Αθήνα, 28 Αυγούστου 2013
Κύριε Υπουργέ, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ιστορικά σε δύσκολες συνθήκες, κοινωνικές και οπωσδήποτε οικονομικές, ο πατριωτισμός εύπορων και ευκατάστατων Ελλήνων τους οδήγησε σε πράξεις μεγαλοσύνης και αρετής απέναντι στην πατρίδα και τον ελληνικό λαό.
Έχω την τύχη και την τιμή να κατάγομαι από την Ήπειρο, την Περιφέρεια των μεγάλων εθνικών ευεργετών, αλλά και πολλών άλλων με ίσης αξίας ως προς την ποιότητα της πράξης δωρεές, ανεξάρτητα με το μέγεθος, τα χρήματα ή άλλες υποδομές.
Σήμερα συζητούμε ένα πραγματικά σημαντικό, κατά την άποψή μου, νομοθέτημα, που δεν είναι μνημονιακή υποχρέωση, για τους εξής δύο βασικούς λόγους: Πρώτον, γιατί αφορά ένα σχέδιο νόμου το οποίο πραγματεύεται ένα ζήτημα μεγάλης εθνικής σημασίας που έχει τη δική του μοναδική αξία μέσα στο χρόνο, αποτελεί ένα ιδιαίτερο και ευαίσθητο κομμάτι της ιστορίας μας και αφορά στην αξία της έννοιας του ευεργετισμού και του οικονομικού πατριωτισμού.
Δεύτερον, γιατί μετά από πολλά χρόνια φθάνει για ψήφιση ένα σχέδιο νόμου, το οποίο επιχειρεί να θεσπίσει ένα σύγχρονο, πιο αποτελεσματικό πλαίσιο για την καλύτερη δυνατή αξιοποίηση των περιουσιών που έχουν περιέλθει και περιέρχονται στο ελληνικό δημόσιο για κοινωφελείς σκοπούς ή που αφήνονται στο δημόσιο ή καταλείπονται σ' αυτό με τη μορφή σχολαζουσών κληρονομιών.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ερχόμαστε σήμερα να θεσπίσουμε ένα νέο Κώδικα, αντικαθιστώντας ένα πεπαλαιωμένο νομικό πλαίσιο και συγκεκριμένα τον αναγκαστικό νόμο 2039/1939, ενώ υπάρχουν και οι προηγούμενες σχετικά πρόσφατες νομοθετικές προσπάθειες του 2004 και του 2011, καθώς επίσης και πορίσματα και απόψεις της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας πάνω στο συγκεκριμένο θέμα το 1999 και το 2011, όπως υπάρχει και η σχετική πρόβλεψη από το Σύνταγμα του 2001 και συγκεκριμένα η παράγραφος 3 του άρθρου 109 για την καταγραφή των κληροδοτημάτων.
Μέσα από την πρακτική εφαρμογή των διατάξεων που ορίζουν το ισχύον νομικό πλαίσιο αναδείχθηκαν πολλές δυσκολίες γύρω από την αξιοποίηση, χρονικές καθυστερήσεις και γραφειοκρατικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν μέχρι και σήμερα οι επιτροπές διαχείρισης των κληροδοτημάτων. Η επίλυση των όποιων δυσχερειών καθιστά αναγκαία τη θέσπιση του νέου Κώδικα, ενός Κώδικα καλύτερου και πιο αποτελεσματικού. Γι’ αυτό οφείλουμε να σεβαστούμε και να τιμήσουμε τους διάφορους ευεργέτες μας, αρκετούς επώνυμους και πολύ περισσότερους ανώνυμους που από το περίσσευμα ή το υστέρημα της περιουσίας τους στήριξαν ποικιλοτρόπως την πατρίδα.
Σήμερα που ζούμε σε μία εποχή μεγάλης και πρωτοφανούς οικονομικής κρίσης για τη χώρα και την κοινωνία μας, σε μία εποχή που βιώνουμε καθημερινά αρκετές δυσκολίες και ερχόμαστε αντιμέτωποι συνεχώς με πολλά προβλήματα επικρατεί, καταρχήν, ένας προβληματισμός για τη στάση μας, ιδιαίτερα για τη στάση των εχόντων και κατεχόντων προς το κοινωνικό σύνολο. Είναι μία σύγκριση με τις πράξεις των μεγάλων ευεργετών του παρελθόντος που σίγουρα μας μελαγχολεί, όπως και το γεγονός ότι δεν καταφέραμε ακόμη να αναδιανείμουμε δίκαια τον πλούτο μέσα από ένα δίκαιο φορολογικό σύστημα, που αποτελεί πλέον άμεση προτεραιότητα.
Δυστυχώς, στις μέρες μας η στόχευση για ατομική ευδαιμονία υπερτερεί έναντι της κοινωνικής αλληλεγγύης και του συλλογικού πνεύματος που εκλείπουν σε μεγάλο βαθμό. Θα πρέπει να μας απασχολήσει ιδιαίτερα το γεγονός πως δεν υπάρχουν σήμερα συνθήκες για την ανάπτυξη συμπεριφορών σαν και αυτές του παρελθόντος, όπου η ατομική ολοκλήρωση συμπορευόταν με τη συλλογική ευημερία.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, τα εθνικά κληροδοτήματα είναι γνωστά σε όλους μας. Είναι κτίρια και μνημεία που συναντούμε στην καθημερινότητά μας, όπως το Ζάππειο Μέγαρο, το Αρσάκειο, το Τοσίτσειο, η Ακαδημία, το Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, το Βαρβάκειο Λύκειο, το Ίδρυμα Μποδοσάκη, το Αστεροσκοπείο Αθηνών και φυσικά πολλά άλλα.
Όμως, δεν είναι μόνο τα κτίρια και οι χρηματικές δωρεές των ευεργετών. Είναι και η συνολική τους δράση και στάση απέναντι στα προβλήματα και τις ανάγκες της πατρίδας. Αυτού του είδους η κοινωνική και οικονομική προσφορά ως έκφραση αγάπης και πατριωτισμού συναντάται διαχρονικά σε όλη τη διάρκεια της μακρόχρονης ελληνικής ιστορίας, με αποκορύφωμα όμως τους μεγάλους εθνικούς ευεργέτες που έδρασαν κατά τα χρόνια της δουλείας και ύστερα, όπως η Φιλική Εταιρεία που ιδρύθηκε και χρηματοδοτήθηκε από τους Νικόλαο Σκουφά, Αθανάσιο Τσακάλωφ και Εμμανουήλ Ξάνθο και χρηματοδοτήθηκε επίσης από τον Παναγιώτη Σέκερη, η Ευαγγελική Σχολή Σμύρνης και αργότερα άλλα κοινωφελή ιδρύματα και ενώσεις.
Σ' αυτό το σημείο επιτρέψτε μου να κάνω μία επιγραμματική αναφορά στους μεγάλους ευεργέτες της Ηπείρου, χωρίς να αγνοώ το πλήθος των ευεργετών και κληροδοτημάτων που υπάρχουν παντού, σε όλες τις περιοχές της Ελλάδος. Αναφέρω τον Γεώργιο Αβέρωφ από το Μέτσοβο, τον Απόστολο Αρσάκη από την Πρεμετή, τον Ιωάννη Δόμπολη από το Δεσποτικό των Ιωαννίνων, τα ξαδέλφια Ευάγγελο και Κωνσταντίνο Ζάππα, τους αδελφούς Γεώργιο και Αλέξανδρο Ζάρρα από την Άρτα, τον Ζώη Καπλάνη από το Γραμμένο Ιωαννίνων, τον Βασίλη Μελά από τον Παρακάλαμο, τους αδελφούς Ριζάρη από το Μονοδένδρι Ιωαννίνων, τον Γεώργιο και Σίμωνα Σίνα από τη Μοσχόπολη της Βορείου Ηπείρου, τον Γεώργιο Σταύρου που ήταν ο ιδρυτής της Εθνικής Τράπεζας Ελλάδος το 1841, το Νικόλαο Στουρνάρα από το Μέτσοβο, το Μιχαήλ Τοσίτσα, τον Γεώργιο Χατζηκώστα και αρκετούς άλλους ακόμα.
Κλείνω αυτήν την παρένθεση και θα ήθελα να σημειώσω πως και μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο υπήρξε πολύ μεγάλη συμβολή πολλών σημαντικών ανθρώπων με ιδρύματα, με προσφορές υπέρ ευπαθών και φτωχών κοινωνικών ομάδων.
Στους δύσκολους, λοιπόν, καιρούς, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, που περνάμε, πρέπει να διδαχθούμε απ’ αυτά τα παραδείγματα για να μπορέσουμε να χτίσουμε μία καλύτερη Ελλάδα μέσα από πνεύμα ενότητας, σύμπνοιας, κοινωνικής προσφοράς και αλληλεγγύης. Γίνεται ολοένα και περισσότερο αντιληπτό μέσα από την Ελλάδα της κρίσης πως η καλύτερη αξιοποίηση των εθνικών μας κληροδοτημάτων αποτελεί μία από τις προτεραιότητές μας.
Το λέω αυτό, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, γιατί το πρόβλημα είναι υπαρκτό, καθώς τόσο τα εθνικά κληροδοτήματα όσο και οι σχολάζουσες κληρονομιές δεν αξιοποιούνται με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Ειδικά για τις σχολάζουσες κληρονομιές που το μεγαλύτερο μέρος τους παραμένει αναξιοποίητο, η διαδικασία της εκκαθάρισης μπορεί να διαρκέσει πάνω από δέκα χρόνια έως και τριάντα χρόνια.
Η παρωχημένη αυτή νομοθεσία, η ανεπαρκής εποπτεία λόγω και της υποστελέχωσης των κρατικών υπηρεσιών ή της απουσίας κατάλληλης εκπαίδευσης, η έλλειψη συγκεκριμένου εποπτικού πλαισίου, η ανεπαρκής υποβοήθηση των κεντρικών και περιφερειακών κρατικών υπηρεσιών εποπτείας των κληροδοτημάτων με σύγχρονα τεχνολογικά μέσα και εργαλεία ηλεκτρονικής διακυβέρνησης, είναι ορισμένες από τις βασικές αιτίες του προβλήματος.
Η προβληματική αυτή κατάσταση έχει ως αποτέλεσμα την απώλεια σημαντικών εσόδων που μπορεί να ενισχύσουν και το σκοπό για τον οποίο έχουν διατεθεί διάφορες περιουσίες, αλλά και τον κρατικό Προϋπολογισμό με τη διάθεση απαραίτητων πόρων για κοινωφελή έργα όπως νοσοκομεία, σχολεία, γηροκομεία, μουσεία και χορήγηση υποτροφιών.
Πρέπει να υπάρξουν λύσεις με σεβασμό στη θέληση των διαθετών και με γνώμονα το κοινωνικό και δημόσιο συμφέρον. Έτσι, λοιπόν, οι σημαντικότερες προβλέψεις του νομοσχεδίου είναι οι εξής:
Η δημιουργία για πρώτη φορά μητρώου για τα εθνικά κληροδοτήματα και μητρώου για τις σχολάζουσες κληρονομιές με δυνατότητες ηλεκτρονικής πρόσβασης και διασύνδεσής τους με μητρώα και αρχεία δημοσίων υπηρεσιών. Η σύσταση μητρώου εκκαθαριστών και εκτελεστών διαθηκών και διαχειριστών κοινωφελών περιουσιών ή ιδρυμάτων και κηδεμόνων σχολαζουσών κληρονομιών που θα καταρτισθεί ύστερα από κλήρωση.
Η αποκέντρωση των αρμοδιοτήτων της Κεντρικής Διεύθυνσης του Υπουργείου Οικονομικών που είναι αρμόδια για τα εθνικά κληροδοτήματα και τις σχολάζουσες περιουσίες προς αντίστοιχες υπηρεσίες και πολιτικά όργανα της αποκεντρωμένης διοίκησης. Η δυνατότητα ανάθεσης σε ελεγκτικές εταιρείες των διαχειριστικών ελέγχων για τα εθνικά κληροδοτήματα συνδράμοντας με τον τρόπο αυτό τις υπηρεσίες του δημοσίου στο δύσκολο και ιδιαίτερα απαιτητικό έργο του οικονομικού ελέγχου.
Ο καθορισμός των διαδικασιών για τη μίσθωση διαφόρων ακινήτων που περιλαμβάνονται σε κληροδοτήματα. Η θέσπιση αυστηρότερων ποινών για όσους διαχειρίζονται κληροδοτήματα και δεν παρουσιάζουν ετήσια οικονομικά στοιχεία ισολογισμούς, απολογισμούς, προϋπολογισμούς κ.λπ. Η θέσπιση ενιαίου καθεστώτος για τις σχολάζουσες κληρονομιές.
Μέσα από τη συζήτηση και από την επεξεργασία του σχεδίου νόμου στην Επιτροπή προέκυψαν ορισμένα σημαντικά ζητήματα:
Γενικότερα, κατ’ αρχήν, τα θέματα αξιοποίησης ελέγχου, εποπτείας και φορολογίας κληροδοτημάτων και σχολαζουσών κληρονομιών.
Ειδικότερα, θέματα γύρω από τη δυνατότητα αυτοδιοίκησης ιδρυμάτων και την αποκεντρωμένη λειτουργία των υπηρεσιών των πολιτικών τους προϊσταμένων με την παράλληλη αναγκαιότητα ελέγχων και εποπτείας, τη σωστή αξιοποίηση κοινωφελών περιουσιών και σχολαζουσών κληρονομιών με όρους διαφάνειας οικονομικής και χρηστής διαχείρισής τους, τη διατήρηση της αρμοδιότητας του Εφετείου Αθηνών για θέματα ερμηνείας συστατικών πράξεων και μεταβολής του σκοπού της περιουσίας που εγκαταλείπονται για κοινωφελείς σκοπούς, στο άρθρο 10 –θέμα που παραμένει ανοικτό, τουλάχιστον η αποκέντρωση σε επίπεδο στις έδρες των περιφερειών στα Διοικητικά Εφετεία των εδρών των περιφερειών- την ανάθεση διενέργειας διαχειριστικών ελέγχων σε ιδιωτικές ελεγκτικές εταιρείες –στο άρθρο 21- και γενικότερα του είδους του ελέγχου που θέλουμε να έχουμε.
Θέλουμε να έχουμε δειγματοληπτικό ή γενικό έλεγχο; Εκεί, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, θεωρούμε ότι η πρόταση του κυρίου Υπουργού για ολικό τακτικό έλεγχο ανά τετραετία από ιδιωτικές ελεγκτικές εταιρείες και δειγματοληπτικό ενδιάμεσο από την οικονομική Επιθεώρηση είναι στην κατεύθυνση και των δικών μας προτάσεων.
Θα δούμε και θα πούμε περισσότερα επ’ αυτού στη συζήτηση επί των άρθρων.
Για τις σχολάζουσες κληρονομιές έχουμε διατυπώσει προβληματισμούς σχετικά με την μετατροπή των αναξιοποίητων κληροδοτημάτων σε σχολάζουσες κληρονομιές και για τα προβλήματα που υπάρχουν με την εξεύρεσή τους, το οποίο πιστεύουμε πως είναι ένα σοβαρό θέμα.
Θα πρέπει να αναζητηθούν πρακτικοί και αποτελεσματικοί τρόποι, καθώς και τεχνικές δυνατότητες για να ξεπεραστεί αυτή η δυσκολία από τις πιο απλές περιπτώσεις, παραδείγματος χάρη στην ύπαιθρο, μέχρι και σε μεγάλης αξίας αστικά ακίνητα που με διάφορα τεχνάσματα συνεχίζουν να τα διαχειρίζονται οι ήδη υπάρχοντες εκμεταλλευτές και όταν δεν υπάρχει πια ο ιδιοκτήτης τους.
Σε κάθε περίπτωση, όσον αφορά την αξιοποίηση των περιουσιών από τις σχολάζουσες κληρονομιές, η πρότασή μας είναι πως αυτές πρέπει να διατίθενται για κοινωφελείς σκοπούς και όχι για κάλυψη δημοσιονομικών αναγκών. Ο σκοπός αυτός πρέπει να οριστεί με σαφήνεια μέσα από τον Κώδικα.
Ένα άλλο ζήτημα που έχει προκύψει αφορά ορισμένες διατάξεις του άρθρου 82. Αναφέρομαι στις παραγράφους 2, 3, 4 και 8 σχετικά με τις συνεστημένες περιουσίες για τη νομική τους μορφή και ειδικές διατάξεις για την ίδρυση και την εποπτεία τους, καθώς και σε αυτές που αφορούν στα Ηπειρωτικά Κληροδοτήματα.
Ως προς το τελευταίο, υπάρχουν διάφορα ζητήματα και μια μακρόχρονη διεκδίκηση αλλαγής του νομοθετικού πλαισίου που αφορά τα παλιά Κληροδοτήματα Ιωαννίνων και το καθεστώς διαχείρισής τους, κάτι που φάνηκε και στις συνεδριάσεις της Επιτροπής. Είναι ένα θέμα σύνθετο, όπως αναδείχθηκε και στη συζήτηση στην Επιτροπή με πολιτικές, νομικές και συνταγματικές διαστάσεις.
Όπως φάνηκε και στο παρελθόν, η νομοθετική πρωτοβουλία του 1984 προσέκρουσε σε αντίθετη γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, την 414/2000, ενώ η Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής με τα πορίσματα του 1999 και 2011 είναι υπέρ της εφαρμογής του ν. 1473/1984.
Παράλληλα, όμως, από το άρθρο 109 παράγραφος 2 του Συντάγματος προβλέπεται ότι με δικαστική απόφαση κρίνεται αν για την πραγματοποίηση με τον καλύτερο και αποτελεσματικότερο τρόπο της θέλησης του δωρητή ή διαθέτη μπορεί να γίνει αλλαγή στο καθεστώς εκμετάλλευσης.
Έχουμε προβληματιστεί ιδιαίτερα. Είναι ένα θέμα σύνθετο, όπως είπα. Είναι διαφορετικό θέμα η πολιτική βούληση για τη συμμετοχή στη διοίκηση και διαχείριση των κληροδοτημάτων αυτών της τοπικής αυτοδιοίκησης ή κοινωνικών φορέων και διαφορετικό θέμα τα συνταγματικά και νομικά ζητήματα που προκύπτουν.
Όμως, σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να διαφυλαχθεί η εφαρμογή με σεβασμό στη βούληση του διαθέτη, η διαφανής και νόμιμη διαχείριση και αξιοποίηση καθώς και ο πλήρης έλεγχος και εποπτεία στη λειτουργία αυτών των κληροδοτημάτων, όπως και σε όλα τα άλλα και αν υπάρχει το οποιοδήποτε κενό πάνω σε αυτό το σημείο, να καλυφθεί με ανάλογη νομοθετική πρωτοβουλία.
Κύριε Υπουργέ, κλείνοντας θα ήθελα να σημειώσω πως υπάρχουν ορισμένες προτάσεις της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής που θα μπορούσαμε να εξετάσουμε, όπως άλλωστε έχει κάνει και το παρόν σχέδιο νόμου, το οποίο έχει λάβει υπ’ όψιν και έχει ενσωματώσει αρκετά από τα συμπεράσματα της ανωτέρω Επιτροπής.
Προτείνω, πρώτον, να εξετάσουμε την ανάγκη να υπάρξει ειδική μέριμνα, όσον αφορά τη φορολογική μεταχείριση των κληροδοτημάτων, καθώς το σημερινό φορολογικό καθεστώς που διέπει τα κληροδοτήματα τα επιβαρύνει εις βάρος της βούλησης του διαθέτη, αφού θέτουν σε κίνδυνο την εκτέλεση πολλών κοινωφελών σκοπών και φιλανθρωπικών έργων, δεύτερον, τη διευκόλυνση του δανεισμού των κληροδοτημάτων με χαμηλά επιτόκια και φυσικά υπό συγκεκριμένους όρους και αυστηρές προϋποθέσεις, τρίτον, τη θέσπιση ειδικού πλαισίου για την ένταξη των κληροδοτημάτων σε ευρωπαϊκά προγράμματα, τέταρτον, τη θέσπιση δυνατότητας για αποζημίωση των κληροδοτημάτων σε περιπτώσεις επιβάρυνσης της ιδιοκτησίας τους, όπως παραδείγματος χάρη σε περιπτώσεις απαλλοτρίωσης της ακίνητης περιουσίας τους.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, εμείς συμφωνούμε με το παρόν σχέδιο νόμου επί της αρχής, γιατί θεωρούμε ότι είναι σημαντικό μετά από τόσα χρόνια να επέλθει αλλαγή στο υφιστάμενο νομικό πλαίσιο για να υπάρξει ένας καλύτερος, βελτιωμένος και σύγχρονος κώδικας που θα διέπει τα εθνικά κληροδοτήματα και τις σχολάζουσες κληρονομιές.
Εκτιμάται ότι υπάρχουν περίπου δέκα πέντε χιλιάδες εθνικά κληροδοτήματα και τρεις χιλιάδες σχολάζουσες κληρονομιές μεγάλης αξίας.
Δεν έχει αποτιμηθεί επακριβώς. Δεν είναι εύκολο. Είναι δύσκολο να υπολογιστεί. Κατά προσέγγιση, όμως, εκτιμάται ότι προσεγγίζει τα 14 δισεκατομμύρια ευρώ. Είναι 10 δισεκατομμύρια ευρώ η αξία των εθνικών κληροδοτημάτων και 4 δισεκατομμύρια ευρώ των σχολαζουσών κληρονομιών, χωρίς αυτά τα νούμερα να είναι ακριβή.
Πάντως, είναι κρίμα να μην αξιοποιούνται με τον καλύτερο τρόπο τέτοιοι εθνικοί πόροι, ιδίως τους σημερινούς καιρούς ύφεσης και πρωτόγνωρης κρίσης, όπου το ζητούμενο είναι η οικονομική ανάπτυξη και χρέος της πολιτείας η στήριξη των ευπαθών κοινωνικών ομάδων. Οφείλουμε όλη αυτήν την προσπάθεια και αυτήν την πρωτοβουλία σαν φόρο τιμής στους εθνικούς μας ευεργέτες και σεβασμό προς όλους εκείνους τους ανθρώπους που προτάσσουν ανιδιοτελώς το κοινωνικό και συλλογικό συμφέρον για να δώσουμε παράλληλα κίνητρα, να διαμορφώσουμε συμπεριφορές και να ενθαρρύνουμε μια αλλαγή στάσης ζωής και νοοτροπίας όσον αφορά στον τρόπο που αντιμετωπίζουμε και προσεγγίζουμε ζητήματα και προβλήματα σε συλλογικό επίπεδο.
Συμφωνούμε, λοιπόν, επί της αρχής και στην αυριανή συζήτηση θα τοποθετηθούμε αναλυτικότερα και θα εκφράσουμε τη θέση μας επί των άρθρων και των τροπολογιών και ιδιαίτερα για ορισμένες διατάξεις και θέματα, που έχουν αναδειχθεί και στη συζήτηση στην Επιτροπή και μερικά από τα οποία ανέφερα συνοπτικά στη σημερινή μου τοποθέτηση.
Ευχαριστώ πολύ.
ΔΕΥΤΕΡΟΛΟΓΙΑ Χ. ΓΚΟΚΑ ΣΤΙΣ 27-8-2013
Ειλικρινά δεν κατανόησα τη θέση της Αντιπολίτευσης ακούγοντας το συνάδελφο της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης που μόλις τελείωσε την ομιλία του πάνω στο ζήτημα που συζητάμε για τα κληροδοτήματα, τις κοινωφελείς περιουσίες και τις σχολάζουσες κληρονομιές. Δεν κατάλαβα την πολιτική θέση. Δηλαδή τίποτε θετικό δεν βρίσκετε σε όλη αυτήν την πρωτοβουλία; Καμιά αναγκαιότητα δεν εξυπηρετεί;
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, έγινε μία μεγάλη συζήτηση στην Επιτροπή και μία προσπάθεια σύνθεσης για την ψήφιση ενός όσο γίνεται περισσότερο ολοκληρωμένου νομοθετήματος. Υπήρξε και αποδοχή από τον Υπουργό πολλών προτάσεων. Μάλιστα, κάποιες από αυτές δεν ήταν από τα κόμματα τα οποία στηρίζουν την Κυβέρνηση ή ήταν και από άλλους φορείς. Όμως, εδώ βλέπουμε μια σταθερή άρνηση για μια θετική συμβολή σε μια τέτοια συζήτηση. Μάλιστα, είναι και καθολική και αυτό με προβληματίζει ιδιαίτερα.
Πέρα απ’ αυτό, ακούστηκαν κατ’ επανάληψη σε αυτήν την Αίθουσα σήμερα από συγκεκριμένες πλευρές, με επίκληση μάλιστα εθνικοπατριωτικών αισθημάτων, πολλά και διάφορα εις βάρος συναδέλφων που απουσιάζουν και κομμάτων με τρόπο που κατά τη γνώμη μου σαφώς υπονομεύει τα εθνικά συμφέροντα, αλλά και τη θέση μας και την προοπτική μας ως συνειδητή εθνική επιλογή να είμαστε ένα σύγχρονο κράτος, ισότιμο μέλος στην Ευρωπαϊκή Ένωση των λαών, για την οποία εμείς με συνέπεια θα συνεχίσουμε να παλεύουμε. Και αυτά που ακούστηκαν, ως ΠΑΣΟΚ, δεν μας αγγίζουν. Πιστεύω ότι σπαταλήθηκε χρόνος σε βάρος της σημερινής κύριας διαδικασίας.
Θα ήθελα να κάνω ορισμένες παρατηρήσεις και θα ξεκινήσω με το άρθρο 24, διότι αυτό είναι ένα σοβαρό ζήτημα όταν συνδέεται με τη λογική που αναπτύσσεται ότι πάμε εδώ να ξεπουλήσουμε τα πάντα.
Και ο κ. Ταμήλος και πρωτίστως ο κ. Τσούκαλης έθεσαν το ζήτημα στη σωστή του βάση. Μιλάμε για περιουσίες που καταλείπονται χωρίς όρο. Επομένως, αποτελούν ιδιωτική περιουσία του δημοσίου και αξιοποιούνται με συγκεκριμένο τρόπο και βεβαίως με κανόνες και πλαίσιο διαφάνειας και ελέγχου που μπορεί να βελτιωθεί αν χρειαστεί, ούτως ώστε να έχουμε τα καλύτερα δυνατά αποτελέσματα. Συνεπώς, νομίζω ότι δεν χρειάζεται να προσθέσω κάτι άλλο πάνω σε αυτό το θέμα.
Επίσης, τέθηκαν ορισμένοι προβληματισμοί. Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, εγώ θεωρώ ότι η πολιτική βούληση για μια τέτοια αλλαγή και ένα καινούργιο πλαίσιο που θα αφορά αυτό το θέμα των κληροδοτημάτων και των σχολαζουσών κληρονομιών έχει ξεκινήσει από παλαιότερα. Για διάφορους λόγους δεν ολοκληρώθηκε. Στα χέρια μου, όπως είπα, έχω σχέδιο νόμου του 2011, το οποίο βεβαίως δεν έφτασε στο σημείο να θεσμοθετηθεί και να γίνει νόμος του κράτους.
Μένουμε λοιπόν στο θετικό σημείο ότι σήμερα θεσμοθετούμε ένα νομοθέτημα -αυτό που συζητάμε- και βέβαια η ανάγκη αυτής της αλλαγής του θεσμικού πλαισίου είναι κάτι που εμφανίστηκε πριν από την οικονομική κρίση.
Επομένως, δεν καταλαβαίνω γιατί συνδέεται με μνημονιακές επιλογές και με αναφορές ότι εξυπηρετούνται άλλα πράγματα, όπως παραδείγματος χάριν οι διαθέσεις ή οι ορέξεις των δανειστών ή όποιων άλλων.
Βέβαια, τα κληροδοτήματα αυτά, τα οποία παραμένουν σε συγκεκριμένα καθεστώτα διαχείρισης, δεν αλλάζουν, όπως αναφέρεται στο άρθρο 82. Έχουμε κάνει και εποικοδομητικές προτάσεις για να μπορέσουμε να τα ενισχύσουμε ακόμα περισσότερο, προκειμένου να επιτελέσουν το κοινωφελές έργο τους και να υπάρχουν για το ευρύτερο δημόσιο συμφέρον ακόμα καλύτερα αποτελέσματα. Είπαμε να μπουν σε χρηματοδοτικά προγράμματα, να υπάρξει δανεισμός υπό όρους, να αποζημιωθούν όπου πρέπει και να έχουν μια καλύτερη φορολογική μεταχείριση ώστε να ανταποκρίνονται στο έργο τους.
Θα ήθελα τώρα να μιλήσω για ένα άλλο θέμα. Τέθηκε το ερώτημα γιατί εξετάζονται μαζί οι κοινωφελείς περιουσίες και οι σχολάζουσες κληρονομιές. Μα, προφανώς υπάρχει στη γενική της θεώρηση μια ενιαία λογική στην αξιοποίηση και διαχείρισή τους υπέρ του ευρύτερου δημόσιου συμφέροντος για κοινωφελείς δραστηριότητες.
Επομένως, είναι χρέος μας να στηρίξουμε αυτό το νομοθέτημα, το οποίο βεβαίως και θα βελτιώσει και θα αλλάξει την συμπεριφορά και τη νοοτροπία απέναντι στο ελληνικό δημόσιο σε σχέση με τη διαχείριση τέτοιων περιουσιών και κληροδοτημάτων, ώστε να δοθούν και πάλι κίνητρα, αν έχουν εκλείψει. Αυτό, όμως, πρέπει να γίνει με θετικό τρόπο και προσέγγιση και με θεσμοθέτηση μέσα σε συγκεκριμένο πλαίσιο διαφάνειας, κάτι το οποίο πιστεύουμε ότι υπηρετεί το νομοσχέδιο που συζητάμε.
Εγώ πιστεύω ότι ακριβώς με αυτή τη διαφάνεια θα γίνει –και πρέπει να γίνει- η επιλογή των ελεγκτικών εταιρειών. Είναι τεράστιο το μέγεθος του έργου του ελέγχου. Αναλύθηκε επαρκώς και δεν θα μπω σε νούμερα. Δεν αντιμετωπίζεται δυστυχώς στο χρόνο που πρέπει από τις δημόσιες υπηρεσίες.
Σε κάθε περίπτωση, όμως, παραμένει και ο έλεγχος από το δημόσιο, βεβαίως και με αναβάθμιση των αντίστοιχων δομών και υπηρεσιών αν χρειαστεί. Δεν αποκλείεται, απεναντίας προβλέπεται και μάλιστα μπορεί να γίνει και μικτός έλεγχος, αν χρειαστεί.
Κλείνοντας, θα ήθελα, κύριε Υπουργέ, να κάνω και εγώ μια αναφορά πάλι στο άρθρο 10 -το είπα και στην τοποθέτησή μου- για τις δικαστικές αρμοδιότητες που παραμένουν στο Εφετείο Αθηνών.
Νομίζω ότι πέραν των άλλων που ανέφεραν πριν οι συνάδελφοι, η όποια νομολογία έχει το Διοικητικό Εφετείο Αθηνών, που αποτελεί και δεδικασμένο, μπορεί να αξιοποιηθεί και από τα περιφερειακά Εφετεία –για να το συνδέσουμε και με την αποκέντρωση των αρμοδιοτήτων, για την οποία υπάρχουν θετικές προβλέψεις. Μάλιστα, δώσατε σήμερα και μια νομοτεχνική βελτίωση που προσδιορίζει το πώς μεταφέρονται αυτές οι αρμοδιότητες στα Περιφερειακά Συμβούλια Κοινωφελών Περιουσιών.
Κλείνω επαναφέροντας την πρότασή μας, την οποία κάναμε και στην Επιτροπή, για συμμετοχή στο Κεντρικό Συμβούλιο Κοινωφελών Περιουσιών ενός εκπροσώπου της ΚΕΔΕ και ενός εκπροσώπου της Ένωσης Περιφερειών και στο αντίστοιχο Περιφερειακό Συμβούλιο Κοινωφελών Περιουσιών, ενός εκπροσώπου της ΠΕΔ και ενός εκπροσώπου της αντίστοιχης Περιφερειακής Αυτοδιοίκησης.
Ευχαριστώ πολύ.
Ομιλία Χρήστου Γκόκα,
Εισηγητή του ΠΑΣΟΚ,
στην Ολομέλεια της Βουλής
επί του σχεδίου νόμου «Κώδικας Κοινωφελών Περιουσιών, Σχολαζουσών Κληρονομιών και λοιπές διατάξεις» του Υπουργείου Οικονομικών
(27 Αυγούστου)
Κύριε Υπουργέ, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ιστορικά σε δύσκολες συνθήκες, κοινωνικές και οπωσδήποτε οικονομικές, ο πατριωτισμός εύπορων και ευκατάστατων Ελλήνων τους οδήγησε σε πράξεις μεγαλοσύνης και αρετής απέναντι στην πατρίδα και τον ελληνικό λαό.
Έχω την τύχη και την τιμή να κατάγομαι από την Ήπειρο, την Περιφέρεια των μεγάλων εθνικών ευεργετών, αλλά και πολλών άλλων με ίσης αξίας ως προς την ποιότητα της πράξης δωρεές, ανεξάρτητα με το μέγεθος, τα χρήματα ή άλλες υποδομές.
Σήμερα συζητούμε ένα πραγματικά σημαντικό, κατά την άποψή μου, νομοθέτημα, που δεν είναι μνημονιακή υποχρέωση, για τους εξής δύο βασικούς λόγους: Πρώτον, γιατί αφορά ένα σχέδιο νόμου το οποίο πραγματεύεται ένα ζήτημα μεγάλης εθνικής σημασίας που έχει τη δική του μοναδική αξία μέσα στο χρόνο, αποτελεί ένα ιδιαίτερο και ευαίσθητο κομμάτι της ιστορίας μας και αφορά στην αξία της έννοιας του ευεργετισμού και του οικονομικού πατριωτισμού.
Δεύτερον, γιατί μετά από πολλά χρόνια φθάνει για ψήφιση ένα σχέδιο νόμου, το οποίο επιχειρεί να θεσπίσει ένα σύγχρονο, πιο αποτελεσματικό πλαίσιο για την καλύτερη δυνατή αξιοποίηση των περιουσιών που έχουν περιέλθει και περιέρχονται στο ελληνικό δημόσιο για κοινωφελείς σκοπούς ή που αφήνονται στο δημόσιο ή καταλείπονται σ' αυτό με τη μορφή σχολαζουσών κληρονομιών.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ερχόμαστε σήμερα να θεσπίσουμε ένα νέο Κώδικα, αντικαθιστώντας ένα πεπαλαιωμένο νομικό πλαίσιο και συγκεκριμένα τον αναγκαστικό νόμο 2039/1939, ενώ υπάρχουν και οι προηγούμενες σχετικά πρόσφατες νομοθετικές προσπάθειες του 2004 και του 2011, καθώς επίσης και πορίσματα και απόψεις της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας πάνω στο συγκεκριμένο θέμα το 1999 και το 2011, όπως υπάρχει και η σχετική πρόβλεψη από το Σύνταγμα του 2001 και συγκεκριμένα η παράγραφος 3 του άρθρου 109 για την καταγραφή των κληροδοτημάτων.
Μέσα από την πρακτική εφαρμογή των διατάξεων που ορίζουν το ισχύον νομικό πλαίσιο αναδείχθηκαν πολλές δυσκολίες γύρω από την αξιοποίηση, χρονικές καθυστερήσεις και γραφειοκρατικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν μέχρι και σήμερα οι επιτροπές διαχείρισης των κληροδοτημάτων. Η επίλυση των όποιων δυσχερειών καθιστά αναγκαία τη θέσπιση του νέου Κώδικα, ενός Κώδικα καλύτερου και πιο αποτελεσματικού. Γι’ αυτό οφείλουμε να σεβαστούμε και να τιμήσουμε τους διάφορους ευεργέτες μας, αρκετούς επώνυμους και πολύ περισσότερους ανώνυμους που από το περίσσευμα ή το υστέρημα της περιουσίας τους στήριξαν ποικιλοτρόπως την πατρίδα.
Σήμερα που ζούμε σε μία εποχή μεγάλης και πρωτοφανούς οικονομικής κρίσης για τη χώρα και την κοινωνία μας, σε μία εποχή που βιώνουμε καθημερινά αρκετές δυσκολίες και ερχόμαστε αντιμέτωποι συνεχώς με πολλά προβλήματα επικρατεί, καταρχήν, ένας προβληματισμός για τη στάση μας, ιδιαίτερα για τη στάση των εχόντων και κατεχόντων προς το κοινωνικό σύνολο. Είναι μία σύγκριση με τις πράξεις των μεγάλων ευεργετών του παρελθόντος που σίγουρα μας μελαγχολεί, όπως και το γεγονός ότι δεν καταφέραμε ακόμη να αναδιανείμουμε δίκαια τον πλούτο μέσα από ένα δίκαιο φορολογικό σύστημα, που αποτελεί πλέον άμεση προτεραιότητα.
Δυστυχώς, στις μέρες μας η στόχευση για ατομική ευδαιμονία υπερτερεί έναντι της κοινωνικής αλληλεγγύης και του συλλογικού πνεύματος που εκλείπουν σε μεγάλο βαθμό. Θα πρέπει να μας απασχολήσει ιδιαίτερα το γεγονός πως δεν υπάρχουν σήμερα συνθήκες για την ανάπτυξη συμπεριφορών σαν και αυτές του παρελθόντος, όπου η ατομική ολοκλήρωση συμπορευόταν με τη συλλογική ευημερία.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, τα εθνικά κληροδοτήματα είναι γνωστά σε όλους μας. Είναι κτίρια και μνημεία που συναντούμε στην καθημερινότητά μας, όπως το Ζάππειο Μέγαρο, το Αρσάκειο, το Τοσίτσειο, η Ακαδημία, το Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, το Βαρβάκειο Λύκειο, το Ίδρυμα Μποδοσάκη, το Αστεροσκοπείο Αθηνών και φυσικά πολλά άλλα.
Όμως, δεν είναι μόνο τα κτίρια και οι χρηματικές δωρεές των ευεργετών. Είναι και η συνολική τους δράση και στάση απέναντι στα προβλήματα και τις ανάγκες της πατρίδας. Αυτού του είδους η κοινωνική και οικονομική προσφορά ως έκφραση αγάπης και πατριωτισμού συναντάται διαχρονικά σε όλη τη διάρκεια της μακρόχρονης ελληνικής ιστορίας, με αποκορύφωμα όμως τους μεγάλους εθνικούς ευεργέτες που έδρασαν κατά τα χρόνια της δουλείας και ύστερα, όπως η Φιλική Εταιρεία που ιδρύθηκε και χρηματοδοτήθηκε από τους Νικόλαο Σκουφά, Αθανάσιο Τσακάλωφ και Εμμανουήλ Ξάνθο και χρηματοδοτήθηκε επίσης από τον Παναγιώτη Σέκερη, η Ευαγγελική Σχολή Σμύρνης και αργότερα άλλα κοινωφελή ιδρύματα και ενώσεις.
Σ' αυτό το σημείο επιτρέψτε μου να κάνω μία επιγραμματική αναφορά στους μεγάλους ευεργέτες της Ηπείρου, χωρίς να αγνοώ το πλήθος των ευεργετών και κληροδοτημάτων που υπάρχουν παντού, σε όλες τις περιοχές της Ελλάδος. Αναφέρω τον Γεώργιο Αβέρωφ από το Μέτσοβο, τον Απόστολο Αρσάκη από την Πρεμετή, τον Ιωάννη Δόμπολη από το Δεσποτικό των Ιωαννίνων, τα ξαδέλφια Ευάγγελο και Κωνσταντίνο Ζάππα, τους αδελφούς Γεώργιο και Αλέξανδρο Ζάρρα από την Άρτα, τον Ζώη Καπλάνη από το Γραμμένο Ιωαννίνων, τον Βασίλη Μελά από τον Παρακάλαμο, τους αδελφούς Ριζάρη από το Μονοδένδρι Ιωαννίνων, τον Γεώργιο και Σίμωνα Σίνα από τη Μοσχόπολη της Βορείου Ηπείρου, τον Γεώργιο Σταύρου που ήταν ο ιδρυτής της Εθνικής Τράπεζας Ελλάδος το 1841, το Νικόλαο Στουρνάρα από το Μέτσοβο, το Μιχαήλ Τοσίτσα, τον Γεώργιο Χατζηκώστα και αρκετούς άλλους ακόμα.
Κλείνω αυτήν την παρένθεση και θα ήθελα να σημειώσω πως και μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο υπήρξε πολύ μεγάλη συμβολή πολλών σημαντικών ανθρώπων με ιδρύματα, με προσφορές υπέρ ευπαθών και φτωχών κοινωνικών ομάδων.
Στους δύσκολους, λοιπόν, καιρούς, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, που περνάμε, πρέπει να διδαχθούμε απ’ αυτά τα παραδείγματα για να μπορέσουμε να χτίσουμε μία καλύτερη Ελλάδα μέσα από πνεύμα ενότητας, σύμπνοιας, κοινωνικής προσφοράς και αλληλεγγύης. Γίνεται ολοένα και περισσότερο αντιληπτό μέσα από την Ελλάδα της κρίσης πως η καλύτερη αξιοποίηση των εθνικών μας κληροδοτημάτων αποτελεί μία από τις προτεραιότητές μας.
Το λέω αυτό, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, γιατί το πρόβλημα είναι υπαρκτό, καθώς τόσο τα εθνικά κληροδοτήματα όσο και οι σχολάζουσες κληρονομιές δεν αξιοποιούνται με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Ειδικά για τις σχολάζουσες κληρονομιές που το μεγαλύτερο μέρος τους παραμένει αναξιοποίητο, η διαδικασία της εκκαθάρισης μπορεί να διαρκέσει πάνω από δέκα χρόνια έως και τριάντα χρόνια.
Η παρωχημένη αυτή νομοθεσία, η ανεπαρκής εποπτεία λόγω και της υποστελέχωσης των κρατικών υπηρεσιών ή της απουσίας κατάλληλης εκπαίδευσης, η έλλειψη συγκεκριμένου εποπτικού πλαισίου, η ανεπαρκής υποβοήθηση των κεντρικών και περιφερειακών κρατικών υπηρεσιών εποπτείας των κληροδοτημάτων με σύγχρονα τεχνολογικά μέσα και εργαλεία ηλεκτρονικής διακυβέρνησης, είναι ορισμένες από τις βασικές αιτίες του προβλήματος.
Η προβληματική αυτή κατάσταση έχει ως αποτέλεσμα την απώλεια σημαντικών εσόδων που μπορεί να ενισχύσουν και το σκοπό για τον οποίο έχουν διατεθεί διάφορες περιουσίες, αλλά και τον κρατικό Προϋπολογισμό με τη διάθεση απαραίτητων πόρων για κοινωφελή έργα όπως νοσοκομεία, σχολεία, γηροκομεία, μουσεία και χορήγηση υποτροφιών.
Πρέπει να υπάρξουν λύσεις με σεβασμό στη θέληση των διαθετών και με γνώμονα το κοινωνικό και δημόσιο συμφέρον. Έτσι, λοιπόν, οι σημαντικότερες προβλέψεις του νομοσχεδίου είναι οι εξής:
Η δημιουργία για πρώτη φορά μητρώου για τα εθνικά κληροδοτήματα και μητρώου για τις σχολάζουσες κληρονομιές με δυνατότητες ηλεκτρονικής πρόσβασης και διασύνδεσής τους με μητρώα και αρχεία δημοσίων υπηρεσιών. Η σύσταση μητρώου εκκαθαριστών και εκτελεστών διαθηκών και διαχειριστών κοινωφελών περιουσιών ή ιδρυμάτων και κηδεμόνων σχολαζουσών κληρονομιών που θα καταρτισθεί ύστερα από κλήρωση.
Η αποκέντρωση των αρμοδιοτήτων της Κεντρικής Διεύθυνσης του Υπουργείου Οικονομικών που είναι αρμόδια για τα εθνικά κληροδοτήματα και τις σχολάζουσες περιουσίες προς αντίστοιχες υπηρεσίες και πολιτικά όργανα της αποκεντρωμένης διοίκησης. Η δυνατότητα ανάθεσης σε ελεγκτικές εταιρείες των διαχειριστικών ελέγχων για τα εθνικά κληροδοτήματα συνδράμοντας με τον τρόπο αυτό τις υπηρεσίες του δημοσίου στο δύσκολο και ιδιαίτερα απαιτητικό έργο του οικονομικού ελέγχου.
Ο καθορισμός των διαδικασιών για τη μίσθωση διαφόρων ακινήτων που περιλαμβάνονται σε κληροδοτήματα. Η θέσπιση αυστηρότερων ποινών για όσους διαχειρίζονται κληροδοτήματα και δεν παρουσιάζουν ετήσια οικονομικά στοιχεία ισολογισμούς, απολογισμούς, προϋπολογισμούς κ.λπ. Η θέσπιση ενιαίου καθεστώτος για τις σχολάζουσες κληρονομιές.
Μέσα από τη συζήτηση και από την επεξεργασία του σχεδίου νόμου στην Επιτροπή προέκυψαν ορισμένα σημαντικά ζητήματα:
Γενικότερα, κατ’ αρχήν, τα θέματα αξιοποίησης ελέγχου, εποπτείας και φορολογίας κληροδοτημάτων και σχολαζουσών κληρονομιών.
Ειδικότερα, θέματα γύρω από τη δυνατότητα αυτοδιοίκησης ιδρυμάτων και την αποκεντρωμένη λειτουργία των υπηρεσιών των πολιτικών τους προϊσταμένων με την παράλληλη αναγκαιότητα ελέγχων και εποπτείας, τη σωστή αξιοποίηση κοινωφελών περιουσιών και σχολαζουσών κληρονομιών με όρους διαφάνειας οικονομικής και χρηστής διαχείρισής τους, τη διατήρηση της αρμοδιότητας του Εφετείου Αθηνών για θέματα ερμηνείας συστατικών πράξεων και μεταβολής του σκοπού της περιουσίας που εγκαταλείπονται για κοινωφελείς σκοπούς, στο άρθρο 10 –θέμα που παραμένει ανοικτό, τουλάχιστον η αποκέντρωση σε επίπεδο στις έδρες των περιφερειών στα Διοικητικά Εφετεία των εδρών των περιφερειών- την ανάθεση διενέργειας διαχειριστικών ελέγχων σε ιδιωτικές ελεγκτικές εταιρείες –στο άρθρο 21- και γενικότερα του είδους του ελέγχου που θέλουμε να έχουμε.
Θέλουμε να έχουμε δειγματοληπτικό ή γενικό έλεγχο; Εκεί, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, θεωρούμε ότι η πρόταση του κυρίου Υπουργού για ολικό τακτικό έλεγχο ανά τετραετία από ιδιωτικές ελεγκτικές εταιρείες και δειγματοληπτικό ενδιάμεσο από την οικονομική Επιθεώρηση είναι στην κατεύθυνση και των δικών μας προτάσεων.
Θα δούμε και θα πούμε περισσότερα επ’ αυτού στη συζήτηση επί των άρθρων.
Για τις σχολάζουσες κληρονομιές έχουμε διατυπώσει προβληματισμούς σχετικά με την μετατροπή των αναξιοποίητων κληροδοτημάτων σε σχολάζουσες κληρονομιές και για τα προβλήματα που υπάρχουν με την εξεύρεσή τους, το οποίο πιστεύουμε πως είναι ένα σοβαρό θέμα.
Θα πρέπει να αναζητηθούν πρακτικοί και αποτελεσματικοί τρόποι, καθώς και τεχνικές δυνατότητες για να ξεπεραστεί αυτή η δυσκολία από τις πιο απλές περιπτώσεις, παραδείγματος χάρη στην ύπαιθρο, μέχρι και σε μεγάλης αξίας αστικά ακίνητα που με διάφορα τεχνάσματα συνεχίζουν να τα διαχειρίζονται οι ήδη υπάρχοντες εκμεταλλευτές και όταν δεν υπάρχει πια ο ιδιοκτήτης τους.
Σε κάθε περίπτωση, όσον αφορά την αξιοποίηση των περιουσιών από τις σχολάζουσες κληρονομιές, η πρότασή μας είναι πως αυτές πρέπει να διατίθενται για κοινωφελείς σκοπούς και όχι για κάλυψη δημοσιονομικών αναγκών. Ο σκοπός αυτός πρέπει να οριστεί με σαφήνεια μέσα από τον Κώδικα.
Ένα άλλο ζήτημα που έχει προκύψει αφορά ορισμένες διατάξεις του άρθρου 82. Αναφέρομαι στις παραγράφους 2, 3, 4 και 8 σχετικά με τις συνεστημένες περιουσίες για τη νομική τους μορφή και ειδικές διατάξεις για την ίδρυση και την εποπτεία τους, καθώς και σε αυτές που αφορούν στα Ηπειρωτικά Κληροδοτήματα.
Ως προς το τελευταίο, υπάρχουν διάφορα ζητήματα και μια μακρόχρονη διεκδίκηση αλλαγής του νομοθετικού πλαισίου που αφορά τα παλιά Κληροδοτήματα Ιωαννίνων και το καθεστώς διαχείρισής τους, κάτι που φάνηκε και στις συνεδριάσεις της Επιτροπής. Είναι ένα θέμα σύνθετο, όπως αναδείχθηκε και στη συζήτηση στην Επιτροπή με πολιτικές, νομικές και συνταγματικές διαστάσεις.
Όπως φάνηκε και στο παρελθόν, η νομοθετική πρωτοβουλία του 1984 προσέκρουσε σε αντίθετη γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, την 414/2000, ενώ η Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής με τα πορίσματα του 1999 και 2011 είναι υπέρ της εφαρμογής του ν. 1473/1984.
Παράλληλα, όμως, από το άρθρο 109 παράγραφος 2 του Συντάγματος προβλέπεται ότι με δικαστική απόφαση κρίνεται αν για την πραγματοποίηση με τον καλύτερο και αποτελεσματικότερο τρόπο της θέλησης του δωρητή ή διαθέτη μπορεί να γίνει αλλαγή στο καθεστώς εκμετάλλευσης.
Έχουμε προβληματιστεί ιδιαίτερα. Είναι ένα θέμα σύνθετο, όπως είπα. Είναι διαφορετικό θέμα η πολιτική βούληση για τη συμμετοχή στη διοίκηση και διαχείριση των κληροδοτημάτων αυτών της τοπικής αυτοδιοίκησης ή κοινωνικών φορέων και διαφορετικό θέμα τα συνταγματικά και νομικά ζητήματα που προκύπτουν.
Όμως, σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να διαφυλαχθεί η εφαρμογή με σεβασμό στη βούληση του διαθέτη, η διαφανής και νόμιμη διαχείριση και αξιοποίηση καθώς και ο πλήρης έλεγχος και εποπτεία στη λειτουργία αυτών των κληροδοτημάτων, όπως και σε όλα τα άλλα και αν υπάρχει το οποιοδήποτε κενό πάνω σε αυτό το σημείο, να καλυφθεί με ανάλογη νομοθετική πρωτοβουλία.
Κύριε Υπουργέ, κλείνοντας θα ήθελα να σημειώσω πως υπάρχουν ορισμένες προτάσεις της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής που θα μπορούσαμε να εξετάσουμε, όπως άλλωστε έχει κάνει και το παρόν σχέδιο νόμου, το οποίο έχει λάβει υπ’ όψιν και έχει ενσωματώσει αρκετά από τα συμπεράσματα της ανωτέρω Επιτροπής.
Προτείνω, πρώτον, να εξετάσουμε την ανάγκη να υπάρξει ειδική μέριμνα, όσον αφορά τη φορολογική μεταχείριση των κληροδοτημάτων, καθώς το σημερινό φορολογικό καθεστώς που διέπει τα κληροδοτήματα τα επιβαρύνει εις βάρος της βούλησης του διαθέτη, αφού θέτουν σε κίνδυνο την εκτέλεση πολλών κοινωφελών σκοπών και φιλανθρωπικών έργων, δεύτερον, τη διευκόλυνση του δανεισμού των κληροδοτημάτων με χαμηλά επιτόκια και φυσικά υπό συγκεκριμένους όρους και αυστηρές προϋποθέσεις, τρίτον, τη θέσπιση ειδικού πλαισίου για την ένταξη των κληροδοτημάτων σε ευρωπαϊκά προγράμματα, τέταρτον, τη θέσπιση δυνατότητας για αποζημίωση των κληροδοτημάτων σε περιπτώσεις επιβάρυνσης της ιδιοκτησίας τους, όπως παραδείγματος χάρη σε περιπτώσεις απαλλοτρίωσης της ακίνητης περιουσίας τους.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, εμείς συμφωνούμε με το παρόν σχέδιο νόμου επί της αρχής, γιατί θεωρούμε ότι είναι σημαντικό μετά από τόσα χρόνια να επέλθει αλλαγή στο υφιστάμενο νομικό πλαίσιο για να υπάρξει ένας καλύτερος, βελτιωμένος και σύγχρονος κώδικας που θα διέπει τα εθνικά κληροδοτήματα και τις σχολάζουσες κληρονομιές.
Εκτιμάται ότι υπάρχουν περίπου δέκα πέντε χιλιάδες εθνικά κληροδοτήματα και τρεις χιλιάδες σχολάζουσες κληρονομιές μεγάλης αξίας.
Δεν έχει αποτιμηθεί επακριβώς. Δεν είναι εύκολο. Είναι δύσκολο να υπολογιστεί. Κατά προσέγγιση, όμως, εκτιμάται ότι προσεγγίζει τα 14 δισεκατομμύρια ευρώ. Είναι 10 δισεκατομμύρια ευρώ η αξία των εθνικών κληροδοτημάτων και 4 δισεκατομμύρια ευρώ των σχολαζουσών κληρονομιών, χωρίς αυτά τα νούμερα να είναι ακριβή.
Πάντως, είναι κρίμα να μην αξιοποιούνται με τον καλύτερο τρόπο τέτοιοι εθνικοί πόροι, ιδίως τους σημερινούς καιρούς ύφεσης και πρωτόγνωρης κρίσης, όπου το ζητούμενο είναι η οικονομική ανάπτυξη και χρέος της πολιτείας η στήριξη των ευπαθών κοινωνικών ομάδων. Οφείλουμε όλη αυτήν την προσπάθεια και αυτήν την πρωτοβουλία σαν φόρο τιμής στους εθνικούς μας ευεργέτες και σεβασμό προς όλους εκείνους τους ανθρώπους που προτάσσουν ανιδιοτελώς το κοινωνικό και συλλογικό συμφέρον για να δώσουμε παράλληλα κίνητρα, να διαμορφώσουμε συμπεριφορές και να ενθαρρύνουμε μια αλλαγή στάσης ζωής και νοοτροπίας όσον αφορά στον τρόπο που αντιμετωπίζουμε και προσεγγίζουμε ζητήματα και προβλήματα σε συλλογικό επίπεδο.
Συμφωνούμε, λοιπόν, επί της αρχής και στην αυριανή συζήτηση θα τοποθετηθούμε αναλυτικότερα και θα εκφράσουμε τη θέση μας επί των άρθρων και των τροπολογιών και ιδιαίτερα για ορισμένες διατάξεις και θέματα, που έχουν αναδειχθεί και στη συζήτηση στην Επιτροπή και μερικά από τα οποία ανέφερα συνοπτικά στη σημερινή μου τοποθέτηση.
Ευχαριστώ πολύ.
ΔΕΥΤΕΡΟΛΟΓΙΑ Χ. ΓΚΟΚΑ ΣΤΙΣ 27-8-2013
Ειλικρινά δεν κατανόησα τη θέση της Αντιπολίτευσης ακούγοντας το συνάδελφο της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης που μόλις τελείωσε την ομιλία του πάνω στο ζήτημα που συζητάμε για τα κληροδοτήματα, τις κοινωφελείς περιουσίες και τις σχολάζουσες κληρονομιές. Δεν κατάλαβα την πολιτική θέση. Δηλαδή τίποτε θετικό δεν βρίσκετε σε όλη αυτήν την πρωτοβουλία; Καμιά αναγκαιότητα δεν εξυπηρετεί;
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, έγινε μία μεγάλη συζήτηση στην Επιτροπή και μία προσπάθεια σύνθεσης για την ψήφιση ενός όσο γίνεται περισσότερο ολοκληρωμένου νομοθετήματος. Υπήρξε και αποδοχή από τον Υπουργό πολλών προτάσεων. Μάλιστα, κάποιες από αυτές δεν ήταν από τα κόμματα τα οποία στηρίζουν την Κυβέρνηση ή ήταν και από άλλους φορείς. Όμως, εδώ βλέπουμε μια σταθερή άρνηση για μια θετική συμβολή σε μια τέτοια συζήτηση. Μάλιστα, είναι και καθολική και αυτό με προβληματίζει ιδιαίτερα.
Πέρα απ’ αυτό, ακούστηκαν κατ’ επανάληψη σε αυτήν την Αίθουσα σήμερα από συγκεκριμένες πλευρές, με επίκληση μάλιστα εθνικοπατριωτικών αισθημάτων, πολλά και διάφορα εις βάρος συναδέλφων που απουσιάζουν και κομμάτων με τρόπο που κατά τη γνώμη μου σαφώς υπονομεύει τα εθνικά συμφέροντα, αλλά και τη θέση μας και την προοπτική μας ως συνειδητή εθνική επιλογή να είμαστε ένα σύγχρονο κράτος, ισότιμο μέλος στην Ευρωπαϊκή Ένωση των λαών, για την οποία εμείς με συνέπεια θα συνεχίσουμε να παλεύουμε. Και αυτά που ακούστηκαν, ως ΠΑΣΟΚ, δεν μας αγγίζουν. Πιστεύω ότι σπαταλήθηκε χρόνος σε βάρος της σημερινής κύριας διαδικασίας.
Θα ήθελα να κάνω ορισμένες παρατηρήσεις και θα ξεκινήσω με το άρθρο 24, διότι αυτό είναι ένα σοβαρό ζήτημα όταν συνδέεται με τη λογική που αναπτύσσεται ότι πάμε εδώ να ξεπουλήσουμε τα πάντα.
Και ο κ. Ταμήλος και πρωτίστως ο κ. Τσούκαλης έθεσαν το ζήτημα στη σωστή του βάση. Μιλάμε για περιουσίες που καταλείπονται χωρίς όρο. Επομένως, αποτελούν ιδιωτική περιουσία του δημοσίου και αξιοποιούνται με συγκεκριμένο τρόπο και βεβαίως με κανόνες και πλαίσιο διαφάνειας και ελέγχου που μπορεί να βελτιωθεί αν χρειαστεί, ούτως ώστε να έχουμε τα καλύτερα δυνατά αποτελέσματα. Συνεπώς, νομίζω ότι δεν χρειάζεται να προσθέσω κάτι άλλο πάνω σε αυτό το θέμα.
Επίσης, τέθηκαν ορισμένοι προβληματισμοί. Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, εγώ θεωρώ ότι η πολιτική βούληση για μια τέτοια αλλαγή και ένα καινούργιο πλαίσιο που θα αφορά αυτό το θέμα των κληροδοτημάτων και των σχολαζουσών κληρονομιών έχει ξεκινήσει από παλαιότερα. Για διάφορους λόγους δεν ολοκληρώθηκε. Στα χέρια μου, όπως είπα, έχω σχέδιο νόμου του 2011, το οποίο βεβαίως δεν έφτασε στο σημείο να θεσμοθετηθεί και να γίνει νόμος του κράτους.
Μένουμε λοιπόν στο θετικό σημείο ότι σήμερα θεσμοθετούμε ένα νομοθέτημα -αυτό που συζητάμε- και βέβαια η ανάγκη αυτής της αλλαγής του θεσμικού πλαισίου είναι κάτι που εμφανίστηκε πριν από την οικονομική κρίση.
Επομένως, δεν καταλαβαίνω γιατί συνδέεται με μνημονιακές επιλογές και με αναφορές ότι εξυπηρετούνται άλλα πράγματα, όπως παραδείγματος χάριν οι διαθέσεις ή οι ορέξεις των δανειστών ή όποιων άλλων.
Βέβαια, τα κληροδοτήματα αυτά, τα οποία παραμένουν σε συγκεκριμένα καθεστώτα διαχείρισης, δεν αλλάζουν, όπως αναφέρεται στο άρθρο 82. Έχουμε κάνει και εποικοδομητικές προτάσεις για να μπορέσουμε να τα ενισχύσουμε ακόμα περισσότερο, προκειμένου να επιτελέσουν το κοινωφελές έργο τους και να υπάρχουν για το ευρύτερο δημόσιο συμφέρον ακόμα καλύτερα αποτελέσματα. Είπαμε να μπουν σε χρηματοδοτικά προγράμματα, να υπάρξει δανεισμός υπό όρους, να αποζημιωθούν όπου πρέπει και να έχουν μια καλύτερη φορολογική μεταχείριση ώστε να ανταποκρίνονται στο έργο τους.
Θα ήθελα τώρα να μιλήσω για ένα άλλο θέμα. Τέθηκε το ερώτημα γιατί εξετάζονται μαζί οι κοινωφελείς περιουσίες και οι σχολάζουσες κληρονομιές. Μα, προφανώς υπάρχει στη γενική της θεώρηση μια ενιαία λογική στην αξιοποίηση και διαχείρισή τους υπέρ του ευρύτερου δημόσιου συμφέροντος για κοινωφελείς δραστηριότητες.
Επομένως, είναι χρέος μας να στηρίξουμε αυτό το νομοθέτημα, το οποίο βεβαίως και θα βελτιώσει και θα αλλάξει την συμπεριφορά και τη νοοτροπία απέναντι στο ελληνικό δημόσιο σε σχέση με τη διαχείριση τέτοιων περιουσιών και κληροδοτημάτων, ώστε να δοθούν και πάλι κίνητρα, αν έχουν εκλείψει. Αυτό, όμως, πρέπει να γίνει με θετικό τρόπο και προσέγγιση και με θεσμοθέτηση μέσα σε συγκεκριμένο πλαίσιο διαφάνειας, κάτι το οποίο πιστεύουμε ότι υπηρετεί το νομοσχέδιο που συζητάμε.
Εγώ πιστεύω ότι ακριβώς με αυτή τη διαφάνεια θα γίνει –και πρέπει να γίνει- η επιλογή των ελεγκτικών εταιρειών. Είναι τεράστιο το μέγεθος του έργου του ελέγχου. Αναλύθηκε επαρκώς και δεν θα μπω σε νούμερα. Δεν αντιμετωπίζεται δυστυχώς στο χρόνο που πρέπει από τις δημόσιες υπηρεσίες.
Σε κάθε περίπτωση, όμως, παραμένει και ο έλεγχος από το δημόσιο, βεβαίως και με αναβάθμιση των αντίστοιχων δομών και υπηρεσιών αν χρειαστεί. Δεν αποκλείεται, απεναντίας προβλέπεται και μάλιστα μπορεί να γίνει και μικτός έλεγχος, αν χρειαστεί.
Κλείνοντας, θα ήθελα, κύριε Υπουργέ, να κάνω και εγώ μια αναφορά πάλι στο άρθρο 10 -το είπα και στην τοποθέτησή μου- για τις δικαστικές αρμοδιότητες που παραμένουν στο Εφετείο Αθηνών.
Νομίζω ότι πέραν των άλλων που ανέφεραν πριν οι συνάδελφοι, η όποια νομολογία έχει το Διοικητικό Εφετείο Αθηνών, που αποτελεί και δεδικασμένο, μπορεί να αξιοποιηθεί και από τα περιφερειακά Εφετεία –για να το συνδέσουμε και με την αποκέντρωση των αρμοδιοτήτων, για την οποία υπάρχουν θετικές προβλέψεις. Μάλιστα, δώσατε σήμερα και μια νομοτεχνική βελτίωση που προσδιορίζει το πώς μεταφέρονται αυτές οι αρμοδιότητες στα Περιφερειακά Συμβούλια Κοινωφελών Περιουσιών.
Κλείνω επαναφέροντας την πρότασή μας, την οποία κάναμε και στην Επιτροπή, για συμμετοχή στο Κεντρικό Συμβούλιο Κοινωφελών Περιουσιών ενός εκπροσώπου της ΚΕΔΕ και ενός εκπροσώπου της Ένωσης Περιφερειών και στο αντίστοιχο Περιφερειακό Συμβούλιο Κοινωφελών Περιουσιών, ενός εκπροσώπου της ΠΕΔ και ενός εκπροσώπου της αντίστοιχης Περιφερειακής Αυτοδιοίκησης.
Ευχαριστώ πολύ.
Ομιλία Χρήστου Γκόκα,