Ομιλία Πρωθυπουργού Λουκά Παπαδήμου στη Βουλή για τον Κρατικό Προϋπολογισμό 2012
Ο προϋπολογισμός του 2012 έχει καταρτιστεί και θα εκτελεστεί σε μια ιδιαίτερα κρίσιμη περίοδο για την Ελλάδα. Η περίοδος είναι κρίσιμη γιατί από τις πράξεις μας θα κριθεί το οικονομικό μέλλον της χώρας, όχι μόνο για το 2012 αλλά και για ολόκληρη τη δεκαετία που διανύουμε.
Βρισκόμαστε σε μια ιστορική συγκυρία μέγιστης εθνικής ευθύνης. Η Ελλάδα και η Ευρώπη πρέπει να αντιμετωπίσουν τη δυσκολότερη οικονομική κρίση των τελευταίων δεκαετιών. Ελάχιστες γενιές στις πρόσφατες δεκαετίες του εθνικού μας βίου ήρθαν αντιμέτωπες με τέτοιας κρισιμότητας προκλήσεις. Οι περιστάσεις απαιτούν να υπερβούμε τις δυνάμεις μας και να ξεπεράσουμε τον εαυτό μας. Πρέπει να αποδείξουμε ότι είμαστε μία από εκείνες τις γενιές στην ελληνική ιστορία που κατόρθωσαν κάτι τέτοιο.
Ο προϋπολογισμός του 2012 είναι ένας δύσκολος προϋπολογισμός. Πρέπει να εκτελεστεί σε ένα οικονομικό περιβάλλον που χαρακτηρίζεται από πολλές αβεβαιότητες. Οι στόχοι του είναι φιλόδοξοι. Ακόμη μεγαλύτερες είναι οι προκλήσεις εφαρμογής των προβλεπόμενων μέτρων σε πολλούς τομείς. Πρέπει όμως να πετύχουμε τους στόχους και να εφαρμόσουμε τα προβλεπόμενα μέτρα. Γι’ αυτό πρέπει να είμαστε αποφασισμένοι και συστηματικοί στην προσπάθειά μας. Πρέπει να αξιοποιήσουμε τις δυνατότητές μας και τα ισχυρά μας στοιχεία, και να δουλέψουμε με πνεύμα συνεργασίας. Δεν έχουμε την πολυτέλεια να μεμψιμοιρούμε, ούτε να συνεχίσουμε την πρακτική των αλληλοκατηγοριών για το παρελθόν, για το ποιος φταίει και ποιος δεν φταίει. Η ιστορία δεν θα μας συγχωρήσει εάν εγκαταλείψουμε τη μάχη για το μέλλον, σκιαμαχώντας με το παρελθόν.
Ο αγώνας για τη δημοσιονομική εξυγίανση και την αναδιάρθρωση της οικονομίας, που θα επιτρέψουν τη βιώσιμη και ισόρροπη ανάπτυξη, είναι εθνικός, και η επιτυχία είναι υπόθεση όλων μας. Αυτός ο αγώνας υπερβαίνει τις επιμέρους κομματικές δυνάμεις και διαχωριστικές γραμμές. Η διευρυμένη ενότητα των πολιτικών δυνάμεων που επιτεύχθηκε με το σχηματισμό αυτής της κυβέρνησης συνεργασίας πρέπει να συμπληρωθεί από μια ουσιαστική ενότητα στην προσπάθεια που πρέπει από κοινού να καταβάλουμε προκειμένου να επιτύχουμε.
Με την επιτυχή εκτέλεση του προϋπολογισμού θα εκπληρωθούν ανειλημμένες υποχρεώσεις της Ελλάδας, θα αποκατασταθεί η διεθνής αξιοπιστία της χώρας και θα δημιουργηθούν ουσιαστικές προϋποθέσεις για την υπέρβαση της κρίσης και τη διάσωση της οικονομίας. Αυτό απαιτεί συνεχή και συνεπή προσπάθεια σε μια εποχή αυξημένης αβεβαιότητας και μέσα σε μια Ευρώπη που κλυδωνίζεται από την κρίση και αναζητά το επόμενο μεγάλο βήμα.
Ο προϋπολογισμός είναι ο οδηγός της δημοσιονομικής πολιτικής που πρέπει να ακολουθήσουμε. Θέτει στόχους και κατευθύνσεις, δεν εμπεριέχει εύκολες λύσεις, τις οποίες σήμερα συμφωνούμε και αύριο τις ξεχνάμε. Η εκτέλεση του προϋπολογισμού απαιτεί ενεργοποίηση όχι μόνο της νέας κυβέρνησης συνεργασίας, αλλά όλων των κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων που την στηρίζουν. Απαιτεί να μεγιστοποιήσουμε τον κοινό παρονομαστή που μας ενώνει και όχι τις τυχόν διαφωνίες μας, οι οποίες είναι ήσσονος σημασίας μπροστά στην πρόκληση διάσωσης της πατρίδας. Οι πολίτες θα εκτιμήσουν την ειλικρινή προσπάθεια και συμβολή όλων των πολιτικών δυνάμεων. Θα επιβραβεύσουν τη συνεργασία και την υπεύθυνη διαχείριση.
Η οικονομική κρίση στη χώρα μας δεν είναι μια μπόρα που σύντομα θα περάσει. Θα έχει διάρκεια. Γιατί είναι το αποτέλεσμα ανισορροπιών που διογκώθηκαν επί σειρά ετών, είναι το αποτέλεσμα συσσώρευσης λαθών και παραλείψεων πολιτικής που οδήγησαν στη συσσώρευση του υπερβολικού δημόσιου χρέους. Είναι αποτέλεσμα λύσεων που αναβλήθηκαν ή ποτέ δεν εφαρμόστηκαν, γιατί θεωρήθηκε ότι ενείχαν βραχυπρόθεσμο πολιτικό κόστος, παρά το μακροπρόθεσμο όφελός τους για την οικονομία και την κοινωνία. Γι’ αυτόν το λόγο, η αντιμετώπιση των συνεπειών λαθών και παραλείψεων θα πάρει χρόνο και θα έχει κόστος. Μετά από τέσσερα χρόνια ύφεσης, αυτό έχει γίνει πλέον οδυνηρά κατανοητό από όλους μας. Ωστόσο, το θετικό αποτέλεσμα της δημοσιονομικής εξυγίανσης και διαρθρωτικής προσαρμογής θα γίνει βαθμιαία ορατό στην ανάπτυξη, στη βελτίωση των πραγματικών εισοδημάτων των εργαζομένων και στην απασχόληση.
IΙ
Κυρίες και κύριοι Βουλευτές,
Ο προϋπολογισμός του 2012 υπηρετεί τον εθνικό στόχο της σταθεροποίησης και στη συνέχεια επανεκκίνησης της οικονομίας μέσα σε ένα ιδιαίτερα ευαίσθητο και ευμετάβλητο ευρωπαϊκό και διεθνές οικονομικό περιβάλλον. Ο προϋπολογισμός δεν συνιστά μια ταμειακή και δημοσιονομική άσκηση. Υπηρετεί την ουσιαστική επιδίωξη και ευρύτερη προσπάθεια αποκατάστασης συνθηκών σταθερότητας και ανάπτυξης στην οικονομία. Εκφράζει την αναγκαιότητα και των δύο. Δεν μπορούμε να έχουμε ανάπτυξη αν δεν επιτύχουμε τη σταθερότητα. Και δεν μπορούμε να διασφαλίσουμε τη σταθερότητα αν δεν επαναφέρουμε σύντομα την ανάπτυξη. Ο προϋπολογισμός απαιτεί μια προσπάθεια διαρκείας, από τη σημερινή και τις επόμενες κυβερνήσεις. Αυτό αντανακλάται και στο γεγονός ότι για πρώτη φορά φέτος, οι στόχοι του προϋπολογισμού του 2012 είναι συνεπείς με τους στόχους του Μεσοπρόθεσμου Προγράμματος Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2012-2015.
Ο προϋπολογισμός του 2012 θέτει μια σειρά στόχους οι οποίοι είναι φιλόδοξοι αλλά και εφικτοί. Οι μακροοικονομικές παραδοχές στις οποίες στηρίζεται είναι μετριοπαθείς και σύμφωνες με τις προβλέψεις όλων των διεθνών οργανισμών. Η προσαρμογή στο έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης προέρχεται, σύμμετρα, από τα έσοδα και τις δαπάνες. Συγκεκριμένα, το 2012, σε σχέση με το 2011, προβλέπεται ότι τα έσοδα θα αυξηθούν κατά 4,5 δισ. ευρώ και οι συνολικές δαπάνες θα μειωθούν κατά περίπου 5 δισ. ευρώ.
Το πρώτο σημαντικό χαρακτηριστικό του Προϋπολογισμού του 2012 είναι ότι για πρώτη φορά κατά τα τελευταία χρόνια προβλέπεται πρωτογενές πλεόνασμα, που αποτελεί βασική προϋπόθεση για να αναστραφεί η αυξητική πορεία του χρέους. Παρά τη συνεχιζόμενη ύφεση του 2012, προβλέπεται πρωτογενές πλεόνασμα της τάξης των 2,2 δισ. ευρώ, που αντιστοιχεί σε 1,1% του ΑΕΠ. Δηλαδή τα εκτιμώμενα δημόσια έσοδα θα υπερβούν τις πρωτογενείς δαπάνες, δηλαδή τις δαπάνες που δεν περιλαμβάνουν την πληρωμή των τόκων. Η επιστροφή σε πρωτογενές πλεόνασμα αποτελεί δύσκολο αλλά όχι ακατόρθωτο στόχο. Η επίτευξη αυτού του στόχου, από το 2011 στο 2012, θα απαιτήσει βελτίωση του πρωτογενούς αποτελέσματος της γενικής κυβέρνησης κατά 6,8 δισ. ευρώ, ενώ κατά τα προηγούμενα δύο έτη, 2009 έως 2011, η σωρευτική δημοσιονομική προσαρμογή ήταν περίπου 20 δισ. Κατά τα επόμενα έτη, τα πρωτογενή πλεονάσματα θα πρέπει να αυξηθούν περαιτέρω, ώστε το δημόσιο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ να βαίνει μειούμενο και να προσεγγίσει το 120% το 2020.
Είναι γεγονός ότι η προβλεπόμενη αύξηση στα δημόσια έσοδα προέρχεται τόσο από την αύξηση των φορολογικών συντελεστών όσο και από την αλλαγή στη φορολογία εισοδήματος. Η ανεπάρκεια των φορολογικών εσόδων στη χώρα μας είναι πάγιο πρόβλημα. Αν και οι φορολογικοί συντελεστές στην Ελλάδα δεν είναι χαμηλότεροι από ό,τι στις άλλες χώρες της Ευρώπης, τα φορολογικά έσοδά μας ως ποσοστό του ΑΕΠ υπολείπονται αισθητά του μέσου όρου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το 2010 τα φορολογικά έσοδα στην Ελλάδα ήταν περί το 20% του ΑΕΠ, έναντι μέσου όρου στον ΟΟΣΑ 25%. Μάλιστα, σύμφωνα με στοιχεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η δραματική επιδείνωση των εσόδων ξεκίνησε πολύ πριν από την κρίση. Τα κυκλικά προσαρμοσμένα έσοδα μειώθηκαν από το 35% του ΑΕΠ το 2000 στο 29% το 2009.
Η κατάσταση αυτή αποκαλύπτει τις μεγάλες δομικές αδυναμίες του φορολογικού μας συστήματος. Αδυναμίες που αφορούν τη φορολογική νομοθεσία, τη φορολογική διοίκηση, τη διαδικασία επίλυσης των φορολογικών διαφορών και την τιμωρία των φοροφυγάδων. Έχει πλέον καταστεί σαφές ότι η καταπολέμηση της φοροδιαφυγής απαιτεί μια πολυδιάστατη προσέγγιση. Είναι ανάγκη και ευκαιρία τώρα να χαράξουμε μια συνολική πολιτική αντιμετώπισης του φαινομένου αυτού, που να εφαρμοστεί με συνέπεια κατά τα επόμενα έτη. Είναι ανάγκη να απλοποιηθεί δραστικά η νομοθεσία, με την κατάργηση πολλαπλών εξαιρέσεων, απαλλαγών, επιδοτήσεων, κτλ. Πολλές από τις ρυθμίσεις αυτές είχαν θεσπιστεί εδώ και χρόνια στο όνομα της κοινωνικής δικαιοσύνης. Και όμως, το φορολογικό μας σύστημα εμπεριέχει αδικίες και ταλαιπωρεί τον πολίτη σε καθημερινή βάση.
Πέρα από την απλούστευση της νομοθεσίας, απαιτείται και η ριζική αναδιάρθρωση του φοροεισπρακτικού μηχανισμού, η οργάνωση σε νέες σύγχρονες βάσεις των εφοριών και τελωνείων, η αλλαγή στους φορολογικούς ελέγχους. Με τη βοήθεια της τρόικας, και ιδιαίτερα του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, έχει εκπονηθεί νομοσχέδιο από το Υπουργείο Οικονομικών το οποίο θα έρθει στη Βουλή προς ψήφιση. Είναι ένα σημαντικό βήμα στην προσπάθεια περιορισμού της φοροδιαφυγής, η οποία θα πρέπει να συνεχιστεί στα επόμενα χρόνια. Ξεκίνησε με μια σειρά από μέτρα όπως ο θεσμός του εισαγγελέα οικονομικού εγκλήματος και του φορολογικού διαιτητή, η δημιουργία εφορίας για μεγάλες επιχειρήσεις, κ.ά. Η αρχή έχει γίνει και πρέπει να συνεχιστεί με συνέπεια, χωρίς υπαναχωρήσεις.
Η φοροδιαφυγή δεν είναι μόνο οικονομικό πρόβλημα. Είναι βαθιά κοινωνικό πρόβλημα και στη χώρα μας έχει υποσκάψει την εμπιστοσύνη των πολιτών στο κράτος. Η πάταξή της δεν θα δώσει μόνο περισσότερα έσοδα, που τόσο έχει ανάγκη η χώρα. Θα εμπεδώσει το αίσθημα φορολογικής δικαιοσύνης και θα αποκαταστήσει την εμπιστοσύνη των πολιτών στον κρατικό μηχανισμό.
Η άλλη μεγάλη πρόκληση εφαρμογής του προϋπολογισμού αφορά τον έλεγχο των δαπανών. Είναι γνωστά τα φαινόμενα σπατάλης και κακοδιαχείρισης στον ευρύτερο δημόσιο τομέα. Είναι επίσης γνωστή η ανάγκη ενίσχυσης των δαπανών για κοινωνική συνοχή, για καλύτερη εκπαίδευση και υγεία. Στη σημερινή συγκυρία ο προϋπολογισμός δεν έχει τη δυνατότητα ουσιαστικής αύξησης των δαπανών σε αυτούς τους τομείς. Όμως, με την κατάργηση περιττών φορέων, με την ενοποίηση άλλων και με πιο ορθολογική διαχείριση των διαθέσιμων πόρων μπορεί να αυξηθεί η ποσότητα και να βελτιωθεί η ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών του κοινωνικού κράτους.
Για τον εξορθολογισμό της δημόσιας διαχείρισης απαιτείται να αλλάξει δραστικά το σύστημα ελέγχου των δημόσιων δαπανών. Ήδη έχει ξεκινήσει, από το Υπουργείο Οικονομικών, μια διαδικασία συστηματικών ελέγχων. Αυτοί πρέπει να ενταθούν, να οργανωθούν σε πιο συστηματική βάση και να γενικευτούν για όλες τις δαπάνες – όχι μόνο της κεντρικής κυβέρνησης αλλά και της τοπικής αυτοδιοίκησης και των άλλων δημόσιων φορέων.
Πιστεύω ότι όταν ο πολίτης έχει απτά δείγματα αποτελεσματικών κρατικών δαπανών, καλών δημόσιων και κοινωνικών υπηρεσιών, τότε θα αλλάξει η αρνητική του προδιάθεση για την πληρωμή των φόρων. Κατανοώ τον προβληματισμό του μέσου πολίτη, ο οποίος έχει κληθεί να πληρώσει περισσότερους φόρους και μάλιστα σε μια περίοδο που βλέπει το εισόδημά του να μειώνεται, την ανεργία να αυξάνεται και τις άμεσες οικονομικές προοπτικές να μη βελτιώνονται. Όμως εύκολες λύσεις δεν υπάρχουν. Πρέπει όλοι να καταβάλουμε τεράστια προσπάθεια για να μπορέσει η οικονομία μας να βγει από το αδιέξοδο στο οποίο κινδυνεύει να περιέλθει και να επανέλθει σε πορεία ανάπτυξης κι ευημερίας.
Ένα βασικό στοιχείο του προϋπολογισμού του 2012 είναι η μείωση του δημόσιου χρέους ως ποσοστού του ΑΕΠ, από 162% στο τέλος του 2011 σε 146% στο τέλος του 2012, που αντιστοιχεί σε μείωση του χρέους της τάξης των 42 δισ. ευρώ. Αυτή είναι η πρώτη μείωση ύστερα από συνεχείς αυξήσεις του χρέους κατά τα τελευταία έτη που αποσταθεροποίησαν την οικονομία μας. Η προβλεπόμενη μείωση του δημόσιου χρέους το 2012 και τα επόμενα έτη εν μέρει οφείλεται στη δημιουργία πρωτογενών πλεονασμάτων, αλλά κυρίως αντανακλά την προβλεπόμενη ολοκλήρωση του προγράμματος εθελοντικής ανταλλαγής κρατικών ομολόγων με τους ιδιώτες δανειστές, το αποκαλούμενο PSI. Με αυτό τον τρόπο θα ενισχυθεί η βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους.
Ένα άλλο βασικό χαρακτηριστικό του προϋπολογισμού του 2012 είναι ότι για πρώτη φορά εμπεριέχονται λεπτομερή στοιχεία για τη Γενική Κυβέρνηση, δηλαδή όχι μόνο για την κεντρική διοίκηση αλλά και για την τοπική αυτοδιοίκηση, τα νοσοκομεία, τις ΔΕΚΟ και άλλους δημόσιους οργανισμούς. Με αυτό τον τρόπο οι έλληνες πολίτες γνωρίζουν τις εισροές και εκροές μεταξύ των φορέων της Γενικής Κυβέρνησης, και το τι ακριβώς δαπανούν οι πολλοί οργανισμοί του Δημοσίου. Αυτό είναι ένα πρώτο μεγάλο βήμα διαφάνειας των εσόδων και δαπανών του κράτους, που βοηθά και στην καλύτερη άσκηση κυβερνητικής πολιτικής. Επιδίωξή μας είναι να διευρυνθεί η προσπάθεια αυτή με την παροχή σε μηνιαία βάση της σχετικής πληροφόρησης για τη Γενική Κυβέρνηση. Θέλουμε ο φορολογούμενος πολίτης να γνωρίζει πώς ακριβώς ξοδεύονται οι φόροι που καταβάλλει και εάν η συμβολή του πραγματικά πιάνει τόπο.
Η προώθηση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και η υλοποίηση του προγράμματος ιδιωτικοποιήσεων αποτελούν επίσης σημαντικά στοιχεία του προϋπολογισμού. Το 2012 αναμένεται να ολοκληρωθούν οι μεταρρυθμίσεις στον τομέα της υγείας, στο ασφαλιστικό σύστημα, μετά την αξιολόγηση των επικουρικών συντάξεων, στον νέο φορολογικό χάρτη της χώρας, στα κλειστά επαγγέλματα και στον δικαστικό κλάδο. Θα προχωρήσουν, επίσης, οι ιδιωτικοποιήσεις με ταχύτερο ρυθμό, με γνώμονα όχι απλώς τα έσοδα του κράτους αλλά και τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας των οργανισμών που ιδιωτικοποιούνται, ώστε να ενισχυθεί η οικονομική δραστηριότητα.
Κυρίες και κύριοι Βουλευτές,
Η οικονομική κρίση έχει πλήξει τους Έλληνες με τη μεγάλη αύξηση της ανεργίας και τη μείωση των εισοδημάτων. Τα προβλήματα αυτά δεν επιδέχονται ωραιοποιήσεις και προσπάθειες αποφυγής της πραγματικότητας. Η διαδικασία δημοσιονομικής εξυγίανσης είναι αναγκαία. Η συσσώρευση υπερβολικών δημοσιονομικών ελλειμμάτων επί σειρά ετών οδήγησε στην υπερχρέωση του Δημοσίου, με αποτέλεσμα την άρνηση των δανειστών να χρηματοδοτήσουν την Ελλάδα με λογικά επιτόκια. Στο τέλος του 2011 το δημόσιο χρέος αντιστοιχεί σε περισσότερο από 30.000 ευρώ ανά Έλληνα. Είναι προφανές ότι η δυσμενής αυξητική τάση του χρέους πρέπει να αντιστραφεί. Η αποκατάσταση δημοσιονομικής σταθερότητας και αξιοπιστίας θα επαναφέρει ένα περιβάλλον ευνοϊκό για την ανάπτυξη και την απασχόληση.
Ένα καίριο ζήτημα είναι αν, σε ένα περιβάλλον αυξημένης αβεβαιότητας και υποτονικής οικονομικής δραστηριότητας, θα μπορέσει η ελληνική οικονομία να εξέλθει από την αναμενόμενη ύφεση το 2012. Αν και οι αβεβαιότητες είναι μεγάλες, υπάρχουν σημαντικές θετικές ενδείξεις που στηρίζουν την πρόβλεψη οικονομικής ανάκαμψης το 2013:
Πρώτον, οι εξαγωγές έχουν αυξηθεί αισθητά και οι εταιρείες που έχουν εξαγωγικό προσανατολισμό δεν έχουν επηρεαστεί στον ίδιο βαθμό από την οικονομική ύφεση στην Ελλάδα.
Δεύτερον, η μείωση μισθών και συντάξεων δεν αναμένεται να συνεχιστεί το 2013, ούτε και η αύξηση των φορολογικών συντελεστών, και επομένως το διαθέσιμο εισόδημα και η καταναλωτική δαπάνη θα τείνουν να σταθεροποιηθούν.
Τρίτον, όταν τα στάσιμα μεγάλα έργα ξαναμπούν μπροστά, και αν επιταχυνθεί η απορρόφηση των πόρων του ΕΣΠΑ, θα ενισχυθεί η απασχόληση και θα βελτιωθεί το επενδυτικό κλίμα. Προς την κατεύθυνση αυτή θα συμβάλει η χρηματοδότηση των μεγάλων έργων από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων καθώς και η τεχνική βοήθεια που προσφέρουν οι εταίροι για την αναδιοργάνωση του δημόσιου τομέα με τη συνδρομή της Task Force. Επιπλέον, η διαμόρφωση ενός ευνοϊκότερου επιχειρηματικού και επενδυτικού περιβάλλοντος, με μείωση των γραφειοκρατικών εμποδίων, θα δώσει ώθηση στην επιχειρηματικότητα και τις ιδιωτικές επενδύσεις.