Ομιλία Θ. Παπαθεοδώρου,
υπεύθυνου Κοινοβουλευτικού Τομέα Δικαιοσύνης, Μεταναστευτικής Πολιτικής
και Ενημέρωσης, Εισηγητή στη συζήτηση και λήψη απόφασης για τη
διεκδίκηση των γερμανικών οφειλών στην Ολομέλεια της Βουλής
Είναι μεγάλη στιγμή για τη Βουλή των Ελλήνων να ξαναδιαβάζει την ιστορία αυτού του τόπου, να αναλαμβάνει το ιστορική ευθύνη απέναντι στις ηρωικές και μαρτυρικές διαδρομές του ελληνικού λαού και να αντιμετωπίζει με παρρησία το εθνικό χρέος .
Αρκεί να το κάνει με ειλικρίνεια, ευθύτητα και επίγνωση ότι γίνεται και η ίδια κομμάτι της ιστορίας αυτού του τόπου και οφείλει με τη στάση της να ανταποκριθεί στη διαχρονική ιστορική μνήμη του ελληνικού λαού, αλλά και στη θεσμική της υπόσταση, ως αντιπροσωπευτική έκφραση της κυρίαρχης βούλησης του.
Αρκεί η Βουλή να μπορεί να σταθεί πάνω από τη συγχρονία της πολιτικής ανάγκης και να συνειδητοποιήσει ότι κρίσιμα και μείζονα θέματα της ιστορικής αυτοσυνειδησίας πρέπει να παραμείνουν εκτός της κομματικής εκμετάλλευσης, και των εργαλείων χειραγώγησης και μετάλλαξης της ιστορικής μνήμης του ελληνικού λαού.
Οι μαρτυρικοί τόποι και τα ολοκαυτώματα της ναζιστικής θηριωδίας στην Ελλάδα δεν ανήκουν μόνο στην Ελληνική Ιστορία, αλλά στην παγκόσμια ιστορία των χωρών που διεκδικούν την ηθική δικαίωση των θυσιών του λαού του τόπου τους και την απότιση τιμής στους νεκρούς τους. Παράλληλα ζητούν να μην ξεχαστούν οι θυσίες αυτές, διακηρύσσοντας «ποτέ πια φασισμός». Κορυφαίοι τόποι μαρτυρίου των Ελλήνων πατριωτών τα Καλάβρυτα, η Θεσσαλονίκη, το Δίστομο, η Κάνδανος, το Κομμένο, η Βιάννος, τα Κερδύλια το Δομένικο και άλλοι 80 σχεδόν τόποι της Ελλάδας που σφραγίστηκαν από πόνο, μίσος, οδύνη και απαξίωση της ανθρώπινης ζωής και αξιοπρέπειας.
"Ολοκαύτωμα": αυτός ο όρος που πέρασε στην μεγάλη Ιστορία και το Δίκαιο των λαών που κέρδισαν την ελευθερία τους με αίμα απέναντι στο φασισμό, εκφράζει τη μοίρα χιλιάδων στον τόπο μας και εκατομμυρίων παγκοσμίως ανθρώπων, σφραγισμένη με αφανισμό, με βασανιστήρια, εγκλεισμούς, ξεριζωμούς, στερήσεις, τραγωδίες, ορφάνια και θάνατο. Το ολοκαύτωμα πέρασε στη γλώσσα των λαών αλλά και του διεθνούς δικαίου μετά τη Δίκη της Νυρεμβέργης ως το μεγαλύτερο έγκλημα του Β' Παγκοσμίου Πολέμου και σηματοδότησε των συστηματικό αφανισμό ολόκληρων περιοχών την εξολόθρευση πληθυσμών και, η καταστροφή ή η λεηλασία χωριών. Μεγάλος είναι ο κατάλογος των ελληνικών πόλεων και χωριών που κάηκαν από τους ναζί και χιλιάδες τα θύματα - άνδρες, γυναίκες, παιδιά, άμαχοι όλοι - που σφαγιάστηκαν στο όνομα του πλέον φρικαλέου παραλογισμού που γνώρισε η ανθρωπότητα: του ναζισμού. Οι "Μαρτυρικοί Τόποι" είναι μία μακρά αλυσίδα ελληνικών χωριών που γνώρισαν τα μαζικά αντίποινα των ναζί.
Στους Ελληνικούς Μαρτυρικούς τόπους οφείλουμε τιμή και νοιώθω ιδιαίτερη ευθύνη να εκπροσωπώ σε αυτή τη συζήτηση στο Ελληνικό Κοινοβούλιο το Νομό της Αχαΐας που σηματοδοτεί ιστορικά τον κορυφαίο τόπο του Ελληνικού Ολοκαυτώματος, τα Καλάβρυτα, όπου εκεί, στη ράχη του Καππή, οι Γερμανοί εκτέλεσαν τον ανδρικό πληθυσμό και έκαψαν την πόλη στις 13 Δεκεμβρίου του ’43.
Η συμμετοχή μας στη Διακομματική Κοινοβουλευτική Επιτροπή για τη διεκδίκηση των γερμανικών οφειλών έγινε από την πρώτη στιγμή με τους όρους της αναγκαίας εθνικής συνεννόησης, ώστε η Έκθεση να έχει ένα χαρακτήρα συναινετικό, να αποτελεί συνέχεια των προηγούμενων προσπαθειών των Επιτροπών, των ενώσεων πολιτών για τη διεκδίκηση των αξιώσεων αλλά και να προτείνει συγκεκριμένες γραμμές δράσης για το Ελληνικό Κράτος. Και πράγματι η Έκθεση που συντάχθηκε είχε σε μεγάλο βαθμό αυτά τα χαρακτηριστικά.
Είναι δείγμα της μυωπικής μικροκομματικής αντίληψης της Κυβέρνησης ότι ενώ η Έκθεση της Διακομματικής Επιτροπής ολοκληρώθηκε από το καλοκαίρι του 2016 και παραδόθηκε στη συνέχεια στον Πρόεδρο της Βουλής, χρησιμοποιήθηκε ως εργαλείο μίας παρελκυστικής πολιτικής. Στην αρχή γινόταν μνεία από τον κ. Τρίπρα για την επικείμενη συζήτηση της στη Βουλή, για να εξαφανίζεται από το δημόσιο διάλογο ανάλογα με την πολιτική συγκυρία και τις επισκέψεις ξένων αξιωματούχων. Και έτσι πέρασαν τρία ολόκληρα χρόνια για να έρθει προς συζήτηση η έκθεση στη Βουλή και μάλιστα λίγες βδομάδες πριν τις εκλογές. Θεωρούμε δε ότι έχει ευθύνη και ο Πρόεδρος της Βουλής που συναίνεσε δε μία τέτοια πολιτική χρήση της Έκθεσης της Διακομματικής Επιτροπής από τον ΣΥΡΙΖΑ και τον κ. Τσίπρα. Εμείς δεν ξεχνάμε, και βεβαίως ούτε η Βουλή, ότι η τελευταία πράξη διεκδίκησης των Γερμανικών οφειλών επισήμως απλό το ελληνικό κράτος ήταν στις 14.11.1995, όταν ο Ανδρέας Παπανδρέου έδωσε εντολή στον Υπουργό Εξωτερικών Κάρολο Παπούλια να επιδώσει ο Έλληνας Πρέσβης στο Βερολίνο ρηματική διακοίνωση προς τη Γερμανική Κυβέρνηση, κρατώντας νομικά ενεργές τις αξιώσεις. Εμείς διεκδικήσαμε επανειλημμένα τη συζήτηση με πρόσφατη ακόμη την παρέμβαση της Προέδρου Φ. Γεννηματά στη Βουλή, αλλά και στην Κρήτη, στα Καλάβρυτα και αλλού. Η εργαλειακή χρήση ενός τέτοιου θέματος εθνικής σημασίας δείχνει την ελαττωμένη επίγνωση του ΣΥΡΙΖΑ για την αξία και το περιεχόμενό του. Η άρρηκτη σύνδεση με τη μνημονιακή προσαρμογή της Κυβέρνησης, άφησε τις διεκδικήσεις εκτός κυβερνητικής πολιτικής.
Και τι έγινε όλα αυτά τα χρόνια; Όπως προείπα, ανάλογα με το εσωτερικό ή εξωτερικό ακροατήριο, ο κ. Τσίπρας είχε διαφορετικές τοποθετήσεις για το θέμα. Απέναντι στην κα Μέρκελ οι αξιώσεις γίνονται «δύσκολες αλλά απαράγραπτες εκκρεμότητες που μας άφησε η ιστορία», όπως είναι οι επανορθώσεις ή το κατοχικό αναγκαστικό δάνειο, έλεγε ακόμα μόλις στις αρχές του 2019, ενώ ήδη από το 2015 οι αξιώσεις γίνονταν «διαφορές που έρχονται από το παρελθόν», όπως το θέμα κατοχικού δανείου και των επανορθώσεων που σύμφωνα με τον Πρωθυπουργό είναι ηθικό θέμα και όχι υλικό που αφορά και τον ελληνικό και τον γερμανικό λαό. Ταυτόχρονα, στην πρόσφατη συνάντηση του κ. Τσίπρα με τον Γερμανό Πρόεδρο Σταινμάιερ, οι αξιώσεις έγιναν διαφορές που δεν πρέπει να ξεχάσουμε ή να κρύψουμε κάτω από το χαλί, όπως είπε «διαφορές από το μακρινό παρελθόν, που πρέπει να ορίσουμε από κοινού με αλληλοσεβασμό το πεδίο της επίλυσης τους με βάση το διεθνές δίκαιο»
Τι σχέση έχουν τέτοιες τοποθετήσεις- που συνιστούν υποχώρηση από την πάγια ελληνική θέση- με τα πορίσματα της έκθεσης και τις προτάσεις που είχαμε καταθέσει από κοινού τα περισσότερα κόμματα; Καμία.
Επί τρία χρόνια η Έκθεση θάφτηκε ακριβώς γιατί η ανάδειξή της δεν αποτελούσε επιλογή της Κυβέρνησης και γιατί το θέμα δεν εξυπηρετούσε την μνημονιακή πολιτική της. Για εμάς, όμως, ήταν ξεκάθαρο ότι οι αξιώσεις για τις πολεμικές αποζημιώσεις και για τις υλικές καταστροφές και διαρπαγές, οι πολεμικές επανορθώσεις, η αποπληρωμή του κατοχικού δανείου και η επιστροφή των κλεμμένων αρχαιολογικών θησαυρών και εκκλησιαστικών κειμηλίων αποτελούν ενεργές νομικά και πολιτικά αξιώσεις με βάση το Ελληνικό, Ευρωπαϊκό και Διεθνές Δίκαιο. Η Ελλάδα ουδέποτε παραιτήθηκε από τις εν γένει αξιώσεις της από τη Γερμανία και αυτό πρέπει να μείνει ζωντανό.
Τρία χρόνια μετά, οι προτάσεις της Διακομματικής παρέμειναν σε πλήρη αχρησία με ευθύνη της Κυβέρνησης, χωρίς να υλοποιηθεί καμία εξ αυτών:
Θυμίζω την ανάγκη για τη Σύσταση Επιτροπής Προώθησης της Διεκδίκησης, αποτελούμενη από βουλευτές, δικαστικούς λειτουργούς, διεθνολόγους, ιστορικούς και νομικούς επιστήμονες, εκπροσώπους αντιστασιακών οργανώσεων, μέλη των Ενώσεων Θυμάτων και του Δικτύου Μαρτυρικών Πόλεων και Χωριών. Στη συνέχεια, την ανάγκη κατάργησης του τέλους δικαστικού ενσήμου επί των αναγνωριστικών αγωγών που αφορούν αξιώσεις λόγω διεθνών αδικοπραξιών, κατά τη διάρκεια της τριπλής κατοχής (1941-1945), εφ’ όσον ασκούνται από θύματα, ενώσεις θυμάτων ή συγγενών - καθολικών διαδόχων των θυμάτων, καθώς και προώθησης συνεργειών με τις ομάδες Γερμανών νομικών, ιστορικών, συνταγματολόγων και γερμανικών οργανώσεων, ευαίσθητων στα θέματα απόδοσης δικαιοσύνης, κ.λπ., που πραγματοποιούν ένα πολυμέτωπο και πολύχρονο αγώνα για τη διεκδίκηση των οφειλών.
Η διεθνοποίηση του θέματος είναι η λύση. Η σημερινή απόφαση της Βουλής των Ελλήνων θα είναι πλέον η πολιτική υπόμνηση στις επόμενες Κυβερνήσεις, για να διεκδικήσουν σε νομικό, πολιτικό και διεθνές επίπεδο, όχι μόνο τις επανορθώσεις αλλά την αποκατάσταση του συνόλου των οφειλών, με πρώτη εκείνη απέναντι στα θύματα της ναζιστικής θηριωδίας.
Είναι μεγάλη στιγμή για τη Βουλή των Ελλήνων να ξαναδιαβάζει την ιστορία αυτού του τόπου, να αναλαμβάνει το ιστορική ευθύνη απέναντι στις ηρωικές και μαρτυρικές διαδρομές του ελληνικού λαού και να αντιμετωπίζει με παρρησία το εθνικό χρέος .
Αρκεί να το κάνει με ειλικρίνεια, ευθύτητα και επίγνωση ότι γίνεται και η ίδια κομμάτι της ιστορίας αυτού του τόπου και οφείλει με τη στάση της να ανταποκριθεί στη διαχρονική ιστορική μνήμη του ελληνικού λαού, αλλά και στη θεσμική της υπόσταση, ως αντιπροσωπευτική έκφραση της κυρίαρχης βούλησης του.
Αρκεί η Βουλή να μπορεί να σταθεί πάνω από τη συγχρονία της πολιτικής ανάγκης και να συνειδητοποιήσει ότι κρίσιμα και μείζονα θέματα της ιστορικής αυτοσυνειδησίας πρέπει να παραμείνουν εκτός της κομματικής εκμετάλλευσης, και των εργαλείων χειραγώγησης και μετάλλαξης της ιστορικής μνήμης του ελληνικού λαού.
Οι μαρτυρικοί τόποι και τα ολοκαυτώματα της ναζιστικής θηριωδίας στην Ελλάδα δεν ανήκουν μόνο στην Ελληνική Ιστορία, αλλά στην παγκόσμια ιστορία των χωρών που διεκδικούν την ηθική δικαίωση των θυσιών του λαού του τόπου τους και την απότιση τιμής στους νεκρούς τους. Παράλληλα ζητούν να μην ξεχαστούν οι θυσίες αυτές, διακηρύσσοντας «ποτέ πια φασισμός». Κορυφαίοι τόποι μαρτυρίου των Ελλήνων πατριωτών τα Καλάβρυτα, η Θεσσαλονίκη, το Δίστομο, η Κάνδανος, το Κομμένο, η Βιάννος, τα Κερδύλια το Δομένικο και άλλοι 80 σχεδόν τόποι της Ελλάδας που σφραγίστηκαν από πόνο, μίσος, οδύνη και απαξίωση της ανθρώπινης ζωής και αξιοπρέπειας.
"Ολοκαύτωμα": αυτός ο όρος που πέρασε στην μεγάλη Ιστορία και το Δίκαιο των λαών που κέρδισαν την ελευθερία τους με αίμα απέναντι στο φασισμό, εκφράζει τη μοίρα χιλιάδων στον τόπο μας και εκατομμυρίων παγκοσμίως ανθρώπων, σφραγισμένη με αφανισμό, με βασανιστήρια, εγκλεισμούς, ξεριζωμούς, στερήσεις, τραγωδίες, ορφάνια και θάνατο. Το ολοκαύτωμα πέρασε στη γλώσσα των λαών αλλά και του διεθνούς δικαίου μετά τη Δίκη της Νυρεμβέργης ως το μεγαλύτερο έγκλημα του Β' Παγκοσμίου Πολέμου και σηματοδότησε των συστηματικό αφανισμό ολόκληρων περιοχών την εξολόθρευση πληθυσμών και, η καταστροφή ή η λεηλασία χωριών. Μεγάλος είναι ο κατάλογος των ελληνικών πόλεων και χωριών που κάηκαν από τους ναζί και χιλιάδες τα θύματα - άνδρες, γυναίκες, παιδιά, άμαχοι όλοι - που σφαγιάστηκαν στο όνομα του πλέον φρικαλέου παραλογισμού που γνώρισε η ανθρωπότητα: του ναζισμού. Οι "Μαρτυρικοί Τόποι" είναι μία μακρά αλυσίδα ελληνικών χωριών που γνώρισαν τα μαζικά αντίποινα των ναζί.
Στους Ελληνικούς Μαρτυρικούς τόπους οφείλουμε τιμή και νοιώθω ιδιαίτερη ευθύνη να εκπροσωπώ σε αυτή τη συζήτηση στο Ελληνικό Κοινοβούλιο το Νομό της Αχαΐας που σηματοδοτεί ιστορικά τον κορυφαίο τόπο του Ελληνικού Ολοκαυτώματος, τα Καλάβρυτα, όπου εκεί, στη ράχη του Καππή, οι Γερμανοί εκτέλεσαν τον ανδρικό πληθυσμό και έκαψαν την πόλη στις 13 Δεκεμβρίου του ’43.
Η συμμετοχή μας στη Διακομματική Κοινοβουλευτική Επιτροπή για τη διεκδίκηση των γερμανικών οφειλών έγινε από την πρώτη στιγμή με τους όρους της αναγκαίας εθνικής συνεννόησης, ώστε η Έκθεση να έχει ένα χαρακτήρα συναινετικό, να αποτελεί συνέχεια των προηγούμενων προσπαθειών των Επιτροπών, των ενώσεων πολιτών για τη διεκδίκηση των αξιώσεων αλλά και να προτείνει συγκεκριμένες γραμμές δράσης για το Ελληνικό Κράτος. Και πράγματι η Έκθεση που συντάχθηκε είχε σε μεγάλο βαθμό αυτά τα χαρακτηριστικά.
Είναι δείγμα της μυωπικής μικροκομματικής αντίληψης της Κυβέρνησης ότι ενώ η Έκθεση της Διακομματικής Επιτροπής ολοκληρώθηκε από το καλοκαίρι του 2016 και παραδόθηκε στη συνέχεια στον Πρόεδρο της Βουλής, χρησιμοποιήθηκε ως εργαλείο μίας παρελκυστικής πολιτικής. Στην αρχή γινόταν μνεία από τον κ. Τρίπρα για την επικείμενη συζήτηση της στη Βουλή, για να εξαφανίζεται από το δημόσιο διάλογο ανάλογα με την πολιτική συγκυρία και τις επισκέψεις ξένων αξιωματούχων. Και έτσι πέρασαν τρία ολόκληρα χρόνια για να έρθει προς συζήτηση η έκθεση στη Βουλή και μάλιστα λίγες βδομάδες πριν τις εκλογές. Θεωρούμε δε ότι έχει ευθύνη και ο Πρόεδρος της Βουλής που συναίνεσε δε μία τέτοια πολιτική χρήση της Έκθεσης της Διακομματικής Επιτροπής από τον ΣΥΡΙΖΑ και τον κ. Τσίπρα. Εμείς δεν ξεχνάμε, και βεβαίως ούτε η Βουλή, ότι η τελευταία πράξη διεκδίκησης των Γερμανικών οφειλών επισήμως απλό το ελληνικό κράτος ήταν στις 14.11.1995, όταν ο Ανδρέας Παπανδρέου έδωσε εντολή στον Υπουργό Εξωτερικών Κάρολο Παπούλια να επιδώσει ο Έλληνας Πρέσβης στο Βερολίνο ρηματική διακοίνωση προς τη Γερμανική Κυβέρνηση, κρατώντας νομικά ενεργές τις αξιώσεις. Εμείς διεκδικήσαμε επανειλημμένα τη συζήτηση με πρόσφατη ακόμη την παρέμβαση της Προέδρου Φ. Γεννηματά στη Βουλή, αλλά και στην Κρήτη, στα Καλάβρυτα και αλλού. Η εργαλειακή χρήση ενός τέτοιου θέματος εθνικής σημασίας δείχνει την ελαττωμένη επίγνωση του ΣΥΡΙΖΑ για την αξία και το περιεχόμενό του. Η άρρηκτη σύνδεση με τη μνημονιακή προσαρμογή της Κυβέρνησης, άφησε τις διεκδικήσεις εκτός κυβερνητικής πολιτικής.
Και τι έγινε όλα αυτά τα χρόνια; Όπως προείπα, ανάλογα με το εσωτερικό ή εξωτερικό ακροατήριο, ο κ. Τσίπρας είχε διαφορετικές τοποθετήσεις για το θέμα. Απέναντι στην κα Μέρκελ οι αξιώσεις γίνονται «δύσκολες αλλά απαράγραπτες εκκρεμότητες που μας άφησε η ιστορία», όπως είναι οι επανορθώσεις ή το κατοχικό αναγκαστικό δάνειο, έλεγε ακόμα μόλις στις αρχές του 2019, ενώ ήδη από το 2015 οι αξιώσεις γίνονταν «διαφορές που έρχονται από το παρελθόν», όπως το θέμα κατοχικού δανείου και των επανορθώσεων που σύμφωνα με τον Πρωθυπουργό είναι ηθικό θέμα και όχι υλικό που αφορά και τον ελληνικό και τον γερμανικό λαό. Ταυτόχρονα, στην πρόσφατη συνάντηση του κ. Τσίπρα με τον Γερμανό Πρόεδρο Σταινμάιερ, οι αξιώσεις έγιναν διαφορές που δεν πρέπει να ξεχάσουμε ή να κρύψουμε κάτω από το χαλί, όπως είπε «διαφορές από το μακρινό παρελθόν, που πρέπει να ορίσουμε από κοινού με αλληλοσεβασμό το πεδίο της επίλυσης τους με βάση το διεθνές δίκαιο»
Τι σχέση έχουν τέτοιες τοποθετήσεις- που συνιστούν υποχώρηση από την πάγια ελληνική θέση- με τα πορίσματα της έκθεσης και τις προτάσεις που είχαμε καταθέσει από κοινού τα περισσότερα κόμματα; Καμία.
Επί τρία χρόνια η Έκθεση θάφτηκε ακριβώς γιατί η ανάδειξή της δεν αποτελούσε επιλογή της Κυβέρνησης και γιατί το θέμα δεν εξυπηρετούσε την μνημονιακή πολιτική της. Για εμάς, όμως, ήταν ξεκάθαρο ότι οι αξιώσεις για τις πολεμικές αποζημιώσεις και για τις υλικές καταστροφές και διαρπαγές, οι πολεμικές επανορθώσεις, η αποπληρωμή του κατοχικού δανείου και η επιστροφή των κλεμμένων αρχαιολογικών θησαυρών και εκκλησιαστικών κειμηλίων αποτελούν ενεργές νομικά και πολιτικά αξιώσεις με βάση το Ελληνικό, Ευρωπαϊκό και Διεθνές Δίκαιο. Η Ελλάδα ουδέποτε παραιτήθηκε από τις εν γένει αξιώσεις της από τη Γερμανία και αυτό πρέπει να μείνει ζωντανό.
Τρία χρόνια μετά, οι προτάσεις της Διακομματικής παρέμειναν σε πλήρη αχρησία με ευθύνη της Κυβέρνησης, χωρίς να υλοποιηθεί καμία εξ αυτών:
Θυμίζω την ανάγκη για τη Σύσταση Επιτροπής Προώθησης της Διεκδίκησης, αποτελούμενη από βουλευτές, δικαστικούς λειτουργούς, διεθνολόγους, ιστορικούς και νομικούς επιστήμονες, εκπροσώπους αντιστασιακών οργανώσεων, μέλη των Ενώσεων Θυμάτων και του Δικτύου Μαρτυρικών Πόλεων και Χωριών. Στη συνέχεια, την ανάγκη κατάργησης του τέλους δικαστικού ενσήμου επί των αναγνωριστικών αγωγών που αφορούν αξιώσεις λόγω διεθνών αδικοπραξιών, κατά τη διάρκεια της τριπλής κατοχής (1941-1945), εφ’ όσον ασκούνται από θύματα, ενώσεις θυμάτων ή συγγενών - καθολικών διαδόχων των θυμάτων, καθώς και προώθησης συνεργειών με τις ομάδες Γερμανών νομικών, ιστορικών, συνταγματολόγων και γερμανικών οργανώσεων, ευαίσθητων στα θέματα απόδοσης δικαιοσύνης, κ.λπ., που πραγματοποιούν ένα πολυμέτωπο και πολύχρονο αγώνα για τη διεκδίκηση των οφειλών.
Η διεθνοποίηση του θέματος είναι η λύση. Η σημερινή απόφαση της Βουλής των Ελλήνων θα είναι πλέον η πολιτική υπόμνηση στις επόμενες Κυβερνήσεις, για να διεκδικήσουν σε νομικό, πολιτικό και διεθνές επίπεδο, όχι μόνο τις επανορθώσεις αλλά την αποκατάσταση του συνόλου των οφειλών, με πρώτη εκείνη απέναντι στα θύματα της ναζιστικής θηριωδίας.