ΟΜΙΛΙΑ
ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΥ
ΛΟΥΚΑ ΠΑΠΑΔΗΜΟΥ
ΣΤΗΝ ΕΠΙΚΑΙΡΗ ΕΡΩΤΗΣΗ
ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ Κ.Ο. ΤΟΥ ΣΥΡΙΖΑ, ΑΛΕΞΗ ΤΣΙΠΡΑ
ΣΤΗ ΒΟΥΛΗ
Κύριε Πρόεδρε της Βουλής,
Κύριε Πρόεδρε του ΣΥΡΙΖΑ,
Κυρίες και κύριοι βουλευτές,
Το κεντρικό οικονομικό πρόβλημα της χώρας είναι η χαμηλή θέση που κατέχουμε στην διεθνή ανταγωνιστικότητα των προϊόντων και υπηρεσιών. Σύμφωνα με δημοσιευμένους δείκτες της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, κατά την περίοδο 2001-2009, δηλαδή κατά τα 9 χρόνια πριν εκδηλωθεί η κρίση, η σωρευτική απώλεια ανταγωνιστικότητας έναντι των εταίρων μας στην Ευρωζώνη, βάσει του σχετικού κόστους εργασίας ανά μονάδα προϊόντος, έφθασε το 23%. Αυτή η απώλεια ανταγωνιστικότητας αποτυπώνεται στο έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών και στο εμπορικό έλλειμμα, που παρά τη μείωση που έχουν σημειώσει κατά τα τελευταία 2 χρόνια, παραμένουν σε ιδιαίτερα υψηλά επίπεδα σε σχέση με το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν.
Η απώλεια ανταγωνιστικότητας αντανακλά το γεγονός ότι το κόστος εργασίας, μέρος του οποίου είναι και οι μισθοί, σημείωσε στην Ελλάδα σχεδόν διπλάσια αύξηση, κατά τα 9 χρόνια πριν από την κρίση, σε σχέση με τις λοιπές χώρες της Ευρωζώνης. Η σωρευτική αύξηση των ονομαστικών μισθών κατά την περίοδο αυτή ήταν σημαντικά υψηλότερη από τη συνολική αύξηση της παραγωγικότητας.
Αυτές οι εξελίξεις δεν μπορούν και δεν πρέπει να αγνοηθούν ούτε από τους εργαζόμενους ούτε από τις επιχειρήσεις. Η μεγάλη απώλεια ανταγωνιστικότητας αναπόφευκτα επηρεάζει αρνητικά τις εξαγωγές της χώρας και επηρεάζει την απασχόληση.
Όσο η χώρα αδυνατεί να πουλήσει περισσότερα προϊόντα και υπηρεσίες στη διεθνή αγορά, όσο οι εισαγωγές αγαθών από το εξωτερικό αυξάνονται, επειδή η οικονομία δεν είναι ανταγωνιστική, τόσο επιχειρήσεις θα κλείνουν και η ανεργία θα αυξάνεται. Προκειμένου να ανακάμψει η οικονομία και να πετύχει σταθερούς ρυθμούς ανάπτυξης, πρέπει να βελτιώσει τις εξαγωγικές επιδόσεις, και αυτό απαιτεί βελτίωση ανταγωνιστικότητας και μείωση του σχετικού κόστους των εγχώριων προϊόντων και υπηρεσιών.
Ανεξαρτήτως του τι προτείνουν οι δανειστές μας, οφείλουμε να εξετάσουμε από κοινού με τους κοινωνικούς φορείς μέτρα και πολιτικές που θα αποκαταστήσουν την ανταγωνιστικότητα που έχει απωλεσθεί και θα ενισχύσουν την απασχόληση.
Βεβαίως, η ανταγωνιστικότητα δεν εξαρτάται μόνο από το μισθολογικό κόστος, ούτε μόνο από το κόστος εργασίας. Όπως ο ίδιος τόνισα στους κοινωνικούς εταίρους κατά τις συναντήσεις μας, υπάρχουν πολλοί παράγοντες που επηρεάζουν την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας. Η ανταγωνιστικότητα εξαρτάται, μεταξύ άλλων, από το μη μισθολογικό κόστος παραγωγής, όπως προσδιορίζεται από τις ασφαλιστικές εισφορές, το Φ.Π.Α. και άλλους φόρους, τα τιμολόγια δημόσιων υπηρεσιών.
Εξαρτάται από τα εμπόδια που η γραφειοκρατία βάζει στην επιχειρηματικότητα, που πολλές φορές μάλιστα συνδυάζονται με διαφθορά. Εξαρτάται και από την ποιότητα των προϊόντων που παράγονται και των υπηρεσιών που προσφέρονται.
Η κυβέρνηση προωθεί σειρά διαρθρωτικών αλλαγών, προκειμένου να βελτιωθεί η ανταγωνιστικότητα αντιμετωπίζοντας τους άλλους παράγοντες που την περιορίζουν. Αυτός είναι ένας βασικός σκοπός του σχεδίου νόμου για τη βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος που εγκρίθηκε χθες από το Υπουργικό Συμβούλιο και θα κατατεθεί σύντομα στη Βουλή. Μπορούμε επίσης να αναζητήσουμε και άλλα μέτρα, ώστε να ελαφρύνουμε τον επαγγελματία, τον έμπορο, τον βιοτέχνη, την μικρή, μεσαία ή μεγάλη επιχείρηση.
Πράγματι, υπάρχουν κλάδοι και επιχειρήσεις όπου το μισθολογικό κόστος δεν επιβαρύνει σημαντικά την ανταγωνιστικότητα. Υπάρχουν όμως και πολλοί κλάδοι, όπου επιχειρήσεις κλείνουν και η ανεργία καλπάζει και στους οποίους το μισθολογικό κόστος είναι κρίσιμος προσδιοριστικός παράγοντας της ανταγωνιστικότητας.
Δεν μπορούμε επομένως να μην εξετάσουμε το ρόλο και τη συμβολή του μισθολογικού κόστους στην ανταγωνιστικότητα, όταν υπάρχουν στρεβλώσεις και οι συνέπειές τους, και όταν αυτές οι στρεβλώσεις και οι συνέπειές, είναι σήμερα εμφανείς στις δύσκολες συνθήκες που βιώνει η χώρα με την ύφεση και την αύξηση της ανεργίας.
Είναι προτιμότερο να υπάρχουν ανοιχτές επιχειρήσεις με λίγο χαμηλότερες αποδοχές με τη συμφωνία και των δύο πλευρών, αντί κλειστές επιχειρήσεις και περισσότεροι άνεργοι.
Από το 2009 έως σήμερα, έχουμε περίπου 38.000 επιχειρήσεις λιγότερες. Επιχειρήσεις που έκλεισαν, και δεν απασχολούν πια προσωπικό. Όπως ξέρετε, η ανεργία ξεπερνά το 17%. Οι ασφαλισμένοι του ΙΚΑ συνολικά μεταξύ 2009 και τέλους του 2011 μειώθηκαν κατά 185.000. Έχουμε επομένως ένα σοβαρό πρόβλημα απασχόλησης. Αυτό συνδέεται εν μέρει με την ύφεση, με την πτώση της εγχώριας ζήτησης, στην οποία συμβάλλει και η περιοριστική δημοσιονομική πολιτική. Αυτό είναι γεγονός. Αλλά συνδέεται επίσης, καθοριστικά με την αδυναμία της χώρας να παράγει προϊόντα και υπηρεσίες ανταγωνιστικά στις αγορές.
Κανένας δεν μπορεί να είναι αδιάφορος σε αυτό το πρόβλημα της οικονομίας, που συνιστά και μεγάλο κοινωνικό πρόβλημα. Οι κοινωνικοί εταίροι με αίσθημα ευθύνης, ξεκίνησαν ένα διάλογο με ουσιαστικό περιεχόμενο. Ενθαρρύνουμε το διάλογο αυτό και αναμένουμε τις αποφάσεις τους. Αποφάσεις που πιστεύουμε ότι θα αποτελέσουν μια νέα αφετηρία συνεννόησης για την επίλυση των μεγάλων προβλημάτων.
Ρωτάτε, κύριε Τσίπρα, αν η κυβέρνηση θα προχωρήσει σε μειώσεις ή πάγωμα των μισθών στον ιδιωτικό τομέα. Σας απαντώ ότι πρέπει να δοθεί χρόνος στους κοινωνικούς εταίρους να διαβουλευθούν. Όσο βρίσκεται σε εξέλιξη ο κοινωνικός διάλογος, η κυβέρνηση δεν μπορεί και δεν πρέπει να πάρει θέση επί των συγκεκριμένων θεμάτων της διαπραγμάτευσης.
Δεν υπάρχουν προειλημμένες αποφάσεις. Οι τελικές θέσεις της κυβέρνησης θα διαμορφωθούν λαμβάνοντας υπόψη τα αποτελέσματα του κοινωνικού διαλόγου, με γνώμονα την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας αλλά και την προστασία των πιο αδύναμων στρωμάτων.
Οι άνεργοι δεν έχουν ούτε κατώτατο μισθό, ούτε 13ο και 14ο μισθό. Πρέπει να νοιαστούμε και γι’ αυτούς.
Αν η χώρα δεν τα καταφέρει να αντιμετωπίσει την κρίση χρέους και να αντιμετωπίσει τις διαρθρωτικές αδυναμίες της οικονομίας, οι συνέπειες για το βιοτικό επίπεδο των μισθωτών και συνταξιούχων θα είναι δραματικές. Καταβάλουμε όλες τις δυνατές προσπάθειες για να αποφύγουμε μια τέτοια εξέλιξη.
Θα δούμε λοιπόν πού υπάρχουν περιθώρια για προσαρμογές, λαμβάνοντας υπόψη τις συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί. Είναι όμως σαφές ότι για τους χαμηλόμισθους και τους χαμηλοσυνταξιούχους, τα περιθώρια προσαρμογών είναι πολύ περιορισμένα.
ΔΕΥΤΕΡΟΛΟΓΙΑ
ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΥ
ΛΟΥΚΑ ΠΑΠΑΔΗΜΟΥ
Κύριε Πρόεδρε του ΣΥΡΙΖΑ, να ξεκινήσω με ένα σημείο στο οποίο συμφωνούμε απόλυτα. Ζητούμενο και σκοπός της κυβέρνησης αυτής είναι η ανάκαμψη της οικονομίας και η ανάπτυξή της με βιώσιμους ρυθμούς. Το ζητούμενο είναι πώς αυτό θα επιτευχθεί. Ένας ενδιάμεσος σκοπός για να επιτευχθεί η βιώσιμη ανάπτυξη της οικονομίας, είναι, πρώτον, να εξυγιάνουμε ένα κράτος που είναι υπερχρεωμένο, λόγω πολιτικών που ακολουθήθηκαν για δεκαετίες και να αντιμετωπίσουμε διάφορους παράγοντες διαρθρωτικούς, αλλά και παράγοντες που συνδέονται με το κόστος, που έχουν οδηγήσει σε μία μεγάλη απώλεια ανταγωνιστικότητας την οικονομία.
Μεσομακροπρόθεσμα η ελληνική οικονομία δεν πρόκειται να αναπτυχθεί με υψηλούς και βιώσιμους ρυθμούς, χρησιμοποιώντας μόνον πολιτικές, οι οποίες επηρεάζουν την εσωτερική ζήτηση.
Είμαστε μία μικρή οικονομία. Και όπως έχει αποδειχθεί από την εμπειρία πολλών άλλων οικονομιών, μικρών και μεγάλων, βιώσιμη και σταθερή ανάπτυξη μπορεί να επιτευχθεί μόνο με την βελτίωση των «καθαρών» εξαγωγικών επιδόσεων, δηλαδή από τη μια πλευρά την αύξηση των εξαγωγών και παράλληλα την ενίσχυση προϊόντων και υπηρεσιών, που προσφέρονται στο εσωτερικό της χώρας, προκειμένου να περιοριστούν οι εισαγωγές. Οι εξαγωγικές επιδόσεις είναι βασικός μοχλός ανάπτυξης σε μια μικρή και ανοιχτή οικονομία. Αυτή είναι η πραγματικότητα.
Κατά την προσπάθεια που γίνεται - που ξεκίνησε πριν από ενάμιση έτος και συνεχίζεται - για την δημοσιονομική εξυγίανση, την αναδιάρθρωση της οικονομίας και την αποκατάσταση της απώλειας της ανταγωνιστικότητας, βραχυπρόσθεσμα οι συνέπειες στο εισόδημα είναι όντως αρνητικές. Η απασχόληση μειώνεται και η ανεργία αυξάνεται -το ανέφερα και πριν- συμφωνούμε και σε αυτό. Είναι -αν θέλετε- μία αναπόφευκτη βραχυπρόθεσμη συνέπεια της προσαρμογής της οικονομίας. Αλλά όταν ολοκληρωθεί η προσπάθεια αυτή -που ευελπιστώ ότι θα ολοκληρωθεί σε ένα ορατό χρονικό διάστημα- θα δημιουργηθούν καινούργιες βάσεις, ούτως ώστε να μειωθεί η ανεργία, να αυξηθεί η απασχόληση, να ανακάμψει η οικονομία και να επιτύχουμε υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης.
Δεν υπάρχουν, φοβάμαι, εναλλακτικές και μαγικές λύσεις. Η κυβέρνηση έχει και σχέδιο για την εφαρμογή της κατάλληλης πολιτικής γενικότερα, αλλά και ειδικότερα όσον αφορά την αγορά εργασίας. Και επίσης, θα διαπραγματευτεί σκληρά με τους δανειστές, για να επιτύχει το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα, λαμβανομένων υπόψη των περιορισμών που αντιμετωπίζουμε. Αλλά η δυνατότητά μας να διαπραγματευθούμε σκληρά και να επιτύχουμε το καλύτερο αποτέλεσμα συναρτάται με τη δυνατότητά μας να αντιμετωπίσουμε οι ίδιοι στο εσωτερικό της χώρας τις πηγές των προβλημάτων μας.
Όπως είπα και στην αρχή και όπως όλοι γνωρίζετε πολύ καλά, η Ελλάδα είναι ένα υπερχρεωμένο κράτος. Είναι ένα κράτος όπου η ανταγωνιστικότητα για διάφορους λόγους και μετρούμενη με διάφορους δείκτες - όχι μόνο με το δείκτη του κόστους εργασίας, του σχετικού κόστους εργασίας, αλλά και με βάση διάφορους άλλους δείκτες που ενσωματώνουν διάφορες διαστάσεις ποιοτικές και λοιπές της έννοιας της ανταγωνιστικότητας - βρίσκεται σε ένα από τα χαμηλότερα επίπεδα του κόσμου. Αν δεν αντιμετωπίσουμε αυτά τα δύο προβλήματα, δεν πρόκειται να ξεπεράσουμε την κρίση.
Μια μικρή παρατήρηση, σχετικά με τους δείκτες που αναφέρατε: Διάφοροι δείκτες του κόστους εργασίας υπολογίζονται με διαφορετικούς τρόπους και επομένως μπορεί να οδηγήσουν σε κάποιο διαφορετικό αποτέλεσμα. Ακριβώς γι’ αυτό το λόγο, αναφέρθηκα στις εισαγωγικές παρατηρήσεις μου - στην απάντηση που σας έδωσα στα ερωτήματά σας - σε δείκτες που έχουν δημοσιευτεί από την ΕΚΤ που είναι εναρμονισμένοι, ώστε να υπολογίζουν ακριβώς με τον ίδιο τρόπο την ανταγωνιστικότητα του κόστους σε όλες τις χώρες της Ευρωζώνης. Ανεξάρτητα από τους δείκτες που χρησιμοποιούνται είναι γεγονός ότι η απώλεια είναι μεγάλη. Είναι επίσης, ένα θετικό αποτέλεσμα ότι βελτιώνεται, αλλά βελτιώνεται σιγά και πρέπει να κάνουμε ένα ακόμα βήμα. Παράλληλα με την μείωση του κόστους παραγωγής θα υιοθετήσουμε και μέτρα, τα οποία θα συντελέσουν στην ενίσχυση του ανταγωνισμού στις αγορές προϊόντων και υπηρεσιών, ώστε να υπάρξει και βελτίωση των τιμών. Και όπως προανέφερα με πολλά άλλα μέτρα, ώστε η ανταγωνιστικότητα με την ευρεία έννοια, επίσης να βελτιωθεί.
Αυτές οι θέσεις δεν αποτελούν ένα ψευτοδίλημμα που τίθεται, προκειμένου για κάποιο λόγο, που δεν μπορώ να καταλάβω, να ακολουθήσουμε πολιτικές που συμπιέζουν αυθαίρετα και χωρίς κανένα λόγο τα εισοδήματα των εργαζομένων. Όλοι επιθυμούμε τα εισοδήματα των εργαζομένων να αυξάνονται και η απασχόληση παράλληλα να αυξάνεται. Αλλά είμαστε αναγκασμένοι να βιώσουμε μία περίοδο προσαρμογής, να αντιμετωπίσουμε τις συνέπειες των λαθών που έγιναν, ώστε να διασφαλίσουμε ένα καλύτερο αύριο.
Σας ευχαριστώ.