Μετά τις επιτυχίες που έχει σημειώσει το Πρακτορείο μας, από το 1980, και από το 2000 στο internet, συνεχίζουμε σταθερά, με νέα ρεκόρ δημοσιεύσεων και αναπαραγωγή των ρεπορτάζ μας στα ΜΜΕ στην Ελλάδα και στον κόσμο. www.vouli.net * Ανάρτηση των δελτίων τύπου σε 24ωρη βάση, καθώς και φωτογραφιών για την προβολή στα Μ.Μ.Ε. * Καταγράφουμε την πολιτική ιστορία του Ελληνισμού

18.3.10

ΟΜΙΛΙΑ Π. ΕΥΘΥΜΙΟΥ ΣΤΗ ΒΟΥΛΗ

ΟΜΙΛΙΑ Π. ΕΥΘΥΜΙΟΥ ΣΤΗ ΒΟΥΛΗ ΓΙΑ ΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ "ΕΠΙΛΟΓΗ ΔΙΚΑΣΤΙΚΩΝ ΛΕΙΤΟΥΡΓΩΝ ΣΤΙΣ ΚΟΡΥΦΑΙΕΣ ΘΕΣΕΙΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΚΑΙ ΕΠΑΝΑΦΟΡΑ ΤΟΥ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΤΟΥ ΤΩΝ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ"
Αθήνα, 18 Μαρτίου 2010




Κύριε Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, νομίζω ότι είμαι ο δέκατος πέμπτος ομιλητής και νομίζω είμαι ο πρώτος, που δεν είμαι δικηγόρος. Υπήρξαν δεκαπέντε ομιλητές εκ των οποίων τρεις πρώην Υπουργοί Δικαιοσύνης, όπως φυσικά τέταρτος ο παρών Υπουργός Δικαιοσύνης, αλλά όλοι οι προηγούμενοι ήταν δικηγόροι ή νομικοί, εν πάση περιπτώσει.

Επομένως, αισθάνομαι την ιδιαίτερη ευθύνη να εκπροσωπήσω τον μη νομικό κόσμο σε μια συζήτηση που θα ήταν βαρύ λάθος να θεωρηθεί ότι προσδιορίζεται από…

Νομίζω θα ήταν βαρύ λάθος αν τη συζήτηση αυτή την αντιμετωπίζαμε με το στενά νομικό πνεύμα, που καμιά φορά παρασύρει η ιδιότητα.

Αρχίζω πριν από όλα με ένα πολιτικό σχόλιο. Κλείνουν έξι μήνες σχεδόν της νέα διακυβέρνησης, έξι μήνες από την ανάληψη των ευθυνών από την παράταξή μας και είναι πια ορατή μια κρίσιμη και αποφασιστική διαφορά πολιτικής αντίληψης σε αυτή την αίθουσα.

Από τη μια μεριά έχουμε τη στάση της Νέας Δημοκρατίας, η οποία ισούται

-όπως ανάφερα και σε άλλη συγκυρία- με εκείνη τη διατύπωση του Βολταίρου για το Καντίτ, ότι ζούμε στον καλύτερο στον καλύτερο των δυνατών κόσμο.

Όλη η κριτική της Νέας Δημοκρατίας εστιάζεται γιατί το ΠΑΣΟΚ θίγει τα καλώς κείμενα τα οποία συνάντησε. Δηλαδή, η πολιτική υπερασπιστική γραμμή της Νέας Δημοκρατίας είναι η εξής, προ τον ελληνικό λαό: Ήταν όλα πάρα πολύ καλά και έρχεται το ΠΑΣΟΚ και τα αναιρεί και ήταν τα πάρα πολύ καλά για όλους, για την οικονομία, για τους θεσμούς, για τα πάντα. Θεσμικά όλα ήταν πάρα πολύ καλά και απλώς αν εφαρμόζαμε τους καλούς θεσμούς θα πηγαίναμε και ακόμα καλύτερα.

Από την άλλη πλευρά είναι η στάση της Κυβέρνησης μας, η οποία πια έχει αποτυπωθεί σε αυτούς τους έξι μήνες, που δικαιώνει απολύτως την αντίληψη που μας οδήγησε και στην ανάληψη των κυβερνητικών ευθυνών. Θέλαμε σε αυτή τη διακυβέρνηση όχι μόνο να άρουμε όσα αρνητικά διαμόρφωσε η Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, αλλά θέλαμε να άρουμε και όσα αρνητικά συνόδευσαν στο παρελθόν και δικές μας πολιτικές και κυβερνητικές επιλογές. Πιστεύουμε βαθιά ότι αυτή η κρίση, που μας οδήγησαν οι πολιτικές της Νέας Δημοκρατίας τινάζοντας στον αέρα την οικονομία, τινάζοντας στον αέρα την αξιοπιστία της χώρας στην Ευρωπαϊκή Ένωση και διεθνώς, μπορεί να αντιμετωπιστεί μόνο με μεγάλες αλλαγές, με ένα ουσιαστικό συνεκτικό μεταρρυθμιστικό σχέδιο, ώστε να αλλάξουμε στον τόπο όσα είναι ξεκάθαρα αρνητικά.

Η Δικαιοσύνη είναι η απαντοχή του Έλληνα. Λέμε ότι είμαστε περήφανοι για την κλασική μας κληρονομιά, αλλά και η κλασική μας κληρονομιά δεν ήταν μόνο οι πολιτικοί θεσμοί. Ήταν η εμπέδωση της έννοιας του δικαίου και σε τελευταία ανάλυση, ο κλασσικός πολιτισμός για τον οποίο τόσο επαιρόμεθα, όλα τα μεγάλα διλήμματα τα οργάνωνε γύρω από την έννοια του δικαίου. Αυτό, τουλάχιστον, το σώσαμε ως σήμερα.

Αυτό ήταν το νόημα κάποτε, ότι πλησιάζαμε την αρχαία τραγωδία μέσα από την Αντιγόνη, ως δίλημμα δικαίου που είναι δίλημμα ζωής, δίλημμα αξιών. Αυτό νοηματοδοτούσε τα πράγματα. Δεν υπάρχει τίποτα πιο βαθύ ακόμα και σήμερα στον Έλληνα σε αυτό το ρημαγμένο κοινωνικό τοπίο, παρά η αναζήτηση του δικαίου, το να έχουμε οργάνωση των κοινωνικών σχέσεων, των πολιτικών σχέσεων, των εξουσιαστικών σχέσεων με βάση την αρχή του δικαίου.

Είμαστε ικανοποιημένοι από το σύστημα, που διαφυλάσσει αυτό το λαϊκό αίτημα; Μπορεί ο πολίτης να πει ότι βρίσκει σήμερα το δίκιο του; Δεν μπορεί να το πει. Και από την ώρα που δεν μπορεί να το πει ο πολίτης, ορθότατα -όπως είπε πριν ο Υπουργός- χρειάζονται παντού δραστικές παρεμβάσεις, υπέρβασης αυτών των προβλημάτων που στερούν στην Ελλάδα το νομιμοποιητικό αίσθημα της ελληνικής κοινωνίας, ως προς τη συγκρότηση του δικαιακού συστήματος.

Γι’ αυτό και το νομοσχέδιο, που σήμερα συζητάμε, είναι ένα κομμάτι μίας συνολικής μεταρρυθμιστικής παρέμβασης στη Δικαιοσύνη. Κομμάτι το οποίο συνδέεται στενά με όλες εκείνες τις όψεις, που καταλήγουν στο να αποκατασταθεί και να λειτουργήσει ένα κράτος δικαίου. Αυτό το κράτος δικαίου δεν μπορεί παρά να έχει στο επίκεντρο του το σύστημα λειτουργίας δικαιοσύνης.

Είμαστε ευχαριστημένοι από το σύστημα λειτουργίας δικαιοσύνης; Φυσικά και δεν χρειάζεται να πούμε ότι το Δικαστικό Σώμα που είναι εξ ορισμού μια κοινωνική ελίτ, διαθέτει λαμπρούς άντρες και λαμπρές γυναίκες με επάρκεια, με γνώσεις με ήθος. Και αυτό αφορά την συντριπτική πλειοψηφία.

Άλλο είναι η αναγνώριση της ατομικής επάρκειας ενός εκάστου του Δικαστικού Σώματος και άλλο είναι αν η δομή και η οργάνωση της Δικαστικής Εξουσίας κατοπτρίζει, περιλαμβάνει και δικαιώνει τις ατομικές αρετές των λειτουργών. Θα έλεγε κανείς το αντίθετο. Πολλές φορές αυτό το Σώμα πληγώνεται, επειδή ακριβώς η ανέλιξη δεν διαθέτει τις αρετές τις οποίες προσδιορίζει η έννοια της προσωπικής και λειτουργικής ανεξαρτησίας του δικαστή, του ήθους, του φρονήματος, της αδιάλλακτης σχέσης του με το καθήκον. Αντίθετα, είτε έπρεπε να καλλιεργείται το πολιτικό δόντι που ενίοτε έγινε χαυλιόδοντας είτε έπρεπε να ακολουθείται αυτή η ταπεινωτική τακτική της προσέλευσης σε κρίσιμα κομματικά γραφεία προκειμένου να διασφαλιστεί κάποτε η ανέλιξη.

Σε όλα τα Συντάγματα του κόσμου -μια και υπάρχει εδώ η αγάπη του Carl Schmitt- σε όλες τις πολιτείες τις αναπτυγμένες το ζητούμενο είναι η διαδικασία ελέγχου και ισορροπίας, τα περίφημα check and balance. Πρέπει να υπάρχει σε κάθε σύστημα εσωτερικά διαδικασία ελέγχου και ισορροπίας και στα συστήματα της διακυβέρνησης επίσης μεταξύ των εξουσιών. Αυτό που εισάγει λοιπόν το νομοσχέδιο είναι ακριβώς μια διαδικασία ισορροπίας και ελέγχου, που δεν εξαρτάται από την εσωτερική δομή του συστήματος στη δικαιοσύνη, με εκείνον τον τρόπο επαφής με την Εκτελεστική Εξουσία, ώστε ο δικαστικός από ένα σημείο και πέρα, να εκλαμβάνει και να έχει παραδείγματα επί τούτου, ότι δεν θα προσδιορίσουν την εξέλιξή του οι αρετές του, αλλά τα ελαττώματά του και κυρίως το ελάττωμα της προσαρμογής σε κελεύσματα. Πώς θα είναι ανεξάρτητος στο φρόνημά του ο δικαστής, όταν υποκύψει πολιτικά στον πάτρωνά του; Αυτό είναι που σπάει η ρύθμιση που εισάγεται. Διότι ο δικαστής από την πρώτη μέρα εισόδου στο Δικαστικό Σώμα πρέπει να έχει απόλυτη συνείδηση ότι οι αρετές του κάποια στιγμή θα είναι αυτές που θα προσδιορίσουν την τελική πορεία σ’ αυτό που είναι βαθύ κίνητρο ζωής, που είναι η φιλοτιμία, η πιο υγιής πλευρά της φιλοδοξίας, να φθάσεις με άξιο τρόπο στην κορυφή. Δεν θα σκέφτεται πού θα βρει το βύσμα, αλλά θα σκέφτεται μια στιγμή όπου ένα Σώμα διευρυμένο θα αξιολογήσει όχι μόνο την επαγγελματική του επάρκεια, αλλά κυρίως το ήθος του. Θα θωρακίσει αυτό που ζητάμε την προσωπική του ακεραιότητα και τη λειτουργική του επομένως ανεξαρτησία.

Αυτή είναι η θεμελιώδης τομή την οποία ενδεχομένως κύριε Υπουργέ, χωρίς να είμαι ειδικός, προτείνω να σκεφτείτε -γιατί το μαγκανοπήγαδο των προσφυγών δεν μας χρειάζεται- αν τυχόν υιοθετήσετε τη σκέψη του Επιστημονικού Συμβουλίου της Βουλής, δηλ. να μην υπάρχει η λογική της αξιολόγησης με την εισαγωγή της έννοιας «θετική γνώμη», αλλά να υπάρχει το «προκρίνει» ως ουδέτερο, ακριβώς για να μη βρει έδαφος η κακοπιστία που είναι ο συνήθης τρόπος ροκανίσματος μιας μεγάλης πρωτοβουλίας. Προτείνω να το σκεφθείτε από την εμπειρία του τρόπου με το οποίο κινείται καμιά φορά, από ένα σημείο και πέρα, η δικαστική κρίση.

Δεύτερον, θα έλεγα ότι για λόγους αρχής δεν έπρεπε να ακουστεί στη Βουλή των Ελλήνων το κύριο επιχείρημα το οποίο κατετέθη από τον κ. Χατζηγάκη ότι ο αιρετός σε ένα αξίωμα Προέδρου Πλημμελειοδικών ή Εφετών έχει πρόκριμα διαφθοράς. Αυτό το επιχείρημα στη Βουλή των Ελλήνων είναι η υπονόμευση της ίδιας της έννοιας της δημοκρατίας η οποία εδράζεται ακριβώς στην εκλογή και όσο είναι δυνατόν του πιο διευρυμένου Σώματος ως προάσπιση της αξιοκρατίας και ως αποφυγή της αναξιοκρατίας. Μπορούμε να λέμε σ’ αυτή την Αίθουσα ότι δεν πρέπει να επιλέγουν οι δικαστικοί οι ίδιοι τις διοικήσεις τους -και ποιο Σώμα; Οι δικαστικοί- διότι αυτό δημιουργεί πρόκριμα διαφθοράς; Θα έλεγα να παρακάμψουμε πλήρως παρόμοιες λογικές και να δεχτούμε ότι από κάθε άποψη, όχι μόνο γιατί η ευρωπαϊκή εμπειρία το μαρτυρεί -σε μια σειρά συνθέσεις έχουμε την εκλογή του ίδιου του Σώματος εσωτερικά- αλλά γιατί αποτελεί όχι μόνο διασφάλιση, αλλά και κίνητρο το να υπάρχει σ’ αυτή τη θέση η εσωτερική διαδικασία εκλογής και όχι η εκ των άνωθεν επιλογή της δομής της ιεραρχίας.

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, είναι από κάθε άποψη ένα θετικό βήμα και είναι ένα από τα πολλά βήματα που σχεδιάζονται στο χώρο της δικαιοσύνης και ένα από τα πολλά βήματα που σχεδιάζονται σε όλους τους τομείς συγκρότησης του ελληνικού κράτους, ώστε απ’ αυτή την κρίση την πολυσύνθετη που αντιμετωπίζει σήμερα η χώρα, να βγούμε με το σπαθί μας, με νέους θεσμούς, με νέες λειτουργίες έτσι ώστε η χώρα να κερδίσει πάλι τη θέση της στην Ευρώπη, να ενισχύσει τους πολίτες της οικονομικά, κοινωνικά και θεσμικά και να καταστήσει όλους εμάς τους Έλληνες περήφανους για τη χώρα που ζούμε και όχι με ερωτηματικά για τη συνθήκη στην οποία έχουμε βρεθεί. Και νομίζω ότι θα το πετύχουμε.

Σας ευχαριστώ.
Μπορεί να μη συμφωνώ ούτε στο ελάχιστο με αυτά που λες,αλλά θα έδινα μέχρι και την τελευταία ρανίδα του αίματός μου για το δικαίωμά σου να συνεχίσεις να τα λες -ΒΟΛΤΑΙΡΟΣ