Η ομιλία της Υπουργού Παιδείας, Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων, Άννας Διαμαντοπούλου, στη συζήτηση επί του σχεδίου νόμου του Υπουργείου Οικονομικών «Κύρωση του κρατικού προϋπολογισμού και των Προϋπολογισμών ορισμένων ειδικών ταμείων και υπηρεσιών οικονομικού έτους 2010», την Τρίτη 22 Δεκεμβρίου στη Βουλή
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑΚύριε Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, η παιδεία αφορά τα παιδιά μας. Όταν σκεφτόμαστε όλοι τα παιδιά μας, υπάρχει χαρά και αισιοδοξία. Είμαστε σε μία εξαιρετικά δύσκολη περίοδο που όλοι οι γονείς ανησυχούμε για το μέλλον των παιδιών μας, για το αν θα έχουν τις ευκαιρίες που του αξίζουν στη ζωή τους, για το αύριο τους.
Ανησυχία για τους πολιτικούς σημαίνει πρώτα απ’ όλα ανάληψη ευθύνης, σχέδιο, δράση και αποτέλεσμα. Η προοπτική της χώρας, η προοπτική των παιδιών μας στην πιο δύσκολη περίοδο που ζούμε μετά τη Μεταπολίτευση κρίνεται από την πολιτική της Κυβέρνησης, κρίνεται από τον Προϋπολογισμό τον οποίο συζητούμε σήμερα. Έναν Προϋπολογισμό που έγινε με τις δυσμενέστερες συνθήκες των τελευταίων δεκαετιών. Αυτός ο Προϋπολογισμός σε αυτή τη συγκυρία δίνει ένα εναρκτήριο λάκτισμα στα θέματα παιδείας. Με απλά λόγια, κάναμε ως Κυβέρνηση αυτό που κάνει κάθε ελληνική οικογένεια. Μέσα στην κρίση, μέσα στις οικονομικές δυσκολίες προσπαθούμε να τα βγάλουμε πέρα δίνοντας προτεραιότητα και φροντίζοντας τα παιδιά, εξαιρώντας τα από τη συνολική κρίση και τη συνολική μείωση των δαπανών ή των επενδύσεων.
Ο Προϋπολογισμός του 2010 σηματοδοτεί μία προσπάθεια να βγούμε από το λάκκο που έσκαψαν οι παλινωδίες, οι επιλογές, οι εσκεμμένες πολιτικές της προηγούμενης κυβέρνησης, αλλά και οι παθογένειες δεκαετιών. Η Κυβέρνηση αυτή έχει να αποκαταστήσει την εμπιστοσύνη και την αξιοπιστία της χώρας. Τι καθήκον και αυτό! Σε μία χώρα που το 2004 ήταν νούμερο ένα στον κόσμο σε όλα τα επίπεδα με όσα είχε επιτύχει, σήμερα να χρειάζεται να δίνουμε μάχη για να αποκαταστήσουμε την αξιοπιστία και την εμπιστοσύνη.
Αγαπητέ κύριε Μαρκόπουλε, είπατε ότι εκεί έξω υπάρχουν τα χιλιάδες παιδιά στα οποία εσείς είστε δίπλα τους. Και εμείς είμαστε δίπλα τους, μόνο που είμαστε δίπλα και σε εκατοντάδες χιλιάδες άλλα παιδιά, τα οποία και αυτά θέλουν και δουλειά και επιλογή και ευκαιρίες και δεν είχαν τη δυνατότητα να χρησιμοποιήσουν με τον τρόπο που χρησιμοποιήθηκε το κράτος για μια πενταετία.
Η εμπιστοσύνη αφορά την κάθε κίνησή μας, μέσα και έξω. Η προσπάθεια αυτή είναι συλλογική, με πρώτο τον Πρωθυπουργό, με επικεφαλής τον Υπουργό Οικονομικών, αλλά με όλους μας στην πρώτη γραμμή, γιατί όλοι κρινόμαστε: Ο κάθε ένας που είναι σε Υπουργείο, ο κάθε Βουλευτής, το κάθε πολιτικό κόμμα σε μία περίοδο όπου η κρίση είναι η μεγαλύτερη που μπορούσαμε να φανταστούμε. Στη δίνη της κρίσης κάθε ημέρα είναι ημέρα της κρίσης.
Η Κυβέρνηση έχει χρέος να ανατρέψει την υπάρχουσα κατάσταση, έχει υποχρέωση να βάλει ξανά τη χώρα στις ράγες της ανάπτυξης. Ο Πρωθυπουργός κατέθεσε ένα σχέδιο βραχυπρόθεσμο και μακροπρόθεσμο. Ποια είναι η διαφορά αυτού του σχεδίου και αυτού του Προϋπολογισμού; Αυτός ο Προϋπολογισμός δεν είναι σε μία λογική, όπως ξέραμε: να αλλάξουμε λίγο τους κωδικούς, να κόψουμε και να ράψουμε για να παρουσιάσουμε ένα αποτέλεσμα και να πάμε παραπέρα. Αυτός ο Προϋπολογισμός -και έτσι πρέπει όλοι να τον αντιληφθούμε- είναι στοιχείο μιας διαφορετικής πολιτικής.
Η συζήτηση για τον Προϋπολογισμό δεν είναι μόνο τα νούμερα των κωδικών, ούτε γενικές φιλολογίες. Υπάρχει, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ένα σαφές ιδεολογικό στίγμα, το οποίο καθορίζει την πολιτική που διαφοροποιεί τις παρατάξεις, τα κόμματα και κάνει τη συζήτηση υγιή. Το ιδεολογικό στίγμα απαντάει στα μεγάλα ζητήματα της εποχής, που βεβαίως αποτελούν και τα μεγάλα προβλήματα της χώρας:
· Είναι το θέμα των ανισοτήτων που γίνονται όλο και μεγαλύτερες και που η κρίση τις κάνει χαώδεις.
· Είναι το θέμα των περιβαλλοντικών προβλημάτων. Αυτά που εσείς λέτε, αγαπητέ συνάδελφε, «πράσινα άλογα», είναι τα μείζονα ζητήματα που υπονομεύουν το σχέδιο ανάπτυξης της χώρας, που υπονομεύουν το μέχρι σήμερα μοντέλο ανάπτυξης. Μήπως ο τουρισμός, η ναυτιλία, η αγροτική ανάπτυξη δεν είναι ζητήματα που είναι σε κρίση λόγω των περιβαλλοντικών προβλημάτων; Το δεύτερο, λοιπόν, θέμα είναι τα τεράστια περιβαλλοντικά προβλήματα και η απάντηση σε αυτά.
· Το τρίτο είναι η συνολική αλλαγή στο μοντέλο ανάπτυξης, που έχει να κάνει με τις αλλαγές στο κράτος και τη σχέση του με τον ιδιωτικό τομέα. Αυτά αποτυπώνονται στις επιλογές μας, αυτά δίνουν το ιδεολογικό στίγμα, αυτά είναι τα στοιχεία με βάση, τα οποία θα κινηθούμε.
Γίνεται πολλή συζήτηση για το αν θα αποδώσουν ή όχι, για το αν είναι αποδεκτά στις αγορές ή όχι. Χρειάζεται και ανατροπή και άμεση απόδοση. Δεν είναι δευτερεύον θέμα ούτε οι αγορές, ούτε τα spreads, ούτε οι οίκοι. Είναι στοιχεία ενός παγκόσμιου συστήματος που αντιμετωπίζουν και εμάς, όπως και όλους τους άλλους. Η επιλογή, όμως, αν είναι μόνο να απαντήσουμε στα spreads ή να απαντήσουμε μόνο στους οίκους σημαίνει ότι σε λίγα χρόνια θα είμαστε πάλι στην ίδια φάση που είμαστε σήμερα. Το ζητούμενο είναι και να λάβουμε άμεσα μέτρα και να απαντήσουμε στις αγορές, γιατί είμαστε μέρος του παγκόσμιου συστήματος. Ταυτόχρονα όμως χρειάζεται να έχουμε και ένα πολιτικό βάθος, να πάμε σε μία αλλαγή που δεν θα επιτρέψει ξανά τη χώρα ποτέ να βρεθεί σε αυτή τη φάση που είναι σήμερα. Και αυτό μπορούμε να το κάνουμε.
Σε αυτές τις πολιτικές, σε αυτό το πολιτικό σχέδιο η προτεραιότητα είναι βεβαίως η παιδεία. Είναι η προσαρμογή ενός συστήματος εκπαίδευσης που αφορά την παιδεία, που αφορά την Έρευνα και την Τεχνολογία και τη Δια Βίου Εκπαίδευση. Είναι μία νέα επιλογή που αφορά ενιαία το χώρο της εκπαίδευσης και του εκπαιδευτικού συστήματος και ξεκινάει από την ηλικία των τριών και φθάνει μέχρι την τρίτη ηλικία. Είναι μία από τις πολύ σημαντικές επιλογές που έγιναν στην αρχή αυτής της διακυβέρνησης και που δεν αντιληφθήκαμε τη σημασία τους, γιατί τα λίγα Υπουργεία δεν είναι απλά λίγα Υπουργεία, είναι άλλες πολιτικές.
Η παιδεία σήμερα είναι το μεγάλο στοίχημα σε όλες τις χώρες. Αν δει κανείς τις επιλογές των χωρών θα τις κατατάξει σε αυτές που έχουν επιλέξει ως πρώτη προτεραιότητα την παιδεία μέσα στην κρίση και σε αυτές που δεν την έχουν επιλέξει. Οι προοδευτικές χώρες, οι χώρες που ανατρέπουν τα δεδομένα, έχουν βάλει επενδύσεις για την παιδεία μέσα στην κρίση. Αυτό κάνει και η κυβέρνηση του ΠΑ.ΣΟ.Κ..
Σ' αυτό το νέο τοπίο όπου η παιδεία πρέπει να αντιμετωπίσει και τα θέματα της κοινωνικής συνοχής και τα θέματα της ανάπτυξης, ο πολιτισμός μας και τα συστήματα οργανώνονται με βάση την ψηφιακή πληροφορία. Υπάρχει ανάγκη τα εκπαιδευτικά συστήματα, οι εκπαιδευτικοί μηχανισμοί να προσαρμοστούν στην ψηφιακή κοσμογονία. Σήμερα η γνώση κινείται με ραγδαίους ρυθμούς που πολύ δύσκολα μπορούμε να τους πλησιάσουμε. Αυτές οι μείζονες, όμως, προκλήσεις σαφώς σχετίζονται ευθέως και με τη συγκρότηση και ενδυνάμωση της εθνικής συνείδησης των νέων γενιών. Είναι σαφές ότι τα παιδιά μας σήμερα πρέπει να μεγαλώνουν μέσα στο παγκόσμιο περιβάλλον, έχοντας την αίσθηση του που ανήκουν και την αίσθηση της εθνικής ταυτότητας όντας πολίτες οι οποίοι ανήκουν σε μία χώρα όπου μορφώνονται, παίρνουν τις απαιτούμενες γνώσεις που είναι αναγκαίες για να δουλέψουν και να ζήσουν, αλλά ταυτόχρονα γίνονται πολίτες του κόσμου που ξέρουν να σέβονται τον άλλον, να δουλεύουν με αλληλεγγύη, με συλλογικότητα, με σεβασμό.
Όλα αυτά έχουν μια αφετηρία, την εθνική αυτογνωσία που σημαίνει «σέβομαι την πατρίδα μου, αλλά ταυτόχρονα αναγνωρίζω και τον άλλον». Θα έλεγα με απλά λόγια, αυτό που σήμερα θέλουμε να κάνουμε μέσα από την παιδεία μας είναι ότι όλοι πρέπει να αισθανόμαστε -και κυρίως η νέα γενιά- ότι είμαστε περήφανοι που είμαστε Έλληνες και ό,τι αυτό σημαίνει, με την ταυτότητά μας, με την ιστορία μας και την ίδια στιγμή να είμαστε περήφανοι που ζούμε στην Ελλάδα. Δηλαδή, σε μια χώρα που πρέπει να εξασφαλίζει απολύτως τα ατομικά δικαιώματα, να σέβεται το διαφορετικό και το άλλο, μια χώρα που ξέρει να σέβεται την ιστορία, τα δημιουργήματα και τα θετικά όλων των λαών.
Αυτή είναι η Ελλάδα που θέλουμε, αυτή είναι η αντίληψη που έχουμε για την παιδεία. Και είναι μια σαφής ιδεολογική και πολιτική θέση. Βεβαίως, μέσα στο Ελληνικό Κοινοβούλιο υπάρχουν και άλλες απόψεις και καλό είναι κανείς να τοποθετείται για να ξέρουμε ότι στην ελληνική κοινωνία, στην ελληνική πολιτική υπάρχουν απόψεις και θέσεις.
Στο Υπουργείο Παιδείας ο σχεδιασμός είναι διαφορετικός από τα άλλα Υπουργεία. Θα ξεκινήσω με μια βασική αρχή. Θεωρώ ότι ο Υπουργός Παιδείας πρέπει να καταλάβει από την πρώτη μέρα της θητείας του ότι δε μπορεί να δρέψει τους καρπούς των επιλογών της Κυβέρνησης και της δουλειάς του. Η χώρα έχει ζήσει δεκάδες μεταρρυθμίσεις, νομοθετήματα τα οποία έφεραν μετωπικές συγκρούσεις σε όλη την κοινωνία. Ποια είναι τα αποτελέσματα; Τι ήταν το αποτέλεσμα μιας μετωπικής σύγκρουσης των εκπαιδευτικών με την κυβέρνηση σταδιακά και διαχρονικά; Η παιδεία θέλει άλλου είδους προσέγγιση. Δεν είναι ο Υπουργός Παιδείας για να βάζει λαμπάκια στο ρετιρέ μιας πολυκατοικίας που πέφτει. Είναι για να μπουν τα θεμέλια ενός καινούργιου συστήματος. Και αυτό το ξέρουμε όλοι καλά. Γι’ αυτό και οι επιλογές μας -και επιμένω πολύ σε αυτό- ανατρέπουν τη συνήθη αντίληψη, που είναι να λύσουμε το σύστημα πρόσβασης στην τριτοβάθμια εκπαίδευση.
Σε ότι αφορά τις εξετάσεις: Πέντε μαθήματα, επτά μαθήματα, δώδεκα μαθήματα, τρία μαθήματα. Λύθηκε ποτέ το θέμα των εξετάσεων; Όχι, βεβαίως. Διότι πρέπει να ξεκινήσουμε από το Νηπιαγωγείο, το Δημοτικό, το Γυμνάσιο και το Λύκειο.
Έχουμε σε πλήρη εξέλιξη και θα παρουσιαστεί στο τέλος Γενάρη το συνολικό σχέδιο για την αλλαγή που αφορά το νέο σχολείο και ξεκινά από το Νηπιαγωγείο, συνεχίζει στο Δημοτικό, πάει στο Γυμνάσιο και σημαίνει αλλαγή αναλυτικών προγραμμάτων, τα οποία πρέπει να αλλάξουν μετά από σαράντα χρόνια. Νέος τρόπος διοίκησης του σχολείου και αυτόνομης ή, πιο σωστά, αυτοδιοίκητης λειτουργίας. Τα σχολεία δε μπορεί να είναι ομοιόμορφα. Πρέπει να υπάρχει μια αίσθηση λογικής προσαρμογής στο περιβάλλον που ζει το κάθε σχολείο. Χρειάζεται προφανώς ένα σχέδιο που θα φέρει τα σχολεία μας όλα και χωρίς εξαιρέσεις στην ψηφιακή εποχή.
Χρειάζεται ένα νέο σύστημα συνεχούς αξιολόγησης του εκπαιδευτικού συστήματος, των σχολείων, των εκπαιδευτικών. Χρειάζεται ένας νέος τρόπος επιμόρφωσης των εκπαιδευτικών που πρέπει να είναι συνεχής και να ανταποκρίνεται στις εξελίξεις της παιδαγωγικής επιστήμης, αλλά και της τεχνολογίας. Και αυτό σημαίνει και για τους εκπαιδευτικούς νέες επιλογές για το πώς και πότε γίνεται αυτή η επιμόρφωση.
Το δεύτερο μεγάλο σχέδιο αφορά -και αυτό θα ανακοινωθεί μέσα στο Γενάρη και ξεκινούν πιλοτικά όλα από το Σεπτέμβρη, ώστε να μπορούμε να τα αξιολογούμε, να τα διορθώνουμε και να συνεχίζουμε ώστε από χρονιά σε χρονιά να έχουμε πολλαπλασιασμό της υλοποίησής τους, ώστε να φτάσουμε στο τέλος της τετραετίας- βεβαίως, τις νέες τεχνολογίες.
Είχαμε πει πέρσι από αυτό το Βήμα ότι η Ελλάδα είναι εικοστή πέμπτη στις είκοσι επτά χώρες όσον αφορά τη χρήση της τεχνολογίας στο μάθημα και στην εκπαιδευτική διαδικασία. Και αυτό δε σημαίνει να βάλουμε κομπιούτερ στα σχολεία. Σημαίνει μια αλλαγή της προσέγγισης, όπου τα νέα εργαλεία, η νέα τεχνολογία χρησιμοποιείται οριζόντια, για να διδαχθούν όλα τα μαθήματα.
Στο τέλος της επόμενης χρονιάς θα έχουμε ένα από τα ισχυρότερα δίκτυα υποδομών στην υπηρεσία των Ελλήνων μαθητών. Ο συνδυασμός του δικτύου του ΕΔΕΤ, το e-school, που είναι ένα πολύ σημαντικό δίκτυο που μέχρι το τέλος Γενάρη θα λειτουργεί άψογα σε όλα τα σχολεία, το e-university, μεγάλα δίκτυα τα οποία θα συνενωθούν, ώστε να ξέρουμε ότι πράγματι, σε ένα πολύ μικρό χρονικό διάστημα όλα τα σχολεία θα λειτουργούν διαφορετικά. Οι νέοι μας, τα παιδιά μας σε κάθε γωνιά της πατρίδας θα μπορούν να έχουν τις ίδιες ευκαιρίες και τα ίδια μέσα που έχουν τα παιδιά σε όλη την Ευρώπη.
Ξεκινήσαμε πολύ γρήγορα, προτείνοντας ένα σχέδιο διαβούλευσης για το θέμα του εργασιακού βίου των εκπαιδευτικών, το θέμα των προσλήψεων, το θέμα των μεταθέσεων, το θέμα των αποσπάσεων ή της εξέλιξής τους. Πολλοί έκαναν κριτική. Είπαν: «Γιατί έπρεπε να αρχίσετε με αυτό;». Εάν δε λύσουμε αυτό δε μπορούμε να πάμε μπροστά σε καμία μεταρρύθμιση.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, όταν υπάρχει ένα θεσμικό πλαίσιο που επιτρέπει σε νομούς της χώρας να έχουν το 50% των διορισμένων εκπαιδευτικών στο συγκεκριμένο νόμο εκτός της τάξης -και επαναλαμβάνω, δεν οφείλεται ούτε στην αυθαιρεσία ούτε στον ειδικό τρόπο λειτουργίας του εκπαιδευτικού, αλλά είναι το θεσμικό πλαίσιο το οποίο επί είκοσι πέντε χρόνια κάνει εξαίρεση στην εξαίρεση, αλλαγή στην αλλαγή- φτάνει σε ένα χάος που μας οδήγησε τον Οκτώβριο να έχουμε πεντέμισι χιλιάδες κενά στη χώρα, με δεκαοκτώ χιλιάδες αποσπασμένους την ίδια στιγμή, τους οποίους ο Υπουργός δεν έχει τη δυνατότητα να μετακινήσει.
Το νομοσχέδιο θα έλθει και θα το συζητήσουμε εδώ. Θα ήθελα, όμως, πολιτικά να πω το εξής. Όταν είπαμε ότι το σύνθημά μας είναι «πρώτα ο μαθητής», αυτό σημαίνει μια συνολική αλλαγή που είναι πάρα πολύ δύσκολη. Γιατί; Όταν λέμε «πρώτα ο μαθητής», σημαίνει ότι όλες οι πολιτικές έχουν ως τελικό στόχο το μαθητή και την ποιότητα στο σχολείο. Δεν έχουν τον εκπαιδευτικό, δεν έχουν τον Υπουργό, δεν έχουν τον Υπουργό Παιδείας, δεν έχουν κανέναν άλλον. Δε γίνεται να έχει εξαίρεση αυτός που δουλεύει στην Αυτοδιοίκηση και να μπορεί να φεύγει από το σχολείο. Δεν είναι δυνατόν να ασκούμε κοινωνική πολιτική σε όλα τα σχολεία και να φεύγουν οι εκπαιδευτικοί. Δεν είναι δυνατόν να λύνουμε όλα τα επιμέρους ζητήματα της χώρας, βάζοντας ως τελευταία προτεραιότητα το σχολείο.
Λέμε, λοιπόν -η διαβούλευση βρίσκεται σε εξέλιξη- η συζήτηση που θα γίνει στη Βουλή μεθαύριο για το νόμο που θα έλθει στις αρχές Μαρτίου θα έχει ένα βασικό πλαίσιο και εκεί, με βάση αυτό το πλαίσιο, είναι αποδεκτές όλες οι προτάσεις. Ό,τι προτείνεται θα πρέπει να έχει άμεση ανάλυση επιπτώσεων στην τάξη και στην ποιότητα της εκπαίδευσης. Οτιδήποτε αφορά προτεραιότητες που έχουν πρόβλημα στο σχολείο δε θα μπορεί να νομοθετηθεί.
Νομίζω ότι κατανοούμε όλοι ότι αν δεν μείνει ο εκπαιδευτικός στην τάξη, αν δε γεμίσουν τα σχολεία όπως πρέπει, δε μπορεί καμία μεταρρύθμιση να αλλάξει. Και έρχομαι τώρα στις βασικές αρχές. Οι προσλήψεις των εκπαιδευτικών προφανώς πρέπει να γίνονται με το Α.Σ.Ε.Π. Είναι εκατοντάδες χιλιάδες οι εκπαιδευτικοί, οι απόφοιτοι καθηγητικών σχολών που θέλουν να εισέλθουν. Πρέπει να υπάρχουν κριτήρια.
Στο Α.Σ.Ε.Π. θα μετρά και η προϋπηρεσία, όποια και αν είναι αυτή η προϋπηρεσία, είτε για αναπληρωτές είτε για ωρομίσθιους. Τα μόρια αυτών των ανθρώπων που επί χρόνια τα συγκεντρώνουν θα αναγνωρίζονται και βεβαίως, θα υπάρχει και μεταβατική περίοδος.
Η επόμενη αναφορά μου είναι ότι, για να γίνουν όλα αυτά που είπαμε, πρέπει να ξέρουμε με ποιους θα τα κάνουμε.
Δεν υπάρχει καμία εκπαιδευτική μεταρρύθμιση χωρίς εκπαιδευτικούς. Με ποιους εκπαιδευτικούς; Υπάρχει η αντίληψη, πολλές φορές δίκαια, ότι υπάρχει απογοήτευση, απελπισία, παραίτηση των εκπαιδευτικών για πολλούς λόγους, από το μισθολογικό τους μέχρι τον τρόπο που λειτουργεί το εκπαιδευτικό σύστημα. Όμως, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, υπάρχουν εκατοντάδες εκπαιδευτικών οι οποίοι πραγματικά επιτελούν έργο που δε μπορεί κανείς μας να φανταστεί. Όλο αυτό το διάστημα προσπαθούμε να ανακαλύψουμε όλους τους εκπαιδευτικούς στη χώρα που έχουν βραβευθεί, που κάνουν οι ίδιοι καινοτομία, που αλλάζουν τα δεδομένα στο σχολείο τους. Έχω δει εκπαιδευτικούς στη Φλώρινα, σε νησιά, στο Πήλιο, σε όλη την Ελλάδα που κάνουν καινοτόμα προγράμματα, με δικά τους έξοδα πολλές φορές. Θέλουμε, λοιπόν, μια πανστρατιά νέων εκπαιδευτικών, νέων στην ψυχή, στο μυαλό, που θα ξεχωρίσουν, τους οποίους θα καλέσουμε, τους οποίους θα βραβεύσουμε -γιατί πρέπει να επιβραβεύονται- και αυτοί ,οι άριστοι, θα είναι οι επικεφαλής των αλλαγών σε όλη τη χώρα.
Το Υπουργείο Παιδείας έχει ένα πάρα πολύ μεγάλο έργο. Υπάρχει σε εξέλιξη και ξεκινάει η διαβούλευση την επόμενη εβδομάδα για ένα νέο θεσμικό πλαίσιο που αφορά τη Διά Βίου Εκπαίδευση και την Επαγγελματική Κατάρτιση.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, το μεγαλύτερο πρόβλημα και ένα από τα σοβαρότερα προβλήματα της χώρας είναι τα επαγγελματικά δικαιώματα, είναι ο τρόπος που δίνονται τα επαγγελματικά δικαιώματα, που δημιουργούνται ασυνέχειες, ασυνέπειες, αδικίες.
Αλλάζουμε, λοιπόν και φέρνουμε ένα νέο θεσμικό πλαίσιο όπου συνδέονται όλες οι βαθμίδες της εκπαίδευσης, σύμφωνα με τα ευρωπαϊκά δεδομένα και το ευρωπαϊκό πλαίσιο δικαιωμάτων, με τα προσόντα και τα επαγγελματικά δικαιώματα, όπως και όλες οι άλλες χώρες. Διότι είμαστε η μόνη χώρα, εκτός από τη Μολδαβία και τα Σκόπια στην Ευρώπη, που δεν έχουμε ευρωπαϊκό πλαίσιο επαγγελματικών προσόντων. Να συνδέσουμε συνειδητά για πρώτη φορά στη χώρα και μετά από την επιλογή που έκρινε το Υπουργείο Παιδείας να έχει αυτήν την ευθύνη, όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης, από την Τεχνική Εκπαίδευση και τα Ι.Ε.Κ. και τα Κ.Ε.Κ. μέχρι τα Κέντρα Ελευθέρων Σπουδών, αλλά και τα Τ.Ε.Ι. και τα Πανεπιστήμια και τα μεταπτυχιακά, να ξέρουμε, σε ένα συνολικό πλαίσιο, πώς μπορεί ο κάθε πολίτης ο οποίος παίρνει πτυχίο, παίρνει δίπλωμα, συνεχίζει την εκπαίδευσή του, έχει εμπειρία, πώς καταλήγει τελικά και με ποιες διαδικασίες να έχει επαγγελματικά δικαιώματα.
Θεωρούμε ότι η σύνδεση αυτών των δύο τομέων, αλλά και της Έρευνας και της Τεχνολογίας -είχα την ευκαιρία να παρουσιάσω τις βασικές αρχές του εθνικού σχεδίου για την έρευνα και την τεχνολογία την προηγούμενη εβδομάδα- είναι αυτό που θα κάνει τη διαφορά.
Η τελευταία μου λέξη είναι για τον Προϋπολογισμό. Έχετε όλοι τη δυνατότητα, βεβαίως, να δείτε τον Προϋπολογισμό ο οποίος κατατέθηκε. Αρκεί να πω ότι έχουμε συνολική αύξηση 1.135.000.000, δηλαδή είναι περισσότερο και απ’ αυτό που είχαμε πει, γιατί μέσα σε αυτά τα χρήματα δεν εντάσσεται ο ΟΣΚ και ο προϋπολογισμός του, που όπως ξέρετε έχει πάει στο Υποδομών.
Στην πιο δύσκολη περίοδο το μήνυμα είναι σαφές. Ο Γιώργος Παπανδρέου, η Κυβέρνηση του ΠΑ.ΣΟ.Κ., θέτουν ως κύρια προτεραιότητα της επόμενης περιόδου το πιο σημαντικό που έχει το έθνος, ο λαός μας και η χώρα, τους νέους, τις νέες, τα παιδιά μας.
Σας ευχαριστώ.