Παρεμβάσεις Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης και Υπουργού Οικονομικών κ. Ευάγγελου Βενιζέλου στη συζήτηση στη Βουλή για την κύρωση των συμβάσεων για την αποφυγή διπλής φορολογίας μεταξύ Ελλάδας-Ελβετίας και Ελλάδας-Καναδά
Κύριε Πρόεδρε, αναφέρομαι καταρχάς, στο κυρωτικό νομοσχέδιο και για την ακρίβεια στα δύο κυρωτικά νομοσχέδια που συζητούνται, αυτό που αφορά τη σύμβαση αποφυγής διπλής φορολογίας μεταξύ Ελλάδος και Ελβετικής Συνομοσπονδίας και αυτό που αφορά τη σύμβαση αποφυγής διπλής φορολογίας μεταξύ Ελλάδος και Καναδά.
Λυπάμαι που το λέω, αλλά η τοποθέτηση του κ. Παπαδημούλη με εξέπληξε αρνητικά. Και η δημαγωγία και η απλούστευση έχουν τα όριά τους. Η Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ και προσωπικά ο κ. Παπαδημούλης με έγγραφες ερωτήσεις και με παρεμβάσεις στην Ολομέλεια και στην Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων ζητούσε να κυρωθεί αυτή η σύμβαση από την Ολομέλεια εμπροθέσμως.
Αναζητήσαμε τη σύμβαση αυτή, η οποία είχε υπογραφεί το Νοέμβριο του 2010 με πρωτοβουλία του Υπουργείου Εξωτερικών. Ξέρει η Βουλή πάρα πολύ καλά ότι αναμένουν την κύρωσή τους εκατοντάδες συμβάσεων και το Υπουργείο Εξωτερικών ακολουθεί μια τυπική διαδικασία εισαγωγής των συμβάσεων αυτών στη Βουλή προς κύρωση. Ανασύραμε την σύμβαση αυτή και εισάγεται προς κύρωση στη Βουλή υπό την πίεση της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ και του κ. Παπαδημούλη, επειδή θεωρούσαμε ότι αυτό θα συμβάλλει στη διευκόλυνση της ανταλλαγής φορολογικών πληροφοριών και στη μάχη που δίνουμε κατά της φοροδιαφυγής.
Και τώρα που εισάγεται αυτή η τυπική συμφωνία για την αποφυγή της διπλής φορολογίας και για την ανταλλαγή φορολογικών πληροφοριών, ανεβαίνει στο βήμα ο κ. Παπαδημούλης, απευθύνεται στη Βουλή και στο λαό και διακινεί την ανακρίβεια, επιχειρώντας μια επικοινωνιακή εξαπάτηση, ότι αυτή η συμφωνία, η τυπική περί αποφυγής διπλής φορολογίας είναι η περιβόητη συμφωνία με την Ελβετία για τη φορολόγηση καταθέσεων ελληνικού ενδιαφέροντος.
Τι σχέση έχει αυτή η τυπική συμφωνία, η οποία τροποποιεί συμφωνία που ισχύει από το 1984 μεταξύ Ελβετίας και Ελλάδος, με τη συμφωνία που έκανε η Γερμανία και το Ηνωμένο Βασίλειο πριν μερικούς μήνες και στα χνάρια της οποίας πατάει η Ελλάδα για να κάνει τώρα μια τέτοια τρίτη συμφωνία με την Ελβετία, παρά τις αντιρρήσεις όντως της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η οποία θέλει την ιδεώδη συμφωνία με την Ελβετία, αλλά δεν έχει φέρει μέχρι σήμερα καμιά συμφωνία με την Ελβετία.
Άλλωστε, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, όπως είπα και στον Επίτροπο τον κ. Šemeta πριν από λίγες ημέρες που τον συνάντησα στις Βρυξέλλες, έχει στάδιο δόξης λαμπρό γιατί υπάρχουν χώρες-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωζώνης που δεν έχουν συμμορφωθεί με τις εγγυήσεις οι οποίες πρέπει να υπάρχουν για να αποφεύγεται η διακίνηση «μαύρου» χρήματος και να διασφαλίζεται η ανταλλαγή φορολογικών πληροφοριών. Άρα, είναι ψεύδος ότι η συμφωνία αυτή έχει οποιαδήποτε σχέση με τη συμφωνία που επεξεργαζόμαστε και το προσύμφωνο της οποίας θα υπογραφεί –θέλω να ελπίζω- το συντομότερο γιατί έχουν ανταλλαγεί τα σχέδια προκειμένου να εφαρμόσουμε και εμείς αυτό που εφάρμοσε η Γερμανία και το Ηνωμένο Βασίλειο.
Και οι παρατηρήσεις που έκανε το Bundensrat, η Γερμανική Άνω Βουλή, προφανώς θα ληφθούν υπ' όψιν από εμάς και είμαστε σε στενή συνεργασία με τις δύο χώρες. Και αν η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει αντιρρήσεις, να προβάλει τις αντιρρήσεις αυτές στη γερμανική Κυβέρνηση και στη βρετανική Κυβέρνηση και όχι στην ελληνική Κυβέρνηση, η οποία έχει την πρόσθετη δυσκολία να διαχειρίζεται ένα πρόγραμμα στήριξης της ελληνικής οικονομίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Και όταν μιλήσουμε για αυτή τη συμφωνία που θα αποκαλύψει το πραγματικό μέγεθος των χρημάτων ελληνικής προέλευσης που βρίσκονται σε ελβετικές τράπεζες, εκεί θα πει ο καθένας τι νομίζει ότι πρέπει να προστεθεί ή να αφαιρεθεί επί τη βάση των δυνατοτήτων που μας παρέχει το διεθνές δίκαιο και αυτό το πλαίσιο που διαμορφώνεται.
Και εκεί θα δούμε ότι υπάρχουν πολύ σοβαρά προβλήματα –φοβούμαι- διότι υπάρχουν καταθέσεις οι οποίες μπορεί να μην προέρχονται από δραστηριότητα στην Ελλάδα και πρέπει η Βουλή των Ελλήνων να τοποθετηθεί σε συνδυασμό με την έκκλησή μου προς τον ελληνικό λαό και προς τους Έλληνες της Διασποράς και προς το ελληνικό ναυτιλιακό κεφάλαιο, να διαμορφώσουμε ένα κίνημα επιστροφής των καταθέσεων στην Ελλάδα. Γιατί ακόμα και αν υπάρχουν καταθέσεις επιχειρηματικού χαρακτήρα που δεν φορολογούνται ούτε στην Ελλάδα, αλλά βρίσκονται στο εξωτερικό, είναι πάρα πολύ σημαντικό αυτές να έρθουν και να κατατεθούν στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα για να αυξήσουμε τα επίπεδα ρευστότητας της ελληνικής οικονομίας.
Θα μπορούσαμε και να μην κυρώσουμε τη σύμβαση. Δεν θα είχαμε σε ισχύ το άρθρο VI που ενισχύει τις δυνατότητές μας στην ανταλλαγή πληροφοριών. Εάν δεν κυρώσουμε την τροποποίηση, θα ισχύει ούτως ή άλλως η αρχική συμφωνία του 1984. Προστίθεται η δυνατότητα της ανταλλαγής με πιο οργανωμένο τρόπο φορολογικών πληροφοριών.
Και να σας πω και κάτι άλλο; Επειδή η Ελβετική Συνομοσπονδία την έχει κυρώσει αυτή τη σύμβαση και επειδή διαπραγματευόμαστε μαζί της το κρίσιμο ζήτημα της πραγματικής συμφωνίας για τις καταθέσεις ελληνικού ενδιαφέροντος, είναι λογικό και ευπρεπές κι εμείς να έχουμε κυρώσει τη συμφωνία αυτή η οποία είναι μία συνήθης συμφωνία αποφυγής διπλής φορολογίας που έχουμε υπογράψει με όλες τις χώρες του κόσμου σχεδόν.
Άρα, δεν μπορώ να ακούω από του βήματος της Βουλής τον ανακριβή ισχυρισμό ότι ο Γερμανός Υπουργός εμφάνισε μία συμφωνία άλλη πολύ αυστηρότερη και η γερμανική Βουλή τη θέλει ακόμη αυστηρότερη και εμείς εμφανίζουμε μία επιεική συμφωνία. Τι σχέση έχει το ένα με το άλλο; Γιατί δηλητηριάζετε την ψυχή του ελληνικού λαού; Γιατί δηλητηριάζετε την ψυχή αυτού που αγωνίζεται να πληρώσει τις υποχρεώσεις του, το ειδικό τέλος ακινήτων ή τα τέλη κυκλοφορίας του αυτοκινήτου του, με το επιχείρημα ότι διευκολύνουμε τις πολυεθνικές εταιρίες; Κάνουμε αγώνα για τις ενδο-ομιλιακές συναλλαγές, κάνουμε προσπάθεια να καταπολεμήσουμε τη φοροδιαφυγή, αλλά αυτό θέλει στήριξη, όχι εύκολες δημαγωγίες.
Είναι σημαντικό λοιπόν να είμαστε συνεπείς στη σχέση μας με την Ελβετική Συνομοσπονδία για να μπορέσουμε να διεκδικήσουμε από αυτούς το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα. Άρα, αυτή η συμφωνία δεν έχει καμία σχέση με αυτό που έχω ανακοινώσει ως διαπραγμάτευση και επικείμενη σύμβαση με την Ελβετία, για την αποκάλυψη του όγκου των καταθέσεων και τη δίκαιη φορολόγηση.
Δεύτερο ζήτημα: Ένας βουλευτής ελληνικής καταγωγής του Ελβετικού Κοινοβουλίου αναφέρθηκε σε καταθέσεις Ελλήνων πολιτικών στην Ελβετία. Και κληθείς από τα αρμόδια όργανα της ελληνικής Βουλής να προσκομίσει στοιχεία, δεν είχε να πει τίποτε. Κατόπιν αυτού, πρέπει οι Έλληνες Βουλευτές να «αποθέτουν την τιμή τους» στην Ένωση Ελβετικών Τραπεζών, στην Ένωση Τραπεζών των Νήσων της Μάγχης ή δεν ξέρω και εγώ σε ποια άλλη Ένωση Τραπεζών φορολογικών παραδείσων! Αυτό είναι το πρόβλημα της χώρας.
Θα ήμουν ευτυχής αν τα Κόμματα τοποθετούνταν απέναντι σ’ αυτό το θέμα με έναν τρόπο που θα είναι συγκροτημένος όμως και θα έχει αρχή, μέση και τέλος. Πού οδηγεί και τι σημαίνει αυτό; Οι παράνομες καταθέσεις και το ξέπλυμα θα είναι σε ατομικούς λογαριασμούς φυσικών προσώπων ή θα είναι συγκεκαλυμμένες πίσω από διάφορες εταιρείες οποιασδήποτε νομικής μορφής, το πιο απλό εξωχώριες εταιρείες, off shore;
Ας μιλήσουμε έντιμα στον ελληνικό λαό. Τα πολιτικά πρόσωπα εκτίθενται στην κρίση του. Τα περιουσιακά στοιχεία, η δραστηριότητα, ο λόγος, οι ικανότητες, το ήθος κρίνονται καθημερινά. Όταν όμως εφαρμόζουμε διαδικασίες, θα παρακαλούσα οι διαδικασίες αυτές να είναι ουσιαστικές, ειλικρινείς και σε βάθος.
Έρχομαι τώρα στα θέματα που έθεσε ο κ. Καρατζαφέρης. Κατ’ αρχάς διάβασα να διακινείται, κ. Καρατζαφέρη, αυτού του είδους η ερώτηση για το αν το Υπουργείο Οικονομικών κατέβαλε ένα τίμημα στα Ναυπηγεία.
Ξέρετε πάρα πολύ καλά -και το Κόμμα σας κατέχει τη θέση του Αναπληρωτή Υπουργού Εθνικής Άμυνας- ότι τα θέματα αυτά τα διαχειρίζεται το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας και όχι το Υπουργείο Οικονομικών. Πληρωμές και παρακολούθηση συμβάσεων κάνει το Υπουργείο Άμυνας. Το Υπουργείο Οικονομικών, όταν του ζητούνται ονοματισμένα στον Προϋπολογισμό κονδύλια, τα χορηγεί, εφόσον έχει. Αν δεν έχει, δεν τα χορηγεί καν.
Άρα, να λύσετε στο επίπεδο του Υπουργείου Αμύνης τα θέματα αυτά, να διαμορφωθεί μία πολιτική με αρχή, μέση και τέλος και να ξέρουμε εάν θέλουμε να εκτελεστούν ή να καταγγελθούν αυτές οι συμβάσεις και ποια είναι η επόμενη ημέρα. Αν έγινε και συνεδρίαση στην Επιτροπή Εξοπλισμών, τότε η Επιτροπή αυτή και με διακομματική συναίνεση να αναλάβει την ευθύνη της.
Φεύγοντας από το Υπουργείο Άμυνας, άφησα ένα πλαίσιο συμβατικό, νομοθετικό. Όποιος έχει την ευθύνη να το διαχειριστεί και να δώσει μία λύση, αλλά να ξέρει ο καθένας τι κάνει τη στιγμή που διαχειρίζεται το θέμα. Εγώ το διαχειρίστηκα με απόλυτη διαφάνεια, το εμφάνισα ενώπιον της Βουλής, προσπαθώντας να λύσω όχι μόνο το θέμα του Πολεμικού Ναυτικού, αλλά και της ναυπηγικής βιομηχανίας. Το θέμα είναι δισεπίλυτο και πρέπει να το αντιμετωπίσει η Κυβέρνηση και η ευρεία κοινοβουλευτική πλειοψηφία.
Είναι δε ευχής έργον πως στο Υπουργείο Άμυνας ειδικά εκπροσωπούνται όλα τα κόμματα σε επίπεδο Υπουργού και μπορεί να βρεθεί μία λύση πάρα πολύ εύκολα και να έχετε και εσείς ενημέρωση από πρώτο χέρι μέσω του κ. Γεωργίου, του Αναπληρωτή Υπουργού και Αντιπροέδρου του Κόμματός σας, κύριε Πρόεδρε του Λαϊκού Ορθόδοξου Συναγερμού.
Κλείνω με το θέμα της Κυβέρνησης και το τι κάνουν οι Υπουργοί που προέρχονται από το ΠΑΣΟΚ και ποιες είναι οι προτεραιότητές τους. Εγώ είπα, απαντώντας σε μία ερώτηση δημοσιογράφου στις Βρυξέλλες, ότι «ντρέπομαι πραγματικά να ασχοληθώ με ο,τιδήποτε άλλο πέραν των επιτακτικών αναγκών διάσωσης της πατρίδας μας».
Ως Υπουργός Οικονομικών και Αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης και άρα ως, εκ της θέσεώς μου, βασικός διαπραγματευτής για το νέο πρόγραμμα και τη νέα δανειακή σύμβαση και τη συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα στη βιωσιμότητα του ελληνικού δημοσίου χρέους, στο PSI, έχω αυτές τις προτεραιότητες, εφαρμόζω μία κυβερνητική πολιτική ευρυτάτης στήριξης, σε απόλυτο συντονισμό και σε ταύτιση με τον Πρωθυπουργό κ. Λουκά Παπαδήμο. Αυτή είναι η εθνική μου υποχρέωση. Αυτή πιστεύω ότι ωφελεί όχι μόνο τον τόπο αλλά και την παράταξη από την οποία προέρχομαι και χάριν της οποίας βρίσκομαι και στην Κυβέρνηση, κατ’ εντολήν της. Διότι δεν βρίσκομαι προσωπικά στην Κυβέρνηση αυτή. Βρίσκομαι κατ’ εντολήν της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΠΑΣΟΚ.
Η ιδιομορφία της Κυβέρνησης αυτής, κύριε Πρόεδρε του Λαϊκού Ορθόδοξου Συναγερμού, είναι ότι προέρχεται από τους κόλπους μίας Βουλής που διαθέτει δεδηλωμένη κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Η δεδηλωμένη πλειοψηφία της Βουλής ανήκει στο ΠΑΣΟΚ και το ΠΑΣΟΚ στηρίζει την Κυβέρνηση αυτή παρέχοντας στα άλλα δύο κόμματα, στη Νέα Δημοκρατία και στον Λαϊκό Ορθόδοξο Συναγερμό, τις αναγκαίες εγγυήσεις μιας ευρύτατης συμφωνίας, η οποία επιτρέπει όχι μόνο τον σχηματισμό αλλά και την επιτυχή λειτουργία της Κυβέρνησης του κ. Λουκά Παπαδήμου.
Άρα, δεν είναι η Κυβέρνηση αυτή προϊόν έλλειψης κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας. Είναι προϊόν της απόφασης και της βούλησης της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας του ΠΑΣΟΚ να διαμορφώσει τις προϋποθέσεις της ευρύτατης συναίνεσης παραδίδοντας την άσκηση της εξουσίας υπό συνθήκες κοινοβουλευτικής αυτοδυναμίας. Διότι θεωρούσαμε και θεωρούμε -κι εγώ προσωπικά το θεωρούσα εξαρχής, από τον Μάιο του 2010, όταν πρότεινα ενδοκυβερνητικά και εσωκομματικά να ψηφιστεί ο πρώτος νόμος για το Μνημόνιο με αυξημένη πλειοψηφία 180 Βουλευτών- ότι τα θέματα είναι τόσο μεγάλα, τόσο κρίσιμα κι ότι έχουν τόσους κινδύνους για τον τόπο που δεν μπορεί να τα αντιμετωπίσει μια κυβέρνηση με συμβατικό τρόπο και με συμβατική πλειοψηφία, έστω και απόλυτη.
Αυτή είναι η θέση πάνω στην οποία βασίστηκε η συγκρότηση της Κυβέρνησης αυτής. Κι έχει απόλυτο δίκιο ο Πρωθυπουργός –αυτό μας είπε και χθες στο Υπουργικό Συμβούλιο- όταν λέει ότι στις συναντήσεις του με τους πολιτικούς αρχηγούς θα αποσαφηνίσει το χρονοδιάγραμμα και το πλαίσιο λειτουργίας της Κυβέρνησης. Κατά τη γνώμη μου, και τα δύο είναι αυτονόητα.
Δεν μπορεί η χώρα να οδηγηθεί σε εκλογές τώρα, όταν διαπραγματευόμαστε το PSI καθημερινά, νυχθημερόν, με μεγάλες δυσκολίες για τις οποίες δυστυχώς κωλύομαι να μιλήσω δημόσια. Και θα έπρεπε να μιλήσω, για να ξέρει ο Έλληνας πολίτης τι γίνεται.
Δεν μπορεί η χώρα να οδηγηθεί σε εκλογές πριν διαπραγματευθούμε όλοι μαζί και πριν συμφωνήσουμε όλοι μαζί το νέο Πρόγραμμα, με τις προϋποθέσεις του, τις δημοσιονομικές και τις διαρθρωτικές. Ποιος θα ήθελε, άλλωστε, να μεταφερθεί για μετά τις εκλογές η λήψη τέτοιων κρίσιμων αποφάσεων που απαιτούν συναίνεση σε κάθε περίπτωση, ευθύνη και αίσθηση του συσχετισμού των δυνάμεων; Ο συσχετισμός των δυνάμεων είναι πάρα πολύ δυσμενής, σε μια Ευρώπη συντηρητική και μέσα σε μια παγκόσμια οικονομία γεμάτη αβεβαιότητες.
Θα ολοκληρωθεί, λοιπόν, το έργο της Κυβέρνησης. Εμείς είμαστε αφοσιωμένοι στο έργο αυτό και τίποτα δεν θα κάμψει την απόφασή μας και την προσωπική μου απόφαση ως προς την ιεράρχηση των προτεραιοτήτων. Εάν πετύχουν αυτά, η χώρα θα σωθεί και θα δικαιωθεί το βασικό επιχείρημά μας, το επιχείρημα της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας, ότι αναγκαστήκαμε να κάνουμε επιλογές σκληρές, άδικες, με τεράστιο πολιτικό και προσωπικό κόστος, στο όνομα της σωτηρίας της χώρας.
Στο όνομα της σωτηρίας της χώρας, λοιπόν, είμαι βέβαιος ότι θα κινηθούν όλοι: και η ηγεσία της Νέας Δημοκρατίας και εσείς ως Πρόεδρος του Λαϊκού Ορθόδοξου Συναγερμού, αλλά και τα κόμματα που είναι εκτός του φάσματος της σημερινής διευρυμένης κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας.
Όμως, αυτή η διαρκής παραγωγή αβεβαιότητας δεν βοηθάει τη διαπραγματευτική θέση της χώρας και δεν βοηθάει και την ανασυγκρότηση της κοινωνικής και οικονομικής ψυχολογίας. Η ανασφάλεια καταρρακώνει τη χώρα. Η ύφεση δεν είναι μόνον οικονομική. Είναι και αξιακή και ψυχολογική και δεν μπορούμε να αναπνεύσουμε, δεν μπορούμε να πάρουμε πάνω μας.
Πρέπει να σταματήσει αυτή η κατάσταση. Και αυτό είναι μια έκκληση που κάνω ως Υπουργός Οικονομικών. Πρέπει να αποκτήσουμε στοιχειώδη αυτοπεποίθηση και να πορευτούμε σε αυτή την πολύ δύσκολη συγκυρία. Και αυτό είμαι βέβαιος ότι θα το συνεκτιμήσουν όλοι και θα το θέσουν υπεράνω οποιασδήποτε άλλης σκέψης, προσδοκίας ή προοπτικής, συλλογικής ή ατομικής.
Απάντηση στις παρεμβάσεις των κ.κ. Παπαδημούλη και Καρατζαφέρη
Κύριε Πρόεδρε της Βουλής, κατ’ αρχήν προσυπογράφω τη δική σας παρατήρηση ότι ο διάλογός μου με τον κ. Παπαδημούλη δεν είχε κανένα προσωπικό χαρακτηριστικό. Ήταν αμιγώς πολιτικός και εν πάση περιπτώσει η Αίθουσα αυτή είναι ο κατ’ εξοχήν χώρος του πολιτικού διαλόγου και της πολιτικής αντιπαράθεσης. Αυτό δεν έχει καμία σχέση με αισθήματα φιλίας και εκτιμήσεις σε προσωπικό επίπεδο. Αυτά υπάρχουν και μάλιστα σε υπερβολικό, θα έλεγα, βαθμό.
Σε σχέση με την παρατήρηση που έκανε ο Πρόεδρος του Λαϊκού Ορθόδοξου Συναγερμού για τα θέματα του Υπουργείου Αμύνης, δεν ξέρω τι έγινε το 2009, πριν σχηματιστεί η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ. Εμείς κινούμεθα με μοναδικό γνώμονά μας τη διαφάνεια και τη συναίνεση στα θέματα αυτά. Και αν αυτό μείνει ως κληρονομιά από τη θητεία μου στο Υπουργείο Άμυνας στον τομέα των εξοπλισμών, θα είμαι πάρα πολύ ικανοποιημένος. Πάρα πολύ ικανοποιημένος! Είναι μια κατάκτηση της Βουλής, του πολιτικού συστήματος και της χώρας.
Έρχομαι στο μείζον ζήτημα. Αναφέρομαι στην ύπαρξη της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας του ΠΑΣΟΚ, γιατί αυτή είναι η κοινοβουλευτική καταγραφή των δυνάμεων, αυτή είναι η πραγματικότητα. Η ύπαρξη της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας του ΠΑΣΟΚ είναι μια εγγύηση για την επιτυχή ολοκλήρωση του έργου της Κυβέρνησης του κ. Λουκά Παπαδήμου. Εμείς θέλουμε τη συναίνεση, θέλουμε αυτή η Κυβέρνηση να πετύχει και κάνουμε και θα κάνουμε τα πάντα για να πετύχει και συλλογικά και ατομικά και αυτό αφορά και τη δική μου στάση.
Συμφωνώ, βεβαίως, μαζί σας ότι υπάρχει ένα επικοινωνιακό κλίμα που προβληματίζει. Δεν είναι δική μου αρμοδιότητα -και θα ήταν και παρεξηγήσιμο- να τοποθετηθώ εγώ, μέλος της Κυβέρνησης και Αντιπρόεδρός της, δημόσια σε σχέση με τη φυσιογνωμία της και ιδίως ως προς τη σχέση που υπάρχει ανάμεσα στην Κυβέρνηση και τα Κόμματα που τη στηρίζουν. Είμαι βέβαιος και το γνωρίζω αυτό λόγω της στενής καθημερινής συνεργασίας που έχω με τον Πρωθυπουργό, πως ο Πρωθυπουργός χειρίζεται το θέμα αυτό με τον καλύτερο και αποτελεσματικότερο τρόπο και σε ό,τι με αφορά, τον στηρίζω απολύτως στις αποφάσεις του και τους χειρισμούς του.
Συμφωνώ, επίσης, μαζί σας ότι τα θέματα που αφορούν τις εσωτερικές λειτουργίες και το μέλλον οποιοδήποτε κόμματος, ανεξαιρέτως του μεγέθους του και πολύ περισσότερο ενός μεγάλου κόμματος που είναι στην παρούσα Βουλή η κοινοβουλευτική πλειοψηφία, δεν είναι θέματα εσωτερικά. Είναι θέματα δημόσια, είναι θέματα θεσμικά.
Η προσωπική μου άποψη, αλλά νομίζω ότι εκφράζω την άποψη του συνόλου των μελών της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΠΑΣΟΚ, είναι ότι δεν έχουμε περιθώρια για ταλαντεύσεις και δισταγμούς. Οι προτεραιότητές μας είναι σαφείς και όλα όσα πρέπει να γίνουν πρέπει να γίνουν με τρόπο τέτοιο που να διασφαλίζει πως θα υπηρετήσουμε το συμφέρον της χώρας και θα στηρίξουμε πάση δυνάμει το έργο του Πρωθυπουργού και της Κυβέρνησης.
Οι λύσεις πρέπει να είναι καθαρές, πρέπει να είναι θεσμικές, πρέπει να είναι δημοκρατικές, πρέπει να είναι ευρυτάτης αποδοχής και όλα αυτά πρέπει να αποσαφηνιστούν με ταχύτητα, γιατί δεν μπορεί κάτι να παραμένει σε ασάφεια και αοριστία, αλλά υπάρχει η δυνατότητα να είναι όλα εντεταγμένα σε ένα σαφή κατάλογο προτεραιοτήτων, στην κορυφή του οποίου υπάρχει η χώρα και η επιτυχία της Κυβέρνησης αυτής στο σκοπό της.
Είμαι βέβαιος ότι αυτό το καταλαβαίνουν όλοι. Όμως, δεν υπάρχουν μόνο προβλήματα εσωτερικά. Υπάρχει η μέρα των εκλογών και υπάρχει η θεμιτή και νόμιμη επιδίωξη κάθε κόμματος να έχει το καλύτερο δυνατό εκλογικό αποτέλεσμα. Αυτή είναι η επιδίωξη του ΠΑΣΟΚ, της Νέας Δημοκρατίας, του Λαϊκού Ορθόδοξου Συναγερμού και των άλλων κομμάτων.
Ας μου επιτραπεί, λοιπόν, να κάνω μια παρατήρηση: Το στοίχημα των επόμενων εκλογών και της επόμενης μέρας θα κριθεί στην αλήθεια και την ειλικρίνεια. Το στοίχημα θα το κερδίσουν αυτοί που θα πουν τα πράγματα με το όνομά τους, δεν θα εξωραΐσουν και δεν θα συγκαλύψουν τίποτα. Ο ελληνικός λαός πλήρωσε πάρα πολύ ακριβά τον εξωραϊσμό και τη συγκάλυψη, υποσχέσεις που δεν μπόρεσαν να τηρηθούν, ψευδαισθήσεις που γιγαντώνονται.
Η χώρα έχει οδηγηθεί στο μη περαιτέρω. Το παιγνίδι της επόμενης μέρας είναι παιγνίδι αλήθειας, ειλικρίνειας, ρεαλισμού και διαχειριστικής επάρκειας. Διότι τα λόγια απ’ έξω είναι πάρα πολύ εύκολα, αλλά όταν πρόκειται να κάνεις το χειρισμό, να πάρεις αποφάσεις και να αντιμετωπίσεις πιέσεις, εκεί δοκιμάζεσαι. Έξω από το χορό πολλοί ξέρουν πολλά τραγούδια. Όμως, θα μου επιτρέψετε να πω ότι η πραγματική δοκιμασία είναι η δοκιμασία της διαχείρισης της κρίσης. Και τώρα που τη διαχειριζόμαστε όλοι μαζί, τώρα ξαναγνωριζόμαστε όλοι μαζί. -