Μετά τις επιτυχίες που έχει σημειώσει το Πρακτορείο μας, από το 1980, και από το 2000 στο internet, συνεχίζουμε σταθερά, με νέα ρεκόρ δημοσιεύσεων και αναπαραγωγή των ρεπορτάζ μας στα ΜΜΕ στην Ελλάδα και στον κόσμο. www.vouli.net * Ανάρτηση των δελτίων τύπου σε 24ωρη βάση, καθώς και φωτογραφιών για την προβολή στα Μ.Μ.Ε. * Καταγράφουμε την πολιτική ιστορία του Ελληνισμού

20.12.10

ΟΜΙΛΙΑ ΓΙΩΡΓΟΥ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΣΤΗΝ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ ΤΗΣ ΒΟΥΛΗΣ ΣΤΗΝ ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΣΧΕΔΙΟΥ ΝΟΜΟΥ «ΚΥΡΩΣΗ ΤΟΥ ΚΡΑΤΙΚΟΥ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ

Αθήνα, 20 Δεκεμβρίου 2010
ΟΜΙΛΙΑ
ΓΙΩΡΓΟΥ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΣΤΗΝ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ ΤΗΣ ΒΟΥΛΗΣ ΣΤΗΝ ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΣΧΕΔΙΟΥ ΝΟΜΟΥ «ΚΥΡΩΣΗ ΤΟΥ ΚΡΑΤΙΚΟΥ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΩΝ ΟΡΙΣΜΕΝΩΝ ΕΙΔΙΚΩΝ ΤΑΜΕΙΩΝ ΚΑΙ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΥ ΕΤΟΥΣ 2011»
(19 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ)



Κυρίες και κύριοι Βουλευτές, είναι πράγματι η μέρα των μεγάλων απωλειών. Χθες, έφυγε από τη ζωή και ένας σημαντικός Ευρωπαίος σε ηλικία 70 ετών, ο Tommaso Padoa - Schioppa, από τους αρχιτέκτονες του Ευρώ, πρώην Υπουργός Οικονομικών της Ιταλίας και εν ενεργεία σύμβουλος του Έλληνα Πρωθυπουργού. Ένας άνθρωπος με καθαρό μυαλό, με κρυστάλλινη σκέψη, από τους πρώτους σύμμαχους της χώρας μας στη μεγάλη προσπάθεια που κάνουμε, με ανιδιοτέλεια και διάθεση προσφοράς και ένας άνθρωπος που πολλαπλασίαζε το μήνυμα, το οποίο επιχειρούσαμε να περάσουμε, στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Ένας άνθρωπος που θα λείψει από τη συζήτηση, που γίνεται αυτή τη στιγμή, για το μέλλον της Ευρώπης και της Ευρωζώνης, σε μία εποχή που οι απόψεις του είναι εξαιρετικά επίκαιρες, γιατί η Ευρωζώνη στην οποία ανήκουμε, είναι σε μία κρίσιμη καμπή, σε ένα σημείο όπου πρέπει να πάρει αποφάσεις για το μέλλον της. Αποφάσεις που θα κρίνουν όχι μονάχα το μέλλον όλης της Ευρωζώνης, αλλά, εν πολλοίς, και το μέλλον της δικής μας χώρας. Σε ένα περιβάλλον που χαρακτηρίζεται, σήμερα, από αστάθεια, από κρίση χρέους σε πολλές χώρες - όχι τόσο μεγάλη όσο στη δική μας - που χαρακτηρίζεται από μία επίθεση που γίνεται σε περιφερειακές οικονομίες, από την ανάγκη να υπάρξει μία νέα ρύθμιση στις αγορές και από την ανάγκη να συνδυάσουμε τη συζήτηση για τη σταθεροποίηση με αυτή για την ανάπτυξη. Γιατί χωρίς ανάπτυξη σε ευρωπαϊκό επίπεδο, είναι προφανές ότι η σταθεροποίηση από μόνη της δεν οδηγεί πουθενά.
Η χώρα μας, το ξέρουμε, αποτέλεσε τον καταλύτη για τις πρόσφατες εξελίξεις σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η προσπάθεια που κάναμε, να δημιουργηθεί ένας μηχανισμός στήριξης για την Ελλάδα, οδήγησε και στη δημιουργία ενός ευρωπαϊκού μηχανισμού. Ήταν η πρώτη ουσιαστική απόφαση, για να ξαναδούμε από την αρχή όλο το ευρωπαϊκό οικοδόμημα, που είχε στηθεί τα τελευταία χρόνια. Το οικοδόμημα πάνω στο οποίο στηρίχθηκε το κοινό μας νόμισμα, το Ευρώ, και το οποίο ξέραμε ότι είχε πολύ μεγάλες αδυναμίες και ότι, κάποια στιγμή, θα βρεθεί στην ανάγκη να προσαρμοστεί σε νέα δεδομένα.
Δημιουργήθηκε, λοιπόν, ο ελληνικός μηχανισμός και στη συνέχεια ο ευρωπαϊκός μηχανισμός, στον οποίο εντάχθηκε πια και η Ιρλανδία. Και η ελληνική κυβέρνηση, ο Έλληνας Πρωθυπουργός, τους μήνες και της ημέρες που μας πέρασαν, συνεχίζει να δίνει έναν αγώνα, προκειμένου αυτός ο μηχανισμός στήριξης, που ξεκίνησε για τη χώρα μας, να μετεξελιχθεί σε ένα μόνιμο θεσμό, σε ένα μόνιμο μηχανισμό οικονομικής και νομισματικής σταθερότητας για όλες τις χώρες της Ευρωζώνης, μηχανισμό προστασίας απέναντι σε οποιαδήποτε επίθεση, σε οποιαδήποτε κρίση, σε οποιαδήποτε προσπάθεια κερδοσκοπίας, που ξέρουμε πολύ καλά ότι έχει ταλαιπωρήσει και τη χώρα μας.
Αυτό είναι το πλαίσιο μέσα στο οποίο κινούμαστε. Αυτό είναι το πλαίσιο μέσα στο οποίο καταθέτουμε στην Ελληνική Βουλή τον Προϋπολογισμό για το 2011.
Και επειδή ακούγονται από διάφορες μεριές διάφορες κορώνες περί δανειστών και τοκογλύφων, περί υποδούλωσης, παραχώρησης κυριαρχικών δικαιωμάτων, θέλω να απαντήσω τα εξής. Σίγουρα, δεν είναι η καλύτερη στιγμή για τη χώρα μας. Σίγουρα, δεν είναι η καλύτερη στιγμή για την Ευρώπη. Σίγουρα, δεν έχει πολεμηθεί, όσο θα έπρεπε και όσο θα χρειαζόταν, η διεθνής κερδοσκοπία, δεν έχουν μπει τα όρια που θα έπρεπε να μπουν στο διεθνές χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο. Σίγουρα, μπορούμε και εμείς και η Ευρώπη στο σύνολό της να πάμε καλύτερα και να προστατεύσουμε περισσότερο τις χώρες μας και τις οικονομίες μας από τις αναταραχές. Όμως, πρέπει να έχουμε και ένα μέτρο. Πρέπει να αντιλαμβανόμαστε τον κόσμο γύρω μας, τη θέση μας μέσα σε αυτόν και, πάνω από όλα, να αντιλαμβανόμαστε ότι η επιτυχία της Ελλάδας, να βγει από την κρίση που αντιμετωπίζει σήμερα, θα εξαρτηθεί σε πολύ μεγάλο βαθμό και από την επιτυχία της Ευρωζώνης να βγει από την κρίση που αντιμετωπίζει σήμερα.
Εμείς κάνουμε και θα κάνουμε αυτό που πρέπει. Και αυτά που κάνουμε και πρέπει να κάνουμε, σε μεγάλο βαθμό, γίνονται και πρέπει να γίνουν ανεξάρτητα από τη διεθνή συγκυρία. Αλλά, το τελικό αποτέλεσμα θα εξαρτηθεί και από την ευρύτερη εικόνα. Γι’ αυτό, όλο και περισσότερο, είναι επιβεβλημένη η συμμετοχή μας στις κοινές αποφάσεις που παίρνονται στο επίπεδο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Γι’ αυτό και δίνουμε μία τεράστια μάχη, για να επιστρέψει το κύρος της χώρας μας και να έχουμε συμμετοχή και λόγο σε αυτές τις αποφάσεις. Για να μπορέσουμε να συνδυάσουμε αυτές τις συζητήσεις, που γίνονται για τη σταθεροποίηση, με τις συζητήσεις για τη νέα ρύθμιση των αγορών, με τις συζητήσεις για τα νέα χρηματοδοτικά εργαλεία για την ανάπτυξη, αλλά και για τη διαχείριση χρέους, όπως είναι τα ευρωομόλογα.
Είναι χρήσιμο, σε αυτή την κρίσιμη καμπή, να κάνουμε και ένα βήμα προς τα πίσω και να θυμηθούμε ότι η Ελλάδα, τα τελευταία δέκα χρόνια, έχει πάρα πολλά οφέλη από τη συμμετοχή της στην Ευρωζώνη. Να θυμηθούμε ότι καταφέραμε την ένταξή μας στην Οικονομική και Νομισματική Ένωση, πετυχαίνοντας πράγματα που, εκείνη την εποχή, θεωρήθηκαν ένα μικρό θαύμα. Πετύχαμε μία πρωτοφανή προσαρμογή. Ξεκινώντας από ένα έλλειμμα που έφθανε το 12%, δαπάνες τόκων στο 12,5%, καταφέραμε με συνεχή πρωτογενή πλεονάσματα να ενταχθούμε στη Ζώνη του Ευρώ το 1999, να μειώσουμε τα ελλείμματά μας και να έχουμε δαπάνες για τόκους κάτω από το 5% του Α.Ε.Π..
Να θυμηθούμε ότι την περίοδο αυτή, από το 2000 μέχρι το 2009, διπλασιάστηκε στην Ελλάδα το ονομαστικό κατά κεφαλήν εισόδημα και κλείσαμε σε ένα πολύ σημαντικό βαθμό την ψαλίδα ανάμεσα στο ελληνικό κατά κεφαλήν εισόδημα και σε αυτό του μέσου όρου της Ευρωζώνης. Ταυτόχρονα, όμως, να θυμηθούμε ότι η συμμετοχή σε μία νομισματική ένωση, εκτός από πλεονεκτήματα, έχει και υποχρεώσεις. Υποχρεώσεις που έχουν να κάνουν, για παράδειγμα, με την τήρηση των κανόνων που αφορούν στα δημοσιονομικά, στο έλλειμμα κάτω από το 3% του Α.Ε.Π., στο χρέος, αν δεν είναι κάτω από το 60% του Α.Ε.Π., τουλάχιστον να το πλησιάζει. Και η Ελλάδα, τα τελευταία χρόνια, αυτούς τους κανόνες, όχι απλώς δεν τους τήρησε, αλλά επιδεικτικά τους αγνόησε. Η Ελλάδα, τα τελευταία έξι χρόνια, ποτέ δεν βρέθηκε εκτός του πλαισίου επιτήρησης. Ακόμα και όταν η προηγούμενη κυβέρνηση οδήγησε την χώρα στις εκλογές, το 2007, λέγοντας ότι είχε ανορθώσει την οικονομία, σήμερα, μαθαίνουμε ότι τελικά το έλλειμμα ήταν στο 6% του ΑΕΠ.
Ο δεύτερος μεγάλος κανόνας που ισχύει για την Ευρωζώνη, είναι ότι δεν μπορούν να υπάρχουν τεράστιες αποκλίσεις ανταγωνιστικότητας από χώρα σε χώρα. Και εδώ έχουμε το παράδοξο στην υπόλοιπη Ευρωπαϊκή Ένωση να επενδύουν στις νέες τεχνολογίες, στο μετασχηματισμό της οικονομίας τους, στην έρευνα, στην καινοτομία, να συνδέουν τους μισθούς και την εξέλιξή τους με την παραγωγικότητα, και εμείς να μην κάνουμε τίποτα από όλα αυτά. Να μην επενδύουμε στην έρευνα και στην καινοτομία. Να μην προσπαθούμε να μετασχηματίσουμε την οικονομία μας και να βλέπουμε τους πραγματικούς μισθούς ανά εργαζόμενο να αυξάνονται σωρευτικά, την τελευταία δεκαετία, με περίπου 45%, όταν στην υπόλοιπη Ευρωπαϊκή Ένωση αυξήθηκαν με περίπου 8%. Αποτέλεσμα του συνδυασμού όλων αυτών, ήταν η πρωτοφανής διεύρυνση του εξωτερικού μας ισοζυγίου, το τεράστιο έλλειμμα, που τα χρόνια της διακυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας έφθασε σε διψήφιο νούμερο και απείλησε να τινάξει τη χώρα στον αέρα.
Και τρίτος κανόνας με τον οποίο λειτουργεί η Ευρωζώνη, είναι η ειλικρίνεια. Είναι το να λέει ο καθένας τα πράγματα που πραγματικά συμβαίνουν στη χώρα του. Και αυτό ήταν, αν θέλετε, και το πιο σημαντικό μας πρόβλημα, η μεγαλύτερη πρόκληση που αντιμετώπισε η Ελλάδα, το ζήτημα γύρω από τα στατιστικά της στοιχεία. Το γεγονός ότι συνειδητά έλεγε ψέματα στους Ευρωπαίους εταίρους μας. Και αυτό το πλήρωσε και το πληρώνει ακόμη πάρα πολύ ακριβά.
Τους τελευταίους μήνες έχει γίνει μία τεράστια προσπάθεια να ανορθώσουμε το κύρος της χώρας, ξεκινώντας από ένα - δεν θα έλεγα απλά μηδενικό - αρνητικό σημείο, να επιχειρήσουμε να πείσουμε κυβερνήσεις, λαούς, Κοινοβούλια, ότι η Ελλάδα αξίζει τη στήριξή τους. Να πείσουμε τους φορολογούμενους και τα ασφαλιστικά ταμεία σε άλλες χώρες να επενδύσουν στα ελληνικά ομόλογα και να πιστέψουν στην προσπάθεια της Ελλάδας. Να πείσουμε Κοινοβούλια δύσπιστα και κυβερνήσεις, που έχουν και αυτές τα δικά τους προβλήματα να στηρίξουν τη χώρα μας μέσα από το πρωτοφανές για την Ευρώπη, για τον κόσμο ολόκληρο, Πρόγραμμα Στήριξης 110 δισ. ευρώ. Δεν ήταν εύκολο να γίνει αυτό. Και, όμως, τα καταφέραμε. Καταφέραμε να υπάρχει αυτή η στήριξη. Και το καταφέραμε με αντάλλαγμα ένα τριετές Πρόγραμμα Οικονομικής Πολιτικής, ένα πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής, αλλά και ταυτόχρονα ένα πρόγραμμα μεγάλων τομών και αλλαγών.
Κυρίες και κύριοι Βουλευτές, νομίζω πως καταλαβαίνουμε όλοι πάρα πολύ καλά, μετά από αυτά που ζήσαμε τον τελευταίο καιρό, ότι είμαστε σε ένα τέλος εποχής, ότι πράγματα, τα οποία ξέραμε και είχαμε συνηθίσει, δεν μπορούν να συνεχίσουν να υπάρχουν. Σήμερα, ζούμε σε μία χώρα με χρέος 300 δισ. ευρώ, με μία οικονομία που πέρυσι είχε έλλειμμα 36 δισ. ευρώ, που καταναλώνει περισσότερα από ό,τι παράγει, που δεν έχει πραγματικούς θεσμούς, που τώρα προσπαθεί να τους χτίσει, που δεν έχει κουλτούρα καινοτομίας, ρίσκου και επιχειρηματικότητας. Σε μια οικονομία με ένα σπάταλο και αναποτελεσματικό κράτος , με ένα κράτος που σε όλους τους διεθνείς δείκτες τους δείχνει ότι χρονιά με τη χρονιά πέφτει και μεγαλώνει η διαφθορά. Αρκεί κανείς να δει τι έγινε ανάμεσα στο 2004 και στο 2009 στους διεθνούς δείκτες της διαφθοράς. Ένα κράτος που καμώνεται, ότι δίνει δωρεάν Παιδεία και Υγεία στους πολίτες, όταν ξέρουμε πάρα πολύ καλά, ότι η μέση ελληνική οικογένεια πληρώνει από την τσέπη της και για το μεν και για το δε. Ένα κράτος, που ενώ ξοδεύει τα ίδια με μια μέση ευρωπαϊκή χώρα, δίνει κοινωνικές παροχές που μειώνουν ελάχιστα τον κίνδυνο και το ποσοστό φτώχιας, πριν και μετά τις κοινωνικές μεταβιβάσεις. Και το χειρότερο, ένα κράτος και μια χώρα, που δεν δίνει προοπτική στους νέους, που δεν τους δίνει ευκαιρίες, που δεν τους δίνει δυνατότητες. Αυτή είναι η κατάσταση και πρέπει να τη δούμε κατάματα. Και αυτό επιχειρεί να κάνει αυτή η κυβέρνηση, από την πρώτη στιγμή που έχει αναλάβει.
Ξέρουμε ότι το τέλος μιας εποχής, πρέπει να είναι και το ξεκίνημα μιας νέας. Και ξέρουμε ότι αυτή η μετάβαση, δεν είναι εύκολη. Απαιτεί δύσκολες αποφάσεις, απαιτεί να ξεβολέψουμε και να ξεβολευτούμε. Και σε αυτήν την κρίσιμη συγκυρία είμαστε σήμερα. Και πάνω απ’ όλα απαιτείται ειλικρίνεια. Απαιτείται να κάνουμε έναν πραγματικά δημόσιο διάλογο. Να κοιτάξουμε τον εαυτό μας στον καθρέφτη -καθένας πολιτικός φορέας, που είναι σε αυτήν την αίθουσα και όλη η ελληνική κοινωνία - και να απαντήσουμε σε μια σειρά από πολύ απλά ερωτήματα. Τί είδους Ελλάδα θέλουμε; Τί είδους κράτος θέλουμε;
Θέλουμε ένα κράτος το οποίο δαπανά με μοναδικό του κριτήριο την πελατειακή λογική, που δαπανά και δίνει, εκεί όπου έχει τις ισχυρότερες πιέσεις ή ένα κράτος που ξέρει ο πολίτης ακριβώς που δαπανώνται τα χρήματα του, όπως κάνουμε μέσα από το πρόγραμμα της «Διαύγειας»;
Θέλουμε ένα κράτος με ένα φορολογικό σύστημα, που συλλέγει τα λιγότερα χρήματα, ως ποσοστό του ΑΕΠ, από οποιαδήποτε άλλη χώρα της Ευρωζώνης και παρόλα αυτά θεωρείται από τους πολίτες, ότι είναι άδικο και αναποτελεσματικό και αφήνει εκτός διχτυού φορολογικού, ένα μεγάλο μέρος των συμπολιτών μας, ένα μεγάλο πλούτο που τον βλέπουμε γύρω μας να περιδιαβάζει ανενόχλητος;
Θέλουμε ένα κράτος και μια Δημόσια Διοίκηση, η οποία είναι αδιαφανής και δεν λογοδοτεί απέναντι στον πολίτη ή μια Δημόσια Διοίκηση, η οποία είναι κοντά στον πολίτη, αποκεντρωμένη και του δίνει δύναμη και ευθύνη για τις αποφάσεις που παίρνει.
Θέλουμε ένα κράτος, το οποίο προστατεύει τα κλειστά επαγγέλματα και όλα τα κακώς εννοούμενα συμφέροντα, που βρίσκονται πίσω από αυτά και τα οποία δεν έχουμε τολμήσει να αγγίξουμε, τόσα χρόνια, ή θέλουμε ένα κράτος, που θεωρεί ότι η επαγγελματική δραστηριότητα πρέπει να είναι ελεύθερη και ότι ο κάθε πολίτης μπορεί και πρέπει να έχει τις δυνατότητες να δραστηριοποιείται επαγγελματικά και να καταφέρνει αυτό που μπορεί να κάνει;
Θέλουμε ένα σύστημα Παιδείας, το οποίο οδηγεί τους περισσότερους οικογενειάρχες, να ξοδεύουν χρήματα στα φροντιστήρια, τα πανεπιστήμια μας να είναι από τα λιγότερο ανταγωνιστικά στην Ευρώπη ή ένα κράτος που κάνει τομές και αλλαγές -όπως αυτές που επιχειρούμε τώρα να κάνουμε- σε ένα σύστημα Παιδείας που δίνει τη δυνατότητα σε ένα μαθητή να εκφράζεται και στο φοιτητή να είναι ανταγωνιστικός, με το φοιτητή οποιοδήποτε άλλης ξένης χώρας;
Θέλουμε ένα σύστημα Υγείας, το οποίο να εξυπηρετεί τα συμφέροντα εταιρειών, γιατρών και κάθε μεσάζοντα ή ένα σύστημα Υγείας, το οποίο να εξυπηρετεί τον πολίτη;
Θέλουμε μια αγορά προϊόντων και υπηρεσιών, που είναι κλειστή, που λειτουργεί σε ολιγοπώλια και κρατά ψηλές τις τιμές για τον μέσο πολίτη και για τη μέση οικογένεια ή θέλουμε να σπάσουμε κατεστημένα και να συγκρουστούμε εκεί που χρειάζεται;
Θέλουμε μια αγορά εργασίας, η οποία υποτίθεται πως ρυθμίζεται και στην πράξη δεν δίνει ευκαιρίες, ούτε προστατεύει, είναι ασύδοτη - και το ξέρουμε πάρα πολύ καλά - ή θέλουμε να ρυθμίσουμε κανόνες, μέσα σε ένα ευρωπαϊκό πλαίσιο, την αγορά εργασίας, προστατεύοντας τις θέσεις εργασίας και δίνοντας ευκαιρίες στους νέους;
Θέλουμε Δημόσιες Επιχειρήσεις που διαφυλάττουν το δημόσιο συμφέρον ή συμφέροντα αυτών, που εργάζονται σε αυτές;
Είναι απλές ερωτήσεις. Είναι απλές κι απαντήσεις. Νομίζω, οριοθετούν και τη μάχη -που θα δοθεί τους επόμενους μήνες και τα επόμενα χρόνια- ότι αυτές είναι, κυρίες και κύριοι, οι διαχωριστικές γραμμές. Αυτές είναι οι διαχωριστικές γραμμές ανάμεσα στην πρόοδο και στη συντήρηση. Και απέναντι σε αυτές τις διαχωριστικές γραμμές, καλούνται όλοι, να πάρουν θέση. Όλοι.
Εμείς, αναλάβαμε τις ευθύνες μας. Τις αναλάβαμε με δυσκολία, τις αναλάβαμε με κόστος. Αλλά τις έχουμε αναλάβει. Και καλούνται και όλοι οι άλλοι, μέσα σε αυτή την αίθουσα, να αναλάβουν, κι αυτοί, τις δικές τους ευθύνες, χωρίς ξύλινη γλώσσα, χωρίς εύκολες κριτικές, χωρίς υποκρισία και χωρίς μισόλογα.
Η Νέα Δημοκρατία καλείται να μιλήσει καθαρά για το παρελθόν της, για τις ευθύνες της χώρας, την οποία παρέδωσε. Και να δώσει πραγματικές, προτάσεις για το μέλλον. Όχι, να χαϊδεύει τον κόσμο, υποκρινόμενη ότι μπορεί να υπάρξει δημοσιονομική προσαρμογή χωρίς κόστος για κανέναν.
Η Αριστερά καλείται να μας εξηγήσει τι ακριβώς σημαίνει «η άλλη πολιτική»; Τι ακριβώς σημαίνει να ταυτίζεται στην πράξη η πρόταση της, για την αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους, με τις ορέξεις των χειρότερων κερδοσκόπων; Γιατί τα ίδια πράγματα λένε, με αυτά που λένε και οι χειρότεροι κερδοσκόποι, που σήμερα κερδοσκοπούν κατά της χώρας μας.
Θα χρειαστεί θάρρος σε αυτήν την συζήτηση, μια συζήτηση και μια πορεία που είναι μαραθώνιος, δεν τελειώνει αύριο, αλλά μια πορεία που θα μας οδηγήσει σε μια διαφορετική χώρα. Και θα χρειαστεί να υπάρχει και ένα ελάχιστο συμφωνίας. Κατ’ αρχάς, να συμφωνήσουμε για το σημείο αφετηρίας. Και εδώ είναι πολύ μεγάλες οι ευθύνες. Πολύ μεγάλες οι ευθύνες της Νέας Δημοκρατίας, που, σήμερα, μετά από όλη αυτή τη συζήτηση, αρνείται να αποδεχθεί το πραγματικό σημείο αφετηρίας, αυτό το εφιαλτικό, το ανατριχιαστικό νούμερο των 36 δισ. ελλείμματος και 300 δισ.δισ. χρέους, με το οποίο πρέπει να ζήσει σήμερα η Ελλάδα και να το αντιμετωπίσει.
Όσο δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε στο σημείο αφετηρίας, τότε δεν έχει νόημα και η οποιαδήποτε συζήτηση, με τις εύλογα διαφορετικές απόψεις, τις διαφορετικές προσεγγίσεις, που αναγκαστικά θα έχουμε, γιατί σε Δημοκρατία ζούμε. Και σε μια Δημοκρατία, προφανώς, θα υπάρξουν διαφορετικές προσεγγίσεις.
Ακούμε τα στελέχη της Αντιπολίτευσης να αποφεύγουν αυτές τις συζητήσεις και να μας εγκαλούν για εμμονή στο παρελθόν. Μα, ποιο παρελθόν; Μιλάμε, για πέρυσι. Και την ίδια στιγμή, που μας εγκαλούν για το παρελθόν -και υποτίθεται για την εμμονή μας σε αυτό- το μόνο επιχείρημα που έχουν να προτάξουν, είναι τα υποτιθέμενα χρέη, τα οποία έχει σωρεύσει το ΠΑΣΟΚ στη χώρα, εδώ και είκοσι χρόνια. Με τον τρόπο αυτό δεν πρόκειται, να προχωρήσουμε.
Ακούμε, επίσης, τα στελέχη της Αντιπολίτευσης να μιλάνε με μεγάλη ευκολία, για την ανάπτυξη. Η ανάπτυξη, δεν είναι κάτι, το οποίο παραγγέλνεται. Η ανάπτυξη δεν είναι κάτι, για το οποίο πατάς ένα κουμπί και αύριο είναι εδώ. Ανάπτυξη, σημαίνει χρηματοδότηση. Ανάπτυξη, σημαίνει επενδύσεις. Άρα, ανάπτυξη, σημαίνει διεθνείς χρηματοπιστωτικές αγορές ανοιχτές. Σημαίνει, συνεπώς, εμπιστοσύνη. Άρα, σημαίνει τάξη στα ελληνικά δημοσιονομικά στοιχεία. Η μείωση του δημοσιονομικού μας ελλείμματος είναι αναπτυξιακή πολιτική. Όπως και αναπτυξιακή πολιτική είναι και όλες οι μεγάλες τομές και παρεμβάσεις που κάνουμε σήμερα.
Μας κατηγορούν κάποιοι και λένε, ότι αυτό που κάνουμε, δεν είναι σοσιαλιστικό. Μας κάνουν κριτική τα κόμματα της Αντιπολίτευσης, για τη συνέπεια με τις αρχές μας. Πόσο σοσιαλιστική, ακριβώς, είναι η χρεοκοπία; Και ποιους πλήττει αυτή; Πλήττει το μεγάλο κεφάλαιο, το οποίο μπορεί να φυγαδεύσει τα χρήματα του στο εξωτερικό ή πλήττει τους πιο ευάλωτους στην ελληνική κοινωνία; Πόσο σοσιαλιστές θα μας έκανε και πόσο θα προστατεύαμε τους εργαζόμενους, αν δεν κάναμε τίποτα, για να κρατήσουμε επιχειρήσεις σε ζωή, στη διάρκεια μιας κρίσης; Πόσο σοσιαλιστικό και αλληλέγγυο, μεταξύ των γενεών, θα ήταν να αφήναμε το συνταξιοδοτικό να καταρρεύσει μέσα σε πέντε χρόνια και να πούμε στο σημερινό πενηντάρη, ότι δεν υπάρχει σύνταξη για εσένα; Γι’ αυτό αναγκαστήκαμε και πήραμε τις αποφάσεις για μια γρήγορη επίλυση του ασφαλιστικού συστήματος.
Αποδεικνύουμε καθημερινά, ότι όλες οι θυσίες, που ζητήσαμε από τους πολίτες, για να ξανακερδίσει η χώρα τη φωνή της και την αξιοπιστία της, δεν τις σπαταλάμε σε προσωπικές στρατηγικές, αλλά σε μια φωνή πιο δυνατή για τη χώρα και για τον Πρωθυπουργό της στην Ευρώπη. Για μια χώρα που διεκδικεί αυτό που νόμιζε ότι είχε κατακτήσει, την ισοτιμία να την ακούν, όπως την άκουγαν, όταν είχε αποδείξει ότι μπορούσε και Ολυμπιακούς Αγώνες να κάνει, και ένα μεγάλο πρόγραμμα υποδομών να ολοκληρώσει, και να μπει στην ΟΝΕ, μειώνοντας τα ελλείμματα της. Αυτή την αξιοπιστία, αυτό το κύρος, το οποίο έχασε όλα αυτά τα τελευταία πέντε, έξι χρόνια.
Κυρίες και κύριοι Βουλευτές, μέσα σε αυτό το πλαίσιο, συζητάμε το σημερινό Προϋπολογισμό. Στην Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων, που προηγήθηκε αυτής της συζήτησης, τον ονόμασα «προϋπολογισμό συνέχειας και συνέπειας». Συνέχειας, γιατί συνεχίζει μια πρωτοφανή δημοσιονομική προσπάθεια, που ξεκίνησε. Και συνέπειας, γιατί, αν αυτήν την προσπάθεια την αφήσουμε στη μέση, θα ακυρώσουμε όλες τις θυσίες που έχουν κάνει οι Έλληνες πολίτες.
Η αφετηρία μας είναι γνωστή. Ήταν ένα έλλειμμα 36 δισ. ευρώ, στο τέλος του 2009. Και είναι ένας στόχος, αυτά τα 36 δισ., να γίνουν έξι δισ. ευρώ, δηλαδή σε τέσσερα χρόνια από τώρα, να μειώσουμε το έλλειμμα κατά 30 δισ..
Κάναμε ένα πρώτο τεράστιο βήμα, το 2010, ένα πρωτοφανές βήμα. Η χώρα μας δεν το έχει ξανακάνει ποτέ. Δεν το έχει ξανακάνει καμία άλλη χώρα στην Ευρώπη. Σε ένα χρόνο μέσα, με πολύ μεγάλες θυσίες του Έλληνα πολίτη -θυσίες σε μισθούς, θυσίες σε συντάξεις, θυσίες σε υψηλότερο ΦΠΑ και φόρους κατανάλωσης- μειώσαμε το έλλειμμα κατά 14 δισ. ευρώ. Παραμένει, όμως, μπροστά μας ένα μεγάλο έλλειμμα ύψους 16 δισ. ευρώ, το οποίο πρέπει να μειώσουμε, να μηδενίσουμε και να φτάσουμε τουλάχιστον στα έξι δισ., για να μπορέσουμε να αρχίσουμε να ελέγχουμε την πορεία του δημοσίου χρέους.
Ακούω από τη Νέα Δημοκρατία, «μα, οι πολιτικές σας αυξάνουν το χρέος». Το χρέος αυξάνει, όσο υπάρχουν ελλείμματα. Και είναι προφανές ότι, μέχρις ότου καταφέρουμε να ελέγξουμε τα ελλείμματα, θα συνεχίσει να ανεβαίνει το χρέος. Το χρέος θα αρχίσει να πέφτει, όταν η χώρα θα αρχίσει να παράγει πρωτογενή πλεονάσματα, όπως έκανε στο παρελθόν, επί ΠΑΣΟΚ, και ταυτοχρόνως να ξαναέρθει σε υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης.
Θέλω να τονίσω κάτι, που πρέπει να πω ότι εμένα προσωπικά μου δίνει μία ιδιαίτερη ικανοποίηση. Ο Προϋπολογισμός του 2011 είναι ο πρώτος προϋπολογισμός εδώ και πάρα πολλά χρόνια, ο οποίος συζητείται και μπορεί η κυβέρνηση να δείξει έναν απολογισμό που είναι καλύτερος από αυτόν τον οποίο είχε προϋπολογίσει πέρυσι. Μία μικρή σύγκριση. Ας δούμε το έλλειμμα της Κεντρικής Κυβέρνησης, από το 2004 μέχρι σήμερα. Το 2004, ο προϋπολογισμός προέβλεπε ένα έλλειμμα 6,3 δισ.. Τελικά, απολογιστικά, ήταν 13,1 δισ.. Το 2005, ο προϋπολογισμός προέβλεπε έλλειμμα 8,5 δισ.. Ήταν 11,7 δισ.. Το 2006, 8,5 δισ. πάλι. Απολογιστικά, ήταν 9 δισ.. Η καλύτερη χρονιά, το 2007, όταν ο προϋπολογισμός προέβλεπε έλλειμμα εννιά δισ.. Τελικά ήταν 11,3 δισ.. Το 2008, ο προϋπολογισμός προέβλεπε έλλειμμα 8,3 δισ.. Απολογιστικά, το έλλειμμα της Κεντρικής Κυβέρνησης ήταν 14,5 δισ.. Το 2009, ήταν η χειρότερη χρονιά. Ο προϋπολογισμός προέβλεπε έλλειμμα 8,8 δισ.. Ο απολογισμός για το έλλειμμα της Κεντρικής Κυβέρνησης ήταν 33,6 δισ.. 2010. Καταθέσαμε πέρυσι έναν προϋπολογισμό που προβλέπαμε έλλειμμα 22,5 δισ.. Σήμερα, μπορούμε να μιλάμε για έναν απολογισμό με ένα έλλειμμα 20,6 δισ., καλύτερο από αυτό που είχαμε προϋπολογίσει. Πότε άλλοτε έχει γίνει αυτό; Κι εξακολουθούμε να έχουμε αυτό το μεγάλο έλλειμμα στην Κεντρική Κυβέρνηση των 20,6 δισ. και στη Γενική Κυβέρνηση των 22 δισ., παρά τις μεγάλες προσπάθειες που έγιναν φέτος. Για όλους όσους μιλάνε για την αποτυχία στην οικονομική πολιτική, για τις αστοχίες, να δεχθώ εκατό φορές ότι, προφανώς, δεν έγιναν όλα σωστά, ότι έγιναν λάθη, ότι υπήρξαν αστοχίες. Τουλάχιστον, όμως, ας είμαστε κάπως ειλικρινείς με τους εαυτούς μας κι ας δούμε λίγο το παρελθόν, ο καθένας τι έχει παραδώσει, τι έχει παραλάβει και τι παραδίδει σε αυτή τη χώρα.
Ήταν μία χρονιά, λοιπόν, στην οποία ζητήσαμε την συνεισφορά όλων των πολιτών, μέσα από την αύξηση των έμμεσων φόρων, μέσα από την περικοπή των μισθών τους. Ζητήσαμε Ακόμη και τη συνεισφορά των συνταξιούχων από ένα όριο σύνταξης και πάνω. Δεν θα ζητούσαμε αυτές τις θυσίες, αν μπορούσαμε να κάνουμε διαφορετικά. Δεν θα ζητούσαμε αυτές τις θυσίες, αν ήταν διαφορετική η κατάσταση. Μήπως, όμως, πρέπει να θυμηθούμε λίγο ποια είναι τα συστατικά στοιχεία των δαπανών του Κρατικού Προϋπολογισμού, για να καταλάβουμε και το πόσο ρεαλιστικές ή όχι είναι και οι προτάσεις που ακούμε; Το 2009 παραλάβαμε τις δημόσιες δαπάνες στο ήδη δυσθεώρητο ύψος των 84 δισ. ευρώ. Από αυτά, πάνω από το 1/4, 22 δισ., είναι οι μισθοί και οι συντάξεις. Άλλο 1/4, 21 δισ., είναι οι επιχορηγήσεις στα ασφαλιστικά ταμεία και οι κοινωνικές μεταβιβάσεις. Περίπου 20%, 15 δισ., είναι οι τόκοι και άλλες δαπάνες εξυπηρέτησης του δημοσίου χρέους. Άλλο ένα 11% περίπου είναι οι δαπάνες του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων. Και άλλο ένα 11% περίπου είναι οι δαπάνες που αντικρίζονται από έσοδα. Όλα αυτά μαζί, μας φτάνουν ήδη στα 80 από τα 84 δισ. ευρώ.
Προφανώς, ούτε οι μισθοί, ούτε η χρηματοδότηση του ασφαλιστικού συστήματος, ούτε οι δαπάνες για δημόσιες επενδύσεις είναι σπατάλη. Η μείωση, όμως, κατά ένα δισ. ή κατά περίπου 20% των καταναλωτικών δαπανών, εκεί που μπορεί να δει πιο εύκολα τη σπατάλη, σε καμία περίπτωση δεν θα μπορούσε από μόνη κάποιος της να μειώσει αυτό το τεράστιο έλλειμμα.
Και ακούμε από την πλευρά της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης τις γενικότητες περί μείωσης του πρωτογενούς ελλείμματος, χωρίς καμία απολύτως διάθεση να δουν κωδικό - κωδικό, κατηγορία - κατηγορία, και χωρίς να μας πουν τι άλλο θα μπορούσε να κάνει κάποιος από αυτό που κάναμε εμείς το 2010, ποιες άλλες προτάσεις θα μπορούσαν να μειώσουν το έλλειμμα, το 2011, από αυτές που έχουμε βάλει εμείς στο τραπέζι.
Ας δούμε τα έσοδα. Το 2009, ήδη, είχαμε κατάρρευση του φοροεισπρακτικού μηχανισμού. Να θυμηθούμε ότι σε μία χρονιά, που η ελληνική οικονομία -πριν το μνημόνιο- είχε τελικά μία μείωση του ΑΕΠ κατά σχεδόν 3% -2,7% για την ακρίβεια- τα έσοδα μειώθηκαν τρία δισ. σε σχέση με τον προηγούμενο χρόνο. Άρα, η αύξηση των έμμεσων φόρων στην οποία αναγκαστήκαμε να καταφύγουμε φέτος, είναι και ο μόνος τρόπος, για να προσπαθήσουμε άμεσα να επαναφέρουμε αυτή την κατάσταση. Και πράγματι, σε μία περίοδο όπου η ελληνική οικονομία, το 2010, θα έχει μία ύφεση της τάξεως του 4%, έχουμε μία αύξηση των εσόδων της τάξης του 5% σε σχέση με πέρυσι.
Τίποτα, βέβαια, από όλα αυτά δεν θα ήταν τόσο επιτακτικό, αν αυτό το έλλειμμα των 36 δισ. ευρώ δεν συνοδευόταν από την απόλυτη ανυποληψία. Διότι, κυρίες και κύριοι Βουλευτές, αυτό που έκανε πιο επιτακτική την ανάγκη των μέτρων που πήραμε φέτος, ήταν ακριβώς το γεγονός ότι οι αγορές για την Ελλάδα έκλεισαν. Ουδείς ήθελε να μας δανείσει και ουδείς ήθελε να πιστέψει στην προσπάθεια που είχαμε ξεκινήσει να κάνουμε. Γι’ αυτό πήραμε όλα αυτά τα μέτρα. Γι’ αυτό ήταν τόσο εμπροσθοβαρές το Πρόγραμμα. Και για άλλον έναν πάρα πολύ σημαντικό λόγο, που εξηγεί γιατί,, παρά το γεγονός ότι τελικά, με δεδομένη την πιο ψηλή αφετηρία του ελλείμματος, το 2009, καταλήξαμε και το 2010 σε πιο ψηλό σημείο από εκεί που πιστεύαμε, γιατί δεν ζητήσαμε περισσότερο χρόνο προσαρμογής. Διότι μία χώρα με χρέος 300 δισ. ευρώ, πάνω από 140% του ΑΕΠ, δεν έχει καμία πολυτέλεια να χάσει ούτε στιγμή στην προσπάθειά της να ελέγξει το χρέος αυτό, για να μπορέσουν να ανοίξουν ξανά οι διεθνείς αγορές, να χρηματοδοτηθούν οι ελληνικές τράπεζες και να χρηματοδοτήσουν με τη σειρά τους τις ελληνικές επιχειρήσεις, να παραχθούν επενδύσεις, θέσεις εργασίας, ανάπτυξη, πλούτος και να διανεμηθεί στην ελληνική κοινωνία.
Δεν θέλω, όμως, να δώσω την αίσθηση ότι αυτός ο προϋπολογισμός, αλλά και συνολικά η πολιτική μας, εξαντλείται σε ζητήματα που έχουν να κάνουν με τα δημοσιονομικά. Και αυτό γιατί στην πραγματικότητα το μεγαλύτερο μέρος αυτού που προσπαθούμε να κάνουμε, είναι μεγάλες τομές κι αλλαγές. Τομές για να μεταμορφώσουμε το κράτος μας σε κράτος που εμπνέει εμπιστοσύνη στους πολίτες, που δημιουργεί την αίσθηση δικαίου στην κοινωνία. Αλλά και για να μετασχηματίσουμε την οικονομία μας από οικονομία που δανείζεται, καταναλώνει και δημιουργεί θέσεις εργασίας μόνο στο δημόσιο τομέα, σε μία οικονομία που παράγει, εξάγει και παράγει θέσεις εργασίας στον ιδιωτικό τομέα, με προοπτική για τους πολίτες και ειδικά για τους νέους. Μία οικονομία που ανταμείβει δίκαια τους εργαζόμενους και προστατεύει όλους τους πολίτες.
Μακάρι να μπορούσαμε όλα αυτά να τα κάνουμε σε ένα χρόνο. Μακάρι να είχαμε αυτό το μαγικό ραβδί, το οποίο το ψάχνουμε, αλλά δεν το βρίσκουμε, ώστε μέσα σε ένα χρόνο, να κλείσουμε παθογένειες, να διορθώσουμε δυσλειτουργίες και προβλήματα που ταλάνισαν και ταλανίζουν αυτή τη χώρα για πάρα πολλά χρόνια. Δεν υπάρχει αυτό το μαγικό ραβδί. αυτό το γνωρίζουν πολύ καλά οι πολίτες. Και γι’ αυτό εξακολουθούν να στηρίζουν αυτή την προσπάθεια της κυβέρνησης, παρά τις δυσκολίες, παρά τις θυσίες, παρά τις κακουχίες, παρά το γεγονός ότι δυσκολεύονται πάρα πολύ οι ίδιοι.
Ειλικρινά, ακούγοντας την ευκολία της κριτικής από πολλούς Βουλευτές της Αντιπολίτευσης, δεν πρόκειται να απολογηθούμε γιατί δεν καταφέραμε μέσα σε ένα χρόνο να κάνουμε αυτά που δεν είχαν γίνει σε δεκαετίες ολόκληρες. Γιατί βάλαμε στέρεες βάσεις, ενισχύσαμε τους θεσμούς διαφάνειας και λογοδοσίας, από τη «Διαύγεια», μέχρι την ανεξάρτητη Ελληνική Στατιστική Αρχή και κάνουμε προσπάθειες για ανοικτό κοινωνικό διάλογο, ακόμα και όταν αυτός ο διάλογος δεν καταλήγει. Διότι ξεκινήσαμε μία πολύ μεγάλη φορολογική μεταρρύθμιση, με το πλαίσιο που παρουσιάσαμε και ψήφισε η Βουλή την άνοιξη και με αυτό που έρχεται μπροστά για αναδιάρθρωση όλων των φορολογικών υπηρεσιών, για να κάνουμε αυτό που δεν κατάφερε η ελληνική κοινωνία να κάνει για πολλά χρόνια, να χτυπήσουμε αποτελεσματικά τη φοροδιαφυγή.
Προχωρήσαμε σε μεταρρυθμίσεις στο κράτος, όπως κάναμε με τον «Καλλικράτη», με το σύστημα κοινωνικής ασφάλισης. Αλλάξαμε το ίδιο το πλαίσιο κατάρτισης και εκτέλεσης του προϋπολογισμού και των δημοσίων δαπανών. Η Ελλάδα σταματάει να είναι μία χώρα που, εκ των υστέρων, το εκάστοτε Υπουργείο Οικονομικών νομιμοποιήσει δαπάνες, που είχαν γίνει και τις οποίες κανένας δεν πήρε χαμπάρι. Κάνουμε για πρώτη φορά -και θα έρθει στη Βουλή την άνοιξη του 2011- ένα μεσοπρόθεσμο προγραμματισμό τριετίας, με όλες τις πρωτοβουλίες που πρέπει να πάρει η κυβέρνηση, ώστε στο τέλος της τριετίας να έχει φτάσει το ισοζύγιο ανάμεσα στα έσοδα και στις δαπάνες πιο κοντά σε αυτό που πρέπει να είναι.
Το 2011 δεν θα είναι μία εύκολη χρονιά. Θα συνεχίσει η προσπάθεια του 2010. Θα είναι, όμως, πιστεύουμε, η τελευταία χρονιά στην οποία η χώρα μας θα βρίσκεται σε ύφεση. Από το 2012, θα αρχίσουμε να έχουμε και πάλι θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης. Θα είναι - πιστεύουμε και ελπίζουμε- και με τη βοήθεια της εξέλιξης της συζήτησης στην Ευρωζώνη, η χρονιά κατά την οποία η Ελλάδα θα επανέλθει στις διεθνείς αγορές. Θα είναι η χρονιά, κατά την οποία θα συνεχίσουμε το δημοσιονομικό μας στόχο, για να μειώσουμε το έλλειμμα και να το φτάσουμε από τα 22 δισ. ευρώ στα 17 δισ. ευρώ. Θα είναι μία μείωση πέντε δισ. ευρώ ή δύο μονάδων του ΑΕΠ. Αυτό το κάνουμε με μία σειρά από πρόσθετες παρεμβάσεις, που έχουν αμιγώς διαρθρωτικό χαρακτήρα. Ποιος σε αυτήν την αίθουσα πιστεύει ότι δεν πρέπει να ελεγχθούν τα ελλείμματα των ΔΕΚΟ; Ποιος σε αυτήν την αίθουσα πιστεύει ότι δεν πρέπει να κάνουμε συγκεκριμένες κινήσεις κατά της φοροδιαφυγής, όπως αυτές που είναι κοστολογημένες στον προϋπολογισμό, με βάση τα έσοδα που θα έχουμε, το 2011; Ποιος σε αυτήν την αίθουσα πιστεύει ότι δεν πρέπει να μειωθούν οι δαπάνες στο Σύστημα Υγείας από τη σημερινή τους σπατάλη, για να έχουμε καλύτερες υπηρεσίες για τους πολίτες; Αυτά είναι τα περίφημα πρόσθετα μέτρα, για τα οποία εγκαλούμαστε για τον Προϋπολογισμό του 2011.
Κυρίες και κύριοι Βουλευτές, το 2011, στο Υπουργείο Οικονομικών θα έχουμε, για πρώτη φορά, τολμώ να πω, από την αρχή του ελληνικού κράτους πλήρη εικόνα για τις δαπάνες σε όλη τη Γενική Κυβέρνηση, με ένα νέο Ολοκληρωμένο Πληροφοριακό Σύστημα, που ξεκινάει τη λειτουργία του από την 1η Ιανουαρίου 2011, με το οποίο θα υπάρχει η δυνατότητα καθημερινής παρακολούθησης όλων των δαπανών σε επίπεδο κωδικού, σε όλα τα Υπουργεία. Σταδιακά, κατά τη διάρκεια του έτους, θα υπάρξει η επέκτασή του σε όλους τους φορείς της Γενικής Κυβέρνησης. Για πρώτη φορά, θα μπορούμε να δίνουμε λογαριασμό στους πολίτες για το πού πηγαίνουν τα χρήματα τους. Θα μπορούμε να αποφασίζουμε συλλογικά, ως κοινωνία, το πού θέλουμε να δαπανήσουμε, κι όχι να καλούμαστε, εκ των υστέρων, να νομιμοποιήσουμε δαπάνες, για τις οποίες ποτέ δεν ερωτηθήκαμε και ποτέ δεν δώσαμε τη συναίνεσή μας. Αυτή είναι η βασική διαφορά.
Το 2011 θα είναι μία χρονιά, στην οποία θα έχουμε πλήρη αναδιάρθρωση των Δημοσίων Επιχειρήσεων, για να παράγουν υπηρεσίες και όχι ελλείμματα. Θα είναι μία χρονιά, στην οποία θα ανοίξουν τα κλειστά επαγγέλματα, για να δώσουμε ώθηση στην ελεύθερη επαγγελματική δραστηριότητα, κάτι για το οποίο πολλές κυβερνήσεις έχουν μιλήσει επανειλημμένα, αλλά δεν τόλμησαν να κάνουν. Θα είναι μία χρονιά αποκατάστασης της αξιοπιστίας της χώρας μας. Θα είναι μία χρονιά, που μέσα από την επίτευξη ενός σταθερού οικονομικού και φορολογικού πλαισίου, θα έχουμε μία οικονομία με σταθερούς κανόνες και θεσμούς διαφάνειας.
Κυρίες και κύριοι Βουλευτές, κλείνω λέγοντας ότι, σίγουρα, έχουμε ακόμα πολλά να αποδείξουμε. Είμαστε στην πιο δύσκολη καμπή, στο πιο δύσκολο σημείο. Με τους πολίτες εξαιρετικά καχύποπτους, πολλές φορές οργισμένους απέναντι σε αυτά που βιώνουν, έχουμε να αποδείξουμε ότι οι θυσίες που κάνουν, δεν θα πάνε χαμένες. Προσπαθούμε να το αποδείξουμε αυτό με την καθημερινή μας πρακτική.
Αλλά, αντίθετα με αυτά που πολλοί σπεύδουν να πουν, δεν έχουμε πουλήσει τη ψυχή μας. Η ψυχή μας είναι στην κοινωνία. Γιατί από την κοινωνία προερχόμαστε και στην κοινωνία -και μόνο- λογοδοτούμε, σε κανέναν άλλον. Το Πανελλήνιο Σοσιαλιστικό Κίνημα, η κυβέρνηση του και το Υπουργείο Οικονομικών, στο βαθμό που διαμορφώνει και υλοποιεί πολιτικές που έχουν να κάνουν με τα έσοδα και τις δαπάνες και τη δυνατότητα της οικονομίας να επανέλθει σε μία τροχιά βιώσιμης ανάπτυξης, δεν το ξεχνάμε ποτέ.
Γι’ αυτούς τους λόγους σας καλώ να υπερψηφίσετε το Προϋπολογισμό του 2011.
Σας ευχαριστώ πολύ.
Μπορεί να μη συμφωνώ ούτε στο ελάχιστο με αυτά που λες,αλλά θα έδινα μέχρι και την τελευταία ρανίδα του αίματός μου για το δικαίωμά σου να συνεχίσεις να τα λες -ΒΟΛΤΑΙΡΟΣ