ακριβώς γι’ αυτό είναι και ο αποκλειστικός τιμοδότης, γιατί έχουμε την έκρηξη της φαρμακευτικής δαπάνης; Γιατί αφήσαμε τις τιμές ανεξέλεγκτες; Όχι τόσο γι’ αυτό, όσο γιατί είναι ανεξέλεγκτος ο όγκος της συνταγογράφησης. Και έρχεται η λίστα φαρμάκων, όπως έχει προταθεί, ως μία λύση, αλλά δεν είναι η λύση, όπως έχει προωθηθεί, και δεν έχει επικεντρωθεί στα θεραπευτικά πρωτόκολλα και σε μια σειρά από άλλες λύσεις οι οποίες πραγματικά μπορούν να ελέγξουν αυτά τα πράγματα. Ούτε η ηλεκτρονική συνταγογράφηση, έτσι όπως έχει προωθηθεί μέχρι στιγμής, είναι λύση, παρ’ ότι είναι εξαιρετικά αναγκαία και θα έπρεπε να έχει γίνει είκοσι με τριάντα χρόνια πριν, γιατί δεν έχει στοιχεία ενιαίου συστήματος. Άλλο το ΙΚΑ, άλλο το δημόσιο, άλλο το ένα άλλο το άλλο. Να δούμε πότε θα γίνουν συμβατά αυτά τα συστήματα ηλεκτρονικής συνταγογράφησης. Ήδη έχουμε στοιχεία ότι προς αυτήν την κατεύθυνση έχουμε αποκλίσεις.
Εδώ, λοιπόν, πρέπει να τεθούν διάφορα ζητήματα που επικεντρώνονται στο αν έχουμε Εθνικό Οργανισμό Φαρμάκων με κύρος, με ανεξαρτησία, με μέσα, με καταξίωση των στελεχών του, των φαρμακοποιών, των επιστημόνων που εργάζονται στον ΕΟΦ και αν θέλουμε να έχουμε έναν ΕΟΦ κέρβερο, έναν ΕΟΦ όπου δεν θα μπορεί να υπάρχει καμμία παρέμβαση από κανέναν στο πεδίο του καθορισμού της διαρκούς παρακολούθησης με επιστημονικούς όρους των εξελίξεων στον τομέα των φαρμάκων και της αγοράς, έναν ΕΟΦ που θα επιβάλλει τους κανόνες ανά πάσα στιγμή. Διότι δεν γίνεται να έρχονται τα περίφημα νέα φάρμακα, τα καινοτόμα φάρμακα, εξαιτίας των οποίων έχει συμβεί αυτή η έκρηξη της δαπάνης. Είναι ένας από τους βασικότερους παράγοντες.
Δεν θα μπω στις λεπτομέρειες, γιατί είναι αρκετές περιπτώσεις συχνότατες και όχι μεμονωμένες που είναι σκανδαλώδεις. Να σας πω ότι αυτή τη στιγμή κυκλοφορεί για τον ζαχαρώδη διαβήτη ένα φάρμακο. Δεν θα πω ονόματα, γιατί δεν έχει σημασία να μπούμε σε κατηγορίες, σε τέτοιου είδους επίπεδο.
Είναι ένα φάρμακο, το οποίο κάνει 2,47 ευρώ και ένα άλλο που κάνει 17 ευρώ. Και κυκλοφορεί και ένα άλλο φάρμακο από μία νέα εταιρεία, ως καινούργιο, που είναι η σύνθεση των δύο φαρμάκων, 17 ευρώ συν 2,47 ευρώ ίσον 19,47 ευρώ, θα έπρεπε να πωλείται. Ξέρετε πόσο πωλείται; Εκατόν σαράντα πέντε ευρώ. Και αυτό θεωρείται νέο φάρμακο. Και αυτό θεωρείται πρόοδος στη φαρμακευτική αγωγή. Ποιος το επέτρεψε να κυκλοφορήσει αυτό το φάρμακο; Πού είναι ο ΕΟΦ; Ο ΕΟΦ δεν φταίει, γιατί όλοι τον έχουν υπονομεύσει και κυρίως τους εργαζόμενους, τους επιστήμονες και έχουν ακυρώσει το κύρος τους.
Έχουμε, λοιπόν, διεθνή τέτοια στοιχεία γι’ αυτή την πραγματικότητα. Το 2001 η έκθεση της Παγκόσμιας Οργάνωσης Υγείας μελέτησε εκατόν πέντε «καινούργια» μόρια. Τα ανέφερε, τελικώς και ο Οργανισμός Υγείας ως «καινούργια» και διαπίστωσε και εξέδωσε πόρισμα ότι μόνο έξι από αυτά προσέθεταν σχετικώς, όχι απολύτως, κάποια πρόοδο στη φαρμακευτική αγωγή. Τα υπόλοιπα ήταν μάρκετινγκ.
Αυτό, λοιπόν, είναι το πρόβλημα -και πολλά άλλα- αλλά αυτός είναι ογκόλιθος, είναι κεντρικό και είναι θέμα δημόσιας υγείας. Δεν είναι απλώς και μόνο ένα θέμα οικονομίας.
Έχουμε αυτήν τη στιγμή ομεπραζόλες που κυκλοφορούν, ας πούμε, από την Ινδία και εισάγονται και πωλούνται στην ίδια τιμή.
Και έχουμε, τελειώνω, κύριε Πρόεδρε, θερμαντικές αλοιφές με 42 ευρώ. Έχουμε απίστευτες εγκρίσεις φαρμάκων, χωρίς να ελέγχεται πραγματικά η αξιολόγησή της χρησιμότητάς του της αναγκαιότητας τους ως νέα φάρμακα.
Θέλω να πω επίσης, ότι δεν προβλέπεται σε αυτή τη νομοθετική ρύθμιση στο άρθρο 14 τίποτα για τη στήριξη της εγχώριας βιομηχανίας. Είναι σημαντικότατη παράμετρος. Δεν θα υποστηρίξουμε τους βιομηχάνους, αλλά είναι θέσεις εργασίας. Είναι προστιθέμενη αξία. Είναι είκοσι πέντε εργοστάσια με το 13% της αγοράς. Είναι δώδεκα χιλιάδες απασχολούμενοι. Είναι 30% των ερευνητικών προγραμμάτων. Η «PFIZER», η γνωστή μεγαλύτερη εταιρεία στον κόσμο που έληξε η πατέντα της στο «LIPITOR», που είναι το ισχυρότερο ατού, οικονομικά, από όλα τα φάρμακα σ’ όλον τον κόσμο αυτή τη στιγμή, μειώνει τη τιμή της στην Ισπανία κατά 76% και το αναθέτει σε ισραηλινή εταιρεία, να το παράγει.
Γιατί τα φάρμακα που έχει λήξει η πατέντα τους στην εντεκαετία τους και παράγονται στην Ελλάδα, να μην έχουν μία ειδική τιμή ενίσχυσης, ώστε να παράγουν, να έχουν αυξημένη κατά τι τιμή, επειδή παράγουν θέσεις εργασίας; Γιατί αυτό να μη συμπεριλαμβάνεται στη λογική μας; Δεν επιτρέπεται; Επιτρέπεται. Καμία κοινοτική νομοθεσία και καμία οδηγία δεν το απαγορεύει.
Και, εν πάση περιπτώσει, δεν πρέπει να πέσουμε εν ονόματι της επιστροφής του περίφημου rebate από τις εταιρείες προς το ελληνικό δημόσιο, στη λογική που προτάθηκε στην επιτροπή από τους εκπροσώπους των βιομηχάνων, για τις δύο τιμές. Άλλη για τη λιανική και άλλη για τα ασφαλιστικά ταμεία.
Το ζήτημα είναι η χονδρική τιμή, η τιμή βάσης και όχι η λιανική τιμή, γιατί από εκεί και πέρα θα μπούμε σε άλλου είδους ιστορίες, άλλου είδους ανταγωνισμών που θα είναι σε βάρος και της εθνικής οικονομίας και σε βάρος της δημόσιας υγείας.
Με αυτές τις σοβαρές αντιρρήσεις και επιφυλάξεις, αλλά επειδή θέλουμε τουλάχιστον άμεσα να μειωθεί η τιμή των φαρμάκων, ψηφίζουμε «παρών», αλλά αυτά τα πράγματα θέλουν άλλες ρυθμίσεις.
Μπορεί να μη συμφωνώ ούτε στο ελάχιστο με αυτά που λες,αλλά θα έδινα μέχρι και την τελευταία ρανίδα του αίματός μου για το δικαίωμά σου να συνεχίσεις να τα λες -ΒΟΛΤΑΙΡΟΣ