Μετά τις επιτυχίες που έχει σημειώσει το Πρακτορείο μας, από το 1980, και από το 2000 στο internet, συνεχίζουμε σταθερά, με νέα ρεκόρ δημοσιεύσεων και αναπαραγωγή των ρεπορτάζ μας στα ΜΜΕ στην Ελλάδα και στον κόσμο. www.vouli.net * Ανάρτηση των δελτίων τύπου σε 24ωρη βάση, καθώς και φωτογραφιών για την προβολή στα Μ.Μ.Ε. * Καταγράφουμε την πολιτική ιστορία του Ελληνισμού

12.10.17

Επίκαιρη ερώτηση της Χ. Καφαντάρη Λογαριασμός Επικούρησης Προσωπικού ΕΤΕ (ΛΕΠΕΤΕ)

Επίκαιρη ερώτηση της Χ. Καφαντάρη Λογαριασμός Επικούρησης Προσωπικού ΕΤΕ (ΛΕΠΕΤΕ)


Κατά την συζήτηση της επίκαιρης ερώτησης της Βουλευτή ΣΥΡΙΖΑ Β' Αθήνας, Χαράς Καφαντάρη, προς το Υπουργείο Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και  Κοινωνικής Αλληλεγγύης, σχετικά με τον Λογαριασμό Επικούρησης Προσωπικού ΕΤΕ (ΛΕΠΕΤΕ), η Βουλευτής αναφέρθηκε στις πρόσφατες επιστολές της Διοίκησης της ΕΤΕ προς στους συλλόγους εργαζομένων και συνταξιούχων και στη Διαχειριστική Επιτροπή, όπου δηλώνει ότι αδυνατεί να καταβάλλει επικουρικές παροχές μετά τον Οκτώβρη του 2017.
Η Χαρά Καφαντάρη επεσήμανε ότι το θέμα ΛΕΠΕΤΕ δεν είναι καινούργιο, αφορά διμερή συμφωνία Εργαζόμενων, συνταξιούχων και Διοίκησης της ΕΤΕ από το 1949, που δημιουργήθηκε ο ειδικός αυτός λογ/μός, και ως διμερές θέμα πρέπει να αντιμετωπισθεί. Να υπάρξει διαπραγμάτευση των δύο πλευρών, χωρίς τελεσίγραφα και απειλές, ώστε να συνεχισθεί η καταβολή αξιοπρεπών επικουρικών παροχών στους συνταξιούχους, στο πλαίσιο λειτουργίας του ειδικού λογ/μού και χωρίς να απαλλαγεί η ΕΤΕ από τις οικονομικές της υποχρεώσεις προς τους εργαζόμενους και συνταξιούχους.
Ο απαντών Υπουργός κ. Πετρόπουλος εξέφρασε το ενδιαφέρον της Κυβέρνησης για το κοινωνικό ζήτημα που δημιουργείται και αφορά 16.500 συνταξιούχους και 4.900 εργαζόμενους (από 01.01.2015 οι εργαζόμενοι στην ΕΤΕ δεν ασφαλίζονται στον ΛΕΠΕΤΕ, αλλά στο δημόσιο φορέα βάσει του 3371/2005) και κάλεσε τις δύο πλευρές σε ειλικρινή διάλογο, ώστε να υπάρξει λύση.

 ΧΑΡΟΥΛΑ (ΧΑΡΑ) ΚΑΦΑΝΤΑΡΗ

ΠΡΩΤΟΛΟΓΙΑ
Κύριε Πρόεδρε, καλημέρα σας. Καλημέρα, κύριοι Υπουργοί.
Το θέμα της ερώτησης που υπέβαλα σήμερα, αφορά τις εξελίξεις σχετικά με τον Λογαριασμό Επικούρησης Προσωπικού Εθνικής Τράπεζας, τον λεγόμενο ΛΕΠΕΤΕ, ο οποίος συστήθηκε υπό τη νομική μορφή «ειδικού λογαριασμού» για τις ανάγκες επικούρησης των εργαζομένων στην Εθνική Τράπεζα ως συμφωνία μεταξύ του συλλόγου των εργαζομένων και της διοίκησης της Εθνικής Τράπεζας το έτος 1949.
Με βάση τον κανονισμό του αφορά έντοκο, κοινό ειδικό λογαριασμό υπό τον τίτλο «Λογαριασμός Επικουρήσεως Προσωπικού Εθνικής Τραπέζης της Ελλάδος». Σκοπός της συστάσεως του ως άνω λογαριασμού είναι η παροχή μηνιαίας επικουρήσεως στο εξελθόν και στο εξερχόμενο προσωπικό της Εθνικής Τράπεζας,
Το τονίζω αυτό διότι πρόκειται για έναν ειδικό λογαριασμό, γιατί πολλά γράφονται τελευταία περί επικουρικού ταμείου κ.λπ..
Πόροι του ΛΕΠΕΤΕ είναι οι εισφορές των εργαζομένων και οι εισφορές της Εθνικής Τράπεζας, 3,5% και 9% αντίστοιχα. Διοικείται, δε, από μία οκταμελή διαχειριστική επιτροπή.
Σήμερα στον ΛΕΠΕΤΕ είναι ασφαλισμένοι περί τους 4.900 εργαζομένους στην Εθνική Τράπεζα -αυτοί που δίνουν εισφορές δηλαδή- ενώ οι συνταξιούχοι είναι περί τους 16.500. Πρόσφατα η διοίκηση της Εθνικής Τράπεζας και συγκεκριμένα ο Διευθύνων Σύμβουλος, απέστειλε δύο επιστολές -μία στις 28 Ιουλίου και μία στις 28 Σεπτεμβρίου- στους συλλόγους εργαζομένων και συνταξιούχων της ΕΤΕ και στη Διαχειριστική Επιτροπή, όπου δηλώνει ότι η ΕΤΕ αδυνατεί να καταβάλλει επικουρικές μετά τον Οκτώβριο του 2017. Κύριο επιχείρημα της διοίκησης ο κίνδυνος της βιωσιμότητας της επιχείρησης.
Καταθέτω για τα Πρακτικά τις δύο επιστολές.
Θα αναφέρω το χρονικό αυτού του λογαριασμού: Λειτουργεί από το 1949, αλλά συντριπτικό πλήγμα για την πορεία του αποτελεί ο ν.3371/2005, όπου προβλέπεται ότι οι εργαζόμενοι που προσλαμβάνονται στην Εθνική από την 1η Ιανουαρίου του 2005 και μετά θα ασφαλίζονται στο επικουρικό του ΙΚΑ – ΕΤΕΑΜ. Με τη ρύθμιση αυτή, λοιπόν, ο ΛΕΠΕΤΕ γίνεται κλειστό σχήμα, διότι δεν υπάρχουν πλέον εισφορές νέων εργαζομένων.
Επιβαρυντικό στοιχείο για τα οικονομικά του ΛΕΠΕΤΕ απετέλεσαν τα διαδοχικά προγράμματα εθελούσιων εξόδων στην Εθνική από το 1999. Δεν έχουν καταβληθεί από την Τράπεζα στον ΛΕΠΕΤΕ τα αναλογούντα ποσά που προβλέπονται από τον ν.3371/2005, άρθρο 69. Επίσης, η υποκατάσταση κανονικών αμοιβών με αμοιβές σε μορφή μπόνους -κάτι που γίνεται πολύ τα τελευταία χρόνια- τα οποία δεν υπόκεινται σε ασφαλιστικές εισφορές, πραγματικά στερεί τον ΛΕΠΕΤΕ από πόρους.
Σημειώνουμε ότι το 2007 η διοίκηση της Εθνικής επιχείρησε να υλοποιήσει σχέδιο για την ένταξη του ΛΕΠΕΤΕ στο θνησιγενές ΕΤΑΤ, χωρίς όμως, τη διάθεση να καταβάλει οικονομική συμβολή. Αυτό, όμως, μετά από αντιδράσεις των εργαζομένων, των συνταξιούχων, των συλλόγων τους δεν υλοποιήθηκε.
Την 1η Αυγούστου του 2008 έγινε η ένταξη του ταμείου κύριας ασφάλισης εργαζομένων στην Εθνική στο ΙΚΑ με τον ν. 3655/2008. Η τότε διοίκηση έκανε μία περίεργη κίνηση.
Ανέστειλε την πληρωμή της επικουρικής παροχής για κάποιες μέρες. Υπήρξαν κινητοποιήσεις εργαζομένων-συνταξιούχων και τελικά κατεβλήθη η παροχή. Από τότε, χορηγούσε κάθε μήνα τα αναγκαία ποσά υπό μορφή δανεισμού με ενέχυρο τις μετοχές της Εθνικής που κατείχε ο ΛΕΠΕΤΕ. Κατόπιν, ακολουθήθηκε -και μέχρι σήμερα ισχύει- η πρακτική της ταμειακής διευκόλυνσης βάσει κάποιου συμφωνητικού, άγνωστου θα έλεγα. Οι συνολικοί ετήσιοι πόροι του λογαριασμού είναι περί τα 30 εκατομμύρια. Αφορά, όπως είπαμε, ασφαλισμένους τεσσερισήμισι χιλιάδες εργαζόμενους. Οι ετήσιες παροχές-συντάξεις είναι 135 εκατομμύρια. Υπάρχει, λοιπόν, πρόβλημα.
Στην προσπάθειά της -και κλείνω με αυτό την πρωτολογία μου- η διοίκηση της Εθνικής να απεμπολήσει την οικονομική διαχείριση και την εύρυθμη λειτουργία του ΛΕΠΕΤΕ, εμπλέκει και την Κυβέρνηση, κύριε Υπουργέ, στην επίλυση της διμερούς αυτής διαφοράς. Προτείνει την υπαγωγή στο ΕΤΕΑ, Ενιαίο Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης και εφάπαξ παροχών. Ουσιαστικά, η Τράπεζα δεν αναλαμβάνει τις υποχρεώσεις της.
Αυτό το τελεσίγραφο -τα δύο έγγραφα που κατέθεσα για τα Πρακτικά- είναι αιτία για αναστάτωση στους εργαζόμενους και τους συνταξιούχους, οι οποίοι έχουν προχωρήσει ήδη και την Παρασκευή θα προχωρήσουν ξανά σε απεργιακές κινητοποιήσεις.
Κύριε Υπουργέ, θα επιτρέψει η Κυβέρνηση την απαλλαγή της Εθνικής Τράπεζας από τις υποχρεώσεις της απέναντι στους εργαζόμενους και συνταξιούχους;

ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΣ (Υφυπουργός Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης):

Ευχαριστώ, κύριε Πρόεδρε.
Ο εν λόγω λογαριασμός του επικουρικού της Εθνικής στήριξε την Τράπεζα όλα τα χρόνια, από τη δημιουργία του ακόμα. Μάλιστα, επειδή έγινε λόγος και για μετοχές που ως ενέχυρο κρατήθηκαν για να δοθούν χρηματοδοτήσεις από την Τράπεζα για τις συντάξεις των συνταξιούχων εκεί, αυτές οι μετοχές αγοράστηκαν προς υποστήριξη της Τράπεζας από τα χρήματα του ΛΕΠΕΤΕ κατά διαφορετικά διαστήματα. Άρα, και απ’ αυτή την άποψη ο ΛΕΠΕΤΕ στήριζε την Εθνική Τράπεζα. Αυτό είναι γνωστό και στην Εθνική Τράπεζα.
Είναι κοινό μυστικό πώς λειτουργούσαν ιδίως οι τράπεζες και παλαιότερα και η ΔΕΗ, καθώς διατηρούσαν στους δικούς τους υπηρεσιακούς μηχανισμούς τη λειτουργία σχετικών μορφωμάτων παροχής συντάξεων. Μάλιστα, οι σχετικές παροχές διοικούνταν από Διεύθυνση Ασφαλιστικών Δικαιωμάτων της ίδιας της Τράπεζας.
Επομένως, δεν αγνοώ, κυρία Καφαντάρη, πώς λειτουργεί ο ΛΕΠΕΤΕ και πώς λειτουργούσε όλα αυτά τα χρόνια, αλλά δεν το αγνοεί ούτε η Τράπεζα. Γι’ αυτόν τον λόγο, εγώ δεν θα αποστώ από τη θέση που εξαρχής έχω εκφράσει, ότι είναι ένα θέμα το οποίο η ίδια η Τράπεζα οφείλει με τους φορείς συλλογικής εκπροσώπησης των εργαζομένων και συνταξιούχων να επιλύσει. Άλλωστε, αυτή ήταν και η θέση που έχει διατυπωθεί και από τη Διεθνή Οργάνωση Εργασίας από το έτος 2005 ήδη -είναι η Έκθεση με αριθμό 334- η οποία επισημαίνει την υποχρέωση της Τράπεζας να επιλύσει με διαπραγματεύσεις το σχετικό θέμα. Αυτή είναι και η ορθή λύση.
Όμως, παρόλο που η ίδια η Τράπεζα έχει πράγματι υιοθετήσει τη σχετική θέση που και εγώ εκφράζω τώρα και ο ίδιος ο διεθνής φορέας, η Διεθνής Οργάνωση Εργασίας, έχει υποδηλώσει, όλα αυτά τα χρόνια, όλες αυτές τις δεκαετίες που περνούσαν δεν έκαναν τίποτα. Είναι προφανές ότι και τούτη τη στιγμή η δική μας στάση δεν είναι δυνατόν να διατυπωθεί διαφορετικά. Αυτό έχω δηλώσει και προς την Τράπεζα, το έχω δηλώσει προς όλους: Οφείλει η Τράπεζα να διαπραγματευτεί και να βρει την πρέπουσα λύση για το θέμα αυτό. Είναι γεγονός ότι η αποχή της Τράπεζας όλα αυτά τα χρόνια από μια σώφρονα διαχείριση του θέματος έχει οδηγήσει την κατάσταση εδώ.
Δεν είναι μια ευθύνη της δικής μας Κυβέρνησης. Δεν σημαίνει αυτό, βεβαίως, ότι δεν πρέπει εμείς να σταθούμε ως Κυβέρνηση με τη σωστή πολιτική αντιμετώπιση του ζητήματος αυτού, που όμως ως προϋπόθεση έχει την προηγούμενη διαπραγμάτευση και την εξεύρεση μιας λύσης από τους ίδιους τους ενδιαφερόμενους, διότι ο λογαριασμός αυτός ιδρύθηκε στη βάση της συλλογικής αυτονομίας, στη βάση της συμφωνίας μεταξύ των εργαζόμενων στην Τράπεζα από το 1949 ακόμα και εξελίχθηκε. Παρά τις διαφορετικές νομοθετικές παρεμβάσεις του Έλληνα νομοθέτη, διατήρησε αυτόν τον τρόπο λειτουργίας.
Μάλιστα, η θέση ακόμα και της ίδιας της Τράπεζας, δηλαδή των παραγόντων της Τράπεζας, κατά την ψήφιση του ν. 3371/2005, οδήγησε στο να επιλεγεί τότε η διατήρηση αυτού του Λογαριασμού και όχι η διάλυσή του. Αν ήταν –και έπρεπε- να γίνει μια διαφορετική διαχείριση, θα έπρεπε από τότε, από τον ν. 2084/1992 ακόμα, η Τράπεζα να λύσει το θέμα και όχι να το φέρνει μέχρι τώρα με έναν τρόπο ο οποίος πραγματικά θα έχει δραματικές συνέπειες.
Εμείς δεν πρόκειται να συμβάλουμε σε μία τέτοια εξέλιξη.


ΔΕΥΤΕΡΟΛΟΓΙΑ
Πραγματικά, είναι ένα θέμα και ένα ζήτημα που δεν είναι τωρινό. Έχει μια ιστορία χρόνων.
Εγώ θα ήθελα να τοποθετηθώ σχετικά με το επιχείρημα της Εθνικής περί κινδύνου βιωσιμότητας της ίδιας της Τράπεζας, αν συνεχίσει να λειτουργεί ο ΛΕΠΕΤΕ. Σημειώνουμε ότι η Εθνική τα τελευταία χρόνια έχει προχωρήσει σε αθρόες προσλήψεις συμβούλων, «χρυσά» συμβόλαια με ειδικούς και εταιρείες, «outsourcing» εργασίες. Όλα αυτά επιβαρύνουν τα έξοδα της Τράπεζας. Όμως, κατά τη λογική της Διοίκησής της, οι επικουρικές παροχές που αποτελούν και συμβατική της υποχρέωση στους συνταξιούχους, αποτελούν κίνδυνο.
Σαφώς και μας ενδιαφέρει η βιωσιμότητα της Εθνικής, όπως ενδιαφέρει και τους εργαζόμενους και τους συνταξιούχους. Η ρευστότητα των τραπεζών στις σημερινές συνθήκες είναι ζητούμενο, ώστε να χρηματοδοτήσουν μια ανακάμπτουσα πλέον ελληνική οικονομία. Ανοιχτό, βέβαια, είναι και το θέμα της διαχείρισης των κόκκινων δανείων.
Ωστόσο, υπάρχουν και οι εργαζόμενοι και οι συνταξιούχοι, αυτοί οι οποίοι συνέβαλαν επί δεκαετίες -από την ίδρυσή της- στο να έχουμε την Εθνική Τράπεζα που έχουμε, οι οποίοι κινδυνεύουν να μείνουν χωρίς επικουρική παροχή. Αν υλοποιηθεί η πρόθεση της Διοίκησης από το τέλος Οκτωβρίου να καταργηθεί, να διακοπεί η επικουρική παροχή, θα έλεγα ότι θα έχουμε ίσως μια νέα γενιά «κόκκινων» δανείων, γιατί πάρα πολλοί έχουν δάνεια στεγαστικά, κάρτες, κλπ και θα αδυνατούν να εκπληρώσουν τις δανειακές τους υποχρεώσεις.
Κύριε Υπουργέ, πρέπει πράγματι με διάλογο και ειλικρινή διαπραγμάτευση –και όταν λέω «ειλικρινή», εννοώ χωρίς απειλές, χωρίς τελεσίγραφα- να λυθεί το ζήτημα μεταξύ των δύο πλευρών, δηλαδή των εργαζομένων και των συνταξιούχων από τη μια και της Διοίκησης της Εθνικής Τράπεζας από την άλλη. Όμως, πρέπει να βρεθεί μια λύση στο πλαίσιο λειτουργίας του ΛΕΠΕΤΕ, αυτού του ειδικού λογαριασμού, ώστε να συνεχίσουν να υπάρχουν αξιοπρεπείς επικουρικές παροχές για τους συνταξιούχους της Εθνικής, χωρίς βέβαια να τίθεται κίνδυνος για την επιχείρηση.
Πρόκειται, πράγματι, για ένα διμερές θέμα. Ωστόσο, όπως είπατε και προηγουμένως στην τοποθέτησή σας, το ενδιαφέρον της Κυβέρνησης για το κοινωνικό ζήτημα που δημιουργείται για τους δεκαέξι χιλιάδες πεντακόσιους συνταξιούχους είναι δεδομένο.
Όμως, κύριε Υπουργέ, πραγματικά πρέπει να αποφευχθεί η διαφαινόμενη πρόθεση της Διοίκησης της Τράπεζας να στείλει τους συνταξιούχους στον δημόσιο φορέα, ώστε να αποφύγει τις υποχρεώσεις της.
Δυστυχώς, η ιστορία στον χώρο των τραπεζών είναι χρόνια και αυτό έχει γίνει ξανά στο παρελθόν, τη δεκαετία του 1990, μέσα από τις διαδικασίες συγχωνεύσεων και εξαγορών στο τραπεζικό σύστημα. Νομίζω ότι είναι γνωστή και η περίπτωση του ΤΑΠΙΛΤ-ΑΤ, ενός ταμείου το οποίο καταλήγει τώρα να δίνει, αντί για παροχές, φιλοδωρήματα στους συνταξιούχους.
Ευχαριστώ.

ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΣ (Υφυπουργός Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης):

Ευχαριστώ, κύριε Πρόεδρε.
Επειδή με έχει απασχολήσει πάρα πολύ το θέμα στο διάστημα των τελευταίων ημερών ιδιαιτέρως, αναζήτησα και είδα τα σχετικά θέματα λειτουργίας αυτού του φορέα.
Από το 1949 που ιδρύθηκε, προβλέπει με ποιον τρόπο λειτουργεί και με ποιον τρόπο λαμβάνονται σχετικές αποφάσεις για την τύχη της επικουρικής ασφάλισης στην Εθνική Τράπεζα, ειδικότερα ορίζεται στο άρθρο 4 του σχετικού κανονισμού, που είναι και ο νόμος λειτουργίας στην πραγματικότητα, με κανονιστική ισχύ. Λέω νόμος, αλλά δεν είναι νόμος τυπικός. Είναι ένας κανονισμός που εντάσσεται στους γενικούς όρους εργασίας για την Εθνική Τράπεζα. Και τίθεται η διαδικασία της τροποποίησης, υπό την προϋπόθεση ότι η διαχειριστική επιτροπή θα πάρει τη σχετική απόφαση με την πλειοψηφία των 4/5 των μελών. Εν συνεχεία η Τράπεζα προχωράει στη σχετική θέσπιση των ανάλογων ρυθμίσεων, με βάση τις γενικές χρονικές δυνατότητες του ειδικού λογαριασμού και μετά από έγκριση του Διοικητικού Συμβουλίου της Τράπεζας.
Αυτή η διαδικασία δεν είναι δυνατό να παραβιαστεί από τη δική μας πλευρά. Το έχω δηλώσει. Το ξαναδηλώνω. Επομένως, ο μηχανισμός υπάρχει. Οι διαδικασίες προβλέπονται και θα πρέπει να τηρηθούν χωρίς καμία παρέκκλιση.
Απορώ γιατί τόσους μήνες ούτε τούτη η διοίκηση, όπως όλες οι προηγούμενες, δεν κάθισε να συζητήσουν με τους εργαζόμενους και τους συνταξιούχους για να λύσουν το θέμα. Είναι επίδειξη ανευθυνότητας και έλλειψη σοβαρότητας. Το λέω με αυτόν τον τρόπο.
Δεν είναι δυνατόν τόσα χρόνια λειτουργίας να συγκεντρώνουν τόσα πολλά προβλήματα σε βάρος των εργαζομένων -που στο τέλος καλούνται να πληρώσουν το μάρμαρο- με μία τράπεζα που απλώς έδειχνε για το μέλλον μια λύση, την οποία ουδέποτε επέλεξε. Και η λύση είναι συγκεκριμένη: να συζητήσουν, να καθίσουν, να ξημεροβραδιαστούν. Από τώρα, αν δεν ξεκίνησαν ακόμα, να το κάνουν.
Δεν υπάρχει περίπτωση, καμία απολύτως περίπτωση, από την πλευρά μας να κάνουμε οτιδήποτε άλλο από αυτά που ορίζουν οι σχετικές κανονιστικές διατάξεις που ισχύουν για την Τράπεζα ως προς το θέμα αυτό. Να μην πιούν νερό, να μην φάνε ψωμί. Να τελειώσουν και να συμφωνήσουν. Έτσι να γίνει. Και δεν υπάρχει άλλος τρόπος από το Βήμα τούτο.
Σας διαβεβαιώ, κυρία Καφαντάρη, ότι αυτή είναι η θέση του Υπουργείου για το ζήτημα αυτό. Καλείται η τράπεζα να ξεκινήσει τις διαπραγματεύσεις. Ο σύλλογος των εργαζομένων και ο σύλλογος των συνταξιούχων να καθίσουν σε ένα τραπέζι να βρουν λύση, όπως ακριβώς πρέπει να λύνονται αυτά τα θέματα.
Ευχαριστώ.



Σας επισυνάπτουμε τον σύνδεσμο με την συζήτηση της επίκαιρης ερώτησης που έγινε στις 12.10.2017.
https://youtu.be/1L1rNs-I6A0


ΤΟ ΓΡΑΦΕΙΟ ΤΥΠΟΥ
Μπορεί να μη συμφωνώ ούτε στο ελάχιστο με αυτά που λες,αλλά θα έδινα μέχρι και την τελευταία ρανίδα του αίματός μου για το δικαίωμά σου να συνεχίσεις να τα λες -ΒΟΛΤΑΙΡΟΣ