Μετά τις επιτυχίες που έχει σημειώσει το Πρακτορείο μας, από το 1980, και από το 2000 στο internet, συνεχίζουμε σταθερά, με νέα ρεκόρ δημοσιεύσεων και αναπαραγωγή των ρεπορτάζ μας στα ΜΜΕ στην Ελλάδα και στον κόσμο. www.vouli.net * Ανάρτηση των δελτίων τύπου σε 24ωρη βάση, καθώς και φωτογραφιών για την προβολή στα Μ.Μ.Ε. * Καταγράφουμε την πολιτική ιστορία του Ελληνισμού

8.12.10

ΟΜΙΛΙΑ ΦΙΛΙΠΠΟΥ ΣΑΧΙΝΙΔΗ ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΣΤΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΥΠΟΘΕΣΕΩΝ ΣΤΗ ΒΟΥΛΗ NEWS AGENCY-VOULI.NET-HELLAS AND CYPRUS NEWS

Αθήνα, 7 Δεκεμβρίου 2010
ΟΜΙΛΙΑ
ΦΙΛΙΠΠΟΥ ΣΑΧΙΝΙΔΗ
ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΣΤΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΥΠΟΘΕΣΕΩΝ
ΣΤΗ ΒΟΥΛΗ



«Κύρωση του κρατικού προϋπολογισμού και των προϋπολογισμών ορισμένων ειδικών ταμείων και υπηρεσιών οικονομικού έτους 2011»


Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι συζητάμε για άλλη μια φορά, όπως προβλέπεται από το Σύνταγμα, για τον προϋπολογισμό της χώρας.
Η κοινοβουλευτική παράδοση θέλει ομιλητές από όλες τις παρατάξεις, να τοποθετούνται με βάση τις θέσεις του κόμματος τους στο περιεχόμενο του προϋπολογισμού και να αξιολογούν εάν μπορεί ο συγκεκριμένος προϋπολογισμός να συμβάλει στην επίτευξη των στόχων που θέτει η εκάστοτε κυβέρνηση. Προφανώς είμαι ο τελευταίος που θα είχε τη διάθεση να ανατρέψει αυτή τη κοινοβουλευτική παράδοση.
Κρίνοντας τις συνθήκες, με τις οποίες είμαστε αντιμέτωποι, θεωρώ ότι είναι επιτακτική ανάγκη να ξεφύγουμε από τα καθιερωμένα και να αναρωτηθούμε: «Βρισκόμαστε αντιμέτωποι με μια συνήθη για τα ελληνικά δεδομένα δημοσιονομική εκτροπή ή με συνθήκες που αγγίζουν τα όρια της μη διατηρησιμότητας της δημοσιονομικής πολιτικής; Βρισκόμαστε αντιμέτωποι με μια συνήθη ύφεση ή με τις συνέπειες της κατάρρευσης του παραγωγικού προτύπου της χώρας; Βρισκόμαστε αντιμέτωποι με μια συγκυριακή ανισορροπία στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών ή με μια ανισορροπία που υποδηλώνει ότι η Ελλάδα έχει χάσει την όποια θέση είχε στον παγκόσμιο καταμερισμό εργασίας;»
Εκτιμώ, ότι η απάντηση, σε όλα αυτά τα ερωτήματα, είναι ότι βρισκόμαστε στο πιο κρίσιμο και οριακό σημείο της μεταπολεμικής μας ιστορίας. Βρισκόμαστε αντιμέτωποι με συνθήκες που προσομοιάζουν με «συνθήκες πολέμου». Αν όμως οι συνθήκες είναι «συνθήκες πολέμου» μήπως και η συζήτηση για τον προϋπολογισμό θα πρέπει να έχει και ανάλογη οπτική γωνία; Είναι δυνατόν να πας στον πόλεμο με διάταξη στρατεύματος σε συνθήκες ειρήνης;
Θεωρώ, ότι οι παρούσες συνθήκες απαιτούν από εμάς να κάνουμε μια συζήτηση για το πώς φτάσαμε ως εδώ. Όχι για να αποδώσουμε ευθύνες, αυτές ούτως ή άλλως τις αποδίδουν οι πολίτες, αλλά για να αναζητήσουμε τις κατευθύνσεις προς τις οποίες πρέπει να κινηθούμε αποφεύγοντας λανθασμένες επιλογές του παρελθόντος.
Κύριοι συνάδελφοι από το 1975 έως σήμερα όλοι οι προϋπολογισμοί που ψηφίστηκαν στη Βουλή υπήρξαν ελλειμματικοί. Αναρωτήθηκε κανείς εάν η Ελλάδα ωφελήθηκε από αυτήν την επιλογή; Έχουμε μια παράδοση που παράγει συνεχώς ελλείμματα.
Έχουμε ένα νομοθετικό σώμα στο οποίο ψηφίζονται δαπάνες χωρίς ταυτόχρονα να γίνεται πρόταση για το πώς οι συγκεκριμένες δαπάνες θα αντισταθμιστούν από έσοδα τα οποία ουσιαστικά θα καταστήσουν δημοσιονομικά ουδέτερη την υπερψήφιση αυτής της δαπάνης.
Επειδή πολλές φορές κάποιοι προσπαθούν να αποδώσουν ευθύνες μόνο στο ΠΑΣΟΚ και τη Νέα Δημοκρατία για το γεγονός αυτό, διότι όλο αυτό το χρονικό διάστημα μόνον το ΠΑΣΟΚ και η Νέα Δημοκρατία κυβέρνησαν τη χώρα, λέω ότι ευθύνες εξίσου έχει και η Αριστερά. Διότι κάθε φορά στήριζε οποιοδήποτε αίτημα είτε αυτό συνεπαγόταν δαπάνη εκατομμυρίων είτε αυτό συνεπαγόταν δαπάνη δισεκατομμυρίων.
Κάθε φορά έρχεστε στη Βουλή με ένα αίτημα και όταν σας ερωτάμε «μπορείτε με να μας πείτε πού θα βρούμε έσοδα για να καλύψουμε αυτές τις δαπάνες», τότε μας πετάτε ένα γενικόλογο «κτυπήστε το κεφάλαιο, κτυπήστε τους εφοπλιστές».
Αυτή είναι η συνεισφορά σας 35 χρόνια διαλόγου. Η συνεισφορά σας στην πολιτική που ακολουθεί η χώρα είναι: «κτυπήστε το κεφάλαιο, κτυπήστε τους εφοπλιστές». Έλεος!
Την προηγούμενη εβδομάδα, συζητώντας στην Επιτροπή Απολογισμού-Ισολογισμού απευθύνθηκα στον Πρόεδρο της Επιτροπής και κάλεσα τους συναδέλφους, μέλη της Επιτροπής, να πραγματοποιήσουν μια επίσκεψη στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους όπου θα μπορούσαμε να κάνουμε μια συζήτηση επάνω σε θέματα που έχουν να κάνουν με τη δημοσιονομική πολιτική της χώρας.
Την ίδια πρόσκληση απευθύνω και σε εσάς κυρία Πρόεδρε, εάν επιθυμούν οι συνάδελφοι της Οικονομικής Επιτροπής, να γίνει μια επίσκεψη στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους, να ενημερωθούν για τα ζητήματα που αφορούν το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους αλλά να κάνουμε και μια γενικότερη συζήτηση. Το αφήνω σε εσάς, κυρία Πρόεδρε, αφού συνεννοηθείτε με τους συναδέλφους.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, από το 1975 έως σήμερα, όλες οι εκτελέσεις των Προϋπολογισμών είχαν μεγάλες αποκλίσεις από τις εκτιμήσεις. Άλλοτε αυτές οι αποκλίσεις ήταν τεράστιες και άλλοτε ήταν σχετικά μικρές. Εάν κάποιος προσπαθήσει να αποτυπώσει πότε αυτές οι αποκλίσεις έπαιρναν το μέγιστο, θα διαπιστώσει ότι σε όλες τις χρονιές που είχαμε το μέγιστο της απόκλισης, ήταν χρονιές εκλογών.
Αυτή η συσσωρευμένη εμπειρία των 35 χρόνων μας οδήγησε πουθενά; Μας οδήγησε στην λήψη μιας απόφασης για να αποφύγουμε αυτήν την πρακτική που οδηγεί στην παραγωγή μονίμως δημοσιονομικών ελλειμμάτων;
Αναρωτήθηκε κανείς πόση ζημιά στην αξιοπιστία της χώρας έκαναν αυτές οι αποκλίσεις; Από το 1975 έως σήμερα το δημοσιονομικό χρέος ως ονομαστικό μέγεθος συνεχώς αυξάνεται. Αναρωτήθηκε ποτέ κανείς εάν αυτό εντάσσεται σε κάποια λογική για διατηρήσιμη δημοσιονομική πολιτική;
Αμφιβάλω ακούγοντας πολλές από τις τοποθετήσεις των συναδέλφων σήμερα διότι διαπίστωσα ότι σε μια περίοδο κατά την οποία χρηματοδοτούνται δαπάνες που είναι καθ’ υπέρβαση των εσόδων, όχι αυτές που μπορούν να πληρωθούν με το επίπεδο των εσόδων που έχουμε, αλλά αυτές που είναι πάνω από τα έσοδα, και το 2010 είναι μια ελλειμματική χρονιά και τις χρηματοδοτούν με χρήματα από το Πρόγραμμα των 110 δισεκατομμυρίων, πολλοί συνάδελφοι ακόμα ρωτούν γιατί δεν αυξάνονται οι δαπάνες.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, αυτή η λογική εντάσσεται στην λογική ενός τηλεοπτικού διαφημιστικού μηνύματος που έλεγε «last year» γιατί «this year» έχουμε διαφορετική ιστορία. Να βάλουμε λοιπόν την συζήτηση στη σωστή της βάση. Η Ελλάδα το 2010 θα έχει ένα έλλειμμα της τάξης των 22 δισεκατομμυρίων περίπου, παρά το γεγονός ότι το μειώσαμε κατά 14 ολόκληρα δισεκατομμύρια. Το 2011 εφαρμόζοντας με συνέπεια και συστηματικά την πολιτική την οποία περιγράφουμε θα εξακολουθεί να υπάρχει ένα έλλειμμα της τάξης των 17 δισεκατομμυρίων, και παρά το πρωτοφανές μέγεθος της δημοσιονομικής προσαρμογής που είναι μοναδικό στα χρονικά της Ελλάδος αλλά και της ίδιας της Ευρωζώνης.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, το χρέος όσο έχεις έλλειμμα συνεχίζει να αυξάνεται. Είναι απλή λογική και αποτελεί βέβαια αυτό απάντηση στον αρχηγό της Νέας Δημοκρατίας ο οποίος πρόσφατα κατέθεσε ένα φυλλάδιο με τις προτάσεις του, όπου έλεγε ότι παρά την δημοσιονομική προσαρμογή το χρέος της χώρας συνεχίζει να αυξάνεται. Αυτό είναι ταυτολογία. Το έλλειμμα εξ ορισμού αυξάνει το χρέος. Υπάρχει καμία περίπτωση να έχεις έλλειμμα και να μην αυξάνεται το χρέος; Όσο λοιπόν υπάρχουν ελλείμματα αυξάνεται το χρέος. Εάν λοιπόν πρέπει να προχωρήσουμε τη συζήτηση και να συζητήσουμε ποιος είναι ο απαιτούμενος χρόνος για να μηδενίσουμε τα ελλείμματα για να μην υπάρχουν προσθήκες στο χρέος, αυτό είναι μια άλλη συζήτηση που με πολύ μεγάλη ευχαρίστηση να την κάνουμε.
Εμείς λοιπόν κύριοι συνάδελφοι, λέμε ότι για τη μείωση του ελλείμματος από τα 36 δισεκατομμύρια του 2009, κάτω από τα 7 δισεκατομμύρια που είναι το όριο των 3% του ΑΕΠ και πάλι δεν είναι μηδενισμός του ελλείμματος απλώς το περιορίζεις κάτω από το όριο που θέτουν οι κανόνες της Ε.Ε., απαιτούνται τέσσερα χρόνια. Αυτό περιλαμβάνεται στο πρόγραμμα το οποίο έχουμε καταθέσει και είναι το πρόγραμμα στο οποίο κάνει κριτική η Νέα Δημοκρατία. Λέμε λοιπόν σε αυτούς οι οποίοι υποστηρίζουν ότι μπορούμε να μηδενίσουμε το έλλειμμα μέσα σε δύο χρόνια ότι οι προτάσεις του τύπου «το έλλειμμα μειώνεται μέσα σε δύο χρόνια» είναι αυτό που έλεγε ο Όμηρος «έπεα πτερόεντα» τα οποία όταν ξεφύγουν από το «έρκος των οδόντων» δεν έχουν καμία σημασία και χάνονται διότι είναι πομφόλυγες.
Ερωτώ λοιπόν. Ανεξάρτητα λοιπόν, από το πρόγραμμα οικονομικής πολιτικής - δεν προτείνω να το αγνοήσουμε αλλά ας υποθέσουμε προς στιγμήν για να διευκολύνουμε την ροή της συζήτησης ότι δεν υπήρχε το πρόγραμμα οικονομικής πολιτικής- η χώρα δεν θα έπρεπε το ταχύτερο δυνατόν να προχωρήσει σε μηδενισμό του ελλείμματος; Μπορεί η χώρα να συνεχίσει να έχει τέτοια ελλείμματα; Διότι τέτοια ελλείμματα τροφοδοτούν το χρέος. Ναι αλλά το χρέος δεν μπορεί να συνεχίσει να αυξάνεται. ‘Ολοι ξέρουμε ότι το χρέος μπορεί να φτάσει μέχρι ενός ορισμένου σημείου.
Η απάντηση, λοιπόν, είναι ότι ανεξάρτητα του εάν υπήρχε το πρόγραμμα οικονομικής πολιτικής ή όχι η χώρα έπρεπε να προχωρήσει σε μείωση και μηδενισμό των ελλειμμάτων. Το ερώτημα είναι πόσο γρήγορα; Η απάντηση λοιπόν δεν είναι εάν θα έπρεπε ή όχι αλλά πόσο γρήγορα και με ποιον τρόπο.
Εάν κάποιος άλλος έχει αντίθετη άποψη να την καταθέσει δημόσια, να βγει δηλαδή και να πει στη Βουλή των Ελλήνων για να ενημερώσει και τους υπόλοιπους συναδέλφους αλλά και τους πολίτες που μας ακούν: «Εμείς πιστεύουμε ότι η χώρα μπορούσε να συνεχίσει να ζει με ελλείμματα της τάξης των 36 δισεκατομμυρίων ή των 20 δισεκατομμυρίων», ότι κρίνει αυτός ότι είναι αναγκαίο, εν πάση περιπτώσει, με βάση τους στόχους της πολιτικής του κόμματός του. Να το πει όμως δημόσια ότι «μπορεί αυτή η πρακτική της παραγωγής ελλειμμάτων κάθε χρόνο από το 1974 έως και σήμερα να συνεχίσει για τα επόμενα 10, 20, 30 χρόνια».
Να καθίσουμε μετά να κάνουμε μία συζήτηση πάνω στη συγκεκριμένη πρόταση και τις συνέπειες της συγκεκριμένης πρότασης. Εάν όχι τότε έχει μια υποχρέωση εάν θέλει να είναι ειλικρινής απέναντι στην κοινωνία και απέναντι και στη συζήτηση που κάνουμε εδώ μέσα.
Να μας πει συγκεκριμένα με ποια μέτρα πολιτικής θα προχωρήσουμε σε μείωση των δημοσιονομικών ελλειμμάτων. Ποια μείωση των δαπανών είναι αυτή η οποία θα μας οδηγήσει, ποια αύξηση των φορολογικών εσόδων; Το λέω αυτό γιατί εμείς έχουμε καταθέσει ένα φορολογικό σύστημα για τη μείωση του ελλείμματος από 22 σε 17 δισεκατομμύρια. Προχωρούμε σε διαρθρωτικές παρεμβάσεις στην περιοχή των ΔΕΚΟ και σας ερωτώ. Καταθέσαμε πρόσφατα στοιχεία τα οποία λένε για τις 11 πιο ζημιογόνες ΔΕΚΟ τα παρακάτω.
Ότι οι ζημιές από το 2007 στο 2009 στις ΔΕΚΟ έχουν αυξηθεί κατά 31% και ανήλθαν σε 1,7 δισεκατομμύρια για το 2009. Περισσότερα δηλαδή από όσα εξοικονομήσαμε από την περικοπή της 13ης και της 14ης σύνταξης.
Απευθύνω λοιπόν το ερώτημα. Δεν πρέπει να πάρουμε μέτρα και πρωτοβουλίες για να κτυπήσουμε αυτά τα προβλήματα που υπάρχουν στις ΔΕΚΟ;
Δηλαδή, ήταν προτιμότερο να μείνουμε σ’ εκείνες τις πολιτικές που υποχρεωθήκαμε να ακολουθήσουμε την κρίσιμη περίοδο του Μαΐου, όταν η χώρα έπρεπε να πάρει ορισμένες αποφάσεις για να μπορέσουμε να πάρουμε τα 110 δισ. ευρώ; Αλήθεια, τι λένε για αυτά αυτοί οι οποίοι έλεγαν ότι μία από τις μεγαλύτερες μεταρρυθμίσεις που έγιναν στη χώρα ήταν η νομοθεσία για τις ΔΕΚΟ του 2005 – 2006. Πώς συμβιβάζεται αυτή η μεταρρύθμιση με το γεγονός ότι οι ζημιές από το 2007 στο 2009 αυξήθηκαν κατά 31%; Πώς συμβιβάζεται με το γεγονός ότι ο καθαρός τους δανεισμός ανέρχεται σε 12 δισ. ευρώ, που ουσιαστικά, είναι ίσον με το οκταπλάσιο των εσόδων τους; Πώς συμβιβάζεται με το γεγονός ότι οι καταπτώσεις εγγυήσεων πλέον των συνολικών επιχορηγήσεων ανέρχονται στα 758 εκατ. ευρώ, περισσότερο, δηλαδή, από το 50% των εσόδων; Πώς συμβιβάζεται με το γεγονός ότι πέντε ΔΕΚΟ έχουν μεγαλύτερο συνολικό κόστος μισθοδοσίας από τα έσοδά τους, ενώ σε δύο ΔΕΚΟ τα έξοδα της μισθοδοσίας ξεπερνούν το 90% των εσόδων; Πώς συμβιβάζεται και πώς δεχόμαστε, όταν το 2008 ο μέσος μισθός ήταν 100% μεγαλύτερος από το μισθό του ιδιωτικού τομέα και 44% μεγαλύτερος από το μισθό του δημόσιου τομέα.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, εμείς έχουμε καταθέσει προτάσεις σε αυτό το νομοσχέδιο που καταπολεμούν τα ελλείμματα μέσα από τις παρεμβάσεις στις ΔΕΚΟ, μέσα από τις παρεμβάσεις στον τομέα της υγείας, μέσα από την αύξηση των φορολογικών εσόδων με συγκεκριμένες δράσεις. Έχει κάποιος αντίρρηση; Αν έχει, ας προτείνει κάτι διαφορετικό. Συγκεκριμένα μέτρα, πρωτοβουλίες που αφορούν το σκέλος των δαπανών, των εσόδων, για να μπορέσουμε να κάνουμε μια συζήτηση. Θέλω να είμαι απόλυτα σαφής, η αφετηρία θα είναι τα 22 δισ. ευρώ που θα έχουμε έλλειμμα στο τέλος του 2010. Στόχος είναι τα 17 δισ. ευρώ έλλειμμα στο τέλος του 2011. Θα πρέπει, λοιπόν, όποιος συμφωνεί ότι πρέπει να προχωρήσουμε σε μείωση των ελλειμμάτων, να μας πει, πώς θα πάμε από τα 22 δισ. στα 17; Πόσες και ποιες δαπάνες συγκεκριμένες θα κόψουμε; Όχι γενικά και αόριστα, όπως «με την αξιοποίηση της ακίνητης περιουσίας που μπορεί να μας δώσει 50 δισ. ευρώ.», που λέει η Ν.Δ.. Γιατί αν μπορούσε αυτή η αξιοποίηση να αποδώσει τόσα, θα είχε πεδίο δόξης λαμπρό η Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας 5,5 χρόνια να το κάνει και να μη αφήσει τα ελλείμματα και το χρέος να ξεφύγουν. Πόσο και ποια έσοδα μπορεί να συλλέξει η χώρα μέσα στον επόμενο χρόνο, για να μπορέσουμε να κατεβάσουμε το έλλειμμα από τα 22 δισ. ευρώ στα 17 δισ. ευρώ. Ζητεί, λοιπόν, η κοινωνία από όποιον τοποθετείται στο δημόσιο διάλογο υπεύθυνη πρωτοβουλία. Συγκεκριμένα, πλήρη περιγραφή του οδικού χάρτη μείωσης των ελλειμμάτων, πλήρη χαρτογράφηση μέτρων που θα μας οδηγήσουν. Οτιδήποτε άλλο, ανήκει στην κατηγορία «έπεα πτερόεντα». Γιατί σε αυτή την κατηγορία εντάσσονται οι προτάσεις της Νέας Δημοκρατίας. Άλλωστε, αυτό φάνηκε από την υπόθεση της «θεωρίας της Ιρλανδίας». Ποια ήταν η κριτική την οποία ασκούσε η Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας; ‘Οτι το ΠΑΣΟΚ συμπεριφέρθηκε κατά έναν ανεύθυνο τρόπο, αυτή ήταν η θεωρία που διατύπωνε. Μας έλεγε, ότι κατάφερε η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ «να μετατρέψει μια κρίση χρέους και ελλείμματος σε μια κρίση δανεισμού και ότι εάν συμπεριφερόμασταν κατά έναν τρόπο ανάλογο με αυτόν που συμπεριφέρθηκε η Ιρλανδία, η χώρα δεν θα χρειαζόταν να προσφύγει στα 110 δισ. ευρώ του μηχανισμού». Έχει αποδειχθεί τελικά, ότι το παράδειγμα το οποίο έχει επικαλεστεί, δηλαδή, το να πάει κάποιος και να δανειστεί ένα τεράστιο ποσό προκαταβολικά, που θα ήταν και ο τρόπος με τον οποίο θα αποφεύγαμε την προσφυγή στο μηχανισμό, κατέρρευσε. Έτσι, η Ιρλανδία που το είχε κάνει, υποχρεώθηκε και αυτή να μπει μέσα στο μηχανισμό.
Λέει η Νέα Δημοκρατία «ξέρετε εμείς δεν είμαστε κατά των αλλαγών που γίνονται, αλλά είμαστε κατά του μίγματος οικονομικής πολιτικής». Κανένας από τη Ν.Δ. δεν μπαίνει στον κόπο να αποσαφηνίσει ποιο ακριβώς μίγμα οικονομικής πολιτικής είναι αυτό με το οποίο εσείς έρχεστε σε αντίθεση. Διότι εδώ πέρα, υπάρχει ένα μίγμα που περιλαμβάνει τρεις άξονες. Ο πρώτος έχει το σκέλος της δημοσιονομικής πολιτικής. Ο δεύτερος έχει το σκέλος των διαρθρωτικών αλλαγών και ο τρίτος έχει τις πρωτοβουλίες για να στηρίξουμε το τραπεζικό σύστημα της χώρας. Πείτε μας που ακριβώς έχετε αντιρρήσεις; Έχετε αντιρρήσεις με τον τρόπο τον οποίο προχωράμε τη μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος, εκεί είναι οι αντιρρήσεις σας; Πείτε μας συγκεκριμένα, 5 δισ. ευρώ μείωση από πού θα προέλθει; Έχετε πρόβλημα με τις διαρθρωτικές αλλαγές; Πείτε μας συγκεκριμένα ότι αυτές οι διαρθρωτικές αλλαγές που κάνετε, είναι ενάντια σε αυτό που εμείς επιθυμούμε. Τότε και μόνο τότε, ο κόσμος θα πάρει στα σοβαρά τις προτάσεις σας, διαφορετικά, δεν πρόκειται να τις ακούσει.
Δεν θα τοποθετηθώ για την κριτική, την οποία καταθέτει το Κ.Κ.Ε. σε ό,τι αφορά την επισήμανση που κάνει στις δομικές αδυναμίες που υπάρχουν στον καπιταλισμό. Είναι μια διαφορετική φιλοσοφική προσέγγιση. Δεν θα μπω στην αντιπαράθεση, αν αυτά που λέει το Κ.Κ.Ε. είναι σωστά ή όχι. Αυτό θα το κρίνει η ιστορία, όπως άλλωστε έχει αποδειχθεί ότι πολλά από αυτά τα οποία κατά καιρούς έχουν ειπωθεί, έχουν καταρρεύσει. Και αυτοί οι οποίοι ήταν είτε υπέρμαχοι των αγορών είτε υπέρμαχοι των κρατικών παρεμβάσεων, έχουν δοκιμαστεί μέσα στο χρόνο. Ακούγοντας τον κ. Παπαδημούλη για την κοινότητα των αντιλήψεων και των απόψεων που υπερασπίστηκε αυτός με τον κ. Λαφαζάνη, χωρίς να θέλω να υπεισέρχομαι στα εσωτερικά, ακούω στο ΣΥ.ΡΙΖ.Α. ότι υπάρχει μια αντίληψη για έξοδο της χώρας από το ευρώ και για στάση πληρωμών. Ο κ. Παπαδημούλης με αυτήν την αντίληψη συμφωνεί; Θέλω να ξέρω υπάρχει κοινότητα απόψεων, υπάρχει ενιαία στάση και έκφραση, είναι αυτή η πρόταση, η οποία κατατίθεται για να συζητήσουμε;
Ένα άλλο ζήτημα, είναι το ζήτημα της αξιοπιστίας της συζήτησης που κάνουμε πάνω σε συγκεκριμένα στατιστικά δεδομένα. Η Ελλάδα ποτέ δεν είχε αξιόπιστα στατιστικά στοιχεία. Όλα αυτά τα χρόνια κανένας δεν διαμαρτυρήθηκε για το γεγονός, ότι ως χώρα δεν καταφέραμε να παράξουμε στατιστικά στοιχεία, που να είναι αποδεκτά από την ΕUROSTAT. Μια από τις ρετσινιές που συνόδευαν τα στατιστικά στοιχεία της χώρας μας ήταν οι περίφημοι «αστερίσκοι». Για πρώτη φορά η χώρα παράγει στατιστικά στοιχεία που δεν έχουν «αστερίσκους». Εγώ, λοιπόν, λέω στη συζήτηση αυτή που κάνουμε, δεν θα έπρεπε όλοι να έχουμε φροντίσει όλα αυτά τα χρόνια να μην τίθεται ζήτημα αξιοπιστίας των στατιστικών στοιχείων, τα οποία καταθέτει η χώρα μας; Διότι τη ζημιά την πληρώνει η χώρα και όχι το ΠΑΣΟΚ, ούτε η Νέα Δημοκρατία. Η χώρα είναι αυτή η οποία χάνει εξαιτίας του γεγονότος ότι δεν μπορεί να παράξει αξιόπιστα στατιστικά στοιχεία. Ήρθε, λοιπόν, η ώρα, να πάρουμε πρωτοβουλίες και πήραμε τις πρωτοβουλίες. Αναλάβαμε τις ευθύνες που μας αντιστοιχούν. Κάναμε την ΕΛΣΤΑΤ, αφαιρέθηκαν οι αστερίσκοι. Από την 1.1.2011, θα βελτιώσουμε ακόμη περισσότερο την ποιότητα των στοιχείων. Αν κάποιος από τους συναδέλφους διαφωνεί με αυτές τις επιλογές, να μας πει σε ποιο σημείο διαφωνεί και να καταθέσει τις προτάσεις του. Είναι δυνατόν να αμφισβητούμε σήμερα το μέγεθος του ελλείμματος; Γιατί ακούω πολλούς να αμφισβητούν και το μέγεθος του ελλείμματος. Άκουσα να λένε «ξέρετε, αποτυγχάνουμε στους στόχους». Απλώς, να πω κάτι, είτε μας αρέσει είτε δεν μας αρέσει, η συγκεκριμένη συμφωνία η οποία υπογράψαμε για τα 110 δισ. ευρώ, προϋποθέτει πριν από την εκταμίευση των ποσών προς τη χώρα μας, την πραγμάτωση των στόχων που έχουν τεθεί. Εάν, λοιπόν εμείς, δεν μπορούμε να πετύχουμε τους στόχους, δεν χρειάζεται να μας το επισημάνει κανένας συνάδελφος από την Αντιπολίτευση. Πρώτοι και καλύτεροι αυτοί οι οποίοι έχουν δανείσει τα χρήματα στη χώρα θα έρθουν και θα μας πουν, ότι, δυστυχώς, δεν μπορέσατε να ανταποκριθείτε στις υποχρεώσεις σας, επομένως, δεν θα μπορέσουμε να σας δώσουμε τα χρήματα. Επομένως, το να καθόμαστε και να συζητούμε, για το εάν η Ελλάδα πετυχαίνει στους στόχους της - δεν θέλω να πω, ότι δεν έχουμε υστέρηση στα έσοδα – το ζήτημα είναι ως προς τους στόχους που έχουμε θέσει και τους παρακολουθεί και η τρόικα, έχουμε μείνει συνεπείς, έχουμε καταφέρει να πετύχουμε τους στόχους; Η απάντηση είναι, ναι. Γι’ αυτό άλλωστε, έχουμε μέχρι στιγμής, συνεχόμενη εκταμίευση των χρημάτων.
Το δεύτερο μεγάλο ζήτημα που τέθηκε τις ημέρες αυτές που κάνουμε τη συζήτηση για τον προϋπολογισμό είναι το ζήτημα της ανάπτυξης. Χρειάζεται η χώρα ανάπτυξη; Νομίζω, ότι το ερώτημα αυτό δεν θα έπρεπε να τίθεται. Παρά το γεγονός ότι υπάρχει ένα κομμάτι που σήμερα προβληματίζεται για το περιεχόμενο της ανάπτυξης που έχουμε παγκοσμίως. Κανένας, όμως, δεν αμφισβητεί ότι χωρίς ανάπτυξη, δεν μπορεί να έχεις ούτε αύξηση των θέσεων εργασίας, ούτε αύξηση των εισοδημάτων. Το ερώτημα πρέπει να είναι τι είδους ανάπτυξης εννοούμε; Ανάπτυξη που την τροφοδοτεί το κράτος με το δανεισμό του; Αυτήν δεν την θέλουμε. Είναι ξεκάθαρο. Ανάπτυξη που στηρίζεται σε χρήματα προς επιχειρηματίες που δεν είναι διατεθειμένοι να πάρουν κανένα επιχειρηματικό ρίσκο; Ούτε αυτή την ανάπτυξη τη θέλουμε. Ανάπτυξη που στηρίζεται στην κατανάλωση των ιδιωτών που δανείζονται από τις τράπεζες; Ούτε αυτήν την ανάπτυξη τη θέλουμε. Όσοι, λοιπόν, έχουν διαφορετική άποψη και θέλουν αυτή την ανάπτυξη που μόλις τώρα εγώ απέρριψα, να βγουν δημόσια και να πουν, ότι «εμείς είμαστε οπαδοί μιας κρατικοδίαιτης ανάπτυξης, αυτή θέλουμε». Να είναι ξεκάθαρο στο δημόσιο διάλογο, ποιες είναι οι εναλλακτικές προτάσεις που κατατίθενται.

Γιατί η κρατικοδίαιτη ανάπτυξη είναι που μας έφερε σε αυτό το σημείο. Άρα, πέρα από την άσκηση μιας συνετής και διατηρήσιμης δημοσιονομικής πολιτικής ως προϋπόθεση για την ανάπτυξη, τίθεται ένα ερώτημα: Από πού θα έρθει η ανάπτυξη; Ειδικά σε μια χώρα όπως η Ελλάδα, όπου η δημοσιονομική πολιτική στα επόμενα χρόνια εκ των πραγμάτων θα αφαιρεί ζήτηση. Δεν ήρθα εδώ μέσα να υποστηρίξω ότι η δημοσιονομική πολιτική που ακολουθούμε, είναι επικουρική της ζήτησης. Όταν μειώνεις τη δημόσια δαπάνη, όταν αυξάνεις τα φορολογικά έσοδα, εξ ορισμού αφαιρείς από την ζήτηση. Το ερώτημα είναι: Ποιες είναι εκείνες οι πρωτοβουλίες που παίρνεις σε αυτή τη διαδρομή, που ακολουθείς μια περιοριστική δημοσιονομική πολιτική προκειμένου να αναπληρώσεις ένα μέρος από την ζήτηση που αφαιρείται από την δημοσιονομική πολιτική που ασκείται; Τι πρέπει να κάνεις προκειμένου η χώρα να φύγει μέσα από την ύφεση;
Εδώ λοιπόν, υπάρχουν δύο συγκεκριμένες προτάσεις τις οποίες έχουμε καταθέσει. Και το λέω αυτό, γιατί μπορεί κάποια στιγμή να πει κάποιος: «Ξέρετε κάτι; Θα έπρεπε να κάνουμε επεκτατική δημοσιονομική πολιτική». Γιατί έχει πει ένας από τους μεγαλύτερους οικονομολόγους 20ου αιώνα, ο Keynes ότι• «Οι χώρες όταν βρίσκονται αντιμέτωπες με μεγάλες κρίσεις που αφορούν το σκέλος της ζήτησης, πρέπει να ακολουθήσουν επεκτατική δημοσιονομική πολιτική». Προσυπογράφω. Αλλά ξέρετε κάτι; Το καλό για τον Keynes και για την υστεροφημία του, είναι ότι δεν σταμάτησε εκεί. Ο Keynes έλεγε και κάτι άλλο, έβαζε και μια άλλη πρόταση αμέσως μετά από αυτό, την οποία πολύ λίγοι διαβάζουν. Έλεγε ο Keynes: «Αντιλαμβάνεστε ότι σε συνθήκες ευημερίας και ανάπτυξης, οι χώρες αυτές ασκούν μια περιοριστική πολιτική, μαζεύουν πίσω τα ελλείμματα τα μετατρέπουν σε πλεονάσματα για να μειώσουν το χρέος το οποίο δημιουργήθηκε κατά την περίοδο κατά την οποία ακολούθησαν επεκτατική δημοσιονομική πολιτική».
Λέω λοιπόν, ότι είναι ωραίο να επικαλείστε τον Keynes, αλλά για να μπορέσεις να εφαρμόσει αυτά τα οποία έλεγε ο Keynes, θα πρέπει να εφαρμόσεις και τα δύο σκέλη της πρότασής του. Και να ακολουθείς μία πολιτική πλεονασμάτων, όταν έχεις ρυθμούς ανάπτυξης της τάξης του 3%, 4% και του 5% έτσι ώστε να μειώνει στο έλλειμμα και όταν μπαίνεις σε συνθήκες κρίσης, να μπορείς να ακολουθήσεις μια επεκτατική, δημοσιονομική πολιτική.
Επειδή λοιπόν, πολλές φορές γίνεται επίκληση του Keynes, καλό είναι να διαβάζουμε όλο το έργο του. Όχι να απομονώνουμε μία πρόταση, αυτή που μας εξυπηρετεί, και μετά να «στρίβουμε δια του αρραβώνος» στο υπόλοιπο σκέλος των προτάσεων του. Διότι, ουσιαστικά, με αυτόν τον τρόπο απαξιώνουμε έναν από τους σημαντικότερους διανοητές- οικονομολόγους του 20ου αιώνα. Όχι να κρατάμε αυτό που μας συμφέρει στον δημόσιο διάλογο, και να απορρίπτουμε το επόμενο κομμάτι το οποίο προϋποθέτει κάποιες υποχρεώσεις από την δική μας μεριά.
Λέω λοιπόν, ότι εάν θέλουμε να συζητήσουμε σοβαρά για την ανάπτυξη των στην Ελλάδα, θα πρέπει να δούμε τι θα συμβεί σε δύο τομείς. Ο ένας τομέας είναι η αύξηση των επενδύσεων και ο δεύτερος η αύξηση των εξαγωγών. Μέσα από αυτά τα δύο κανάλια μπορεί να συντηρηθεί η προοπτική για έξοδο της χώρας από την ύφεση και ένταξη σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης.
Και εδώ θα μπει το ερώτημα: Ο ρόλος λοιπόν του Κράτους σ' αυτό το νέο αναπτυξιακό πρότυπο, σε αυτήν τη νέα διαδικασία, ποιος είναι; Για μένα ο ρόλος του Κράτους σε αυτή τη διαδικασία είναι σαφής και διακριτός. Καταρχάς, χρειάζεται το Κράτος να διασφαλίσει ένα σταθερό φορολογικό πλαίσιο. Αν είναι κάτι που ενοχλεί τους επενδυτές, δεν είναι αυτό που πολλές φορές ακούγεται στον δημόσιο διάλογο, ή μικροί ή υψηλοί φορολογικοί συντελεστές, όσο η μεταβλητότητα στους φορολογικούς συντελεστές και η μεταβλητότητα στο φορολογικό πλαίσιο. Είναι προτιμότερο να ξέρει ο επενδυτής ότι έχει ένα σταθερό φορολογικό περιβάλλον, παρά να ξέρει ότι έχει μια τεράστια μεταβλητότητα. Ότι με άλλους όρους και προϋποθέσεις θα ξεκινήσει την επένδυση του σε μια χώρα, και με άλλες προϋποθέσεις θα βρεθεί ένα, δύο ή τρία χρόνια μετά την πραγματοποίηση της επένδυσης. Χρειάζεται λοιπόν, να διασφαλίσουμε ένα σταθερό φορολογικό περιβάλλον.
Σε ό,τι αφορά δε, τη δική μας τη συνεισφορά στο ζήτημα των επενδύσεων, εμείς διατηρούμε το επίπεδο του προγράμματος δημοσίων επενδύσεων στο ύψος των 8,5 δισ. €, όπως ήταν 2010. Η σημαντικότερη όμως, συνεισφορά που κάνουμε, είναι να μετατρέψουμε την Ελλάδα και να την κάνουμε φιλική στην επιχειρηματικότητα, καταργώντας τα εμπόδια και διευκολύνοντας την έναρξη των επιχειρήσεων. Γιατί νομίζω, ότι αυτό που έχουμε πλέον κατακτήσει ως εμπειρία, τουλάχιστον τα τελευταία τριάντα με τριάντα πέντε χρόνια, είναι ότι οι περισσότερες επενδύσεις δεν έγιναν σε αυτή τη χώρα- και αυτό αποτυπώνεται σε μια σειρά από μελέτες- διότι υπήρχε μια αρνητική αντίληψη για την επιχειρηματικότητα. Και πολλοί επενδυτές από το εξωτερικό, που πολλές φορές ήρθαν να πραγματοποιήσουν επενδύσεις, δεν μπορούσαν να κατανοήσουν τους κανόνες του «παιχνιδιού» και στο τέλος έφυγαν, εγκαταλείποντας πίσω είτε επενδύσεις τις οποίες ξεκίνησαν ή μη πραγματοποιώντας καθόλου τα επενδυτικά τους σχέδια.
Εάν έχει κάποιος αντίρρηση σε αυτό, να έρθει να καταθέσει τις αντιρρήσεις του και να συζητήσουμε. Εάν όχι, εάν συμφωνεί ότι αυτά είναι τα προβλήματα με τα οποία βρίσκεται αντιμέτωπη η χώρα και γι' αυτό δεν γίνονται επενδύσεις που τόσο πολύ έχουμε ανάγκη, ας έρθει να προτείνει τί από αυτά που κάνει η κυβέρνηση δεν είναι σωστό δρόμο, ώστε με συμπληρωματικά μέτρα να μπορέσουμε να διορθώσουμε, ενδεχομένως, λάθη που έχουμε κάνει. Γιατί δεν ήλθα εδώ να υποστηρίξω ότι η κυβέρνηση δεν έχει κάνει λάθη. Εκείνο το οποίο θα ήταν εγκληματικό για τη χώρα, είναι όταν κάνεις λάθη και στο επισημαίνουν, να μην τα διορθώνεις.
Και το τρίτο σκέλος των πρωτοβουλιών μας, έχει να κάνει με τα μέτρα που πήραμε για το τραπεζικό σύστημα. Αναγκαία, σε μια σύγχρονη χώρα θα πρέπει να υπάρχει ένα υγιές τραπεζικό σύστημα. Το οποίο θα έχει επαρκή κεφαλαιακή θωράκιση, για να μπορέσει να αντεπεξέλθει στις δυσκολίες, οι οποίες προκύπτουν από την ύφεση. Διότι ύφεση σημαίνει: οι επιχειρήσεις που ενδεχομένως δεν μπορούν να εξυπηρετήσουν τα δάνειά τους, σημαίνει επισφάλειες για το τραπεζικό σύστημα, εάν σ' αυτό συνυπολογίσουμε την κρίση και τα προβλήματα που αντιμετωπίζει το τραπεζικό σύστημα εξαιτίας της μείωσης της αξίας των ομολόγων που είχαν μέσα στο χαρτοφυλάκιό τους, όλα αυτά έχουν δημιουργήσει ένα σημαντικό πρόβλημα.
Και εμείς πήραμε συγκεκριμένες πρωτοβουλίες όλο αυτό το χρονικό διάστημα. Πέρα από το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας το οποίο δημιουργήσαμε ώστε να στηρίξουμε κεφαλαιακά, εάν ποτέ παραστεί ανάγκη τις τράπεζες, έχουμε επεκτείνει και το πρόγραμμα των εγγυήσεων. Αυτή τη στιγμή υπάρχει ένα πρόγραμμα της τάξης των 25 δισεκατομμυρίων. Και απευθύναμε πρόσκληση προς όλες τις τράπεζες οι οποίες επιθυμούν να αποκτήσουν ρευστότητα μέσω του προγράμματος των 25 δισεκατομμυρίων, να προσέλθουν, αλλά να ξέρουν ότι θα πρέπει να υπογράψουν το σύμφωνο ρευστότητας. Τι είναι το σύμφωνο ρευστότητας; Είναι μια συμφωνία την οποία θα κάνουν με την πολιτεία, όπου θα αναλάβουν συγκεκριμένες δεσμεύσεις και υποχρεώσεις, ως προς την ρευστότητα που είναι διατεθειμένες να χορηγήσουν.
Μένουμε μόνο σε αυτό; Όχι βέβαια. Έχουμε έρθει σε επαφή με την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων. Ποιος είναι ο στόχος; Η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων είναι διατεθειμένη έναντι εγγυήσεων που παρέχει το ελληνικό δημόσιο, να τροφοδοτήσει το ελληνικό τραπεζικό σύστημα με ρευστότητα. Το τραπεζικό σύστημα με τη σειρά του, θα δώσει αυτή τη ρευστότητα προς μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Θα χορηγήσει δηλαδή, δάνεια προς μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Με αυτόν τον τρόπο οι ελληνικές τράπεζες που δυσκολεύονται να αντλήσουν κεφάλαια από τις διεθνείς αγορές- ή όταν τα αντλούν, τα αντλούν με πολύ υψηλά επιτόκια- θα έχουν πρόσβαση σε δανεισμό με χαμηλά επιτόκια προκειμένου αυτή τη ρευστότητα να τα περάσουν μέσα στην οικονομία. Αυτά είναι συγκεκριμένα μέτρα. Είναι συγκεκριμένες πρωτοβουλίες, οι οποίες αντιμετωπίζουν ή δίνουν απάντηση στο πρόβλημα της ρευστότητας.
Και σε ό,τι αφορά τα προβλήματα τα οποία εντοπίστηκαν μετά το τεστ το οποίο έγινε, και που αφορούσαν την Αγροτική Τράπεζα της Ελλάδος, η κυβέρνηση με σαφήνεια ξεκαθάρισε τις θέσεις της και πήρε τις ευθύνες που της αντιστοιχούν. Εμείς από την πρώτη στιγμή είπαμε: Ότι βεβαίως θέλουμε να υπάρχει μια υγιής Αγροτική Τράπεζα, θα προχωρήσουμε σε αναδιάρθρωση της τράπεζας, όπως έχει υποχρέωση να κάνει η τράπεζα, εξαιτίας του γεγονότος ότι τα χρήματα τα οποία έχει πάρει σε σχέση με το σταθμισμένο ενεργητικό της είναι πάνω από τα 4%, άρα θα πρέπει να κάνει μια αναδιάρθρωση και βεβαίως, η πολιτεία θα προχωρήσει στη συμμετοχή της, στην αύξηση του μετοχικού της κεφαλαίου.
Σε ό,τι δε αφορά στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, επειδή και εκεί εκτιμήθηκε ότι υπάρχει μια στρέβλωση των συνθηκών ανταγωνισμού, η Κυβέρνηση ανέλαβε τη δέσμευση να προχωρήσει σε νομικό διαχωρισμό των δύο διαφορετικών δραστηριοτήτων που έχει το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων. Θα διατηρήσει δηλαδή, μια οντότητα που θα έχει την παρακαταθήκη, και θα έχει και μια άλλη οντότητα- η οποία θα είναι θυγατρική της οντότητας που θα έχει την παρακαταθήκη - η οποία θα ασχολείται με την παροχή δανείων.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, με αυτά θέλω να πω ότι το να λέει κάποιος ότι επιθυμεί την ανάπτυξη, μετατρέπεται σε ευχολόγιο εάν την επιθυμία αυτή δεν την εξειδικεύει. Με ποιον συγκεκριμένο τρόπο θα έρθει;
Διότι η ανάπτυξη και απευθύνομαι κυρίως προς την αριστερά η οποία έχει θεοποιήσει το ζήτημα της ανάπτυξης, δεν είναι μια μηχανική διαδικασία. Δεν υπάρχει ένα κουμπάκι που το πατάς και ξαφνικά έχεις ένα μενού που σου παραγγέλνει ανάπτυξη και μπαίνεις και έρχεται η ανάπτυξη. Η ανάπτυξη έρχεται μέσα από συγκεκριμένες δραστηριότητες και πρωτοβουλίες. Όταν, λοιπόν, έρχεστε και λέτε “φορολογήστε” ας πούμε “με 60% και 70% το κεφάλαιο” αντιλαμβάνομαι ότι ουδείς εξ αυτών που έχουν το κεφάλαιο θα είναι διατεθειμένοι να επενδύσουν.
Κυρία Πρόεδρε, θα έχετε υπόψη σας, από τη συζήτηση που κάναμε για το φορολογικό νομοσχέδιο, ότι αυτή τη στιγμή η χώρα μας κατηγορείται ότι επιβαρύνει τη φορολόγηση των κερδών των εταιρειών με ένα ποσοστό που θεωρείται συγκριτικά μεγάλο. Θα έχετε υπόψη σας, ότι αυτή τη στιγμή ο ανώτατος φορολογικός συντελεστής είναι μέχρι και 45%. Ουσιαστικά ένα στα δύο ευρώ κέρδος φορολογείται και παρόλα αυτά μας λέτε ότι έχουμε χαμηλούς φορολογικούς συντελεστές. Όταν το 45% θεωρείται χαμηλό, που ακριβώς θα έπρεπε να πάει ο φορολογικός συντελεστής των κερδών; Διότι, εμείς κάναμε μια συγκεκριμένη επιλογή, είπαμε ναι τα διανεμόμενα κέρδη θα φορολογούνται μέχρι 45%. Τα μη διανεμόμενα θα μειωθεί η φορολόγηση και θα πάει από το 24% στο 20% μέσα στο 2011. Όποιος, λοιπόν, έχει διαφορετική άποψη να έρθει και να πει για τα μεν διανεμόμενα προτείνουμε Χ για τα δε μη διανεμόμενα προτείνουμε Ψ. Επάνω σε αυτά να συζητάμε, όχι γενικά και αόριστα.
Κλείνοντας, πρέπει να ξεκαθαρίσουμε ορισμένα πράγματα γιατί άκουσα σε πολλές τοποθετήσεις των συναδέλφων της αντιπολίτευσης τη λέξη «αποτυχία». Είναι γεγονός ότι μπορεί κάποιοι σε αυτή την αίθουσα και έξω από αυτήν να ονειρεύονται την αποτυχία, κάποιοι να την επιθυμούν και κάποιοι να την επιδιώκουν εργαζόμενοι συστηματικά, την αποτυχία της οικονομικής πολιτικής που ακολουθούμε. Αλλά, θα πρέπει να τους ενημερώσω, ότι η αποτυχία της συγκεκριμένης οικονομικής πολιτικής ουσιαστικά οδηγεί και σε αδιέξοδο. Δεν οδηγεί σε κατάρρευση της πολιτικής της κυβέρνησης, αλλά οδηγεί σε αδιέξοδα για τη χώρα. Η επιτυχία με τη σειρά της δε θα είναι επιτυχία της κυβέρνησης, αλλά θα είναι επιτυχία των πολιτών, των Ελλήνων που εργάστηκαν, που δέχτηκαν, που συναίνεσαν, για να μπορέσουμε να προχωρήσουμε σε όλες εκείνες τις αναγκαίες αλλαγές. Είναι ένας δρόμος που θα μας οδηγήσει σε μια διατηρήσιμη προοπτική. Εμείς λοιπόν θα τα καταφέρουμε. Εμείς εργαζόμαστε για να βγάλουμε την Ελλάδα από το αδιέξοδο, στο οποίο την οδήγησαν ιδιαίτερα οι πολιτικές των τελευταίων 5,5 χρόνων.
Μπορεί να μη συμφωνώ ούτε στο ελάχιστο με αυτά που λες,αλλά θα έδινα μέχρι και την τελευταία ρανίδα του αίματός μου για το δικαίωμά σου να συνεχίσεις να τα λες -ΒΟΛΤΑΙΡΟΣ