Έντονα αποδοκιμαστική υπήρξε η απόκριση της Βουλής, στις απαξιωτικές εκφράσεις του προέδρου του ΣΕΒ, Δημ. Δασκαλόπουλου, ο οποίος σε δηλώσεις του είχε αναφέρει ότι το πολιτικό σύστημα δεν έχει να προσφέρει πλέον τίποτα στη χώρα.
Μιλώντας στη γενική συνέλευση του ΣΕΒ, το απόγευμα της Τρίτης, ο κ. Δασκαλόπουλος χαρακτήρισε τα κόμματα του μεταπολιτευτικού σκηνικού «διαπλεκόμενα με το κοινωνικό και οικονομικό μοντέλο της Μεταπολίτευσης, είτε οργανικά είτε ιδεολογικά» και υποστήριξε ότι «είναι προφανής σήμερα η απροθυμία όλων των κομμάτων να κόψουν το κλαδί πάνω στο οποίο κάθονται», γιατί «αισθάνονται ότι η συρρίκνωση του Κράτους και η ανεμπόδιστη ανάπτυξη της ιδιωτικής πρωτοβουλίας και οικονομίας, θα συρρίκνωνε την εξουσία τους -άρα και τα προνόμιά τους».
Πρώτη δηκτική αναφορά (σσ. «πλέον γεννήθηκε σ΄αυτήν εδώ τη χώρα, ο Σωτήρας») στην ομιλία του κ. Δασκαλόπουλου, πραγματοποίησε ο εισηγητής του ΣΥΡΙΖΑ στο νομοσχέδιο για την πάταξη της διαφθοράς στο Δημόσιο, Νίκος Τσούκαλης.
«Πληροφορηθήκαμε ξαφνικά, ότι η υγιής επιχειρηματικά τάξη της χώρας, δεν είχε καμία σχέση με το χρηματιστήριο, αφού όσα δισεκατομμύρια αποκόμισε από το Χρηματιστήριο τα επένδυσε και δεν τα εξήγε σε off shore επιχειρήσεις. Πληροφορηθήκαμε ότι κουμπάροι και μπατζανάκηδες δεν είχαν καμία σχέση με τον ιδιωτικό τομέα και το αλισβερίσι τους με το Δημόσιο, ότι τα καρτέλ και οι τιμές, η σχέση αυτών των δύο, αφορούν μονάχα το Δημόσιο και όχι τον ιδιωτικό τομέα. Πληροφορηθήκαμε ότι δεν υπάρχει κρατικοδίαιτος καπιταλισμός στη χώρα, κρατικοδίαιτη επιχείρηση, όλα λειτουργούν κάτω από την μπότα του στυγνού ελληνικού Δημοσίου. Πληροφορηθήκαμε ότι κανένας επιχειρηματίας δεν διαπλέκεται μέσω μαζικών μέσων επικοινωνίας, ούτως ώστε να επιτύχει τις ιδιοτελείς επιδιώξεις του. Οι εργοληπτικές εταιρείες βεβαίως, κατασκευάζουν τα δημόσια έργα με ευρωπαϊκές τιμές και με την ποιότητα που έχει σχέση με τις προδιαγραφές της ΕΕ και άλλων έγκριτων φορέων», είπε, μεταξύ άλλων, ο εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ, καλώντας τους κυρίους Παπανδρέου και Σαμαρά «να αναλογιστούν τις ευθύνες τους για το πού οδηγείται η χώρα» και να αναλάβουν προσπάθεια κινητοποίησης όλης της κοινωνίας για μια «κάθαρση με την παλιά αρχαιοελληνική έννοια».
Αργότερα, στην ομιλία του κου Δασκαλόπουλου αναφέρθηκε με παρέμβασή του και ο υπουργός Δικαιοσύνης, Χάρης Καστανίδης, επιστρατεύοντας τη λαϊκή ρήση «χόρτασε η ψείρα και βγήκε στο γιακά».
«Να έχουμε συνείδηση ότι την πολιτική δεν μπορούν να την κρίνουν οι διανοούμενοι, που σιωπούν και μιλούν μόνον όταν έχουν συμφέρον, άρα δεν υπάρχουν. Την πολιτική δεν μπορούν να την κρίνουν και να την αλλάξουν επιχειρηματίες βουτηγμένοι στη διαπλοκή, που αφού επί χρόνια κατασπατάλησαν κρατικούς πόρους, προστατευόμενοι από κρατικές συνθήκες, τώρα ανακάλυψαν και ισχυρίζονται ότι η ελεύθερη οικονομία από μόνη της -ακόμα και στις δύσκολες συνθήκες βέβαια, ζητούν από το κράτος να βοηθήσει την ελεύθερη οικονομία- μπορεί να δώσει τη λύση του προβλήματος», είπε ο υπουργός.
«Εκείνοι οι οποίοι καταλήστεψαν τα ασφαλιστικά ταμεία μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1980, βγάζοντας στις Ελβετίες τα κεφάλαια του Έλληνα πολίτη, αυτοί έρχονται σήμερα να είναι οι τιμωροί και οι εισαγγελείς», παρατήρησε, από την πλευρά του, ο Γιώργος Καρατζαφέρης, ο οποίος πρόσθεσε πως «καλά θα κάνουν, λοιπόν, όλοι αυτοί οι κεφαλαιοκράτες να προσέξουν πάρα πολύ, γιατί η επιείκεια με την οποία τούς έχει συμπεριφερθεί ο πολιτικός κόσμος, νομίζω ότι τους δημιουργεί περισσότερη αναίδεια και γίνονται θρασύτεροι απ' ό,τι πρέπει. Ας προσέξουν» και κατέληξε:
«Οι πολιτικοί εδώ, είμαστε ταγμένοι, έχουμε ορκιστεί στο Σύνταγμα να προστατεύσουμε με τον καλύτερο τρόπο τη λαϊκή δημοκρατία. Αυτοί έχουν ταχθεί να προστατεύσουν το πορτοφόλι τους».
Ο πρόεδρος του Σώματος, Φίλιππος Πετσάλνικος, με αφορμή περικοπές που εξήγγειλε στις αποδοχές των βουλευτών και των υπαλλήλων της Βουλής, αναφέρθηκε γενικότερα στο «εύφορο κλίμα» που έχει δημιουργηθεί εξαιτίας της κρίσης, «για όσους επιχειρούν να ασκήσουν μη τεκμηριωμένη κριτική», ή, ακόμα περισσότερο, «που επιδιώκουν συνολικά την απαξίωση, συλλήβδην την απαξίωση της πολιτικής και όλων των προσώπων. Κατά την γνώμη μου, αδιαφορούν για τη Δημοκρατία μας και την ποιότητά της, όσοι διαμορφώνουν στην κοινή γνώμη ένα γενικευμένο κλίμα απόρριψης, μέσα από γενικεύσεις, αναλήθειες, διαστρεβλώσεις και έναν άκρατο λαϊκισμό για τους κινδύνους, που γεννιούνται για τη λειτουργία των θεσμών σ' αυτή τη χώρα. Οδηγούν, έτσι, ηθελημένα ή αθέλητα, στον κίνδυνο διάλυσης της ίδιας της κοινωνίας, μετατρέποντας, ηθελημένα ή αθέλητα, τον λαό σε μία μάζα και τον σκεπτόμενο πολίτη σε ένα απλά αγανακτισμένο άτομο».
Ο εκπρόσωπος του ΚΚΕ, Αντώνης Σκυλλάκος, διατύπωσε και προτάσεις. «Προτείνουμε πόθεν έσχες και στους επιχειρηματίες για το πού βρήκαν τα λεφτά για να φτιάξουν τα κανάλια. Έλεγχος στον Λάτση, τον Βαρδινογιάννη, τον Κόκκαλη. Μονάχοι τους οι πολιτικοί κάνουν την διαπλοκή;», αναρωτήθηκε.
Επισήμανε ακόμη ότι η εισαγωγή του εργατικού ελέγχου στις επιχειρήσεις θα μπορούσε να περιορίσει το φαινόμενο της διαπλοκής, αν και όχι να το εξαλείψει τελείως. «Λένε κάποιοι πως το ΚΚΕ δεν έχει προτάσεις για το σήμερα και παραπέμπει τα πάντα στο μέλλον. Ορίστε συγκεκριμένες προτάσεις. Όχι όμως να φέρνουν μαύρο χρήμα και να εμφανίζονται ως επενδυτές και να μας κάνουν και τους τιμητές, λαδώνοντας και αξιωματούχους», ανέφερε.
Για «ανοίκειες και αήθεις επιθέσεις κατά του κύρους του Κοινοβουλίου και της αντιπροσωπευτικής Δημοκρατίας, που εκπορεύονται από πομπούς μηνυμάτων, που χρησιμοποιούν δημόσια αγαθά», έκανε λόγο ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος της ΝΔ, Κωνσταντίνος Τζαβάρας. «Θα πρέπει να κυκλοφορούν μηνύματα μέσα από τα κανάλια της τηλεοπτικής επικοινωνίας, τα οποία να είναι σύμφωνα με τις αρχές που πρέπει να υπηρετεί η ιδιωτική τηλεόραση και η οποία εφαρμογή όλων αυτών των διατάξεων έχει αφεθεί στο Ραδιοτηλεοπτικό Συμβούλιο. Θα πρέπει να γίνει ένα διάβημα προς τη διοικητική αυτή Αρχή, γιατί είναι μέσα στα καθήκοντά της να επιβάλει τον σωστό τόνο των μηνυμάτων και των εκπομπών, οι οποίες θα πρέπει να επωμίζονται τη σοβαρότητα, αξιοπρέπεια και αξιοπιστία που επιβάλλουν αυτοί οι καιροί».
Αλλά και ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΠΑΣΟΚ, Χρήστος Παπουτσής, υποστήριξε σε παρέμβασή του πως «η αποκατάσταση της εμπιστοσύνης στους δημοκρατικούς θεσμούς της χώρας, στις μέρες μας, είναι όρος εθνικής επιβίωσης (…). Η χώρα έχει ανάγκη από μια μεγάλη ανατροπή. Έχει ανάγκη από μια μεγάλη ανατροπή υπέρ του δημοσίου ήθους, υπέρ της διαφάνειας, υπέρ του δημοκρατικού και κοινωνικού ελέγχου. Καμιά μεγάλη μεταρρύθμιση δεν μπορεί να γίνει εάν δεν αποκαταστήσουμε παράλληλα την εμπιστοσύνη των πολιτών προς τους δημοκρατικούς θεσμούς της χώρας μας».
Υπερψηφίστηκε ο νόμος κατά της διαφθοράς στο δημόσιο
Με δύο αλλαγές στο επίμαχο άρθρο 15 του νομοσχεδίου για τα «εγκλήματα σχετικά με την υπηρεσία», επιχείρησε ο υπουργός Δικαιοσύνης να κάμψει τις αντιρρήσεις της αντιπολίτευσης, πριν την υπερψήφισή του στην Ολομέλεια της Βουλής. Και αν και αυτό δεν επετεύχθη, οι διαφωνίες πέρασαν σε δεύτερη μοίρα μπροστά στην αγανάκτηση που προκάλεσαν οι επιθέσεις που δέχεται το Κοινοβούλιο από μερίδα των μέσων ενημέρωσης και τον πρόεδρο του ΣΕΒ.
Σε κάθε περίπτωση, ο υπουργός Δικαιοσύνης, Χάρης Καστανίδης, όρισε στο άρθρο 15 του νομοσχεδίου, πως οι υπόδικοι που θα μπορούσαν να βοηθήσουν στην εξιχνίαση πράξεων διαφθοράς σε βάρος του Δημοσίου, από υπαλλήλους ή δικαστικούς λειτουργούς, ή ακόμα και κοινοβουλευτικά πρόσωπα, μπορούν να τύχουν ευνοϊκότερης μεταχείρισης, εφόσον τα στοιχεία τους κατατεθούν μέχρι την εκδίκαση σε δεύτερο βαθμό της υπόθεσης που τους αφορά, ενώ πλέον αποκλείεται γι' αυτούς η δυνατότητα απαλλαγής από την δίωξη, αλλά εξασφαλίζεται η μειωμένη ποινή.
Νωρίτερα, οι εκπρόσωποι των κομμάτων της αντιπολίτευσης, είχαν εκφράσει την καχυποψία τους για το άρθρο 15, όπως επίσης και για το άρθρο 1, που δίνει την δυνατότητα στους υπουργούς Δικαιοσύνης και Προστασίας του Πολίτη, να δώσουν σε Επιτροπή υπό τον Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, εντολή διερεύνησης καταγγελίας, με προστασία της ανωνυμίας του καταγγέλλοντος για πρόσωπα που υποχρεούνται να καταθέτουν «πόθεν έσχες». Κοινή συνισταμένη των αντιρρήσεων, ο κίνδυνος κατάχρησης των διατάξεων από τους εκάστοτε υπουργούς, για να πλήξουν τους αντιπάλους τους.
Ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος της Νέας Δημοκρατίας, Κ. Τζαβάρας, επεσήμανε πως στο νομοσχέδιο δεν προβλέπεται κάποια ρητή διαδικασία αξιολόγησης των προσφερθέντων αποδεικτικών στοιχείων. «Αν στα στοιχεία αυτά συμπεριλαμβάνεται και η μαρτυρία του κατηγορουμένου σε βάρος του ανωτέρου, πώς συμβιβάζεται αυτή η διάταξη με τη βασική αρχή, ότι «ένοχος ένοχο ου ποιεί»;» αναρωτήθηκε ο βουλευτής.
«Μπορεί να υπάρξει στοχοποίηση και να συνεχιστεί η αντιπαράθεση των δύο κομμάτων με σημαία την κάθαρση και, ρίχνοντας τα βάρη στους πολιτικούς μας αντιπάλους, η πολιτική μας ζωή, αντί να ασχολείται με ουσιαστικά ζητήματα, να ασχολείται μόνο με εξεταστικές επιτροπές και προανακριτικές επιτροπές» παρατήρησε ο Αντώνης Σκυλλάκος (ΚΚΕ). «Να τις κάνουμε αν υπάρχει πρόβλημα, δεν έχω αντίρρηση, αλλά όχι τέτοιες διατάξεις» συμπλήρωσε.
«Στην προηγούμενη Εξεταστική Επιτροπή για το Βατοπαίδι, λέγατε ότι υπάρχει ευθύνη του κου Αγγέλου με βάση την κατάθεση κάποιου κατηγορουμένου - του κου Μπότσιου» σημείωσε ο Θ. Πλεύρης (ΛΑΟΣ). «Με βάση αυτό, θεωρήσατε ότι έπρεπε να παραπεμφθεί σε δίκη ο κ. Ρουσόπουλος. Θα παραπέμψετε έναν υπουργό και επειδή θα παραπεμφθεί ο υπουργός, θα ανασταλεί για το συγκεκριμένο η ποινική δίωξη. Και αν υπάρχει μια περιρρέουσα ατμόσφαιρα, θα υπάρξει και καταδίκη και θα έχει λήξει το θέμα. Αυτά τα ζούμε, κύριε υπουργέ».
«Αντί να προστατέψουμε τον βουλευτή από τις συκοφαντίες των ανώνυμων μπλογκς, δίνουμε λόγο στον ανώνυμο ρουφιάνο» σχολίασε και ο Γ. Καρατζαφέρης.
«Φοβάμαι πως τροφοδοτείται ένα κλίμα ενός άκρατου δωσιλογισμού που θα οδηγήσει στο να πολεμάνε όλοι όλους και μάλιστα χάριν ιδιοτελών σκοπιμοτήτων και πολλές φορές και πολιτικών σκοπιμοτήτων και είναι το χειρότερο για τη λειτουργία του πολιτικού συστήματος» παρατήρησε ο Φ. Κουβέλης.
«Ο υπουργός Δικαιοσύνης δεν έχει το δικαίωμα να ελέγξει τα πολιτειακά και κοινοβουλευτικά πρόσωπα» απάντησε ο Χ. Καστανίδης, εξηγώντας ότι οι δυνατότητες του υπουργού, αφορούν τα υπόλοιπα πρόσωπα που υποχρεούνται σε υποβολή «πόθεν έσχες». Όσον αφορά την ευνοϊκή μεταχείριση ιδιωτών για την αποκάλυψη κρουσμάτων διαφθοράς στο Δημόσιο, αυτή αφορά στις περισσότερες περιπτώσεις, «υπαλλήλους που θα συνεργαστούν με τη δικαιοσύνη για την αποκάλυψη πράξεων διαφθοράς υψηλών κρατικών αξιωματούχων ή και πολιτικών παραγόντων. Δεν καταλαβαίνω γιατί υπάρχει αυτή η ανησυχία».
«Για τα πολιτικά πρόσωπα, που θεωρούνται από ορισμένους εκ των συναδέλφων ότι μπορούν να βρεθούν προ ωμών εκβιασμών, η διαδικασία ελέγχου δεν αλλάζει σε τίποτα. Και σήμερα, αν στα πλαίσια μιας προκαταρκτικής εξέτασης ένας οποιοσδήποτε πολίτης αναφέρει το όνομα υπουργού, ο σχετικός φάκελος στέλνεται αμελλητί στη Βουλή - και η Βουλή αποφασίζει κατά το άρθρο 86 του Συντάγματος. Το ίδιο θα συμβεί και τώρα» ανέφερε ο κος Καστανίδης.